search


keyboard_tab Digital Market Act 2022/1925 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/1925 EL cercato: 'ήδη' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index ήδη:


whereas ήδη:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 467

 

Άρθρο 9

Αναστολή

1.   Σε περίπτωση που ο πυλωρός αποδείξει σε αιτιολογημένο αίτημα ότι η συμμόρφωση με συγκεκριμένη υποχρέωση που ορίζεται στο άρθρο 5, 6 ή 7 για βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας η οποία απαριθμείται στην απόφαση ορισμού δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 9 θα έθετε σε κίνδυνο, λόγω εξαιρετικών περιστάσεων που εκφεύγουν του ελέγχου του πυλωρού, την οικονομική βιωσιμότητα της λειτουργίας του στην Ένωση, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστική πράξη που καθορίζει την απόφασή της να αναστείλει κατ’ εξαίρεση, πλήρως ή εν μέρει, τη συγκεκριμένη υποχρέωση που αναφέρεται στο εν λόγω αιτιολογημένο αίτημα («απόφαση αναστολής»). Στην εν λόγω εκτελεστική πράξη, η Επιτροπή τεκμηριώνει την απόφαση αναστολής που λαμβάνει, προσδιορίζοντας τις εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την αναστολή. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη περιορίζεται στον βαθμό και τη διάρκεια που απαιτούνται για την αντιμετώπιση της εν λόγω απειλής για τη βιωσιμότητα του πυλωρού. Η Επιτροπή θέτει ως στόχο να εκδώσει την εν λόγω εκτελεστική πράξη αμελλητί και το αργότερο τρεις μήνες μετά την παραλαβή πλήρους αιτιολογημένου αιτήματος. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

2.   Εάν χορηγηθεί αναστολή δυνάμει της παραγράφου 1, η Επιτροπή επανεξετάζει την απόφαση αναστολής της σε ετήσια βάση, εκτός εάν προσδιορίζεται συντομότερο διάστημα στην εν λόγω απόφαση. Σε συνέχεια αυτής της επανεξέτασης, η Επιτροπή είτε ανακαλεί πλήρως ή εν μέρει την αναστολή, είτε αποφασίζει ότι οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 εξακολουθούν να πληρούνται.

3.   Σε επείγουσες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος πυλωρού, να αναστείλει προσωρινά την εφαρμογή συγκεκριμένης υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 για μία ή περισσότερες μεμονωμένες βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ήδη πριν από την έκδοση της απόφασης σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο. Το αίτημα αυτό μπορεί να υποβληθεί και να γίνει δεκτό ανά πάσα στιγμή εν αναμονή της αξιολόγησης της Επιτροπής δυνάμει της παραγράφου 1.

4.   Κατά την αξιολόγηση του αιτήματος που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 3, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη ιδίως τον αντίκτυπο της συμμόρφωσης με τη συγκεκριμένη υποχρέωση στην οικονομική βιωσιμότητα της λειτουργίας του πυλωρού στην Ένωση, καθώς και σε τρίτους, ιδίως ΜΜΕ και καταναλωτές. Η αναστολή μπορεί να υπόκειται σε όρους και υποχρεώσεις που καθορίζει η Επιτροπή, προκειμένου να εξασφαλίζεται η κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των εν λόγω συμφερόντων και των στόχων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 10

Απαλλαγή για λόγους δημόσιας υγείας και δημόσιας ασφάλειας

1.   Η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος πυλωρού ή με δική της πρωτοβουλία, να εκδίδει εκτελεστική πράξη που να καθορίζει την απόφασή της να χορηγήσει απαλλαγή στον εν λόγω πυλωρό, πλήρως ή εν μέρει, από συγκεκριμένη υποχρέωση που καθορίζεται στο άρθρο 5, 6 ή 7 σε σχέση με βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας η οποία περιλαμβάνεται στην απόφαση ορισμού δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 9, όταν η απαλλαγή αυτή δικαιολογείται με βάση τους λόγους που καθορίζονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου («απόφαση απαλλαγής»). Η Επιτροπή εκδίδει την απόφαση απαλλαγής εντός τριών μηνών από τη λήψη πλήρους αιτιολογημένου αιτήματος και υποβάλλει αιτιολογημένη δήλωση στην οποία επεξηγούνται οι λόγοι της απαλλαγής. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

2.   Όταν χορηγείται απαλλαγή δυνάμει της παραγράφου 1, η Επιτροπή επανεξετάζει την απόφασή της για απαλλαγή εάν ο λόγος απαλλαγής δεν υφίσταται πλέον ή τουλάχιστον κάθε έτος. Σε συνέχεια αυτής της επανεξέτασης, η Επιτροπή είτε ανακαλεί πλήρως ή εν μέρει την απαλλαγή, είτε αποφασίζει ότι οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 εξακολουθούν να πληρούνται.

3.   Απαλλαγή κατά την παράγραφο 1 μπορεί να χορηγείται μόνο για λόγους δημόσιας υγείας ή δημόσιας ασφάλειας.

4.   Σε επείγουσες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος πυλωρού ή με δική της πρωτοβουλία, να αναστείλει προσωρινά την εφαρμογή συγκεκριμένης υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 για μία ή περισσότερες μεμονωμένες βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ήδη πριν από την έκδοση της απόφασης δυνάμει της εν λόγω παραγράφου. Το αίτημα αυτό μπορεί να υποβληθεί και να γίνει δεκτό ανά πάσα στιγμή εν αναμονή της αξιολόγησης της Επιτροπής δυνάμει της παραγράφου 1.

5.   Κατά την αξιολόγηση του αιτήματος που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 4, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη ιδίως τον αντίκτυπο της συμμόρφωσης με τη συγκεκριμένη υποχρέωση στους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 3, καθώς και τις επιπτώσεις για τον ενδιαφερόμενο πυλωρό και για τρίτους. Η Επιτροπή μπορεί να ορίσει ότι η αναστολή υπόκειται σε όρους και υποχρεώσεις προκειμένου να εξασφαλίζεται θεμιτή ισορροπία μεταξύ των στόχων που επιδιώκονται για τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 3 και των στόχων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 38

Συνεργασία και συντονισμός με τις εθνικές αρμόδιες αρχές επιβολής κανόνων ανταγωνισμού

1.   Η Επιτροπή και οι εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 συνεργάζονται μεταξύ τους και αλληλοενημερώνονται σχετικά με τα μέτρα επιβολής που λαμβάνουν μέσω του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού (ΕΔΑ). Έχουν την εξουσία να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με όλα τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των εμπιστευτικών πληροφοριών. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή δεν είναι μέλος του ΕΔΑ, η Επιτροπή προβαίνει στις αναγκαίες ρυθμίσεις για τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με υποθέσεις που αφορούν την επιβολή του παρόντος κανονισμού και την επιβολή των κανόνων του άρθρου 1 παράγραφος 6 σε υποθέσεις των εν λόγω αρχών. Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει ρυθμίσεις αυτού του είδους με εκτελεστική πράξη κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ).

2.   Σε περίπτωση που εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 προτίθεται να κινήσει διερεύνηση σε πυλωρούς βάσει της εθνικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή για το πρώτο επίσημο μέτρο διερεύνησης, πριν ή αμέσως μετά την έναρξη του εν λόγω μέτρου. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να διαβιβαστούν επίσης στις εθνικές αρμόδιες αρχές οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 των άλλων κρατών μελών.

3.   Σε περίπτωση που εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 προτίθεται να επιβάλει υποχρεώσεις σε πυλωρούς βάσει της εθνικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, γνωστοποιεί, αιτιολογημένα, το αργότερο 30 ημέρες πριν από την έγκριση, το σχέδιο μέτρου στην Επιτροπή. Σε περίπτωση προσωρινών μέτρων, η εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 γνωστοποιεί στην Επιτροπή το σχέδιο των προτεινόμενων μέτρων το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο αμέσως μετά την έγκριση τέτοιων μέτρων. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να διαβιβαστούν επίσης στις εθνικής αρμόδιες αρχές οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες στο άρθρο 1 παράγραφος 6των άλλων κρατών μελών.

4.   Οι μηχανισμοί πληροφόρησης που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 δεν εφαρμόζονται στις αποφάσεις που προβλέπονται σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες περί συγκεντρώσεων

5.   Πληροφορίες που ανταλλάσσονται δυνάμει των παραγράφων 1 έως 3 του παρόντος άρθρου ανταλλάσσονται και χρησιμοποιούνται μόνο για τον συντονισμό της επιβολής του παρόντος κανονισμού και των κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

6.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφο 6 να υποστηρίξουν οποιαδήποτε διερεύνηση της αγοράς που πραγματοποιεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

7.   Εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 μπορεί με δική της πρωτοβουλία να διεξάγει διερεύνηση σε περίπτωση πιθανής μη συμμόρφωσης με τα άρθρα 5, 6 και 7 του παρόντος κανονισμού στο έδαφός της, όταν έχει τη σχετική αρμοδιότητα και εξουσίες διερεύνησης βάσει του εθνικού δικαίου. Η εν λόγω αρχή ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή προτού λάβει το πρώτο επίσημο μέτρο διερεύνησης.

Η κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 20 απαλλάσσει τις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 από τη δυνατότητα διεξαγωγής διερεύνησης ή την περατώνει όταν αυτή είναι ήδη σε εξέλιξη. Οι εν λόγω αρχές υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα πορίσματα μιας τέτοιας διερεύνησης, προκειμένου να στηρίξουν την Επιτροπή στον ρόλο της ως μοναδικής αρχής επιβολής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 49

Άσκηση των κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων κατά το άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 και το άρθρο 12 παράγραφοι 1, 3 και 4 ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από την 1η Νοεμβρίου 2022. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 και στο άρθρο 12 παράγραφοι 1, 3 και 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφοι 6 και 7 και του άρθρου 12 παράγραφοι 1, 3 και 4 τίθεται σε ισχύ μόνο αν δεν διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα κοινοποίησης της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η προθεσμία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.


whereas









keyboard_arrow_down