search


keyboard_tab Digital Service Act 2022/2065 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/2065 EL cercato: 'συντονιστές' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index συντονιστές:


whereas συντονιστές:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 1936

 

Άρθρο 9

Εντολές ανάληψης δράσης κατά παράνομου περιεχομένου

1.   Κατόπιν παραλαβής εντολής ανάληψης δράσης κατά ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων παράνομου περιεχομένου, η οποία εκδίδεται από τις αρμόδιες εθνικές δικαστικές ή διοικητικές αρχές βάσει του εφαρμοστέου ενωσιακού δικαίου ή εθνικού δικαίου σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο, οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενημερώνουν την αρχή που εκδίδει την εντολή, ή οποιαδήποτε άλλη αρχή προσδιορίζεται στην εντολή, σχετικά με οποιαδήποτε εκτέλεση της εντολής, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, διευκρινίζοντας αν και πότε εκτελέστηκε η εντολή.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η διαβιβαζόμενη στον πάροχο εντολή της παραγράφου 1 πληροί τουλάχιστον τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η εν λόγω εντολή περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:

i)

παραπομπή στη νομική βάση της εντολής βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου·

ii)

παρουσίαση των λόγων για τους οποίους οι πληροφορίες αποτελούν παράνομο_περιεχόμενο, με αναφορά σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες διατάξεις του ενωσιακού δικαίου ή του εθνικού δικαίου σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο·

iii)

πληροφορίες για τον προσδιορισμό της εκδίδουσας αρχής·

iv)

σαφείς πληροφορίες που επιτρέπουν στον πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών να προσδιορίζει και να εντοπίζει το σχετικό παράνομο_περιεχόμενο, όπως έναν ή περισσότερους ακριβείς ενιαίους εντοπιστές πόρου και, όπου κρίνεται σκόπιμο, πρόσθετες πληροφορίες·

v)

πληροφορίες σχετικά με τους μηχανισμούς έννομης προστασίας που διατίθενται στον πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών και στον αποδέκτη της υπηρεσίας που παρείχε το περιεχόμενο·

vi)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με την αρχή η οποία πρέπει να λαμβάνει τις σχετικές με την εκτέλεση των εντολών πληροφορίες·

β)

το εδαφικό πεδίο εφαρμογής της εν λόγω εντολής, βάσει των εφαρμοστέων κανόνων του ενωσιακού και του εθνικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του Χάρτη, και, κατά περίπτωση, των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου, περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου της·

γ)

η εν λόγω εντολή διαβιβάζεται σε μία από τις γλώσσες που δήλωσε ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 3 ή σε άλλη επίσημη γλώσσα κράτους μέλους, η οποία έχει συμφωνηθεί από την αρχή που εκδίδει την εντολή και τον πάροχο, και αποστέλλεται στο ηλεκτρονικό σημείο επαφής που έχει οριστεί από τον εν λόγω πάροχο, σύμφωνα με το άρθρο 11· όταν η εντολή δεν έχει συνταχθεί στη γλώσσα που δήλωσε ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών ή σε άλλη γλώσσα που έχει συμφωνηθεί διμερώς, η εντολή μπορεί να διαβιβαστεί στη γλώσσα της αρχής που την εκδίδει, υπό τον όρο ότι συνοδεύεται από μετάφραση στη γλώσσα που έχει δηλωθεί ή συμφωνηθεί διμερώς τουλάχιστον των στοιχείων της εντολής που καθορίζονται στα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου.

3.   Η αρχή που εκδίδει την εντολή ή, κατά περίπτωση, η αρχή που προσδιορίζεται στην εντολή, τη διαβιβάζει μαζί με οποιεσδήποτε πληροφορίες που έλαβε από τον πάροχο των ενδιάμεσων υπηρεσιών όσον αφορά την εκτέλεση της εν λόγω εντολής προς τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών από το κράτος μέλος της εκδίδουσας αρχής.

4.   Αφού λάβει την εντολή από τη δικαστική ή τη διοικητική αρχή, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους διαβιβάζει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, αντίγραφο της εντολής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σε όλους τους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών μέσω του συστήματος που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 85.

5.   Το αργότερο τη χρονική στιγμή της εκτέλεσης της εντολής ή, κατά περίπτωση, τη χρονική στιγμή που ορίζεται από την εκδίδουσα αρχή στο πλαίσιο της εντολής της, οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενημερώνουν τον αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας σχετικά με την παραλαβή και την εκτέλεση της εντολής. Η εν λόγω ενημέρωση προς τον αποδέκτη της υπηρεσίας περιλαμβάνει αιτιολογία, τις υπάρχουσες δυνατότητες έννομης προστασίας και περιγραφή του εδαφικού πεδίου εφαρμογής της εντολής, σύμφωνα με την παράγραφο 2.

6.   Οι όροι και οι απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο δεν θίγουν την εθνική πολιτική και ποινική δικονομία.

Άρθρο 10

Εντολές παροχής πληροφοριών

1.   Κατόπιν παραλαβής εντολής παροχής συγκεκριμένων πληροφοριών σχετικά με έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους μεμονωμένους αποδέκτες της υπηρεσίας, η οποία εκδίδεται από τις αρμόδιες εθνικές δικαστικές ή διοικητικές αρχές βάσει του εφαρμοστέου ενωσιακού δικαίου ή εθνικού δικαίου σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο, οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενημερώνουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, την αρχή που εκδίδει την εντολή, ή οποιαδήποτε άλλη αρχή προσδιορίζεται στην εντολή, σχετικά με την παραλαβή της και την εκτέλεσή της, διευκρινίζοντας αν και πότε εκτελέστηκε η εντολή.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η εντολή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 όταν διαβιβάζεται στον πάροχο, πληροί τουλάχιστον τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η εν λόγω εντολή περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:

i)

παραπομπή στη νομική βάση της εντολής δυνάμει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου·

ii)

πληροφορίες για την εκδίδουσα αρχή·

iii)

σαφείς πληροφορίες που επιτρέπουν στον πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών να προσδιορίσει τον συγκεκριμένο αποδέκτη ή αποδέκτες για τους οποίους ζητούνται πληροφορίες, όπως ένα ή περισσότερα ονόματα λογαριασμού ή μοναδικά αναγνωριστικά·

iv)

παρουσίαση των λόγων που τεκμηριώνουν τον σκοπό για τον οποίο ζητούνται οι πληροφορίες και για τους οποίους είναι απαραίτητη και αναλογική η απαίτηση παροχής των πληροφοριών για τον προσδιορισμό της συμμόρφωσης των αποδεκτών των ενδιάμεσων υπηρεσιών με το εφαρμοστέο ενωσιακό δίκαιο ή εθνικό δίκαιο σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο, εκτός εάν η εν λόγω παρουσίαση δεν είναι δυνατό να παρασχεθεί για λόγους που αφορούν την πρόληψη, τη διερεύνηση, την ανίχνευση και τη δίωξη ποινικών αδικημάτων·

v)

πληροφορίες σχετικά με τους μηχανισμούς προσφυγής που διατίθενται στον πάροχο και στους αποδέκτες της οικείας υπηρεσίας·

vi)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με την αρχή η οποία πρέπει να λαμβάνει τις σχετικές με την εκτέλεση των εντολών πληροφορίες·

β)

η εν λόγω εντολή ζητεί από τον πάροχο να παράσχει μόνο πληροφορίες που έχουν ήδη συλλεγεί για τους σκοπούς της παροχής της υπηρεσίας και οι οποίες εμπίπτουν στον έλεγχό του·

γ)

η εν λόγω εντολή διαβιβάζεται σε μία από τις γλώσσες που δήλωσε ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 ή σε άλλη επίσημη γλώσσα των κρατών μελών, η οποία έχει συμφωνηθεί από την αρχή που εκδίδει την εντολή και τον πάροχο, και αποστέλλεται στο ηλεκτρονικό σημείο επαφής που έχει οριστεί από τον εν λόγω πάροχο, σύμφωνα με το άρθρο 11. Όταν η εντολή δεν έχει συνταχθεί στη γλώσσα που δήλωσε ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών ή σε άλλη γλώσσα που έχει συμφωνηθεί διμερώς, η εντολή μπορεί να διαβιβαστεί στη γλώσσα της αρχής που την εκδίδει, υπό τον όρο ότι συνοδεύεται από μετάφραση στη γλώσσα που έχει δηλωθεί ή συμφωνηθεί διμερώς τουλάχιστον των στοιχείων της εντολής που καθορίζονται στα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου.

3.   Η αρχή που εκδίδει την εντολή ή, κατά περίπτωση, η αρχή που προσδιορίζεται στην εντολή, τη διαβιβάζει μαζί με τυχόν πληροφορίες που έλαβε από τον πάροχο των ενδιάμεσων υπηρεσιών όσον αφορά την εκτέλεση της εν λόγω εντολής προς τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών από το κράτος μέλος της εκδίδουσας αρχής.

4.   Αφού λάβει την εντολή από τη δικαστική ή τη διοικητική αρχή, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του οικείου κράτους μέλους διαβιβάζει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, αντίγραφο της εντολής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σε όλους τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών μέσω του συστήματος που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 85.

5.   Το αργότερο τη χρονική στιγμή της εκτέλεσης της εντολής ή, κατά περίπτωση, τη χρονική στιγμή που ορίζεται από την εκδίδουσα αρχή στο πλαίσιο της εντολής της, οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενημερώνουν τον αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας σχετικά με την παραλαβή και την εκτέλεση της εντολής. Η εν λόγω ενημέρωση προς τον αποδέκτη της υπηρεσίας περιλαμβάνει αιτιολογία και τις υπάρχουσες δυνατότητες προσφυγής, σύμφωνα με την παράγραφο 2.

6.   Οι όροι και οι απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο δεν θίγουν την εθνική πολιτική και ποινική δικονομία.

ΚΕΦΆΛΑΙΟ III

ΥΠΟΧΡΕΏΣΕΙΣ ΔΈΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΈΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΈΝΑ ΔΙΑΦΑΝΈΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΈΣ ΕΠΙΓΡΑΜΜΙΚΌ ΠΕΡΙΒΆΛΛΟΝ

ΤΜΉΜΑ 1

Διατάξεις που εφαρμόζονται σε όλους τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών

Άρθρο 21

Εξωδικαστική επίλυση διαφορών

1.   Οι αποδέκτες της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων φυσικών προσώπων ή οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποιήσεις, στους οποίους απευθύνονται οι αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 έχουν δικαίωμα να επιλέξουν οποιοδήποτε όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχει πιστοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, για την επίλυση των διαφορών που αφορούν τις αποφάσεις αυτές, συμπεριλαμβανομένων καταγγελιών που δεν κατέστη εφικτό να επιλυθούν μέσω του εσωτερικού συστήματος διαχείρισης καταγγελιών που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο.

Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα των αποδεκτών της υπηρεσίας να έχουν πρόσβαση σε εξωδικαστική επίλυση διαφορών, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, είναι εύκολα προσβάσιμες στην επιγραμμική_διεπαφή τους, με σαφή και φιλικό προς τον χρήστη τρόπο.

Το πρώτο εδάφιο δεν θίγει το δικαίωμα του αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας να κινήσει, σε οποιοδήποτε στάδιο, διαδικασία προσβολής των εν λόγω αποφάσεων των παρόχων επιγραμμικών πλατφορμών ενώπιον δικαστηρίου σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο.

2.   Αμφότερα τα μέρη συνεργάζονται καλόπιστα με το επιλεγμένο πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών με σκοπό την επίλυση της διαφοράς.

Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών μπορούν να αρνηθούν να συνεργαστούν με τέτοιο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, εάν έχει ήδη επιλυθεί διαφορά που αφορά τις ίδιες πληροφορίες και τους ίδιους λόγους εικαζόμενης παρανομίας ή ασυμβατότητας του περιεχομένου.

Το πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δεν έχει την εξουσία να διευθετήσει, κατά τρόπο δεσμευτικό για τα μέρη, τη διαφορά.

3.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, το πιστοποιεί κατόπιν αιτήματός του, για μέγιστη περίοδο πέντε ετών, η οποία μπορεί να ανανεωθεί, όταν αυτό αποδεικνύει ότι πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

είναι αμερόληπτο και ανεξάρτητο, μεταξύ άλλων και οικονομικά ανεξάρτητο, από τους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών και από τους αποδέκτες της υπηρεσίας που παρέχεται από παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών προσώπων ή των οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποιήσεις·

β)

διαθέτει την αναγκαία τεχνογνωσία όσον αφορά τα ζητήματα που προκύπτουν σε έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους τομείς παράνομου περιεχομένου ή όσον αφορά την εφαρμογή και επιβολή των όρων και προϋποθέσεων ενός ή περισσότερων τύπων επιγραμμικών πλατφορμών, η οποία δίνει τη δυνατότητα στο όργανο να μπορεί να συνεισφέρει αποτελεσματικά στην επίλυση της διαφοράς·

γ)

τα μέλη του αμείβονται με τρόπο που δεν συνδέεται με το αποτέλεσμα της διαδικασίας·

δ)

η εξωδικαστική επίλυση διαφορών που προσφέρει είναι εύκολα προσβάσιμη, μέσω τεχνολογίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και προβλέπεται η δυνατότητα να κινηθεί η διαδικασία επίλυσης διαφορών και να υποβληθούν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά με ηλεκτρονικό τρόπο·

ε)

είναι σε θέση να επιλύει διαφορές με ταχύ, αποτελεσματικό και οικονομικά αποδοτικό τρόπο και τουλάχιστον σε μία από τις επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης·

στ)

η εξωδικαστική επίλυση διαφορών που προσφέρει πραγματοποιείται σύμφωνα με σαφείς και δίκαιους διαδικαστικούς κανόνες που είναι εύκολα και δημόσια προσβάσιμοι, και σε συμμόρφωση με το εφαρμοστέο δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του παρόντος άρθρου.

Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών προσδιορίζει, κατά περίπτωση, στο πιστοποιητικό:

α)

τα ειδικά ζητήματα με τα οποία σχετίζεται η τεχνογνωσία του οργάνου, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β), και

β)

την επίσημη γλώσσα ή γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης στις οποίες το όργανο είναι σε θέση να επιλύει διαφορές, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο ε).

4.   Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών υποβάλλουν έκθεση στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που τα πιστοποίησε, σε ετήσια βάση, σχετικά με τη λειτουργία τους, προσδιορίζοντας τουλάχιστον τον αριθμό των διαφορών που διαχειρίστηκαν, τις πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα των εν λόγω διαφορών, τον μέσο χρόνο που απαιτήθηκε για την επίλυσή τους και τυχόν ελλείψεις ή δυσκολίες που προέκυψαν. Παρέχουν πρόσθετες πληροφορίες κατόπιν αιτήματος του εν λόγω συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών.

Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συντάσσουν ανά διετία έκθεση σχετικά με τη λειτουργία των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχουν πιστοποιήσει. Ειδικότερα, η έκθεση αυτή:

α)

παραθέτει τον αριθμό των διαφορών που διαχειρίστηκε ετησίως κάθε πιστοποιημένος φορέας εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών·

β)

αναφέρει τα αποτελέσματα των υποθέσεων που εισήχθησαν ενώπιον των εν λόγω οργάνων και τον μέσο χρόνο που απαιτήθηκε για την επίλυση των διαφορών·

γ)

προσδιορίζει και εξηγεί τυχόν συστηματικές ή τομεακές ελλείψεις ή δυσκολίες που προέκυψαν σε σχέση με τη λειτουργία των εν λόγω οργάνων·

δ)

προσδιορίζει βέλτιστες πρακτικές σχετικά με την εν λόγω λειτουργία·

ε)

διατυπώνει, κατά περίπτωση, συστάσεις σχετικά με τον τρόπο βελτίωσης της εν λόγω λειτουργίας.

Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών θέτουν τις αποφάσεις τους στη διάθεση των μερών εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και το αργότερο 90 ημερολογιακές ημέρες από την παραλαβή της καταγγελίας. Σε περίπτωση που η διαφορά είναι εξαιρετικά περίπλοκη, το πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δύναται, κατά την κρίση του, να παρατείνει την προθεσμία των 90 ημερολογιακών ημερών για πρόσθετη περίοδο που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες, με μέγιστη συνολική διάρκεια τις 180 ημέρες.

5.   Εάν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών αποφανθεί υπέρ του αποδέκτη της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας που έχει υποβάλει ειδοποίηση, ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας βαρύνεται με το σύνολο των αμοιβών που επιβάλλει το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών και αποζημιώνει τον εν λόγω αποδέκτη, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας, για τυχόν άλλα εύλογα έξοδα τα οποία έχει καταβάλει σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς. Εάν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών αποφανθεί υπέρ του παρόχου της επιγραμμικής πλατφόρμας, ο αποδέκτης_της_υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας, δεν απαιτείται να αποζημιώσει τον πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας για τις αμοιβές ή άλλα έξοδα που έχει καταβάλει ή πρόκειται να καταβάλλει σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς, εκτός αν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών κρίνει ότι ο εν λόγω αποδέκτης ενήργησε προδήλως κακόπιστα.

Τα τέλη που επιβάλλει το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών στους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών για την επίλυση διαφορών είναι εύλογα και σε κάθε περίπτωση δεν υπερβαίνουν το κόστος του οργάνου. Για τους αποδέκτες της υπηρεσίας, η επίλυση διαφορών παρέχεται δωρεάν ή έναντι συμβολικού αντιτίμου.

Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών γνωστοποιούν στον αποδέκτη της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών προσώπων ή των οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποίηση, και στον οικείο πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας τα τέλη ή τους μηχανισμούς που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των αμοιβών, πριν από την έναρξη της διαδικασίας επίλυσης της διαφοράς.

6.   Τα κράτη μέλη δύνανται να συγκροτούν όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών για τους σκοπούς της παραγράφου 1 ή να στηρίζουν τις δραστηριότητες ορισμένων ή όλων των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχουν πιστοποιήσει σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι καμία από τις δραστηριότητες που αναλαμβάνουν βάσει του πρώτου εδαφίου δεν επηρεάζει την ικανότητα των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών τους να πιστοποιούν τα οικεία όργανα σύμφωνα με την παράγραφο 3.

7.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που πιστοποίησε όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, ανακαλεί την πιστοποίηση αυτή, εάν διαπιστώσει, έπειτα από έρευνα είτε με δική του πρωτοβουλία είτε βάσει πληροφοριών που έλαβε από τρίτους, ότι το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 3. Πριν ανακαλέσει την πιστοποίηση, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρέχει στο εν λόγω όργανο τη δυνατότητα να αντικρούσει τα πορίσματα της έρευνάς του και την πρόθεσή του να ανακαλέσει την πιστοποίηση του οργάνου εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών.

8.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών γνωστοποιούν στην Επιτροπή τα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών τα οποία έχουν πιστοποιήσει σύμφωνα με την παράγραφο 3, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των προδιαγραφών που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της εν λόγω παραγράφου, καθώς και τα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών των οποίων την πιστοποίηση έχουν ανακαλέσει. Η Επιτροπή δημοσιεύει κατάλογο των οργάνων αυτών, συμπεριλαμβανομένων των εν λόγω προδιαγραφών, σε ειδικό ιστότοπο που είναι εύκολα προσβάσιμος, και τον διατηρεί επικαιροποιημένο.

9.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει την οδηγία 2013/11/ΕΕ και τις διαδικασίες και τους φορείς εναλλακτικής επίλυσης καταναλωτικών διαφορών που θεσπίζονται στο πλαίσιο της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 22

Αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου

1.   Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών λαμβάνουν τα αναγκαία τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι η επεξεργασία των ειδοποιήσεων που υποβάλλονται από αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου, στον καθορισμένο τομέα ειδίκευσής τους, μέσω των μηχανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 16, καθώς και η λήψη των σχετικών αποφάσεων πραγματοποιούνται κατά προτεραιότητα και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

2.   Η ιδιότητα της «αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου» βάσει του παρόντος κανονισμού αναγνωρίζεται, έπειτα από αίτηση οποιασδήποτε οντότητας, από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο αιτών, όταν ο αιτών αποδεικνύει ότι πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

διαθέτει ιδιαίτερη εμπειρογνωσία και ικανότητα για την ανίχνευση, τον εντοπισμό και την αναφορά παράνομου περιεχομένου·

β)

είναι ανεξάρτητος από κάθε πάροχο επιγραμμικών πλατφορμών·

γ)

ασκεί τις δραστηριότητές του για τους σκοπούς της υποβολής ειδοποιήσεων με επιμελή, ακριβή και αντικειμενικό τρόπο.

3.   Οι αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου δημοσιεύουν τουλάχιστον σε ετήσια βάση εύκολα κατανοητές και λεπτομερείς εκθέσεις σχετικά με τις ειδοποιήσεις που υποβάλλουν σύμφωνα με το άρθρο 16 κατά τη σχετική περίοδο. Στην έκθεση αναφέρεται τουλάχιστον ο αριθμός των ειδοποιήσεων, με κατηγοριοποίηση σύμφωνα με τα εξής κριτήρια:

α)

την ταυτότητα του παρόχου υπηρεσιών φιλοξενίας·

β)

το είδος του εικαζόμενου παράνομου περιεχομένου για το οποίο υποβλήθηκε ειδοποίηση·

γ)

τη δράση που ανέλαβε ο πάροχος.

Οι εν λόγω εκθέσεις περιλαμβάνουν επεξήγηση των διαδικασιών που εφαρμόζονται για να διασφαλιστεί ότι η αξιόπιστη πηγή επισήμανσης παράνομου περιεχομένου διατηρεί την ανεξαρτησία της.

Οι αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου αποστέλλουν τις εν λόγω εκθέσεις στον οικείο συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών και τις δημοσιοποιούν. Οι πληροφορίες των εν λόγω εκθέσεων δεν περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

4.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών κοινοποιούν στην Επιτροπή και το Συμβούλιο τα ονόματα, τις διευθύνσεις και τις διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των οντοτήτων στις οποίες έχουν αναγνωρίσει την ιδιότητα της αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή από τις οποίες έχουν αναστείλει σύμφωνα με την παράγραφο 6 ή ανακαλέσει την ιδιότητα της αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου σύμφωνα με την παράγραφο 7.

5.   Η Επιτροπή δημοσιεύει τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 4 σε δημόσια διαθέσιμη βάση δεδομένων σε εύκολα προσβάσιμο και μηχαναγνώσιμο μορφότυπο και διατηρεί τη βάση δεδομένων επικαιροποιημένη.

6.   Όταν ένας πάροχος επιγραμμικών πλατφορμών διαθέτει πληροφορίες που υποδηλώνουν ότι μια αξιόπιστη πηγή επισήμανσης παράνομου περιεχομένου υπέβαλε σημαντικό αριθμό ανεπαρκώς ακριβών, ανακριβών ή μη αρκούντως τεκμηριωμένων ειδοποιήσεων μέσω των μηχανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 16, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων που συγκεντρώνονται κατά την επεξεργασία καταγγελιών μέσω των εσωτερικών συστημάτων διαχείρισης καταγγελιών που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 4, κοινοποιεί τις πληροφορίες αυτές στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που την αναγνώρισε ως αξιόπιστη πηγή επισήμανσης περιεχομένου, παρέχοντας τις απαραίτητες επεξηγήσεις και δικαιολογητικά έγγραφα. Μετά τη λήψη των πληροφοριών από τον πάροχο επιγραμμικών πλατφορμών αν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι υπάρχουν θεμιτοί λόγοι για την έναρξη έρευνας, αναστέλλει την ιδιότητα της αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου αναστέλλεται κατά τη διάρκεια της έρευνας. Η εν λόγω έρευνα διενεργείται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

7.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που αναγνώρισε σε οντότητα την ιδιότητα της αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου ανακαλεί την ιδιότητα αυτή, εάν διαπιστώσει, έπειτα από έρευνα είτε με δική του πρωτοβουλία είτε βάσει πληροφοριών που έλαβε από τρίτους, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που παρέχουν οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών δυνάμει της παραγράφου 6, ότι η οντότητα δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2. Πριν ανακαλέσει την ιδιότητα, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρέχει στην οντότητα τη δυνατότητα να αντικρούσει τα πορίσματα της έρευνάς του και την πρόθεσή του να ανακαλέσει την ιδιότητα της οντότητας ως αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου.

8.   Η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με το συμβούλιο, εκδίδει, εφόσον είναι απαραίτητο, κατευθυντήριες γραμμές για να βοηθά τους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών και τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών στην εφαρμογή των παραγράφων 2, 6 και 7.

Άρθρο 35

Περιορισμός των κινδύνων

1.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης εφαρμόζουν εύλογα, αναλογικά και αποτελεσματικά μέτρα περιορισμού, τα οποία προσαρμόζονται στους ειδικούς συστημικούς κινδύνους που εντοπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 34, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις επιπτώσεις αυτών των μέτρων στα θεμελιώδη δικαιώματα. Τα μέτρα αυτά είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, τα εξής:

α)

προσαρμογή του σχεδιασμού, των χαρακτηριστικών ή της λειτουργίας των υπηρεσιών τους, συμπεριλαμβανομένων των επιγραμμικών διεπαφών τους·

β)

προσαρμογή των όρων και προϋποθέσεών τους και της επιβολής τους·

γ)

προσαρμογή των διαδικασιών ελέγχου περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένων της ταχύτητας και της ποιότητας της διεκπεραίωσης των ειδοποιήσεων που αφορούν συγκεκριμένους τύπους παράνομου περιεχομένου και, κατά περίπτωση, της ταχείας αφαίρεσης του αναφερόμενου περιεχομένου ή της απενεργοποίησης της πρόσβασης σε αυτό, ιδίως όσον αφορά την παράνομη ρητορική μίσους ή την κυβερνοβία· καθώς και προσαρμογή όλων των σχετικών διαδικασιών λήψης αποφάσεων και των πόρων που προορίζονται για τον έλεγχο του περιεχομένου·

δ)

δοκιμή και προσαρμογή των αλγοριθμικών συστημάτων τους, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων συστάσεών τους·

ε)

προσαρμογή των συστημάτων διαφήμισής τους και θέσπιση στοχευμένων μέτρων με σκοπό τον περιορισμό ή την προσαρμογή της παρουσίασης διαφημίσεων συνδεόμενων με την υπηρεσία που παρέχουν·

στ)

ενίσχυση των εσωτερικών διαδικασιών και πόρων, του ελέγχου, της τεκμηρίωσης ή της επίβλεψης οποιασδήποτε από τις δραστηριότητές τους, ιδίως όσον αφορά την ανίχνευση συστημικού κινδύνου·

ζ)

έναρξη ή προσαρμογή της συνεργασίας με αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου σύμφωνα με το άρθρο 22 και υλοποίηση των αποφάσεων των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών σύμφωνα με το άρθρο 21·

η)

έναρξη ή προσαρμογή της συνεργασίας με άλλους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών ή επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης με τη χρήση κωδίκων δεοντολογίας και πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων που προβλέπονται στα άρθρα 45 και 48, αντίστοιχα·

θ)

λήψη μέτρων ευαισθητοποίησης και προσαρμογή της επιγραμμικής διεπαφής τους προκειμένου να παράσχουν στους αποδέκτες της υπηρεσίες περισσότερες πληροφορίες·

ι)

λήψη στοχευμένων μέτρων για την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού, συμπεριλαμβανομένων εργαλείων εξακρίβωσης της ηλικίας και γονικού ελέγχου, εργαλείων που βοηθούν τους ανηλίκους να γνωστοποιούν περιστατικά κακοποίησης ή να λαμβάνουν στήριξη, ανάλογα με την περίπτωση·

ια)

εξασφάλιση του ότι ένα στοιχείο πληροφορίας, ανεξάρτητα από το αν αποτελεί εικόνα, ήχο ή βίντεο που έχει παραχθεί ή τροποποιηθεί, το οποίο παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με υπαρκτά πρόσωπα, αντικείμενα, μέρη ή άλλες οντότητες ή γεγονότα, και δίνει την ψευδή εντύπωση ότι είναι αυθεντικό ή αληθινό, θα διακρίνεται μέσω ευδιάκριτης σήμανσης όταν παρουσιάζεται στις επιγραμμικές διεπαφές τους, και, επιπλέον, παροχή μιας εύχρηστης λειτουργίας η οποία δίνει στους αποδέκτες της υπηρεσίας τη δυνατότητα να υποδεικνύουν μία τέτοια πληροφορία.

2.   Το Συμβούλιο, σε συνεργασία με την Επιτροπή, δημοσιεύει αναλυτικές εκθέσεις, μία φορά ανά έτος. Οι εκθέσεις περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

προσδιορισμό και εκτίμηση των πλέον σημαντικών και επαναλαμβανόμενων συστημικών κινδύνων που αναφέρονται από παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης ή εντοπίζονται από άλλες πηγές πληροφοριών, ιδίως εκείνων που παρέχονται σύμφωνα με τα άρθρα 39, 40 και 42·

β)

βέλτιστες πρακτικές για τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης με σκοπό τον περιορισμό των συστημικών κινδύνων που εντοπίζονται.

Οι εν λόγω εκθέσεις παρουσιάζουν τους συστημικούς κινδύνους ανά κράτος μέλος στο οποίο εμφανίζονται και στο σύνολο της Ένωσης, κατά περίπτωση.

3.   Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή της παραγράφου 1 σε σχέση με συγκεκριμένους κινδύνους, και ιδίως για να παρουσιάσει βέλτιστες πρακτικές και να προτείνει πιθανά μέτρα, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις πιθανές επιπτώσεις των μέτρων στα θεμελιώδη δικαιώματα όλων των εμπλεκόμενων μερών, τα οποία κατοχυρώνονται στον Χάρτη. Κατά την κατάρτιση των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών, η Επιτροπή οργανώνει δημόσιες διαβουλεύσεις.

Άρθρο 40

Πρόσβαση και έλεγχος δεδομένων

1.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης παρέχουν στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης ή στην Επιτροπή, μετά από αιτιολογημένο αίτημά τους και εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, που ορίζεται στο εν λόγω αίτημα, πρόσβαση σε δεδομένα τα οποία είναι αναγκαία για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και η Επιτροπή χρησιμοποιούν τα δεδομένα στα οποία αποκτούν πρόσβαση σύμφωνα με την παράγραφο 1, αποκλειστικά για τον σκοπό παρακολούθησης και αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, λαμβάνουν δε δεόντως υπόψη τους τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης και των αποδεκτών της οικείας υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, της προστασίας των εμπιστευτικών πληροφοριών, και ιδίως των εμπορικών απορρήτων, διατηρώντας παράλληλα την ασφάλεια της υπηρεσίας τους.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, κατόπιν αιτήματος είτε από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης είτε από την Επιτροπή, εξηγούν τον σχεδιασμό, τη λογική, τη λειτουργία και τη δοκιμή των αλγοριθμικών συστημάτων τους, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων συστάσεών τους.

4.   Κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης, οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης παρέχουν, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος όπως ορίζεται στο αίτημα, πρόσβαση σε δεδομένα σε διαπιστευμένους ερευνητές οι οποίοι πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου, με μοναδικό σκοπό τη διεξαγωγή έρευνας που συμβάλλει στην ανίχνευση, τον εντοπισμό και την κατανόηση συστημικών κινδύνων στην Ένωση, όπως ορίζονται δυνάμει του άρθρου 34 παράγραφος 1, και στην αξιολόγηση της καταλληλότητας, της αποτελεσματικότητας και των επιπτώσεων των μέτρων περιορισμού των κινδύνων σύμφωνα με το άρθρο 35.

5.   Εντός 15 ημερών από την παραλαβή αιτήματος στο οποίο αναφέρεται η παράγραφος 4, οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης μπορούν να ζητήσουν από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης να τροποποιήσει το αίτημα, εφόσον θεωρήσουν ότι δεν είναι σε θέση να χορηγήσουν πρόσβαση στα ζητούμενα δεδομένα για έναν από τους ακόλουθους δύο λόγους:

α)

δεν έχουν πρόσβαση στα δεδομένα·

β)

η παροχή πρόσβασης στα δεδομένα θα έχει ως αποτέλεσμα να υπάρξουν σημαντικά τρωτά σημεία για την ασφάλεια της υπηρεσίας τους ή για την προστασία εμπιστευτικών πληροφοριών, ιδίως εμπορικών απορρήτων.

6.   Τα αιτήματα τροποποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 5 περιέχουν προτάσεις για ένα ή περισσότερα εναλλακτικά μέσα παροχής πρόσβασης στα ζητούμενα δεδομένα ή σε άλλα δεδομένα, που είναι κατάλληλα και επαρκή για τους σκοπούς του αιτήματος.

Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης αποφασίζει επί του αιτήματος τροποποίησης εντός 15 ημερών και κοινοποιεί στον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης την απόφασή του και, κατά περίπτωση, το τροποποιημένο αίτημα και τη νέα προθεσμία συμμόρφωσης με το αίτημα.

7.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης διευκολύνουν και παρέχουν πρόσβαση σε δεδομένα σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4 μέσω κατάλληλων διεπαφών που προσδιορίζονται στο αίτημα, συμπεριλαμβανομένων επιγραμμικών βάσεων δεδομένων ή διεπαφών προγραμματισμού εφαρμογών.

8.   Κατόπιν δεόντως τεκμηριωμένης αίτησης που υποβάλλεται από ερευνητές, ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης χορηγεί σε αυτούς τους ερευνητές καθεστώς «διαπιστευμένου ερευνητή» για την ειδική έρευνα που αναφέρεται στην αίτηση και εκδίδει αιτιολογημένο αίτημα πρόσβασης σε δεδομένα προς πάροχο πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης σύμφωνα με την παράγραφο 4, στα οποία οι ερευνητές αποδεικνύουν ότι πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

συνδέονται με ερευνητικό οργανισμό, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/790·

β)

είναι ανεξάρτητοι από εμπορικά συμφέροντα·

γ)

η αίτηση τους αποκαλύπτει τη χρηματοδότηση της έρευνας·

δ)

είναι σε θέση να τηρούν τις ειδικές απαιτήσεις ασφάλειας και εμπιστευτικότητας των δεδομένων που αντιστοιχούν σε κάθε αίτημα και να προστατεύουν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, ενώ επίσης περιγράφουν στο αίτημά τους τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που εφαρμόζουν για τον σκοπό αυτό·

ε)

με την αίτησή τους τεκμηριώνεται η αναγκαιότητα και η αναλογικότητα της πρόσβασής τους στα δεδομένα καθώς και τα χρονικά πλαίσια για τα οποία ζητούν πρόσβαση, για τους σκοπούς της έρευνάς τους, και η συμβολή των αναμενόμενων ερευνητικών αποτελεσμάτων στους σκοπούς που ορίζονται στην παράγραφο 4·

στ)

οι προγραμματισμένες ερευνητικές δραστηριότητες θα διεξάγονται για τους σκοπούς που ορίζονται στην παράγραφο 4·

ζ)

δεσμεύονται να δημοσιοποιήσουν τα ερευνητικά τους αποτελέσματα δωρεάν, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την ολοκλήρωση της έρευνας και λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των αποδεκτών της οικείας υπηρεσίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

Μετά την παραλαβή της αίτησης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης ενημερώνει την Επιτροπή και το συμβούλιο.

9.   Οι ερευνητές μπορούν επίσης να υποβάλουν την αίτησή τους στον συντονιστή των ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται οι ερευνητικός οργανισμός με τον οποίο συνδέονται. Μετά την παραλαβή της αίτησης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών διενεργεί αρχική αξιολόγηση του κατά πόσον οι αντίστοιχοι ερευνητές πληρούν όλες τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 8. Ο εν λόγω συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών στη συνέχεια αποστέλλει την αίτηση, μαζί με τα δικαιολογητικά έγγραφα που υπέβαλαν οι αντίστοιχοι ερευνητές και την αρχική αξιολόγηση, στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης. Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης αποφασίζει να απονείμει καθεστώς «διαπιστευμένου ερευνητή» χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

Αρμόδιος να λάβει την τελική απόφαση για την απονομή του καθεστώτος «διαπιστευμένου ερευνητή», έχοντας λάβει δεόντως υπόψη την παρασχεθείσα αρχική αξιολόγηση, είναι ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 8.

10.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που χορήγησε το καθεστώς του διαπιστευμένου ερευνητή και εξέδωσε το αιτιολογημένο αίτημα πρόσβασης προς τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης υπέρ διαπιστευμένου ερευνητή, εκδίδει απόφαση για τον τερματισμό της πρόσβασης εάν διαπιστώσει, κατόπιν έρευνας είτε με δική του πρωτοβουλία είτε βάσει πληροφοριών που ελήφθησαν από τρίτα μέρη, ότι ο διαπιστευμένος ερευνητής δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 8 και ενημερώνει τον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης σχετικά με την απόφαση. Πριν από τον τερματισμό της πρόσβασης, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρέχει στον διαπιστευμένο ερευνητή τη δυνατότητα να σχολιάσει τα πορίσματα της έρευνάς του και την πρόθεσή του να άρει την πρόσβαση.

11.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης κοινοποιούν στο συμβούλιο τα ονόματα και τα στοιχεία επικοινωνίας των φυσικών προσώπων ή οντοτήτων στις οποίες έχουν χορηγήσει το καθεστώς του «διαπιστευμένου ερευνητή» σύμφωνα με την παράγραφο 8, καθώς και τον ερευνητικό σκοπό που θεμελιώνει το αίτημα, ή ενημερώνουν το συμβούλιο ότι έχουν άρει την πρόσβαση στα δεδομένα σύμφωνα με την παράγραφο 10.

12.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης παρέχουν πρόσβαση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση σε δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων, όπου αυτό είναι τεχνικά εφικτό, δεδομένων σε πραγματικό χρόνο, υπό την προϋπόθεση ότι τα δεδομένα είναι δημοσίως προσβάσιμα στην επιγραμμική_διεπαφή τους για ερευνητές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνδέονται με μη κερδοσκοπικούς φορείς, οργανισμούς και ενώσεις, οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 8 στοιχεία β), γ), δ) και ε), και οι οποίοι χρησιμοποιούν τα δεδομένα αποκλειστικά για τη διεξαγωγή έρευνας που συμβάλλει στον εντοπισμό, την αναγνώριση και την κατανόηση συστημικών κινδύνων στην Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 1.

13.   Η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με το συμβούλιο, εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που συμπληρώνουν τον παρόντα κανονισμό με τον καθορισμό των τεχνικών προϋποθέσεων υπό τις οποίες οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης ανταλλάσσουν δεδομένα σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4, καθώς και των σκοπών για τους οποίους μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα δεδομένα. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ορίζουν τις ειδικές προϋποθέσεις βάσει των οποίων διεξάγεται αυτή η ανταλλαγή δεδομένων με ερευνητές σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, καθώς και σχετικούς αντικειμενικούς δείκτες, τις διαδικασίες και, όπου υπάρχει ανάγκη, ανεξάρτητους συμβουλευτικούς μηχανισμούς για την υποστήριξη της ανταλλαγής δεδομένων, λαμβανομένων υπόψη των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης και των αποδεκτών της σχετικής υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των εμπιστευτικών πληροφοριών, και ιδίως των εμπορικών απορρήτων, και με παράλληλη διατήρηση της ασφάλειας της υπηρεσίας τους.

Άρθρο 45

Κώδικες δεοντολογίας

1.   Η Επιτροπή και το συμβούλιο ενθαρρύνουν και διευκολύνουν την εκπόνηση εθελοντικών κωδίκων δεοντολογίας σε επίπεδο Ένωσης με σκοπό να συμβάλουν στην ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των ειδικών προκλήσεων της αντιμετώπισης διαφόρων ειδών παράνομου περιεχομένου και συστημικών κινδύνων, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο ιδίως όσον αφορά τον ανταγωνισμό και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Όταν εμφανίζεται σημαντικός συστημικός κίνδυνος κατά την έννοια του άρθρου 34 παράγραφος 1, ο οποίος αφορά αρκετές πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες ή πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης, η Επιτροπή δύναται να καλεί τους οικείους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, και άλλους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών, πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, επιγραμμικών πλατφορμών και άλλων ενδιάμεσων υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση, καθώς και σχετικές αρμόδιες αρχές, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και άλλους σχετικούς συμφεροντούχους, να συμμετάσχουν στην εκπόνηση κωδίκων δεοντολογίας, για παράδειγμα, με τον καθορισμό δεσμεύσεων για τη λήψη ειδικών μέτρων περιορισμού των κινδύνων, καθώς και τη θέσπιση πλαισίου τακτικής υποβολής εκθέσεων σχετικά με μέτρα που λαμβάνονται και τα αποτελέσματά τους.

3.   Κατά την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή και το συμβούλιο και, κατά περίπτωση, άλλοι φορείς έχουν ως στόχο να διασφαλίσουν ότι οι κώδικες δεοντολογίας ορίζουν σαφώς τους συγκεκριμένους στόχους τους, περιέχουν βασικούς δείκτες επιδόσεων για τη μέτρηση της επίτευξης των στόχων αυτών και λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις ανάγκες και τα συμφέροντα όλων των ενδιαφερόμενων μερών, και ιδίως των πολιτών, σε επίπεδο Ένωσης. Η Επιτροπή και το συμβούλιο έχουν επίσης ως στόχο να διασφαλίσουν ότι οι συμμετέχοντες υποβάλλουν τακτικά εκθέσεις στην Επιτροπή και στους αντίστοιχους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασής τους σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται και τα αποτελέσματά τους, όπως αυτά μετρώνται με βάση τους βασικούς δείκτες επιδόσεων που περιέχουν οι κώδικες δεοντολογίας. Οι βασικοί δείκτες επιδόσεων και οι δεσμεύσεις υποβολής εκθέσεων λαμβάνουν υπόψη τις διαφορές ως προς το μέγεθος και την ικανότητα μεταξύ διαφόρων συμμετεχόντων.

4.   Η Επιτροπή και το συμβούλιο αξιολογούν κατά πόσον οι κώδικες δεοντολογίας πληρούν τους στόχους που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 3 και παρακολουθούν και αξιολογούν τακτικά την επίτευξη των στόχων τους, σε σχέση με τους βασικούς δείκτες επιδόσεων που μπορεί να περιέχουν. Δημοσιεύουν τα συμπεράσματά τους.

Η Επιτροπή και το συμβούλιο επίσης ενθαρρύνουν και διευκολύνουν την τακτική αναθεώρηση και προσαρμογή των κωδίκων δεοντολογίας.

Σε περίπτωση συστηματικής μη συμμόρφωσης με τους κώδικες δεοντολογίας, η Επιτροπή και το συμβούλιο μπορούν να καλέσουν τους υπογράφοντες τους κώδικες δεοντολογίας να λάβουν τα αναγκαία μέτρα.

Άρθρο 48

Πρωτόκολλα διαχείρισης κρίσεων

1.   Το συμβούλιο δύναται να συστήσει στην Επιτροπή να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες για την εκπόνηση, σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3 και 4, εθελοντικών πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων για την αντιμετώπιση καταστάσεων κρίσης. Οι εν λόγω καταστάσεις κρίσης περιορίζονται αυστηρά σε έκτακτες περιστάσεις οι οποίες επηρεάζουν τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία.

2.   Η Επιτροπή ενθαρρύνει και διευκολύνει τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών, πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, και, κατά περίπτωση, τους παρόχους άλλων επιγραμμικών πλατφορμών ή άλλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, να συμμετάσχουν στην εκπόνηση, τη δοκιμή και την εφαρμογή των εν λόγω πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων. Η Επιτροπή στοχεύει να διασφαλίσει ότι τα εν λόγω πρωτόκολλα διαχείρισης κρίσεων περιλαμβάνουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:

α)

προβολή ευδιάκριτων πληροφοριών σχετικά με την κατάσταση κρίσης οι οποίες παρέχονται από αρχές των κρατών μελών ή σε επίπεδο Ένωσης ή, ανάλογα με το πλαίσιο της κρίσης, από άλλους σχετικούς αξιόπιστους φορείς·

β)

διασφάλιση ότι ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών ορίζει συγκεκριμένο σημείο επαφής για τη διαχείριση κρίσεων· κατά περίπτωση, μπορεί να πρόκειται για ηλεκτρονικό σημείο επαφής που αναφέρεται στο άρθρο 11 ή, στην περίπτωση των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, για τον υπεύθυνο συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 41·

γ)

κατά περίπτωση, προσαρμογή των πόρων που διατίθενται για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 16, 20, 22, 23 και 35 στις ανάγκες που δημιουργούνται από την κατάσταση κρίσης.

3.   Η Επιτροπή ζητεί τη συμμετοχή των, κατά περίπτωση, αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και μπορεί επίσης να ζητεί τη συμμετοχή οργάνων, οργανισμών και υπηρεσιών της Ένωσης στην εκπόνηση, τη δοκιμή και την εποπτεία της εφαρμογής των πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων. Η Επιτροπή μπορεί, όταν κρίνεται απαραίτητο και σκόπιμο, να ζητεί επίσης τη συμμετοχή οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών ή άλλων σχετικών οργανισμών στην εκπόνηση των πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων.

4.   Η Επιτροπή έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι τα πρωτόκολλα διαχείρισης κρίσεων ορίζουν σαφώς όλα τα ακόλουθα:

α)

τις συγκεκριμένες παραμέτρους που καθορίζουν τι συνιστά την ειδική έκτακτη περίσταση την οποία επιδιώκει να αντιμετωπίσει το πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων και τους επιδιωκόμενους στόχους·

β)

τον ρόλο κάθε συμμετέχοντος και τα μέτρα που πρέπει να εφαρμόζονται κατά την εκπόνηση και μετά την ενεργοποίηση του πρωτοκόλλου διαχείρισης κρίσεων·

γ)

σαφή διαδικασία για τον προσδιορισμό του χρόνου ενεργοποίησης του πρωτοκόλλου διαχείρισης κρίσεων·

δ)

σαφή διαδικασία για τον προσδιορισμό της περιόδου κατά την οποία πρέπει να ληφθούν τα προς λήψη μέτρα μόλις ενεργοποιηθεί το πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων, η οποία περιορίζεται αυστηρά σε ό,τι είναι αναγκαίο για την αντιμετώπιση των οικείων ειδικών έκτακτων περιστάσεων·

ε)

διασφαλίσεις για την αντιμετώπιση τυχόν αρνητικών επιπτώσεων ως προς την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στον Χάρτη, ιδίως της ελευθερίας έκφρασης και πληροφόρησης και του δικαιώματος στην απαγόρευση των διακρίσεων·

στ)

διαδικασία για τη δημοσίευση έκθεσης σχετικά με τυχόν ληφθέντα μέτρα, τη διάρκεια και τα αποτελέσματά τους, μετά τον τερματισμό της κατάστασης κρίσης.

5.   Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι ένα πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων δεν αντιμετωπίζει αποτελεσματικά την κατάσταση κρίσης ή προκειμένου να διασφαλίσει την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως αναφέρεται στην παράγραφο 4 στοιχείο ε), ζητεί από τους συμμετέχοντες να αναθεωρήσουν το πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων και να λάβουν πρόσθετα μέτρα.

ΚΕΦΆΛΑΙΟ IV

ΕΦΑΡΜΟΓΉ, ΣΥΝΕΡΓΑΣΊΑ, ΚΥΡΏΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΉ

ΤΜΉΜΑ 1

Αρμόδιες αρχές και εθνικοί συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών

Άρθρο 49

Αρμόδιες αρχές και συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές ως υπεύθυνες για την επίβλεψη των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών και την επιβολή του παρόντος κανονισμού («αρμόδιες αρχές»).

2.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία από τις αρμόδιες αρχές ως τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών τους. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών είναι υπεύθυνος για όλα τα ζητήματα που αφορούν την επίβλεψη και την επιβολή του παρόντος κανονισμού στο εν λόγω κράτος μέλος, εκτός εάν το οικείο κράτος μέλος έχει αναθέσει ορισμένα ειδικά καθήκοντα ή τομείς σε άλλες αρμόδιες αρχές. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών είναι σε κάθε περίπτωση υπεύθυνος για τη διασφάλιση του συντονισμού σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά τα ζητήματα αυτά και για τη συμβολή στην αποτελεσματική και συνεπή επίβλεψη και επιβολή του παρόντος κανονισμού σε ολόκληρη την Ένωση.

Για τον σκοπό αυτόν, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συνεργάζονται μεταξύ τους, με άλλες εθνικές αρμόδιες αρχές, το συμβούλιο και την Επιτροπή, με την επιφύλαξη της δυνατότητας των κρατών μελών να προβλέπουν μηχανισμούς συνεργασίας και τακτικές ανταλλαγές απόψεων μεταξύ του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών και άλλων εθνικών αρχών, κατά περίπτωση, για την εκτέλεση των αντίστοιχων καθηκόντων τους.

Όταν ένα κράτος μέλος ορίζει μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές επιπροσθέτως του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, διασφαλίζει τον σαφή καθορισμό των αντίστοιχων καθηκόντων των εν λόγω αρχών και του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, καθώς και τη στενή και αποτελεσματική συνεργασία τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

3.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών έως τις 17 Φεβρουαρίου 2024.

Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν και κοινοποιούν στην Επιτροπή και το συμβούλιο την ονομασία της αρμόδιας αρχής τους που ορίζεται ως συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών και πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο επικοινωνίας με αυτήν. Το οικείο κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή και το συμβούλιο την ονομασία των άλλων αρμόδιων αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 καθώς και τα αντίστοιχα καθήκοντά τους.

4.   Οι εφαρμοστέες διατάξεις για τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, όπως ορίζονται στα άρθρα 50, 51 και 56, εφαρμόζονται επίσης σε κάθε άλλη αρμόδια αρχή που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 50

Απαιτήσεις για τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών τους εκτελούν τα καθήκοντά τους βάσει του παρόντος κανονισμού με αμερόληπτο, διαφανή και έγκαιρο τρόπο. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών τους να διαθέτουν όλους τους απαραίτητους πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, μεταξύ των οποίων επαρκείς τεχνικούς, χρηματοδοτικούς και ανθρώπινους πόρους για την επαρκή εποπτεία όλων των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά τους. Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του διαθέτει επαρκή αυτονομία όσον αφορά τη διαχείριση του προϋπολογισμού του εντός των συνολικών ορίων του προϋπολογισμού, ώστε να μην επηρεάζεται αρνητικά η ανεξαρτησία του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών.

2.   Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και την άσκηση των εξουσιών τους σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών ενεργούν με απόλυτη ανεξαρτησία. Παραμένουν απαλλαγμένοι από οποιαδήποτε εξωτερική επιρροή, άμεση ή έμμεση, και δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από οποιαδήποτε άλλη δημόσια αρχή ή από οποιονδήποτε ιδιωτικό φορέα.

3.   Η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου δεν θίγει τα καθήκοντα των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών στο πλαίσιο του συστήματος επίβλεψης και επιβολής που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό και τη συνεργασία με άλλες αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 2. Η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζει την άσκηση δικαστικού ελέγχου και επίσης δεν θίγει τις αναλογικές απαιτήσεις λογοδοσίας όσον αφορά τις γενικές δραστηριότητες των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, όπως οι οικονομικές δαπάνες ή η υποβολή εκθέσεων στα εθνικά κοινοβούλια, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω απαιτήσεις δεν υπονομεύουν την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 51

Εξουσίες των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Όταν απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους βάσει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαθέτουν τις ακόλουθες εξουσίες έρευνας, όσον αφορά τη συμπεριφορά παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους:

α)

την εξουσία να ζητούν από αυτούς τους παρόχους, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο που ενεργεί για σκοπούς που αφορούν τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές του δραστηριότητες, το οποίο μπορεί εύλογα να γνωρίζει πληροφορίες σχετικά με εικαζόμενη παράβαση του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών που διενεργούν τους ελέγχους που αναφέρονται στο άρθρο 37 και στο άρθρο 75 παράγραφος 2, να παράσχουν τις εν λόγω πληροφορίες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση·

β)

την εξουσία να διενεργούν ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να διατάσσει τη διενέργεια επιθεωρήσεων οποιωνδήποτε εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούν οι εν λόγω πάροχοι ή τα εν λόγω πρόσωπα για σκοπούς που αφορούν τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές τους δραστηριότητες ή να ζητούν από άλλες δημόσιες αρχές τη διενέργειά τους, προκειμένου να εξετάσουν, να κατάσχουν, να λάβουν ή να αποκτήσουν αντίγραφα πληροφοριών σχετικών με εικαζόμενη παράβαση σε οποιαδήποτε μορφή, ανεξάρτητα από το μέσο αποθήκευσης·

γ)

την εξουσία να ζητούν από οποιοδήποτε μέλος του προσωπικού ή εκπρόσωπο των εν λόγω παρόχων ή των εν λόγω προσώπων να παράσχει εξηγήσεις όσον αφορά κάθε πληροφορία σχετική με εικαζόμενη παράβαση και να καταγράφουν τις απαντήσεις κατόπιν συγκατάθεσής τους με κάθε τεχνικό μέσο.

2.   Όταν απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαθέτουν τις ακόλουθες εξουσίες επιβολής, όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους:

α)

την εξουσία να αποδέχονται τις δεσμεύσεις που παρέχουν οι εν λόγω πάροχοι σε σχέση με τη συμμόρφωσή τους με τον παρόντα κανονισμό και να καθιστούν τις δεσμεύσεις αυτές υποχρεωτικές·

β)

την εξουσία να διατάσσουν την παύση των παραβάσεων και να επιβάλλουν, κατά περίπτωση, διορθωτικά μέτρα αναλογικά με την παράβαση και αναγκαία για την παύση της παράβασης, ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να διατάξει την παύση ή να επιβάλει τα σχετικά μέτρα·

γ)

την εξουσία να επιβάλλουν πρόστιμα, ή να ζητούν την επιβολή τους από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους, σύμφωνα με το άρθρο 52 λόγω μη συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε από τις εντολές έρευνας που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

δ)

την εξουσία να επιβάλλουν περιοδική χρηματική ποινή ή να ζητούν την επιβολή της από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους, σύμφωνα με το άρθρο 52 για να διασφαλιστεί η παύση της παράβασης σε συμμόρφωση με εντολή που εκδίδεται σύμφωνα με το στοιχείο β) του παρόντος εδαφίου ή λόγω μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις εντολές έρευνας που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

ε)

την εξουσία να θεσπίζουν αναλογικά προσωρινά μέτρα ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να το πράξει, για την αποφυγή κινδύνου σοβαρής βλάβης.

Όσον αφορά τα στοιχεία γ) και δ) του πρώτου εδαφίου, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών έχουν επίσης τις εξουσίες επιβολής που ορίζονται στα στοιχεία αυτά σε σχέση με τα άλλα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 λόγω μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις εντολές που εκδίδονται προς αυτά σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο. Ασκούν τις εν λόγω εξουσίες επιβολής μόνον αφού παράσχουν εγκαίρως στα εν λόγω άλλα πρόσωπα όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τις εντολές αυτές, συμπεριλαμβανομένων της τεθείσας προθεσμίας, των προστίμων ή των περιοδικών χρηματικών ποινών που ενδέχεται να επιβληθούν λόγω μη συμμόρφωσης και των δυνατοτήτων προσφυγής.

3.   Όταν απαιτείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους, όταν έχουν εξαντληθεί όλες οι άλλες εξουσίες σύμφωνα με το παρόν άρθρο για την παύση της παράβασης και η παράβαση δεν έχει αποκατασταθεί ή συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες οι οποίες δεν μπορούν να αποφευχθούν μέσω της άσκησης άλλων εξουσιών που είναι διαθέσιμες βάσει του ενωσιακού δικαίου ή του εθνικού δικαίου, διαθέτουν επίσης την εξουσία να λαμβάνουν τα ακόλουθα μέτρα:

α)

να ζητούν από το διοικητικό όργανο των εν λόγω παρόχων, χωρίς περιττή καθυστέρηση, να εξετάσει την κατάσταση, να εγκρίνει και να υποβάλει σχέδιο δράσης που να καθορίζει τα αναγκαία μέτρα για την παύση της παράβασης, να διασφαλίσει ότι ο πάροχος λαμβάνει τα μέτρα αυτά και να υποβάλει έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί·

β)

όταν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι ένας πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν συμμορφώνεται επαρκώς με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α), ότι η παράβαση δεν έχει αποκατασταθεί ή συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες και ότι η εν λόγω παράβαση συνεπάγεται ποινικό αδίκημα που συνιστά απειλή για τη ζωή ή την ασφάλεια ατόμων, να ζητά από την αρμόδια δικαστική αρχή του κράτους μέλους του να διατάξει τον προσωρινό περιορισμό της πρόσβασης των αποδεκτών της υπηρεσίας που αφορά η παράβαση ή, μόνον όταν αυτό δεν είναι τεχνικά εφικτό, της πρόσβασης στην επιγραμμική_διεπαφή του παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών στην οποία πραγματοποιείται η παράβαση.

Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών, προτού υποβάλει το αίτημα που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις εντός προθεσμίας δύο εβδομάδων τουλάχιστον, περιγράφοντας τα μέτρα που προτίθεται να ζητήσει και προσδιορίζοντας τον σκοπούμενο αποδέκτη ή αποδέκτες αυτών, εκτός εάν ενεργεί κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 82. Ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών, ο σκοπούμενος αποδέκτης ή αποδέκτες και κάθε άλλος τρίτος που διαθέτει αποδεδειγμένο έννομο συμφέρον έχει δικαίωμα να συμμετέχει στη διαδικασία ενώπιον της αρμόδιας δικαστικής αρχής. Κάθε μέτρο που διατάσσεται είναι αναλογικό με τη φύση, τη βαρύτητα, την επανάληψη και τη διάρκεια της παράβασης, χωρίς να περιορίζει αδικαιολόγητα την πρόσβαση αποδεκτών της οικείας υπηρεσίας σε νόμιμες πληροφορίες.

Ο περιορισμός πρόσβασης ισχύει για περίοδο τεσσάρων εβδομάδων, με την επιφύλαξη της δυνατότητας της αρμόδιας δικαστικής αρχής να επιτρέψει, με την εντολή της, στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών να παρατείνει την εν λόγω περίοδο για περαιτέρω περιόδους ίδιας διάρκειας, με την επιφύλαξη μέγιστου αριθμού παρατάσεων τον οποίο ορίζει η εν λόγω δικαστική αρχή. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρατείνει την περίοδο μόνον όταν θεωρεί ότι πληρούνται και οι δύο ακόλουθες προϋποθέσεις, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα όλων των μερών που θίγονται από τον εν λόγω περιορισμό και όλες τις σχετικές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων τυχόν πληροφοριών που μπορεί να του παράσχει ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών, ο αποδέκτης ή οι αποδέκτες και κάθε άλλος τρίτος που διαθέτει αποδεδειγμένο έννομο συμφέρον:

α)

ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα για την παύση της παράβασης·

β)

ο προσωρινός περιορισμός δεν περιορίζει αδικαιολόγητα την πρόσβαση των αποδεκτών της υπηρεσίας σε νόμιμες πληροφορίες, λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των αποδεκτών που θίγονται και κατά πόσον υπάρχουν επαρκείς και εύκολα προσβάσιμες εναλλακτικές.

Όταν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο τρίτο εδάφιο στοιχεία α) και β), αλλά δεν μπορεί να παρατείνει περαιτέρω την περίοδο σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο, υποβάλλει στην αρμόδια δικαστική αρχή νέο αίτημα, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β).

4.   Οι εξουσίες που παρατίθενται στις παραγράφους 1, 2 και 3 δεν θίγουν το τμήμα 3.

5.   Τα μέτρα που λαμβάνονται από τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών κατά την άσκηση των εξουσιών τους που παρατίθενται στις παραγράφους 1, 2 και 3 είναι αποτελεσματικά, αποτρεπτικά και αναλογικά, λαμβανομένων ιδίως υπόψη της φύσης, της βαρύτητας, της επανάληψης και της διάρκειας της παράβασης ή της υποπτευόμενης παράβασης την οποία αφορούν τα μέτρα αυτά, καθώς και της οικονομικής, τεχνικής και επιχειρησιακής ικανότητας του παρόχου των οικείων ενδιάμεσων υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση.

6.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν ειδικούς όρους και διαδικασίες για την άσκηση των εξουσιών σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 και διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε άσκηση των εν λόγω εξουσιών υπόκειται σε επαρκείς διασφαλίσεις που ορίζονται στο εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο σε συμμόρφωση με τον Χάρτη και τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου. Ειδικότερα, τα μέτρα αυτά λαμβάνονται μόνο εάν είναι σύμφωνα με το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και των δικαιωμάτων υπεράσπισης, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ακρόασης και πρόσβασης στον φάκελο, και με την επιφύλαξη του δικαιώματος αποτελεσματικής έννομης προστασίας όλων των θιγόμενων μερών.

Άρθρο 55

Εκθέσεις δραστηριοτήτων

1.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών καταρτίζουν ετήσια έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητές τους βάσει του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων του αριθμού των καταγγελιών που παραλήφθηκαν δυνάμει του άρθρου 53 και μιας επισκόπησης των επακόλουθων ενεργειών τους. Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών δημοσιεύουν τις ετήσιες εκθέσεις σε μηχαναγνώσιμο μορφότυπο, με την επιφύλαξη των κανόνων που εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 84 όσον αφορά την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών, και τις κοινοποιούν στην Επιτροπή και στο συμβούλιο.

2.   Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει επίσης τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τον αριθμό και το αντικείμενο των εντολών ανάληψης δράσης κατά παράνομου περιεχομένου και των εντολών παροχής πληροφοριών που εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10 από οποιαδήποτε εθνική δικαστική ή διοικητική αρχή του κράτους μέλους του οικείου συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών·

β)

την εφαρμογή των εντολών αυτών, όπως κοινοποιήθηκε στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10.

3.   Όταν ένα κράτος μέλος έχει ορίσει περισσότερες από μία αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 49, διασφαλίζει ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών συντάσσει ενιαία έκθεση η οποία καλύπτει τις δραστηριότητες όλων των αρμόδιων αρχών και ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών λαμβάνει από τις άλλες αρμόδιες αρχές όλες τις σχετικές πληροφορίες και τη στήριξη που απαιτείται για τον σκοπό αυτόν.

ΤΜΉΜΑ 2

Αρμοδιότητες, συντονισμένη έρευνα και μηχανισμοί συνεκτικότητας

Άρθρο 56

Αρμοδιότητες

1.   Το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η κύρια εγκατάσταση του παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών είναι αποκλειστικώς αρμόδιο για την εποπτεία και την επιβολή του παρόντος κανονισμού, με εξαίρεση τις εξουσίες που προβλέπονται στις παραγράφους 2, 3 και 4.

2.   Η Επιτροπή είναι αποκλειστικώς αρμόδια για την επίβλεψη και την επιβολή του τμήματος 5 του κεφαλαίου ΙΙΙ.

3.   Η Επιτροπή είναι αρμόδια για την επίβλεψη και την επιβολή του παρόντος κανονισμού, εκτός αυτών που προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ τμήμα 5, όσον αφορά τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης.

4.   Όταν η Επιτροπή δεν έχει κινήσει διαδικασία για την ίδια παράβαση, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η κύρια εγκατάσταση του παρόχου πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης είναι αρμόδιο για την επίβλεψη και την επιβολή των υποχρεώσεων δυνάμει του παρόντος κανονισμού, εκτός αυτών που προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ τμήμα 5, όσον αφορά τους εν λόγω παρόχους.

5.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συνεργάζονται στενά κατά την επίβλεψη και την επιβολή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

6.   Όταν πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν διαθέτει εγκατάσταση στην Ένωση, το κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ή είναι εγκατεστημένος ο νόμιμος εκπρόσωπός του ή η Επιτροπή έχουν αρμοδιότητα, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4 του παρόντος άρθρου, για την επίβλεψη και την επιβολή των σχετικών υποχρεώσεων δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

7.   Όταν ένας πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν έχει ορίσει νόμιμο εκπρόσωπο σύμφωνα με το άρθρο 13, όλα τα κράτη μέλη και, στην περίπτωση των παρόχων πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, η Επιτροπή έχει αρμοδιότητα για την επίβλεψη και την επιβολή σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Στην περίπτωση που ένας συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών προτίθεται να ασκήσει την αρμοδιότητά του δυνάμει της παρούσας παραγράφου, ενημερώνει όλους τους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και την Επιτροπή, και διασφαλίζει ότι τηρούνται οι εφαρμοστέες διασφαλίσεις που κατοχυρώνει ο Χάρτης, ιδίως για να αποφευχθεί η επιβολή πλειόνων κυρώσεων για την ίδια και αυτή συμπεριφορά, η οποία συνίσταται στην παράβαση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Στην περίπτωση που η Επιτροπή προτίθεται να ασκήσει την αρμοδιότητά της δυνάμει της παρούσας παραγράφου, ενημερώνει όλους τους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών για την εν λόγω πρόθεση. Κατόπιν της κοινοποίησης δυνάμει της παρούσας παραγράφου, τα άλλα κράτη μέλη δεν κινούν διαδικασίες για την ίδια παράβαση με εκείνη που αφορά η κοινοποίηση.

Άρθρο 57

Αμοιβαία συνδρομή

1.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και η Επιτροπή συνεργάζονται στενά και παρέχουν αμοιβαία συνδρομή για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού κατά τρόπο συνεπή και αποτελεσματικό. Η αμοιβαία συνδρομή περιλαμβάνει ειδικότερα την ανταλλαγή πληροφοριών σύμφωνα με το παρόν άρθρο καθώς και το καθήκον του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης να ενημερώνει όλους τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας προορισμού, το συμβούλιο και την Επιτροπή σχετικά με την έναρξη έρευνας και την πρόθεση να λάβει τελική απόφαση, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησής του, όσον αφορά συγκεκριμένο πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών.

2.   Για τους σκοπούς της έρευνας, ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης μπορεί να ζητήσει από άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών να παράσχουν συγκεκριμένες πληροφορίες που έχουν στην κατοχή τους όσον αφορά συγκεκριμένο πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών ή να ασκήσουν τις εξουσίες έρευνας που διαθέτουν σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 όσον αφορά συγκεκριμένες πληροφορίες που εντοπίζονται στο κράτος μέλος τους. Κατά περίπτωση, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που λαμβάνει το αίτημα μπορεί να εξασφαλίζει τη συμμετοχή άλλων αρμόδιων αρχών ή άλλων δημόσιων αρχών του εν λόγω κράτους μέλους στη διαδικασία.

3.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που λαμβάνει το αίτημα σύμφωνα με την παράγραφο 2 συμμορφώνεται με το εν λόγω αίτημα και ενημερώνει τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης σχετικά με τα μέτρα που έλαβε, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και το αργότερο εντός δύο μηνών από την παραλαβή του αιτήματος, εκτός εάν:

α)

το εύρος ή το αντικείμενο του αιτήματος δεν είναι επαρκώς προσδιορισμένο, αιτιολογημένο ή αναλογικό υπό το πρίσμα των σκοπών της έρευνας· ή

β)

ούτε ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που λαμβάνει το αίτημα ούτε άλλη αρμόδια αρχή ή άλλη δημόσια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους έχουν στην κατοχή τους τις ζητούμενες πληροφορίες ούτε έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν πρόσβαση σε αυτές· ή

γ)

το αίτημα δεν μπορεί να ικανοποιηθεί χωρίς να παραβιαστεί το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο.

Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που λαμβάνει το αίτημα αιτιολογεί την άρνησή του υποβάλλοντας αιτιολογημένη απάντηση, εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο.

Άρθρο 60

Κοινές έρευνες

1.   Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης μπορεί να κινεί και να διευθύνει κοινές έρευνες με τη συμμετοχή ενός ή περισσότερων άλλων οικείων συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών:

α)

με δική του πρωτοβουλία, για τη διερεύνηση εικαζόμενης παράβασης του παρόντος κανονισμού από συγκεκριμένο πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών σε πολλά κράτη μέλη· ή

β)

κατόπιν σύστασης του συμβουλίου, την οποία διατυπώνει κατόπιν αιτήματος τουλάχιστον τριών συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, που ισχυρίζονται, βάσει εύλογης υποψίας, παράβαση συγκεκριμένου παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών η οποία θίγει αποδέκτες της υπηρεσίας στα κράτη μέλη τους.

2.   Κάθε συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που αποδεικνύει έννομο συμφέρον δύναται να ζητήσει να συμμετάσχει στην κοινή έρευνα της παραγράφου 1. Η κοινή έρευνα ολοκληρώνεται εντός τριών μηνών από τη στιγμή της έναρξής της, εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετική προθεσμία μεταξύ των συμμετεχόντων.

Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης κοινοποιεί την προκαταρκτική του θέση σχετικά με την διισχυριζόμενη παράβαση το αργότερο έναν μήνα μετά τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο σε όλους τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, στην Επιτροπή και στο συμβούλιο. Στην προκαταρκτική θέση συνεκτιμώνται οι απόψεις όλων των άλλων συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών που συμμετέχουν στην κοινή έρευνα. Κατά περίπτωση, στην εν λόγω προκαταρκτική θέση καθορίζονται επίσης τα προβλεπόμενα μέτρα επιβολής.

3.   Το συμβούλιο μπορεί να παραπέμψει το ζήτημα στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 59, όταν:

α)

ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης δεν έχει κοινοποιήσει την προκαταρκτική του θέση εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 2·

β)

το συμβούλιο διαφωνεί ουσιαστικά με την προκαταρκτική θέση που κοινοποιήθηκε από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης· ή

γ)

ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης δεν κίνησε αμέσως την κοινή έρευνα έπειτα από τη σύσταση του συμβουλίου σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β).

4.   Κατά τη διεξαγωγή της κοινής έρευνας, οι συμμετέχοντες συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συνεργάζονται σε πνεύμα καλής πίστης, λαμβάνοντας υπόψη, κατά περίπτωση, τις υποδείξεις του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης και τη σύσταση του συμβουλίου. Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών των χωρών προορισμού που συμμετέχουν στην κοινή έρευνα έχουν το δικαίωμα, κατόπιν αιτήματος του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης ή έπειτα από διαβούλευση μαζί του, να ασκήσουν τις εξουσίες έρευνας που αναφέρονται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών τους οποίους αφορά η διισχυριζόμενη παράβαση, σε σχέση με τις πληροφορίες και τους χώρους που βρίσκονται στην επικράτεια της χώρας τους.

ΤΜΉΜΑ 3

Ευρωπαϊκό συμβούλιο ψηφιακών υπηρεσιών

Άρθρο 61

Ευρωπαϊκό συμβούλιο ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Συγκροτείται ανεξάρτητη συμβουλευτική ομάδα συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών για την επίβλεψη παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών με την ονομασία «ευρωπαϊκό συμβούλιο ψηφιακών υπηρεσιών» («συμβούλιο»).

2.   Το συμβούλιο συμβουλεύει τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και την Επιτροπή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό με σκοπό την επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

α)

τη συμβολή στη συνεπή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και στην αποτελεσματική συνεργασία των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών και της Επιτροπής για θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό·

β)

το συντονισμό και την συμβολή στην κατάρτιση κατευθυντηρίων γραμμών και αναλύσεων για λογαριασμό της Επιτροπής, των Συντονιστών Ψηφιακών Υπηρεσιών και άλλων αρμοδίων αρχών όσον αφορά αναδυόμενα ζητήματα στην εσωτερική αγορά σχετικά με θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό·

γ)

τη βοήθεια των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών και της Επιτροπής στην επίβλεψη πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών.

Άρθρο 62

Δομή του συμβουλίου

1.   Το συμβούλιο απαρτίζεται από τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, οι οποίοι εκπροσωπούνται από υψηλόβαθμους υπαλλήλους. Η παράλειψη ενός ή περισσότερων κρατών μελών να ορίσουν συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών δεν εμποδίζει το συμβούλιο να εκτελεί τα καθήκοντά του βάσει του παρόντος κανονισμού. Όταν προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, στο συμβούλιο δύνανται να συμμετέχουν άλλες αρμόδιες αρχές στις οποίες έχουν ανατεθεί συγκεκριμένες επιχειρησιακές αρμοδιότητες για την εφαρμογή και την επιβολή του παρόντος κανονισμού μαζί με τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών. Στις συνεδριάσεις μπορεί να προσκαλούνται άλλες εθνικές αρχές, όταν τις αφορούν τα ζητήματα που συζητούνται.

2.   Η προεδρία του συμβουλίου ασκείται από την Επιτροπή. Η Επιτροπή συγκαλεί τις συνεδριάσεις και καταρτίζει την ημερήσια διάταξη σύμφωνα με τα καθήκοντα του συμβουλίου δυνάμει του παρόντος κανονισμού και με βάση τον εσωτερικό κανονισμό του. Όταν ζητείται από το συμβούλιο να διατυπώσει σύσταση βάσει του παρόντος κανονισμού, το συμβούλιο καθιστά το αίτημα αυτό αμέσως διαθέσιμο στους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών μέσω του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που θεσπίζεται με το άρθρο 85.

3.   Κάθε κράτος μέλος έχει μία ψήφο. Η Επιτροπή δεν έχει δικαιώματα ψήφου.

Το συμβούλιο εγκρίνει τις πράξεις του με απλή πλειοψηφία. Όσον αφορά την έκδοση της αναφερόμενης στο άρθρο 36 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο σύστασης προς την Επιτροπή, το συμβούλιο πραγματοποιεί ψηφοφορία εντός 48 ωρών από το αίτημα του προέδρου του συμβουλίου.

4.   Η Επιτροπή παρέχει διοικητική και αναλυτική υποστήριξη για τις δραστηριότητες του συμβουλίου σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

5.   Το συμβούλιο μπορεί να προσκαλεί στις συνεδριάσεις του εμπειρογνώμονες και παρατηρητές και μπορεί να συνεργάζεται με άλλα όργανα, οργανισμούς, υπηρεσίες και συμβουλευτικές ομάδες της Ένωσης, καθώς και με εξωτερικούς εμπειρογνώμονες, κατά περίπτωση. Το συμβούλιο δημοσιεύει τα αποτελέσματα αυτής της συνεργασίας.

6.   Το συμβούλιο δύναται να διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη και δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα της εν λόγω διαβούλευσης.

7.   Το συμβούλιο θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό του, κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Επιτροπής.

Άρθρο 63

Καθήκοντα του συμβουλίου

1.   Όταν απαιτείται για την επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο άρθρο 61 παράγραφος 2, το συμβούλιο ειδικότερα:

α)

στηρίζει τον συντονισμό των κοινών ερευνών·

β)

στηρίζει τις αρμόδιες αρχές κατά την ανάλυση των εκθέσεων και των αποτελεσμάτων των ελέγχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης που πρέπει να κοινοποιούνται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

γ)

διατυπώνει γνώμες, συστάσεις ή συμβουλές προς τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη την ελευθερία παροχής υπηρεσιών των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών·

δ)

συμβουλεύει την για τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 66 και εκδίδει γνώμες όσον αφορά πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες ή πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

ε)

στηρίζει και προωθεί την εκπόνηση και την εφαρμογή ευρωπαϊκών προτύπων, κατευθυντήριων γραμμών, εκθέσεων, υποδειγμάτων και κωδίκων δεοντολογίας σε συνεργασία με τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη, όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, μεταξύ άλλων με την έκδοση γνωμοδοτήσεων ή συστάσεων για θέματα που σχετίζονται με το άρθρο 44, καθώς και τον προσδιορισμό αναδυόμενων ζητημάτων, σε σχέση με θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό.

2.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και, κατά περίπτωση, άλλες αρμόδιες αρχές που δεν συμμορφώνονται με τις γνωμοδοτήσεις, τα αιτήματα ή τις συστάσεις που τους απευθύνονται και εκδίδονται από το συμβούλιο αιτιολογούν την επιλογή τους αυτή, συμπεριλαμβανομένης μιας εξήγησης σχετικά με τις έρευνες, τις ενέργειες και τα μέτρα που έχουν υλοποιήσει, κατά την υποβολή εκθέσεων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό ή κατά τη λήψη των σχετικών αποφάσεών τους, ανάλογα με την περίπτωση.

ΤΜΉΜΑ 4

Επίβλεψη, έρευνα, επιβολή και παρακολούθηση όσον αφορά τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης

Άρθρο 64

Ανάπτυξη εμπειρογνωσίας και ικανοτήτων

1.   Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και το συμβούλιο, αναπτύσσει ενωσιακή εμπειρογνωσία και ικανότητες, μεταξύ άλλων, όταν ενδείκνυται, μέσω της απόσπασης προσωπικού των κρατών μελών.

2.   Επιπλέον, η Επιτροπή, σε συνεργασία με τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και το συμβούλιο, συντονίζει την αξιολόγηση συστημικών και αναδυόμενων ζητημάτων σε ολόκληρη την Ένωση σε σχέση με πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες ή πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης όσον αφορά θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό.

3.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητεί από τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, το συμβούλιο και άλλα όργανα, οργανισμούς και υπηρεσίες της Ένωσης που διαθέτουν σχετική εμπειρογνωσία να υποστηρίξουν την αξιολόγηση που αφορά συστημικά και αναδυόμενα ζητήματα σε ολόκληρη την Ένωση βάσει του παρόντος κανονισμού.

4.   Τα κράτη μέλη συνεργάζονται με την Επιτροπή, ειδικότερα μέσω των αντίστοιχων συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών και άλλων αρμόδιων αρχών, κατά περίπτωση, μεταξύ άλλων καθιστώντας διαθέσιμη την εμπειρογνωσία και τις ικανότητές τους.

Άρθρο 66

Κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή και συνεργασία στην έρευνα

1.   Η Επιτροπή μπορεί να κινήσει διαδικασία ενόψει της πιθανής έκδοσης αποφάσεων δυνάμει των άρθρων 73 και 74 όσον αφορά τη σχετική συμπεριφορά του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης για τον οποίο η Επιτροπή υποπτεύεται ότι έχει παραβιάσει κάποια από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

2.   Εάν η Επιτροπή αποφασίσει να κινήσει τη διαδικασία της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ενημερώνει σχετικά όλους τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και το συμβούλιο μέσω του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 85, καθώς και τον οικείο πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης.

Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαβιβάζουν στην Επιτροπή, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση αφότου ενημερωθούν ότι έχει κινηθεί διαδικασία, κάθε πληροφορία που έχουν στην κατοχή τους σχετικά με την επίμαχη παράβαση.

Η κίνηση της διαδικασίας δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου από την Επιτροπή απαλλάσσει τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών ή κάθε τυχόν αρμόδια αρχή, κατά περίπτωση, από τις αρμοδιότητες της εποπτείας και επιβολής που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό δυνάμει του άρθρου 56 παράγραφος 4.

3.   Κατά την άσκηση των ελεγκτικών εξουσιών που διαθέτει δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη μεμονωμένη ή κοινή στήριξη των τυχόν συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών τους οποίους αφορά η εικαζόμενη παράβαση, συμπεριλαμβανομένου του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης. Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών που λαμβάνουν τέτοιο αίτημα, καθώς και οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή της οποίας η συμμετοχή ζητείται από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, συνεργάζονται καλόπιστα και εγκαίρως με την Επιτροπή και έχουν το δικαίωμα να ασκήσουν τις ελεγκτικές εξουσίες που διαθέτουν σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 όσον αφορά τον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, σε σχέση με τις πληροφορίες, τα πρόσωπα και τους χώρους που βρίσκονται στην επικράτεια του κράτους μέλους τους και σύμφωνα με το σχετικό αίτημα.

4.   Η Επιτροπή παρέχει στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης και στο συμβούλιο όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν στην άσκηση των εξουσιών που αναφέρονται στα άρθρα 67 έως 72, καθώς και τα αναφερόμενα στο άρθρο 79 παράγραφος 1 προκαταρκτικά πορίσματά της. Το συμβούλιο υποβάλλει στην Επιτροπή τις απόψεις του σχετικά με τα εν λόγω προκαταρκτικά πορίσματα εντός προθεσμίας που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2. Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τις απόψεις του συμβουλίου κατά τη λήψη της απόφασής της.

Άρθρο 67

Αιτήματα παροχής πληροφοριών

1.   Προκειμένου να εκτελεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται βάσει του παρόντος τμήματος, η Επιτροπή μπορεί, με απλό αίτημα ή με απόφαση, να ζητήσει από τον οικείο πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, καθώς και από κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ενεργεί για σκοπούς που αφορούν τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές του δραστηριότητες, το οποίο μπορεί εύλογα να γνωρίζει πληροφορίες σχετικές με την εικαζόμενη παράβαση, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών που διενεργούν τους ελέγχους που αναφέρονται στο άρθρο 37 και στο άρθρο 75 παράγραφος 2, να παράσχουν τις εν λόγω πληροφορίες εντός εύλογης προθεσμίας.

2.   Κατά την υποβολή απλού αιτήματος παροχής πληροφοριών προς τον οικείο πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή αναφέρει τη νομική βάση και τον σκοπό του αιτήματος, προσδιορίζει τις ζητούμενες πληροφορίες και καθορίζει την προθεσμία υποβολής των ζητούμενων πληροφοριών, καθώς και τα πρόστιμα που επισύρει η παροχή ανακριβών, ελλιπών ή παραπλανητικών πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 74.

3.   Όταν η Επιτροπή ζητά με απόφαση την υποβολή πληροφοριών από τον οικείο πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, αναφέρει τη νομική βάση και τον σκοπό του αιτήματός της, προσδιορίζει τις ζητούμενες πληροφορίες και καθορίζει την προθεσμία υποβολής των ζητούμενων πληροφοριών. Επίσης μνημονεύονται τα πρόστιμα που προβλέπει το άρθρο 74 και μνημονεύονται ή επιβάλλονται οι περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπει το άρθρο 76. Στην απόφαση αναφέρεται επίσης το δικαίωμα να ζητηθεί έλεγχος της απόφασης από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4.   Οι οικείοι πάροχοι της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή οι εκπρόσωποί τους και, στην περίπτωση των νομικών προσώπων ή των εταιρειών, ή στην περίπτωση που δεν διαθέτουν νομική προσωπικότητα, τα πρόσωπα που είναι επιφορτισμένα με την εκπροσώπησή τους βάσει του νόμου ή του καταστατικού τους, οφείλουν να παρέχουν τις πληροφορίες που ζητούνται για λογαριασμό του οικείου παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλου προσώπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Τις πληροφορίες είναι δυνατόν να παρέχουν δεόντως εξουσιοδοτημένοι δικηγόροι για λογαριασμό των πελατών τους. Οι τελευταίοι εξακολουθούν να ευθύνονται πλήρως για την παροχή ελλιπών, ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών.

5.   Κατ’ αίτηση της Επιτροπής, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και άλλες αρμόδιες αρχές παρέχουν στην Επιτροπή όλες τις απαραίτητες πληροφορίες προς εκπλήρωση των καθηκόντων που της ανατίθενται βάσει του παρόντος τμήματος.

6.   Η Επιτροπή αποστέλλει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά την αποστολή του απλού αιτήματος ή της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, αντίγραφο του απλού αιτήματος ή της απόφασης στους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, μέσω του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 85.

Άρθρο 75

Ενισχυμένη εποπτεία των διορθωτικών μέτρων για την αντιμετώπιση των παραβάσεων των υποχρεώσεων που θεσπίζονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ τμήμα 5

1.   Όταν εκδίδει απόφαση δυνάμει του άρθρου 73 σχετικά με την παράβαση διάταξης του κεφαλαίου ΙΙΙ τμήμα 5 από πάροχο πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, η Επιτροπή χρησιμοποιεί το σύστημα ενισχυμένης εποπτείας που προβλέπεται στο παρόν άρθρο. Στο πλαίσιο αυτό, λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη κάθε γνώμη του συμβουλίου σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

2.   Στην απόφαση που αναφέρεται στο άρθρο 73, η Επιτροπή υποχρεώνει τον πάροχο πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης να καταρτίσει και να κοινοποιήσει, εντός εύλογης προθεσμίας που ορίζεται στην απόφαση, στους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, στην Επιτροπή και στο συμβούλιο σχέδιο δράσης που καθορίζει τα αναγκαία μέτρα που είναι επαρκή για την παύση ή την αποκατάσταση της παράβασης. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν δέσμευση για τη διενέργεια ανεξάρτητου ελέγχου, σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφοι 3 και 4, σχετικά με την εφαρμογή των λοιπών μέτρων, και προσδιορίζουν την ταυτότητα των ελεγκτών καθώς και τη μεθοδολογία, το χρονοδιάγραμμα και τις εργασίες επακολούθησης του ελέγχου. Τα μέτρα μπορούν να περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, δέσμευση συμμετοχής σε σχετικό κώδικα δεοντολογίας όπως ορίζεται στο άρθρο 45.

3.   Εντός ενός μηνός από την παραλαβή του σχεδίου δράσης, το συμβούλιο γνωστοποιεί τη γνώμη του για το σχέδιο δράσης στην Επιτροπή. Εντός ενός μηνός από την παραλαβή της εν λόγω γνώμης, η Επιτροπή αποφασίζει κατά πόσον τα μέτρα που προβλέπονται στο σχέδιο δράσης επαρκούν για την παύση ή την αποκατάσταση της παράβασης, και ορίζει εύλογη προθεσμία για την εφαρμογή του. Η ενδεχόμενη δέσμευση για τήρηση των σχετικών κωδίκων δεοντολογίας λαμβάνεται υπόψη για τη λήψη της απόφασης αυτής. Στη συνέχεια, η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή του σχεδίου δράσης. Για τον σκοπό αυτό, ο πάροχος πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης κοινοποιεί την έκθεση ελέγχου στην Επιτροπή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μόλις αυτή καταστεί διαθέσιμη, και ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται για την εφαρμογή του εν λόγω σχεδίου δράσης. Η Επιτροπή δύναται, εφόσον είναι αναγκαίο για την εν λόγω παρακολούθηση, να ζητήσει από τον πάροχο πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης να παράσχει πρόσθετες πληροφορίες εντός εύλογης προθεσμίας που ορίζεται από την Επιτροπή.

Η Επιτροπή τηρεί ενήμερο το συμβούλιο και τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών σχετικά με την εφαρμογή του σχεδίου δράσης, και σχετικά με την παρακολούθησή του.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να λάβει τα αναγκαία μέτρα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, ιδίως το άρθρο 76 παράγραφος 1 στοιχείο ε) και το άρθρο 82 παράγραφος 1, σε περίπτωση που:

α)

ο πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης δεν παράσχει σχέδιο δράσης, την έκθεση ελέγχου, τις απαραίτητες επικαιροποιήσεις ή τυχόν πρόσθετες απαραίτητες πληροφορίες, εντός της τεθείσας προθεσμίας·

β)

η Επιτροπή απορρίψει το προτεινόμενο σχέδιο δράσης διότι θεωρεί ότι τα μέτρα που προβλέπονται σε αυτό δεν επαρκούν για την παύση ή την αποκατάσταση της παράβασης· ή

γ)

η Επιτροπή κρίνει, με βάση την έκθεση ελέγχου, τυχόν επικαιροποιήσεις ή πρόσθετες πληροφορίες που παρασχέθηκαν ή άλλες σχετικές πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της, ότι η εφαρμογή του σχεδίου δράσης δεν επαρκεί για την παύση ή την αποκατάσταση της παράβασης.

Άρθρο 85

Σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών

1.   Η Επιτροπή θεσπίζει και διατηρεί ένα αξιόπιστο και ασφαλές σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών για τη στήριξη της επικοινωνίας μεταξύ των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, της Επιτροπής και του συμβουλίου. Σε άλλες αρμόδιες αρχές μπορεί να χορηγηθεί πρόσβαση στο εν λόγω σύστημα, κατά περίπτωση, για την εκτέλεση των καθηκόντων που τους ανατίθενται με βάση τον παρόντα κανονισμό.

2.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, η Επιτροπή και το συμβούλιο χρησιμοποιούν το σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών για όλες τις επικοινωνίες σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που καθορίζουν τις πρακτικές και επιχειρησιακές ρυθμίσεις για τη λειτουργία του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών και τη διαλειτουργικότητά του με άλλα συναφή συστήματα. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 88.


whereas









keyboard_arrow_down