search


keyboard_tab Digital Market Act 2022/1925 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/1925 EL cercato: 'πριν' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index πριν:


whereas πριν:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 898

 

Άρθρο 9

Αναστολή

1.   Σε περίπτωση που ο πυλωρός αποδείξει σε αιτιολογημένο αίτημα ότι η συμμόρφωση με συγκεκριμένη υποχρέωση που ορίζεται στο άρθρο 5, 6 ή 7 για βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας η οποία απαριθμείται στην απόφαση ορισμού δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 9 θα έθετε σε κίνδυνο, λόγω εξαιρετικών περιστάσεων που εκφεύγουν του ελέγχου του πυλωρού, την οικονομική βιωσιμότητα της λειτουργίας του στην Ένωση, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστική πράξη που καθορίζει την απόφασή της να αναστείλει κατ’ εξαίρεση, πλήρως ή εν μέρει, τη συγκεκριμένη υποχρέωση που αναφέρεται στο εν λόγω αιτιολογημένο αίτημα («απόφαση αναστολής»). Στην εν λόγω εκτελεστική πράξη, η Επιτροπή τεκμηριώνει την απόφαση αναστολής που λαμβάνει, προσδιορίζοντας τις εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την αναστολή. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη περιορίζεται στον βαθμό και τη διάρκεια που απαιτούνται για την αντιμετώπιση της εν λόγω απειλής για τη βιωσιμότητα του πυλωρού. Η Επιτροπή θέτει ως στόχο να εκδώσει την εν λόγω εκτελεστική πράξη αμελλητί και το αργότερο τρεις μήνες μετά την παραλαβή πλήρους αιτιολογημένου αιτήματος. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

2.   Εάν χορηγηθεί αναστολή δυνάμει της παραγράφου 1, η Επιτροπή επανεξετάζει την απόφαση αναστολής της σε ετήσια βάση, εκτός εάν προσδιορίζεται συντομότερο διάστημα στην εν λόγω απόφαση. Σε συνέχεια αυτής της επανεξέτασης, η Επιτροπή είτε ανακαλεί πλήρως ή εν μέρει την αναστολή, είτε αποφασίζει ότι οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 εξακολουθούν να πληρούνται.

3.   Σε επείγουσες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος πυλωρού, να αναστείλει προσωρινά την εφαρμογή συγκεκριμένης υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 για μία ή περισσότερες μεμονωμένες βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ήδη πριν από την έκδοση της απόφασης σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο. Το αίτημα αυτό μπορεί να υποβληθεί και να γίνει δεκτό ανά πάσα στιγμή εν αναμονή της αξιολόγησης της Επιτροπής δυνάμει της παραγράφου 1.

4.   Κατά την αξιολόγηση του αιτήματος που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 3, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη ιδίως τον αντίκτυπο της συμμόρφωσης με τη συγκεκριμένη υποχρέωση στην οικονομική βιωσιμότητα της λειτουργίας του πυλωρού στην Ένωση, καθώς και σε τρίτους, ιδίως ΜΜΕ και καταναλωτές. Η αναστολή μπορεί να υπόκειται σε όρους και υποχρεώσεις που καθορίζει η Επιτροπή, προκειμένου να εξασφαλίζεται η κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των εν λόγω συμφερόντων και των στόχων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 10

Απαλλαγή για λόγους δημόσιας υγείας και δημόσιας ασφάλειας

1.   Η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος πυλωρού ή με δική της πρωτοβουλία, να εκδίδει εκτελεστική πράξη που να καθορίζει την απόφασή της να χορηγήσει απαλλαγή στον εν λόγω πυλωρό, πλήρως ή εν μέρει, από συγκεκριμένη υποχρέωση που καθορίζεται στο άρθρο 5, 6 ή 7 σε σχέση με βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας η οποία περιλαμβάνεται στην απόφαση ορισμού δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 9, όταν η απαλλαγή αυτή δικαιολογείται με βάση τους λόγους που καθορίζονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου («απόφαση απαλλαγής»). Η Επιτροπή εκδίδει την απόφαση απαλλαγής εντός τριών μηνών από τη λήψη πλήρους αιτιολογημένου αιτήματος και υποβάλλει αιτιολογημένη δήλωση στην οποία επεξηγούνται οι λόγοι της απαλλαγής. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

2.   Όταν χορηγείται απαλλαγή δυνάμει της παραγράφου 1, η Επιτροπή επανεξετάζει την απόφασή της για απαλλαγή εάν ο λόγος απαλλαγής δεν υφίσταται πλέον ή τουλάχιστον κάθε έτος. Σε συνέχεια αυτής της επανεξέτασης, η Επιτροπή είτε ανακαλεί πλήρως ή εν μέρει την απαλλαγή, είτε αποφασίζει ότι οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 εξακολουθούν να πληρούνται.

3.   Απαλλαγή κατά την παράγραφο 1 μπορεί να χορηγείται μόνο για λόγους δημόσιας υγείας ή δημόσιας ασφάλειας.

4.   Σε επείγουσες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος πυλωρού ή με δική της πρωτοβουλία, να αναστείλει προσωρινά την εφαρμογή συγκεκριμένης υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 για μία ή περισσότερες μεμονωμένες βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ήδη πριν από την έκδοση της απόφασης δυνάμει της εν λόγω παραγράφου. Το αίτημα αυτό μπορεί να υποβληθεί και να γίνει δεκτό ανά πάσα στιγμή εν αναμονή της αξιολόγησης της Επιτροπής δυνάμει της παραγράφου 1.

5.   Κατά την αξιολόγηση του αιτήματος που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 4, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη ιδίως τον αντίκτυπο της συμμόρφωσης με τη συγκεκριμένη υποχρέωση στους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 3, καθώς και τις επιπτώσεις για τον ενδιαφερόμενο πυλωρό και για τρίτους. Η Επιτροπή μπορεί να ορίσει ότι η αναστολή υπόκειται σε όρους και υποχρεώσεις προκειμένου να εξασφαλίζεται θεμιτή ισορροπία μεταξύ των στόχων που επιδιώκονται για τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 3 και των στόχων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 14

Υποχρέωση ενημέρωσης σχετικά με συγκεντρώσεις

1.   Ο πυλωρός ενημερώνει την Επιτροπή για κάθε σχεδιαζόμενη συγκέντρωση κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004, σε περίπτωση που οι συγχωνευόμενες οντότητες ή το αντικείμενο της συγκέντρωσης παρέχουν βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ή οποιεσδήποτε άλλες υπηρεσίες στον ψηφιακό τομέα ή καθιστούν δυνατή τη συλλογή δεδομένων, ανεξάρτητα από το αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις κοινοποίησής της στην Επιτροπή δυνάμει του εν λόγω κανονισμού ή σε αρμόδια εθνική αρχή ανταγωνισμού σύμφωνα με εθνικούς κανόνες για τις συγκεντρώσεις.

Ο πυλωρός ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με αυτήν τη συγκέντρωση πριν από την πραγματοποίησή της και μετά τη σύναψη της συμφωνίας, την ανακοίνωση της δημόσιας προσφοράς εξαγοράς ή την απόκτηση ελέγχουσας συμμετοχής.

2.   Οι πληροφορίες που παρέχει ο πυλωρός δυνάμει της παραγράφου 1 περιγράφουν τουλάχιστον τις επιχειρήσεις τις οποίες αφορά η συγκέντρωση, τους ετήσιους κύκλους εργασιών τους εντός της Ένωσης και παγκοσμίως, τα πεδία δραστηριότητάς τους, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων που συνδέονται άμεσα με τη συγκέντρωση, και την αξία της συναλλαγής της συμφωνίας ή εκτίμηση αυτής της αξίας, μαζί με περίληψη της συγκέντρωσης, συμπεριλαμβανομένης της φύσης και του σκεπτικού της, και κατάλογο των κρατών μελών τα οποία αφορά η συγκέντρωση.

Οι πληροφορίες που παρέχει ο πυλωρός περιγράφουν επίσης, για οποιεσδήποτε σχετικές βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας, τους ετήσιους κύκλους εργασιών τους εντός της Ένωσης, τους οικείους αριθμούς ετήσιων ενεργών επαγγελματιών χρηστών και τους οικείους αριθμούς μηνιαίων ενεργών τελικών χρηστών, αντιστοίχως.

3.   Εάν, έπειτα από οποιαδήποτε συγκέντρωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, πρόσθετες βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας πληρούν μεμονωμένα τα όρια του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο β), ο ενδιαφερόμενος πυλωρός ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή εντός δύο μηνών από την πραγματοποίηση της συγκέντρωσης και παρέχει στην Επιτροπή τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2.

4.   Η Επιτροπή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών για κάθε πληροφορία που λαμβάνει σύμφωνα με την παράγραφο 1 και δημοσιεύει ετησίως τον κατάλογο με τις εξαγορές για τις οποίες έχει ενημερωθεί από τους πυλωρούς δυνάμει της εν λόγω παραγράφου.

Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το έννομο συμφέρον των επιχειρήσεων για την προστασία του επιχειρηματικού τους απορρήτου.

5.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες που λαμβάνουν βάσει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου για να ζητήσουν από την Επιτροπή να εξετάσει τη συγκέντρωση σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004.

Άρθρο 16

Κίνηση διερεύνησης της αγοράς

1.   Όταν η Επιτροπή προτίθεται να διεξαγάγει διερεύνηση της αγοράς με σκοπό την πιθανή έκδοση αποφάσεων σύμφωνα με τα άρθρα 17, 18 και 19, εκδίδει απόφαση για την κίνηση διερεύνησης της αγοράς.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί να ασκεί τις οικείες εξουσίες διερεύνησης δυνάμει του παρόντος κανονισμού πριν από την κίνηση διερεύνησης της αγοράς σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο.

3.   Στην απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 προσδιορίζονται τα ακόλουθα:

α)

η ημερομηνία κίνησης της διερεύνησης της αγοράς·

β)

η περιγραφή του ζητήματος που αφορά η διερεύνηση της αγοράς·

γ)

ο σκοπός της διερεύνησης της αγοράς.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να κινήσει εκ νέου διερεύνηση της αγοράς που έχει περατωθεί σε περίπτωση που:

α)

υπήρξε ουσιαστική μεταβολή σε οποιοδήποτε από τα πραγματικά περιστατικά στα οποία βασίστηκε απόφαση που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 17, 18 ή 19· ή

β)

η απόφαση που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 17, 18 ή 19 βασίστηκε σε ελλιπείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες.

5.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από μία ή περισσότερες εθνικές αρμόδιες αρχές να τη βοηθήσουν στη διερεύνηση της αγοράς που διεξάγει.

Άρθρο 18

Διερεύνηση της αγοράς για συστηματική μη συμμόρφωση

1.   Η Επιτροπή μπορεί να διενεργήσει διερεύνηση της αγοράς προκειμένου να εξετάσει κατά πόσον ένας πυλωρός δεν συμμορφώνεται σε συστηματική βάση. Η Επιτροπή περατώνει την εν λόγω διερεύνηση της αγοράς εντός 12 μηνών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α). Σε περίπτωση που από τη διερεύνηση της αγοράς προκύπτει ότι ένας πυλωρός έχει παραβιάσει σε συστηματική βάση μία ή περισσότερες από τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5, 6 ή 7 και έχει διατηρήσει, ενισχύσει ή επεκτείνει τη θέση του ως πυλωρού σε σχέση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που επιβάλλουν στον εν λόγω πυλωρό οποιαδήποτε επανορθωτικά μέτρα συμπεριφοράς ή διαρθρωτικού χαρακτήρα τα οποία είναι αναλογικά και αναγκαία για τη διασφάλιση αποτελεσματικής συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

2.   Το επανορθωτικό μέτρο που επιβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, στον βαθμό που το εν λόγω επανορθωτικό μέτρο είναι αναλογικό και αναγκαίο για τη διατήρηση ή την αποκατάσταση της δικαιοσύνης και της δυνατότητας διεκδίκησης όπως έχουν επηρεαστεί από τη συστηματική μη συμμόρφωση, μπορεί να περιλαμβάνει την απαγόρευση, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, της συμμετοχής του πυλωρού σε πράξη συγκέντρωσης κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 όσον αφορά τις βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ή τις άλλες υπηρεσίες που παρέχονται στον ψηφιακό τομέα ή που καθιστούν δυνατή τη συλλογή δεδομένων και οι οποίες θίγονται από τη συστηματική μη συμμόρφωση.

3.   Ένας πυλωρός θεωρείται ότι δεν συμμορφώνεται συστηματικά με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7, όταν η Επιτροπή έχει εκδώσει τουλάχιστον τρεις αποφάσεις για μη συμμόρφωση σύμφωνα με το άρθρο 29 κατά του πυλωρού σε σχέση με οποιαδήποτε από τις βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας του εντός διαστήματος οκτώ ετών πριν από την έκδοση της απόφασης για την κίνηση διερεύνησης της αγοράς ενόψει της πιθανής έκδοσης απόφασης σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

4.   Η Επιτροπή κοινοποιεί τα προκαταρκτικά της πορίσματα στον ενδιαφερόμενο πυλωρό εντός έξι μηνών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α). Στα προκαταρκτικά της πορίσματα, η Επιτροπή εξηγεί εάν θεωρεί, εκ προοιμίου, ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και ποιο ή ποια επανορθωτικά μέτρα θεωρεί προκαταρκτικά ότι είναι αναγκαία και αναλογικά.

5.   Για να δώσει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη να σχολιάσουν με αποτελεσματικό τρόπο, η Επιτροπή δημοσιεύει, ταυτόχρονα με την κοινοποίηση των προκαταρκτικών πορισμάτων της στον πυλωρό σύμφωνα με την παράγραφο 4 ή το συντομότερο δυνατό μετά την κοινοποίηση αυτή, μη εμπιστευτική περίληψη της υπόθεσης και τα επανορθωτικά μέτρα τα οποία εξετάζει να επιβάλει. Η Επιτροπή προσδιορίζει εύλογο χρονικό διάστημα εντός του οποίου πρέπει να υποβληθούν τα εν λόγω σχόλια.

6.   Σε περίπτωση που η Επιτροπή προτίθεται να εκδώσει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, καθιστώντας υποχρεωτικές τις δεσμεύσεις που προσφέρει ο πυλωρός σύμφωνα με το άρθρο 25, δημοσιεύει μη εμπιστευτική περίληψη της υπόθεσης και το βασικό περιεχόμενο των δεσμεύσεων. Τα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη μπορούν να υποβάλουν τα σχόλιά τους εντός εύλογου χρονικού διαστήματος που ορίζει η Επιτροπή.

7.   Κατά τη διάρκεια της διερεύνησης της αγοράς, η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει τη διάρκειά της, όταν η εν λόγω παράταση δικαιολογείται με βάση αντικειμενικούς λόγους και είναι αναλογική. Η παράταση μπορεί να αφορά την προθεσμία έως την οποία η Επιτροπή πρέπει να εκδώσει τα προκαταρκτικά της πορίσματα ή την προθεσμία έκδοσης της τελικής απόφασης. Η συνολική διάρκεια τυχόν παράτασης ή παρατάσεων σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.

8.   Για να διασφαλίζει την αποτελεσματική συμμόρφωση του πυλωρού με τις υποχρεώσεις του που ορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7, η Επιτροπή επανεξετάζει τακτικά τα επανορθωτικά μέτρα που επιβάλλει σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή έχει το δικαίωμα να τροποποιεί τα εν λόγω επανορθωτικά μέτρα εάν, κατόπιν νέας διερεύνησης της αγοράς, διαπιστώσει ότι δεν είναι αποτελεσματικά.

Άρθρο 20

Κίνηση διαδικασίας

1.   Όταν η Επιτροπή προτίθεται να κινήσει διαδικασία με σκοπό την πιθανή έκδοση αποφάσεων σύμφωνα με τα άρθρα 8, 29 και 30, εκδίδει απόφαση για την κίνηση διαδικασίας.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί να ασκεί τις οικείες εξουσίες διερεύνησης δυνάμει του παρόντος κανονισμού πριν από την κίνηση διαδικασίας σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο.

Άρθρο 23

Εξουσίες διενέργειας επιθεωρήσεων

1.   Προς εκπλήρωση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή δύναται να διενεργεί κάθε αναγκαία επιθεώρηση σε μια επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων.

2.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης έχουν την εξουσία:

α)

να εισέρχονται σε χώρους, εκτάσεις γης και μεταφορικά μέσα των επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων·

β)

να ελέγχουν τα βιβλία και άλλα αρχεία που σχετίζονται με την επιχείρηση, ανεξαρτήτως του μέσου στο οποίο είναι αποθηκευμένα·

γ)

να πραγματοποιούν ή να αποκτούν, υπό οποιαδήποτε μορφή, αντίγραφα ή αποσπάσματα των εν λόγω βιβλίων και αρχείων·

δ)

να απαιτούν από την επιχείρηση ή την ένωση επιχειρήσεων να παρέχει πρόσβαση και εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγορίθμους, τη διαχείριση δεδομένων και τις επιχειρηματικές πρακτικές της και να καταγράφουν ή να καταχωρίζουν τις παρασχεθείσες εξηγήσεις με οποιοδήποτε τεχνικό μέσο·

ε)

να σφραγίζουν οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο και βιβλία ή αρχεία καθ’ όλη τη διάρκεια της επιθεώρησης και στον βαθμό που απαιτείται για αυτή·

στ)

να ζητούν από οποιονδήποτε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού της επιχείρησης ή της ένωσης επιχειρήσεων εξηγήσεις για τα πραγματικά περιστατικά ή τα έγγραφα που συνδέονται με το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης και να καταγράφουν τις απαντήσεις με οποιοδήποτε τεχνικό μέσο.

3.   Για τη διενέργεια επιθεωρήσεων, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη βοήθεια ελεγκτών ή εμπειρογνωμόνων που ορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2, καθώς και τη βοήθεια της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

4.   Κατά τη διάρκεια των επιθεωρήσεων, η Επιτροπή, οι ελεγκτές ή οι εμπειρογνώμονες που ορίζονται από αυτήν και η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, μπορούν να απαιτούν από την επιχείρηση ή την ένωση επιχειρήσεων να παράσχει πρόσβαση και εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγορίθμους, τη διαχείριση δεδομένων και τις επιχειρηματικές συμπεριφορές της. Η Επιτροπή και οι ελεγκτές ή οι εμπειρογνώμονες που ορίζονται από αυτήν και η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, μπορούν να απευθύνουν ερωτήσεις σε οποιονδήποτε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού.

5.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης ασκούν τις εξουσίες τους αφού προηγουμένως επιδείξουν γραπτή εντολή, στην οποία προσδιορίζονται το αντικείμενο και ο σκοπός της επιθεώρησης, καθώς και τα προβλεπόμενα στο άρθρο 30 πρόστιμα που εφαρμόζονται σε περίπτωση ελλιπούς επίδειξης των ζητούμενων βιβλίων ή λοιπών επαγγελματικών εγγράφων ή σε περίπτωση που αποδειχθούν ανακριβείς ή παραπλανητικές οι απαντήσεις σε ερωτήσεις που έχουν τεθεί κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 2 και 4 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή, σε εύθετο χρόνο πριν από τη διενέργεια της επιθεώρησης, ενημερώνει την εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

6.   Οι επιχειρήσεις ή οι ενώσεις επιχειρήσεων υποχρεούνται να υποβληθούν σε επιθεώρηση που έχει διατάξει με απόφασή της η Επιτροπή. Στην εν λόγω απόφαση προσδιορίζονται το αντικείμενο και ο σκοπός της επίσκεψης, καθορίζεται η ημερομηνία έναρξής της και μνημονεύονται τα πρόστιμα και οι περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στα άρθρα 30 και 31 αντίστοιχα, καθώς και το δικαίωμα προσβολής της εν λόγω απόφασης ενώπιον του Δικαστηρίου.

7.   Οι υπάλληλοι της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, και τα εξουσιοδοτημένα ή διορισμένα από αυτήν πρόσωπα, επικουρούν ενεργά, κατόπιν αιτήματος της εν λόγω αρχής ή της Επιτροπής, τους υπαλλήλους και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή. Για τον σκοπό αυτό απολαύουν των εξουσιών που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 4 του παρόντος άρθρου.

8.   Σε περίπτωση που οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή διαπιστώσουν ότι μια επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων εναντιώνεται στη διενέργεια επιθεώρησης που έχει διαταχθεί δυνάμει του παρόντος άρθρου, το οικείο κράτος μέλος τούς παρέχει κάθε αναγκαία συνδρομή, ζητώντας, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, τη συνδρομή της αστυνομίας ή ισότιμης αρχής επιβολής του νόμου, προκειμένου να μπορέσουν να πραγματοποιήσουν την επιθεώρησή τους.

9.   Αν, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες, για τη συνδρομή που προβλέπεται στην παράγραφο 8 του παρόντος άρθρου απαιτείται άδεια δικαστικής αρχής, η Επιτροπή ή η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 ή οι εξουσιοδοτημένοι από τις εν λόγω αρχές υπάλληλοι ζητούν την εν λόγω άδεια. Η εν λόγω άδεια μπορεί επίσης να ζητηθεί ως προληπτικό μέτρο.

10.   Όταν ζητείται η άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου, η εθνική δικαστική αρχή επαληθεύει τη γνησιότητα της απόφασης της Επιτροπής, καθώς και ότι τα σχεδιαζόμενα μέτρα καταναγκασμού δεν είναι αυθαίρετα ούτε υπέρμετρα αυστηρά σε σχέση με το αντικείμενο της επιθεώρησης. Κατά τον έλεγχο της αναλογικότητας των μέτρων καταναγκασμού που διενεργεί, η εθνική δικαστική αρχή μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή, απευθείας ή μέσω της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, λεπτομερείς εξηγήσεις, ιδίως για τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή έχει υπόνοιες για παράβαση του παρόντος κανονισμού, καθώς και για τη σοβαρότητα της εικαζόμενης παράβασης και τη φύση της εμπλοκής της ενδιαφερόμενης επιχείρησης. Ωστόσο, η εθνική δικαστική αρχή δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα της επιθεώρησης, ούτε να ζητήσει την προσκόμιση των στοιχείων του φακέλου της Επιτροπής. Η αρμοδιότητα για τον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης της Επιτροπής ανήκει αποκλειστικά στο Δικαστήριο.

Άρθρο 38

Συνεργασία και συντονισμός με τις εθνικές αρμόδιες αρχές επιβολής κανόνων ανταγωνισμού

1.   Η Επιτροπή και οι εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 συνεργάζονται μεταξύ τους και αλληλοενημερώνονται σχετικά με τα μέτρα επιβολής που λαμβάνουν μέσω του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού (ΕΔΑ). Έχουν την εξουσία να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με όλα τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των εμπιστευτικών πληροφοριών. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή δεν είναι μέλος του ΕΔΑ, η Επιτροπή προβαίνει στις αναγκαίες ρυθμίσεις για τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με υποθέσεις που αφορούν την επιβολή του παρόντος κανονισμού και την επιβολή των κανόνων του άρθρου 1 παράγραφος 6 σε υποθέσεις των εν λόγω αρχών. Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει ρυθμίσεις αυτού του είδους με εκτελεστική πράξη κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ).

2.   Σε περίπτωση που εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 προτίθεται να κινήσει διερεύνηση σε πυλωρούς βάσει της εθνικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή για το πρώτο επίσημο μέτρο διερεύνησης, πριν ή αμέσως μετά την έναρξη του εν λόγω μέτρου. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να διαβιβαστούν επίσης στις εθνικές αρμόδιες αρχές οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 των άλλων κρατών μελών.

3.   Σε περίπτωση που εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 προτίθεται να επιβάλει υποχρεώσεις σε πυλωρούς βάσει της εθνικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, γνωστοποιεί, αιτιολογημένα, το αργότερο 30 ημέρες πριν από την έγκριση, το σχέδιο μέτρου στην Επιτροπή. Σε περίπτωση προσωρινών μέτρων, η εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 γνωστοποιεί στην Επιτροπή το σχέδιο των προτεινόμενων μέτρων το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο αμέσως μετά την έγκριση τέτοιων μέτρων. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να διαβιβαστούν επίσης στις εθνικής αρμόδιες αρχές οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες στο άρθρο 1 παράγραφος 6των άλλων κρατών μελών.

4.   Οι μηχανισμοί πληροφόρησης που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 δεν εφαρμόζονται στις αποφάσεις που προβλέπονται σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες περί συγκεντρώσεων

5.   Πληροφορίες που ανταλλάσσονται δυνάμει των παραγράφων 1 έως 3 του παρόντος άρθρου ανταλλάσσονται και χρησιμοποιούνται μόνο για τον συντονισμό της επιβολής του παρόντος κανονισμού και των κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

6.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφο 6 να υποστηρίξουν οποιαδήποτε διερεύνηση της αγοράς που πραγματοποιεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

7.   Εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 μπορεί με δική της πρωτοβουλία να διεξάγει διερεύνηση σε περίπτωση πιθανής μη συμμόρφωσης με τα άρθρα 5, 6 και 7 του παρόντος κανονισμού στο έδαφός της, όταν έχει τη σχετική αρμοδιότητα και εξουσίες διερεύνησης βάσει του εθνικού δικαίου. Η εν λόγω αρχή ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή προτού λάβει το πρώτο επίσημο μέτρο διερεύνησης.

Η κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 20 απαλλάσσει τις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 από τη δυνατότητα διεξαγωγής διερεύνησης ή την περατώνει όταν αυτή είναι ήδη σε εξέλιξη. Οι εν λόγω αρχές υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα πορίσματα μιας τέτοιας διερεύνησης, προκειμένου να στηρίξουν την Επιτροπή στον ρόλο της ως μοναδικής αρχής επιβολής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 49

Άσκηση των κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων κατά το άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 και το άρθρο 12 παράγραφοι 1, 3 και 4 ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από την 1η Νοεμβρίου 2022. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 και στο άρθρο 12 παράγραφοι 1, 3 και 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφοι 6 και 7 και του άρθρου 12 παράγραφοι 1, 3 και 4 τίθεται σε ισχύ μόνο αν δεν διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα κοινοποίησης της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η προθεσμία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.


whereas









keyboard_arrow_down