search


keyboard_tab Digital Service Act 2022/2065 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/2065 EL cercato: 'αρχών' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index αρχών:


whereas αρχών:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 1243

 

Άρθρο 1

Αντικείμενο

1.   Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι να συμβάλει στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ενδιάμεσων υπηρεσιών, με τη θέσπιση εναρμονισμένων κανόνων για ένα ασφαλές, προβλέψιμο και αξιόπιστο επιγραμμικό περιβάλλον, που διευκολύνει την καινοτομία και στο οποίο προστατεύονται ουσιαστικά τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της προστασίας των καταναλωτών.

2.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει εναρμονισμένους κανόνες σχετικά με την παροχή ενδιάμεσων υπηρεσιών στην εσωτερική αγορά. Ειδικότερα, ορίζει:

α)

πλαίσιο για την υπό όρους απαλλαγή των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών από την ευθύνη·

β)

κανόνες σχετικά με ειδικές υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας προσαρμοσμένες σε ορισμένες ειδικές κατηγορίες παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών·

γ)

κανόνες σχετικά με την εφαρμογή και την επιβολή του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ των αρμόδιων αρχών.

Άρθρο 9

Εντολές ανάληψης δράσης κατά παράνομου περιεχομένου

1.   Κατόπιν παραλαβής εντολής ανάληψης δράσης κατά ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων παράνομου περιεχομένου, η οποία εκδίδεται από τις αρμόδιες εθνικές δικαστικές ή διοικητικές αρχές βάσει του εφαρμοστέου ενωσιακού δικαίου ή εθνικού δικαίου σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο, οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενημερώνουν την αρχή που εκδίδει την εντολή, ή οποιαδήποτε άλλη αρχή προσδιορίζεται στην εντολή, σχετικά με οποιαδήποτε εκτέλεση της εντολής, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, διευκρινίζοντας αν και πότε εκτελέστηκε η εντολή.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η διαβιβαζόμενη στον πάροχο εντολή της παραγράφου 1 πληροί τουλάχιστον τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η εν λόγω εντολή περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:

i)

παραπομπή στη νομική βάση της εντολής βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου·

ii)

παρουσίαση των λόγων για τους οποίους οι πληροφορίες αποτελούν παράνομο_περιεχόμενο, με αναφορά σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες διατάξεις του ενωσιακού δικαίου ή του εθνικού δικαίου σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο·

iii)

πληροφορίες για τον προσδιορισμό της εκδίδουσας αρχής·

iv)

σαφείς πληροφορίες που επιτρέπουν στον πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών να προσδιορίζει και να εντοπίζει το σχετικό παράνομο_περιεχόμενο, όπως έναν ή περισσότερους ακριβείς ενιαίους εντοπιστές πόρου και, όπου κρίνεται σκόπιμο, πρόσθετες πληροφορίες·

v)

πληροφορίες σχετικά με τους μηχανισμούς έννομης προστασίας που διατίθενται στον πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών και στον αποδέκτη της υπηρεσίας που παρείχε το περιεχόμενο·

vi)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με την αρχή η οποία πρέπει να λαμβάνει τις σχετικές με την εκτέλεση των εντολών πληροφορίες·

β)

το εδαφικό πεδίο εφαρμογής της εν λόγω εντολής, βάσει των εφαρμοστέων κανόνων του ενωσιακού και του εθνικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του Χάρτη, και, κατά περίπτωση, των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου, περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου της·

γ)

η εν λόγω εντολή διαβιβάζεται σε μία από τις γλώσσες που δήλωσε ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 3 ή σε άλλη επίσημη γλώσσα κράτους μέλους, η οποία έχει συμφωνηθεί από την αρχή που εκδίδει την εντολή και τον πάροχο, και αποστέλλεται στο ηλεκτρονικό σημείο επαφής που έχει οριστεί από τον εν λόγω πάροχο, σύμφωνα με το άρθρο 11· όταν η εντολή δεν έχει συνταχθεί στη γλώσσα που δήλωσε ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών ή σε άλλη γλώσσα που έχει συμφωνηθεί διμερώς, η εντολή μπορεί να διαβιβαστεί στη γλώσσα της αρχής που την εκδίδει, υπό τον όρο ότι συνοδεύεται από μετάφραση στη γλώσσα που έχει δηλωθεί ή συμφωνηθεί διμερώς τουλάχιστον των στοιχείων της εντολής που καθορίζονται στα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου.

3.   Η αρχή που εκδίδει την εντολή ή, κατά περίπτωση, η αρχή που προσδιορίζεται στην εντολή, τη διαβιβάζει μαζί με οποιεσδήποτε πληροφορίες που έλαβε από τον πάροχο των ενδιάμεσων υπηρεσιών όσον αφορά την εκτέλεση της εν λόγω εντολής προς τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών από το κράτος μέλος της εκδίδουσας αρχής.

4.   Αφού λάβει την εντολή από τη δικαστική ή τη διοικητική αρχή, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους διαβιβάζει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, αντίγραφο της εντολής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σε όλους τους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών μέσω του συστήματος που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 85.

5.   Το αργότερο τη χρονική στιγμή της εκτέλεσης της εντολής ή, κατά περίπτωση, τη χρονική στιγμή που ορίζεται από την εκδίδουσα αρχή στο πλαίσιο της εντολής της, οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενημερώνουν τον αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας σχετικά με την παραλαβή και την εκτέλεση της εντολής. Η εν λόγω ενημέρωση προς τον αποδέκτη της υπηρεσίας περιλαμβάνει αιτιολογία, τις υπάρχουσες δυνατότητες έννομης προστασίας και περιγραφή του εδαφικού πεδίου εφαρμογής της εντολής, σύμφωνα με την παράγραφο 2.

6.   Οι όροι και οι απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο δεν θίγουν την εθνική πολιτική και ποινική δικονομία.

Άρθρο 47

Κώδικες δεοντολογίας για την προσβασιμότητα

1.   Η Επιτροπή ενθαρρύνει και διευκολύνει την εκπόνηση κωδίκων δεοντολογίας σε επίπεδο Ένωσης με τη συμμετοχή παρόχων επιγραμμικών πλατφορμών και άλλων σχετικών παρόχων υπηρεσιών, οργανώσεων που εκπροσωπούν αποδέκτες της υπηρεσίας και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών ή σχετικών αρχών για την προώθηση της πλήρους και αποτελεσματικής ισότιμης συμμετοχής μέσω της βελτίωσης της πρόσβασης σε επιγραμμικές υπηρεσίες οι οποίες, μέσω του αρχικού σχεδιασμού τους ή της μεταγενέστερης προσαρμογής τους, αντιμετωπίζουν τις ιδιαίτερες ανάγκες των ατόμων με αναπηρία.

2.   Η Επιτροπή επιδιώκει να διασφαλίσει ότι με τους κώδικες δεοντολογίας επιδιώκεται η διασφάλιση της προσβασιμότητας των εν λόγω υπηρεσιών, σύμφωνα με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο, προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η προβλεπόμενη χρήση τους από άτομα_με_αναπηρία. Η Επιτροπή επιδιώκει να διασφαλίσει ότι με τους κώδικες δεοντολογίας επιτυγχάνονται τουλάχιστον οι εξής στόχοι:

α)

ο σχεδιασμός και η προσαρμογή υπηρεσιών ώστε να καθίστανται προσβάσιμες σε άτομα_με_αναπηρία, καθιστώντας τις αντιληπτές, εύχρηστες, κατανοητές και αξιόπιστες·

β)

η επεξήγηση του τρόπου με τον οποίο οι υπηρεσίες πληρούν τις ισχύουσες απαιτήσεις προσβασιμότητας και η διάθεση των πληροφοριών αυτών στο κοινό με προσβάσιμο τρόπο για άτομα_με_αναπηρία·

γ)

η διάθεση των πληροφοριών, των εντύπων και των μέτρων που παρέχονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό κατά τρόπον ώστε να είναι εύκολη η εύρεση και η κατανόησή τους και να είναι προσβάσιμα από άτομα_με_αναπηρία.

3.   Η Επιτροπή ενθαρρύνει την εκπόνηση των κωδίκων δεοντολογίας έως τις 18 Φεβρουαρίου 2025 και την εφαρμογή τους έως τις 18 Αυγούστου 2025.

Άρθρο 48

Πρωτόκολλα διαχείρισης κρίσεων

1.   Το συμβούλιο δύναται να συστήσει στην Επιτροπή να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες για την εκπόνηση, σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3 και 4, εθελοντικών πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων για την αντιμετώπιση καταστάσεων κρίσης. Οι εν λόγω καταστάσεις κρίσης περιορίζονται αυστηρά σε έκτακτες περιστάσεις οι οποίες επηρεάζουν τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία.

2.   Η Επιτροπή ενθαρρύνει και διευκολύνει τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών, πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, και, κατά περίπτωση, τους παρόχους άλλων επιγραμμικών πλατφορμών ή άλλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, να συμμετάσχουν στην εκπόνηση, τη δοκιμή και την εφαρμογή των εν λόγω πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων. Η Επιτροπή στοχεύει να διασφαλίσει ότι τα εν λόγω πρωτόκολλα διαχείρισης κρίσεων περιλαμβάνουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:

α)

προβολή ευδιάκριτων πληροφοριών σχετικά με την κατάσταση κρίσης οι οποίες παρέχονται από αρχές των κρατών μελών ή σε επίπεδο Ένωσης ή, ανάλογα με το πλαίσιο της κρίσης, από άλλους σχετικούς αξιόπιστους φορείς·

β)

διασφάλιση ότι ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών ορίζει συγκεκριμένο σημείο επαφής για τη διαχείριση κρίσεων· κατά περίπτωση, μπορεί να πρόκειται για ηλεκτρονικό σημείο επαφής που αναφέρεται στο άρθρο 11 ή, στην περίπτωση των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, για τον υπεύθυνο συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 41·

γ)

κατά περίπτωση, προσαρμογή των πόρων που διατίθενται για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 16, 20, 22, 23 και 35 στις ανάγκες που δημιουργούνται από την κατάσταση κρίσης.

3.   Η Επιτροπή ζητεί τη συμμετοχή των, κατά περίπτωση, αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και μπορεί επίσης να ζητεί τη συμμετοχή οργάνων, οργανισμών και υπηρεσιών της Ένωσης στην εκπόνηση, τη δοκιμή και την εποπτεία της εφαρμογής των πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων. Η Επιτροπή μπορεί, όταν κρίνεται απαραίτητο και σκόπιμο, να ζητεί επίσης τη συμμετοχή οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών ή άλλων σχετικών οργανισμών στην εκπόνηση των πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων.

4.   Η Επιτροπή έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι τα πρωτόκολλα διαχείρισης κρίσεων ορίζουν σαφώς όλα τα ακόλουθα:

α)

τις συγκεκριμένες παραμέτρους που καθορίζουν τι συνιστά την ειδική έκτακτη περίσταση την οποία επιδιώκει να αντιμετωπίσει το πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων και τους επιδιωκόμενους στόχους·

β)

τον ρόλο κάθε συμμετέχοντος και τα μέτρα που πρέπει να εφαρμόζονται κατά την εκπόνηση και μετά την ενεργοποίηση του πρωτοκόλλου διαχείρισης κρίσεων·

γ)

σαφή διαδικασία για τον προσδιορισμό του χρόνου ενεργοποίησης του πρωτοκόλλου διαχείρισης κρίσεων·

δ)

σαφή διαδικασία για τον προσδιορισμό της περιόδου κατά την οποία πρέπει να ληφθούν τα προς λήψη μέτρα μόλις ενεργοποιηθεί το πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων, η οποία περιορίζεται αυστηρά σε ό,τι είναι αναγκαίο για την αντιμετώπιση των οικείων ειδικών έκτακτων περιστάσεων·

ε)

διασφαλίσεις για την αντιμετώπιση τυχόν αρνητικών επιπτώσεων ως προς την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στον Χάρτη, ιδίως της ελευθερίας έκφρασης και πληροφόρησης και του δικαιώματος στην απαγόρευση των διακρίσεων·

στ)

διαδικασία για τη δημοσίευση έκθεσης σχετικά με τυχόν ληφθέντα μέτρα, τη διάρκεια και τα αποτελέσματά τους, μετά τον τερματισμό της κατάστασης κρίσης.

5.   Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι ένα πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων δεν αντιμετωπίζει αποτελεσματικά την κατάσταση κρίσης ή προκειμένου να διασφαλίσει την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως αναφέρεται στην παράγραφο 4 στοιχείο ε), ζητεί από τους συμμετέχοντες να αναθεωρήσουν το πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων και να λάβουν πρόσθετα μέτρα.

ΚΕΦΆΛΑΙΟ IV

ΕΦΑΡΜΟΓΉ, ΣΥΝΕΡΓΑΣΊΑ, ΚΥΡΏΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΉ

ΤΜΉΜΑ 1

Αρμόδιες αρχές και εθνικοί συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών

Άρθρο 49

Αρμόδιες αρχές και συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές ως υπεύθυνες για την επίβλεψη των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών και την επιβολή του παρόντος κανονισμού («αρμόδιες αρχές»).

2.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία από τις αρμόδιες αρχές ως τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών τους. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών είναι υπεύθυνος για όλα τα ζητήματα που αφορούν την επίβλεψη και την επιβολή του παρόντος κανονισμού στο εν λόγω κράτος μέλος, εκτός εάν το οικείο κράτος μέλος έχει αναθέσει ορισμένα ειδικά καθήκοντα ή τομείς σε άλλες αρμόδιες αρχές. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών είναι σε κάθε περίπτωση υπεύθυνος για τη διασφάλιση του συντονισμού σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά τα ζητήματα αυτά και για τη συμβολή στην αποτελεσματική και συνεπή επίβλεψη και επιβολή του παρόντος κανονισμού σε ολόκληρη την Ένωση.

Για τον σκοπό αυτόν, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συνεργάζονται μεταξύ τους, με άλλες εθνικές αρμόδιες αρχές, το συμβούλιο και την Επιτροπή, με την επιφύλαξη της δυνατότητας των κρατών μελών να προβλέπουν μηχανισμούς συνεργασίας και τακτικές ανταλλαγές απόψεων μεταξύ του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών και άλλων εθνικών αρχών, κατά περίπτωση, για την εκτέλεση των αντίστοιχων καθηκόντων τους.

Όταν ένα κράτος μέλος ορίζει μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές επιπροσθέτως του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, διασφαλίζει τον σαφή καθορισμό των αντίστοιχων καθηκόντων των εν λόγω αρχών και του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, καθώς και τη στενή και αποτελεσματική συνεργασία τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

3.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών έως τις 17 Φεβρουαρίου 2024.

Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν και κοινοποιούν στην Επιτροπή και το συμβούλιο την ονομασία της αρμόδιας αρχής τους που ορίζεται ως συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών και πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο επικοινωνίας με αυτήν. Το οικείο κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή και το συμβούλιο την ονομασία των άλλων αρμόδιων αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 καθώς και τα αντίστοιχα καθήκοντά τους.

4.   Οι εφαρμοστέες διατάξεις για τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, όπως ορίζονται στα άρθρα 50, 51 και 56, εφαρμόζονται επίσης σε κάθε άλλη αρμόδια αρχή που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 55

Εκθέσεις δραστηριοτήτων

1.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών καταρτίζουν ετήσια έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητές τους βάσει του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων του αριθμού των καταγγελιών που παραλήφθηκαν δυνάμει του άρθρου 53 και μιας επισκόπησης των επακόλουθων ενεργειών τους. Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών δημοσιεύουν τις ετήσιες εκθέσεις σε μηχαναγνώσιμο μορφότυπο, με την επιφύλαξη των κανόνων που εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 84 όσον αφορά την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών, και τις κοινοποιούν στην Επιτροπή και στο συμβούλιο.

2.   Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει επίσης τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τον αριθμό και το αντικείμενο των εντολών ανάληψης δράσης κατά παράνομου περιεχομένου και των εντολών παροχής πληροφοριών που εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10 από οποιαδήποτε εθνική δικαστική ή διοικητική αρχή του κράτους μέλους του οικείου συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών·

β)

την εφαρμογή των εντολών αυτών, όπως κοινοποιήθηκε στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10.

3.   Όταν ένα κράτος μέλος έχει ορίσει περισσότερες από μία αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 49, διασφαλίζει ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών συντάσσει ενιαία έκθεση η οποία καλύπτει τις δραστηριότητες όλων των αρμόδιων αρχών και ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών λαμβάνει από τις άλλες αρμόδιες αρχές όλες τις σχετικές πληροφορίες και τη στήριξη που απαιτείται για τον σκοπό αυτόν.

ΤΜΉΜΑ 2

Αρμοδιότητες, συντονισμένη έρευνα και μηχανισμοί συνεκτικότητας

Άρθρο 57

Αμοιβαία συνδρομή

1.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και η Επιτροπή συνεργάζονται στενά και παρέχουν αμοιβαία συνδρομή για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού κατά τρόπο συνεπή και αποτελεσματικό. Η αμοιβαία συνδρομή περιλαμβάνει ειδικότερα την ανταλλαγή πληροφοριών σύμφωνα με το παρόν άρθρο καθώς και το καθήκον του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης να ενημερώνει όλους τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας προορισμού, το συμβούλιο και την Επιτροπή σχετικά με την έναρξη έρευνας και την πρόθεση να λάβει τελική απόφαση, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησής του, όσον αφορά συγκεκριμένο πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών.

2.   Για τους σκοπούς της έρευνας, ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης μπορεί να ζητήσει από άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών να παράσχουν συγκεκριμένες πληροφορίες που έχουν στην κατοχή τους όσον αφορά συγκεκριμένο πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών ή να ασκήσουν τις εξουσίες έρευνας που διαθέτουν σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 όσον αφορά συγκεκριμένες πληροφορίες που εντοπίζονται στο κράτος μέλος τους. Κατά περίπτωση, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που λαμβάνει το αίτημα μπορεί να εξασφαλίζει τη συμμετοχή άλλων αρμόδιων αρχών ή άλλων δημόσιων αρχών του εν λόγω κράτους μέλους στη διαδικασία.

3.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που λαμβάνει το αίτημα σύμφωνα με την παράγραφο 2 συμμορφώνεται με το εν λόγω αίτημα και ενημερώνει τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης σχετικά με τα μέτρα που έλαβε, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και το αργότερο εντός δύο μηνών από την παραλαβή του αιτήματος, εκτός εάν:

α)

το εύρος ή το αντικείμενο του αιτήματος δεν είναι επαρκώς προσδιορισμένο, αιτιολογημένο ή αναλογικό υπό το πρίσμα των σκοπών της έρευνας· ή

β)

ούτε ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που λαμβάνει το αίτημα ούτε άλλη αρμόδια αρχή ή άλλη δημόσια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους έχουν στην κατοχή τους τις ζητούμενες πληροφορίες ούτε έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν πρόσβαση σε αυτές· ή

γ)

το αίτημα δεν μπορεί να ικανοποιηθεί χωρίς να παραβιαστεί το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο.

Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που λαμβάνει το αίτημα αιτιολογεί την άρνησή του υποβάλλοντας αιτιολογημένη απάντηση, εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο.

Άρθρο 61

Ευρωπαϊκό συμβούλιο ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Συγκροτείται ανεξάρτητη συμβουλευτική ομάδα συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών για την επίβλεψη παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών με την ονομασία «ευρωπαϊκό συμβούλιο ψηφιακών υπηρεσιών» («συμβούλιο»).

2.   Το συμβούλιο συμβουλεύει τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και την Επιτροπή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό με σκοπό την επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

α)

τη συμβολή στη συνεπή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και στην αποτελεσματική συνεργασία των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών και της Επιτροπής για θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό·

β)

το συντονισμό και την συμβολή στην κατάρτιση κατευθυντηρίων γραμμών και αναλύσεων για λογαριασμό της Επιτροπής, των Συντονιστών Ψηφιακών Υπηρεσιών και άλλων αρμοδίων αρχών όσον αφορά αναδυόμενα ζητήματα στην εσωτερική αγορά σχετικά με θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό·

γ)

τη βοήθεια των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών και της Επιτροπής στην επίβλεψη πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών.

Άρθρο 64

Ανάπτυξη εμπειρογνωσίας και ικανοτήτων

1.   Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και το συμβούλιο, αναπτύσσει ενωσιακή εμπειρογνωσία και ικανότητες, μεταξύ άλλων, όταν ενδείκνυται, μέσω της απόσπασης προσωπικού των κρατών μελών.

2.   Επιπλέον, η Επιτροπή, σε συνεργασία με τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και το συμβούλιο, συντονίζει την αξιολόγηση συστημικών και αναδυόμενων ζητημάτων σε ολόκληρη την Ένωση σε σχέση με πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες ή πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης όσον αφορά θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό.

3.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητεί από τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, το συμβούλιο και άλλα όργανα, οργανισμούς και υπηρεσίες της Ένωσης που διαθέτουν σχετική εμπειρογνωσία να υποστηρίξουν την αξιολόγηση που αφορά συστημικά και αναδυόμενα ζητήματα σε ολόκληρη την Ένωση βάσει του παρόντος κανονισμού.

4.   Τα κράτη μέλη συνεργάζονται με την Επιτροπή, ειδικότερα μέσω των αντίστοιχων συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών και άλλων αρμόδιων αρχών, κατά περίπτωση, μεταξύ άλλων καθιστώντας διαθέσιμη την εμπειρογνωσία και τις ικανότητές τους.

Άρθρο 69

Εξουσία διεξαγωγής επιθεωρήσεων

1.   Προς εκπλήρωση των καθηκόντων που της ανατίθενται βάσει του παρόντος τμήματος, η Επιτροπή δύναται να διενεργεί όλες τις αναγκαίες επιθεωρήσεις στις εγκαταστάσεις του οικείου παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλου προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1.

2.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης, έχουν την εξουσία:

α)

να εισέρχονται σε χώρους, εκτάσεις γης και μεταφορικά μέσα του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, ή άλλου προσώπου ενδιαφέροντος·

β)

να ελέγχουν τα βιβλία και άλλα αρχεία που σχετίζονται με την παροχή της οικείας υπηρεσίας, ανεξαρτήτως του μέσου στο οποίο είναι αποθηκευμένα·

γ)

να πραγματοποιούν ή να αποκτούν υπό οποιαδήποτε μορφή αντίγραφα ή αποσπάσματα των εν λόγω βιβλίων ή άλλων αρχείων·

δ)

να ζητούν από τον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή από άλλο πρόσωπο ενδιαφέροντος να παράσχει πρόσβαση και εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγόριθμους, τον χειρισμό δεδομένων και τις επιχειρηματικές πρακτικές, και να καταγράφουν ή να καταχωρίζουν τις εξηγήσεις που παρέχονται·

ε)

να σφραγίζουν κάθε χώρο που χρησιμοποιείται για σκοπούς που σχετίζονται με την εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή επαγγελματική δραστηριότητα του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, ή άλλου προσώπου ενδιαφέροντος, καθώς και βιβλία ή άλλα αρχεία, για την περίοδο και στον βαθμό που απαιτείται για την επιθεώρηση·

στ)

να ζητούν από οποιονδήποτε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, ή άλλου προσώπου ενδιαφέροντος, εξηγήσεις σχετικά με γεγονότα ή έγγραφα που σχετίζονται με το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης, και να καταγράφουν τις απαντήσεις·

ζ)

να απευθύνουν ερωτήσεις σε κάθε τέτοιο εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού σχετικά με το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης, και να καταγράφουν τις απαντήσεις.

3.   Οι επιθεωρήσεις μπορούν να διενεργούνται με τη βοήθεια ελεγκτών ή εμπειρογνωμόνων που διορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 2, καθώς και με τη βοήθεια του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών ή άλλων αρμοδίων αρχών του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου διενεργείται η επιθεώρηση.

4.   Όταν η επίδειξη των απαιτούμενων βιβλίων ή άλλων αρχείων σχετικά με την παροχή της υπηρεσίας είναι ελλιπής ή όταν οι απαντήσεις στις ερωτήσεις που υποβάλλονται δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου είναι ανακριβείς, ελλιπείς ή παραπλανητικές, οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης ασκούν τις σχετικές εξουσίες επιδεικνύοντας έγγραφη εξουσιοδότηση που ορίζει το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης, καθώς και τις κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 74 και 76. Σε εύλογο χρόνο πριν από την επιθεώρηση, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά, τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση.

5.   Κατά τη διάρκεια των επιθεωρήσεων, οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή, οι ελεγκτές και οι εμπειρογνώμονες που διορίζονται από την Επιτροπή, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών ή οι άλλες αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου διενεργείται η επιθεώρηση, μπορούν να ζητήσουν από τον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, ή από άλλο πρόσωπο ενδιαφέροντος, να παράσχει εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγόριθμους, τον χειρισμό δεδομένων και την επιχειρηματική συμπεριφορά του, και μπορούν να απευθύνουν ερωτήσεις στο βασικό προσωπικό του.

6.   Ο οικείος πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ενδιαφέροντος υποχρεούται να υποβληθεί σε επιθεώρηση την οποία έχει διατάξει με απόφασή της η Επιτροπή. Στην απόφαση προσδιορίζονται το αντικείμενο και ο σκοπός της επιθεώρησης, ορίζεται η ημερομηνία έναρξής της και μνημονεύονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 74 και 76, καθώς και το δικαίωμα να ζητηθεί έλεγχος της απόφασης από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πριν λάβει την εν λόγω απόφαση, η Επιτροπή διαβουλεύεται με τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση.

7.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται ή διορίζονται από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, επικουρούν ενεργά, κατόπιν αιτήματος του εν λόγω συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών ή της Επιτροπής, τους υπαλλήλους και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή σε σχέση με την επιθεώρηση. Για τον σκοπό αυτό διαθέτουν τις εξουσίες που καθορίζονται στην παράγραφο 2.

8.   Εάν οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή διαπιστώσουν ότι ο πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο πρόσωπο ενδιαφέροντος αντιτίθεται σε επιθεώρηση που έχει διαταχθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο, το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, κατόπιν αιτήματος των εν λόγω υπαλλήλων ή λοιπών συνοδευόντων προσώπων και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους, τους παρέχει την αναγκαία συνδρομή, μεταξύ άλλων, όταν αυτό ενδείκνυται δυνάμει του εν λόγω εθνικού δικαίου, υπό μορφή μέτρων καταναγκασμού τα οποία λαμβάνονται από αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου, ώστε να είναι σε θέση να διενεργήσουν την επιθεώρηση.

9.   Εάν για τη συνδρομή που προβλέπεται στην παράγραφο 8 απαιτείται άδεια από εθνική δικαστική αρχή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους, η εν λόγω άδεια ζητείται από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του εν λόγω κράτους μέλους κατόπιν αιτήματος των υπαλλήλων και λοιπών συνοδευόντων προσώπων που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή. Η άδεια αυτή μπορεί επίσης να ζητείται ως προληπτικό μέτρο.

10.   Όταν ζητείται η άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 9, η επιληφθείσα εθνική δικαστική αρχή επαληθεύει τη γνησιότητα της απόφασης της Επιτροπής με την οποία διατάσσεται η επιθεώρηση, καθώς και ότι τα σχεδιαζόμενα μέτρα καταναγκασμού δεν είναι ούτε αυθαίρετα ούτε υπερβολικά σε σχέση με το αντικείμενο της επιθεώρησης. Κατά τη διενέργεια της εν λόγω επαλήθευσης, η εθνική δικαστική αρχή μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή, απευθείας ή μέσω των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών του οικείου κράτους μέλους, λεπτομερείς εξηγήσεις, ιδίως όσον αφορά τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή υποπτεύεται ότι παραβιάζεται ο παρών κανονισμός, όσον αφορά την βαρύτητα της εικαζόμενης παράβασης και όσον αφορά τη φύση της συμμετοχής του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλου προσώπου ενδιαφέροντος. Ωστόσο, η εθνική δικαστική αρχή δεν δύναται να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα της επιθεώρησης ούτε απαιτεί τη λήψη πληροφοριών από τον σχετικό φάκελο της Επιτροπής. Η νομιμότητα της απόφασης της Επιτροπής υπόκειται αποκλειστικά στον έλεγχο του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 79

Δικαίωμα ακρόασης και πρόσβασης στον φάκελο

1.   Πριν από την έκδοση απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 73 παράγραφος 1, το άρθρο 74 ή το άρθρο 76, η Επιτροπή παρέχει στον οικείο πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή σε άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1 τη δυνατότητα ακρόασης σχετικά με:

α)

τα προκαταρκτικά πορίσματα της Επιτροπής, συμπεριλαμβανομένων τυχόν αιτιάσεων της Επιτροπής· και

β)

μέτρα που ενδεχομένως προτίθεται να λάβει η Επιτροπή ενόψει των προκαταρκτικών πορισμάτων που αναφέρονται στο στοιχείο α).

2.   Ο οικείος πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1 μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τα προκαταρκτικά πορίσματα της Επιτροπής εντός εύλογης προθεσμίας που ορίζει η Επιτροπή στα προκαταρκτικά της πορίσματα, ελάχιστης διάρκειας 14 ημερών.

3.   Η Επιτροπή θεμελιώνει τις αποφάσεις της μόνον στις αντιρρήσεις για τις οποίες δόθηκε στα ενδιαφερόμενα μέρη η δυνατότητα να διατυπώσουν τις απόψεις τους.

4.   Κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας διασφαλίζονται πλήρως τα δικαιώματα υπεράσπισης των ενδιαφερόμενων μερών. Έχουν δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο της Επιτροπής υπό τους όρους γνωστοποίησης στοιχείων κατόπιν διαπραγμάτευσης, με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλου ενδιαφερόμενου προσώπου για την προστασία των επιχειρηματικών τους απορρήτων. Η Επιτροπή έχει την εξουσία να εκδίδει αποφάσεις που καθορίζουν τους εν λόγω όρους γνωστοποίησης σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των μερών. Το δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο της Επιτροπής δεν καλύπτει τις εμπιστευτικές πληροφορίες και τα εσωτερικά έγγραφα της Επιτροπής, του συμβουλίου, των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, άλλων αρμόδιων αρχών ή άλλων δημόσιων αρχών των κρατών μελών. Ειδικότερα, το δικαίωμα πρόσβασης δεν καλύπτει την αλληλογραφία μεταξύ της Επιτροπής και των εν λόγω αρχών. Καμία διάταξη της παρούσας παραγράφου δεν εμποδίζει την Επιτροπή να γνωστοποιεί και να χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που απαιτούνται για να αποδειχθεί μια παράβαση.

5.   Οι πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με τα άρθρα 67, 68 και 69 χρησιμοποιούνται μόνον για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 93

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την 17η Φεβρουαρίου 2024.

Ωστόσο, το άρθρο 24 παράγραφοι 2, 3 και 6, το άρθρο 33 παράγραφοι 3 έως 6, το άρθρο 37 παράγραφος 7, το άρθρο 40 παράγραφος 13, το άρθρο 43 και το κεφάλαιο IV τμήματα 4, 5 και 6 εφαρμόζονται από την 16η Νοεμβρίου 2022.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 19 Οκτωβρίου 2022.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

H Πρόεδρος

R. METSOLA

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. BEK


(1)  ΕΕ C 286 της 16.7.2021, σ. 70.

(2)  ΕΕ C 440 της 29.10.2021, σ. 67.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Ιουλίου 2022 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 4ης Οκτωβρίου 2022.

(4)  Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (EE L 178 της 17.7.2000, σ. 1).

(5)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Σεπτεμβρίου 2015, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (ΕΕ L 241 της 17.9.2015, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 351 της 20.12.2012, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1148 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, σχετικά με την κυκλοφορία στην αγορά και τη χρήση πρόδρομων ουσιών εκρηκτικών υλών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 98/2013 (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 57).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2021, σχετικά με την πρόληψη της διάδοσης τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο (ΕΕ L 172 της 17.5.2021, σ. 79).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1232 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουλίου 2021, περί προσωρινής παρεκκλίσεως από ορισμένες διατάξεις της οδηγίας 2002/58/ΕΚ όσον αφορά τη χρήση τεχνολογιών από παρόχους υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών για την επεξεργασία προσωπικών και άλλων δεδομένων, προς καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο (ΕΕ L 274 της 30.7.2021, σ. 41).

(12)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 345 της 27.12.2017, σ. 1).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1020 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την εποπτεία της αγοράς και τη συμμόρφωση των προϊόντων και για την τροποποίηση της οδηγίας 2004/42/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και (ΕΕ) αριθ. 305/2011 (ΕΕ L 169 της 25.6.2019, σ. 1).

(15)  Οδηγία 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 2001, για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (ΕΕ L 11 της 15.1.2002, σ. 4).

(16)  Οδηγία 2005/29/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22).

(17)  Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64).

(18)  Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 63).

(19)  Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ L 95 της 21.4.1993, σ. 29).

(20)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(21)  Οδηγία 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (ΕΕ L 167 της 22.6.2001, σ. 10).

(22)  Οδηγία 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 45).

(23)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/790 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα συγγενικά δικαιώματα στην ψηφιακή ενιαία αγορά και την τροποποίηση των οδηγιών 96/9/ΕΚ και 2001/29/ΕΚ (ΕΕ L 130 της 17.5.2019, σ. 92).

(24)  Οδηγία (ΕΕ) 2018/1972 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (ΕΕ L 321 της 17.12.2018, σ. 36).

(25)  Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

(26)  Οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1).

(27)  Οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, καθώς και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 101 της 15.4.2011, σ. 1).

(28)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017, σ. 6).

(29)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 53).

(30)  Οδηγία (ΕΕ) 2021/514 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2021, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (ΕΕ L 104 της 25.3.2021, σ. 1).

(31)  Οδηγία 98/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, περί της προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά την αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές (ΕΕ L 80 της 18.3.1998, σ. 27).

(32)  Οδηγία (EE) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, περί προστασίας της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (ΕΕ L 157 της 15.6.2016, σ. 1).

(33)  Οδηγία (ΕΕ) 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 409 της 4.12.2020, σ. 1).

(34)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(35)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(36)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(37)  ΕΕ C 149 της 27.4.2021, σ. 3.

(38)  Οδηγία (EE) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 70).

(39)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1).

(40)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73).

(41)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).



whereas









keyboard_arrow_down