search


keyboard_tab EIDAS 2014/0910 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2014/0910 EL cercato: 'λαμβάνει' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


just index λαμβάνει:


whereas λαμβάνει:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 466

 

Άρθρο 12

Συνεργασία και διαλειτουργικότητα

1.   Τα εθνικά συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 είναι διαλειτουργικά.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 θεσπίζεται πλαίσιο διαλειτουργικότητας.

3.   Το πλαίσιο διαλειτουργικότητας πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

έχει στόχο να είναι τεχνολογικά ουδέτερο και δεν κάνει διακρίσεις μεταξύ συγκεκριμένων εθνικών τεχνικών λύσεων για την ηλεκτρονική_ταυτοποίηση εντός του κράτους μέλους·

β)

ακολουθεί τα ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα, όταν αυτό είναι εφικτό·

γ)

διευκολύνει την από σχεδίου εφαρμογή της αρχής της προστασίας της ιδιωτικής ζωής, και

δ)

εξασφαλίζει την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ.

4.   Το πλαίσιο διαλειτουργικότητας περιλαμβάνει τα εξής:

α)

αναφορά ελάχιστων τεχνικών απαιτήσεων σχετικά με τα επίπεδα διασφάλισης που προβλέπονται στο άρθρο 8·

β)

αντιστοίχιση των εθνικών επιπέδων διασφάλισης των κοινοποιημένων συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης με τα επίπεδα διασφάλισης που προβλέπονται στο άρθρο 8·

γ)

αναφορά ελάχιστων τεχνικών απαιτήσεων για τη διαλειτουργικότητα·

δ)

αναφορά σε ένα ελάχιστο σύνολο δεδομένων ταυτοποίησης προσώπου που αντιπροσωπεύουν κατά τρόπο μοναδικό ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο και διατίθενται από τα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης·

ε)

κανονισμό λειτουργίας·

στ)

ρυθμίσεις για την επίλυση διαφορών, και

ζ)

κοινά πρότυπα λειτουργικής ασφάλειας.

5.   Τα κράτη μέλη συνεργάζονται ως προς τα ακόλουθα:

α)

τη διαλειτουργικότητα των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που κοινοποιούν σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 και των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που προτίθενται να κοινοποιήσουν, και

β)

την ασφάλεια των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης.

6.   Η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών περιλαμβάνει τα εξής:

α)

ανταλλαγή πληροφοριών, πείρας και καλών πρακτικών σχετικά με τα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και ιδίως σε ό,τι αφορά τις τεχνικές απαιτήσεις σχετικά με τη διαλειτουργικότητα και τα επίπεδα διασφάλισης·

β)

ανταλλαγή πληροφοριών, πείρας και καλών πρακτικών όσον αφορά την εφαρμογή των επιπέδων διασφάλισης των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που προβλέπονται στο άρθρο 8·

γ)

αξιολόγηση από ομοτίμους των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, και

δ)

εξέταση των σχετικών εξελίξεων στον τομέα της ηλεκτρονικής ταυτοποίησης.

7.   Έως τις 18 Μαρτίου 2015 η Επιτροπή καθορίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τις αναγκαίες διαδικαστικές λεπτομέρειες προκειμένου να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών που αναφέρεται στις παραγράφους 5 και 6, με σκοπό την προώθηση υψηλού επιπέδου εμπιστοσύνης και ασφάλειας αντίστοιχου με το βαθμό κινδύνου.

8.   Έως τις 18 Σεπτεμβρίου 2015 και για τον σκοπό της θέσπισης ενιαίων όρων για την εφαρμογή της απαίτησης που προβλέπεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με το πλαίσιο διαλειτουργικότητας, όπως ορίζεται στην παράγραφο 4, με την επιφύλαξη των κριτηρίων της παραγράφου 3 και λαμβανομένων υπόψη των αποτελεσμάτων της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών.

9.   Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 7 και 8 του παρόντος άρθρου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΤΗΣ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 17

Εποπτικός φορέας

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν εποπτικό φορέα εγκατεστημένο στην επικράτειά τους - ή, κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας με άλλο κράτος μέλος, εποπτικό φορέα εγκατεστημένο στο κράτος μέλος αυτό. Ο εν λόγω φορέας είναι υπεύθυνος για την άσκηση καθηκόντων εποπτείας στο κράτος μέλος που τον ορίζει.

Στους εποπτικούς φορείς ανατίθενται οι αναγκαίες εξουσίες και διατίθενται επαρκείς πόροι για την άσκηση των καθηκόντων τους.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα ονόματα και τις διευθύνσεις των αντίστοιχων εποπτικών φορέων που έχουν ορίσει.

3.   Ο εποπτικός φορέας έχει τον ακόλουθο ρόλο:

α)

εποπτεύει τους εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτεια του κράτους μέλους που τους έχει ορίσει, προκειμένου να διασφαλίζει, με εκ των προτέρων και εκ των υστέρων εποπτικές δραστηριότητες, ότι οι εν λόγω εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης και οι εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχουν πληρούν τις απαιτήσεις που θεσπίζει ο παρών κανονισμός·

β)

αναλαμβάνει δράση, όταν είναι αναγκαίο, σχετικά με μη εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτεια του κράτους μέλους που τον έχει ορίσει, με εκ των υστέρων εποπτικές δραστηριότητες, όταν γίνεται αποδέκτης πληροφοριών σύμφωνα με τις οποίες οι εν λόγω εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης ή οι υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχουν εικάζεται ότι δεν πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

4.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 3 και με την επιφύλαξη των περιορισμών που προβλέπονται σε αυτήν, ο εποπτικός φορέας έχει καθήκον, ιδίως:

α)

να συνεργάζεται με άλλους εποπτικούς φορείς και να τους παρέχει βοήθεια, σύμφωνα με το άρθρο 18·

β)

να αναλύει τις εκθέσεις αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 και στο άρθρο 21 παράγραφος 1·

γ)

να ενημερώνει τους λοιπούς εποπτικούς φορείς και το κοινό σχετικά με περιπτώσεις παραβίασης της ασφάλειας ή απώλειας της ακεραιότητας σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2·

δ)

να αναφέρει στην Επιτροπή σχετικά με τις κύριες δραστηριότητές του σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου·

ε)

να διενεργεί ελέγχους ή να ζητεί από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης να πραγματοποιήσει αξιολόγηση της συμμόρφωσης εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2·

στ)

να συνεργάζεται με τις αρχές προστασίας δεδομένων, ιδίως ενημερώνοντάς τες, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, σχετικά με τα αποτελέσματα των ελέγχων εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης, όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι έχουν παραβιαστεί οι κανόνες προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

ζ)

να χορηγεί έγκριση στους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης και στις υπηρεσίες που αυτοί παρέχουν, καθώς και να αποσύρει την έγκριση αυτή σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21·

η)

να ενημερώνει τον φορέα που είναι αρμόδιος για τον εθνικό κατάλογο εμπιστοσύνης που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 σχετικά με τις αποφάσεις του για τη χορήγηση ή την απόσυρση έγκρισης, εκτός αν ο εν λόγω φορέας είναι επίσης ο εποπτικός φορέας·

θ)

να ελέγχει την ύπαρξη και την ορθή εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με τα σχέδια τερματισμού, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο εγκεκριμένος πάροχος_υπηρεσιών_εμπιστοσύνης παύει τις δραστηριότητές του, περιλαμβανομένου του τρόπου με τον οποίο διασφαλίζεται η πρόσβαση στις πληροφορίες, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 στοιχείο η)·

ι)

να απαιτεί από τους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης να αίρουν οποιαδήποτε παράλειψη συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν ότι ο εν λόγω εποπτικός φορέας δημιουργεί, διατηρεί και ενημερώνει υποδομή εμπιστοσύνης, σύμφωνα με τους όρους του εθνικού δικαίου.

6.   Έως τις 31 Μαρτίου εκάστου έτους, κάθε εποπτικός φορέας υποβάλλει στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με τις κύριες δραστηριότητες του προηγούμενου ημερολογιακού έτους, όπως επίσης και συνοπτική παρουσίαση των κοινοποιήσεων παραβίασης που έλαβε από παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2.

7.   Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση των κρατών μελών την ετήσια έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 6.

8.   Η Επιτροπή δύναται να καθορίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τους μορφότυπους και τις διαδικασίες για την έκθεση που προβλέπεται στην παράγραφο 6. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 18

Αμοιβαία συνδρομή

1.   Οι εποπτικοί φορείς συνεργάζονται για την ανταλλαγή ορθών πρακτικών.

Εποπτικός φορέας που λαμβάνει αιτιολογημένο αίτημα από άλλον εποπτικό φορέα παρέχει στον αιτούντα φορέα συνδρομή με σκοπό τη συνεκτική διεξαγωγή των δραστηριοτήτων των εποπτικών φορέων. Η αμοιβαία συνδρομή μπορεί να καλύπτει, ιδίως, αιτήματα παροχής πληροφοριών και εποπτικά μέτρα, όπως αιτήματα για τη διενέργεια επιθεωρήσεων σε σχέση με τις εκθέσεις αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στα άρθρα 20 και 21.

2.   Εποπτικός φορέας στον οποίο απευθύνεται αίτημα συνδρομής μπορεί να αρνηθεί να ανταποκριθεί στο εν λόγω αίτημα όταν συντρέχει οποιοσδήποτε από τις ακόλουθους λόγους:

α)

ο εποπτικός φορέας δεν είναι αρμόδιος να παρέχει τη συνδρομή που ζητείται·

β)

η συνδρομή που ζητείται δεν είναι ανάλογη προς τις εποπτικές δραστηριότητες του εποπτικού φορέα οι οποίες πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 17·

γ)

η παροχή της συνδρομής που ζητείται θα ήταν ασυμβίβαστη με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Όπου κρίνεται σκόπιμο, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους οικείους εποπτικούς φορείς τους να διεξάγουν κοινές έρευνες στις οποίες συμμετέχει προσωπικό των εποπτικών φορέων άλλων κρατών μελών. Οι ρυθμίσεις και οι διαδικασίες για κοινές δράσεις αυτού του είδους συμφωνούνται και θεσπίζονται από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη σύμφωνα με τα εθνικά τους δίκαια.

Άρθρο 31

Δημοσίευση καταλόγου πιστοποιημένων εγκεκριμένων διατάξεων δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής

1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και το αργότερο έναν μήνα από τη χορήγηση της πιστοποίησης, πληροφορίες για τις εγκεκριμένες διατάξεις δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής οι οποίες έχουν πιστοποιηθεί από τους φορείς που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1. Κοινοποιούν επίσης στην Επιτροπή, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και το αργότερο έναν μήνα από την ακύρωση της πιστοποίησης, πληροφορίες για τις διατάξεις δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής που δεν είναι πλέον πιστοποιημένες.

2.   Βάσει των πληροφοριών που λαμβάνει, η Επιτροπή καταρτίζει, δημοσιεύει και τηρεί κατάλογο πιστοποιημένων εγκεκριμένων διατάξεων δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής.

3.   Η Επιτροπή μπορεί να καθορίζει, με εκτελεστικές πράξεις, μορφές και διαδικασίες για τους σκοπούς της παραγράφου 1. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.


whereas









keyboard_arrow_down