search


keyboard_tab Digital Market Act 2022/1925 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/1925 EL cercato: 'πρωτοβουλία' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index πρωτοβουλία:


whereas πρωτοβουλία:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 710

 

Άρθρο 4

Επανεξέταση της ιδιότητας του πυλωρού

1.   Η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτήματος ή με δική της πρωτοβουλία, να επανεξετάζει, να τροποποιεί ή να καταργεί, ανά πάσα στιγμή, απόφαση ορισμού που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 3 για έναν από τους ακόλουθους λόγους:

α)

υπήρξε ουσιαστική μεταβολή σε οποιοδήποτε από τα πραγματικά στοιχεία στα οποία βασίστηκε η απόφαση ορισμού·

β)

η απόφαση ορισμού βασίστηκε σε ελλιπείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες.

2.   Η Επιτροπή επανεξετάζει τακτικά, και τουλάχιστον κάθε τρία έτη, κατά πόσον οι πυλωροί εξακολουθούν να πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1. Με την εν λόγω επανεξέταση εξετάζεται επίσης αν πρέπει να τροποποιηθεί ο κατάλογος των βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας του πυλωρού οι οποίες αυτοτελώς αποτελούν σημαντική πύλη για τη σύνδεση επαγγελματιών χρηστών με τελικούς χρήστες, όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β). Οι εν λόγω επανεξετάσεις δεν αναστέλλουν τις υποχρεώσεις του πυλωρού.

Η Επιτροπή εξετάζει, επίσης, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, κατά πόσον νέες επιχειρήσεις που παρέχουν βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας πληρούν τις εν λόγω προϋποθέσεις.

Σε περίπτωση που η Επιτροπή, βάσει των επανεξετάσεων σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, διαπιστώσει ότι έχουν μεταβληθεί τα πραγματικά στοιχεία στα οποία βασίστηκε ο ορισμός των επιχειρήσεων που παρέχουν βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ως πυλωρών, εκδίδει απόφαση που επικυρώνει, τροποποιεί ή καταργεί την απόφαση ορισμού.

3.   Η Επιτροπή δημοσιεύει και επικαιροποιεί κατάλογο των πυλωρών και τον κατάλογο των βασικών υπηρεσιών πλατφόρμας για τις οποίες οι πυλωροί πρέπει να συμμορφώνονται σε μόνιμη βάση με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΤΩΝ ΠΥΛΩΡΩΝ ΠΟΥ ΠΕΡΙΟΡΙΖΟΥΝ ΤΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗΣ Η ΕΙΝΑΙ ΑΘΕΜΙΤΕΣ

Άρθρο 8

Συμμόρφωση των πυλωρών με τις υποχρεώσεις

1.   Ο πυλωρός διασφαλίζει και αποδεικνύει τη συμμόρφωσή του με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7 του παρόντος κανονισμού. Τα μέτρα που εφαρμόζει ο  πυλωρός για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τα εν λόγω άρθρα είναι αποτελεσματικά για την εκπλήρωση των στόχων του παρόντος κανονισμού και της σχετικής υποχρέωσης. Ο πυλωρός μεριμνά ώστε η εφαρμογή των εν λόγω μέτρων να είναι σύμφωνη με το ισχύον δίκαιο, ιδίως τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, την οδηγία 2002/58/ΕΚ, τη νομοθεσία για την κυβερνοασφάλεια, την προστασία των καταναλωτών, την ασφάλεια των προϊόντων, καθώς και με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας.

2.   Η Επιτροπή μπορεί, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος πυλωρού δυνάμει της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, να κινήσει διαδικασία δυνάμει του άρθρου 20.

Η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει εκτελεστική πράξη, στην οποία καθορίζονται τα μέτρα που πρέπει να εφαρμόσει ο ενδιαφερόμενος πυλωρός προκειμένου να συμμορφωθεί αποτελεσματικά με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 6 και 7. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται εντός έξι μηνών από την κίνηση διαδικασίας δυνάμει του άρθρου 20 σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

Κατά την κίνηση διαδικασίας, με δική της πρωτοβουλία, για καταστρατήγηση δυνάμει του άρθρου 13, τα εν λόγω μέτρα μπορούν να αφορούν τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7.

3.   Ο πυλωρός μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να λάβει μέρος σε διαδικασία προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον τα μέτρα που ο εν λόγω πυλωρός προτίθεται να εφαρμόσει ή έχει εφαρμόσει για να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με τα άρθρα 6 και 7 είναι αποτελεσματικά για την επίτευξη του στόχου της σχετικής υποχρέωσης υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις του πυλωρού. Η Επιτροπή έχει τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίζει εάν θα λάβει μέρος σε τέτοια διαδικασία, σεβόμενη τις αρχές της ίσης μεταχείρισης, της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης.

Στο αίτημά του, ο πυλωρός υποβάλλει αιτιολογημένη γνώμη για να επεξηγήσει τα μέτρα που προτίθεται να εφαρμόσει ή έχει εφαρμόσει. Ο πυλωρός υποβάλλει επιπλέον μη εμπιστευτική έκδοση της αιτιολογημένης γνώμης του, η οποία μπορεί να κοινοποιηθεί σε τρίτους δυνάμει της παραγράφου 6.

4.   Οι παράγραφοι 2 και 3 του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τις εξουσίες της Επιτροπής βάσει των άρθρων 29, 30 και 31.

5.   Με σκοπό την έκδοση της απόφασης σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Επιτροπή κοινοποιεί τα προκαταρκτικά της πορίσματα στον πυλωρό εντός τριών μηνών από την κίνηση της διαδικασίας βάσει του άρθρου 20. Στα προκαταρκτικά πορίσματα, η Επιτροπή επεξηγεί τα μέτρα που εξετάζει να λάβει ή που εκτιμά ότι θα πρέπει να λάβει ο ενδιαφερόμενος πυλωρός, προκειμένου να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα ζητήματα που επισημαίνονται στα προκαταρκτικά πορίσματα.

6.   Για να δώσει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη να παράσχουν σχόλια με αποτελεσματικό τρόπο, η Επιτροπή δημοσιεύει, κατά την κοινοποίηση των προκαταρκτικών πορισμάτων της στον πυλωρό δυνάμει της παραγράφου 5 ή το συντομότερο δυνατό μετά την κοινοποίηση αυτή, μη εμπιστευτική περίληψη της υπόθεσης και των μέτρων τα οποία εξετάζει να λάβει ή τα οποία εκτιμά ότι θα πρέπει να λάβει ο ενδιαφερόμενος πυλωρός. Η Επιτροπή προσδιορίζει εύλογο χρονικό διάστημα εντός του οποίου πρέπει να υποβληθούν τα εν λόγω σχόλια.

7.   Κατά τον προσδιορισμό των μέτρων σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι τα μέτρα είναι αποτελεσματικά για την εκπλήρωση των στόχων του παρόντος κανονισμού και της σχετικής υποχρέωσης, και αναλογικά με τις συγκεκριμένες περιστάσεις του πυλωρού και της σχετικής υπηρεσίας.

8.   Για τους σκοπούς του προσδιορισμού των υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφοι 11 και 12, η Επιτροπή αξιολογεί επίσης αν τα σχεδιαζόμενα ή εφαρμοζόμενα μέτρα διασφαλίζουν ότι δεν υφίσταται πλέον ανισορροπία δικαιωμάτων και υποχρεώσεων για τους επαγγελματίες χρήστες και ότι τα ίδια τα μέτρα δεν αποφέρουν πλεονέκτημα στον πυλωρό το οποίο είναι δυσανάλογο προς την υπηρεσία που παρέχει ο πυλωρός στους επαγγελματίες χρήστες.

9.   Σε ό,τι αφορά τη διαδικασία δυνάμει της παραγράφου 2, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτήματος ή με δική της πρωτοβουλία, να αποφασίσει να κινήσει εκ νέου τη διαδικασία σε περίπτωση που:

α)

υπήρξε ουσιαστική μεταβολή σε οποιοδήποτε από τα πραγματικά περιστατικά στα οποία βασίστηκε η απόφαση· ή

β)

η απόφαση βασίστηκε σε ελλιπείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες· ή

γ)

τα μέτρα που προσδιορίζονται στην απόφαση δεν είναι αποτελεσματικά.

Άρθρο 10

Απαλλαγή για λόγους δημόσιας υγείας και δημόσιας ασφάλειας

1.   Η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος πυλωρού ή με δική της πρωτοβουλία, να εκδίδει εκτελεστική πράξη που να καθορίζει την απόφασή της να χορηγήσει απαλλαγή στον εν λόγω πυλωρό, πλήρως ή εν μέρει, από συγκεκριμένη υποχρέωση που καθορίζεται στο άρθρο 5, 6 ή 7 σε σχέση με βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας η οποία περιλαμβάνεται στην απόφαση ορισμού δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 9, όταν η απαλλαγή αυτή δικαιολογείται με βάση τους λόγους που καθορίζονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου («απόφαση απαλλαγής»). Η Επιτροπή εκδίδει την απόφαση απαλλαγής εντός τριών μηνών από τη λήψη πλήρους αιτιολογημένου αιτήματος και υποβάλλει αιτιολογημένη δήλωση στην οποία επεξηγούνται οι λόγοι της απαλλαγής. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

2.   Όταν χορηγείται απαλλαγή δυνάμει της παραγράφου 1, η Επιτροπή επανεξετάζει την απόφασή της για απαλλαγή εάν ο λόγος απαλλαγής δεν υφίσταται πλέον ή τουλάχιστον κάθε έτος. Σε συνέχεια αυτής της επανεξέτασης, η Επιτροπή είτε ανακαλεί πλήρως ή εν μέρει την απαλλαγή, είτε αποφασίζει ότι οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 εξακολουθούν να πληρούνται.

3.   Απαλλαγή κατά την παράγραφο 1 μπορεί να χορηγείται μόνο για λόγους δημόσιας υγείας ή δημόσιας ασφάλειας.

4.   Σε επείγουσες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος πυλωρού ή με δική της πρωτοβουλία, να αναστείλει προσωρινά την εφαρμογή συγκεκριμένης υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 για μία ή περισσότερες μεμονωμένες βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ήδη πριν από την έκδοση της απόφασης δυνάμει της εν λόγω παραγράφου. Το αίτημα αυτό μπορεί να υποβληθεί και να γίνει δεκτό ανά πάσα στιγμή εν αναμονή της αξιολόγησης της Επιτροπής δυνάμει της παραγράφου 1.

5.   Κατά την αξιολόγηση του αιτήματος που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 4, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη ιδίως τον αντίκτυπο της συμμόρφωσης με τη συγκεκριμένη υποχρέωση στους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 3, καθώς και τις επιπτώσεις για τον ενδιαφερόμενο πυλωρό και για τρίτους. Η Επιτροπή μπορεί να ορίσει ότι η αναστολή υπόκειται σε όρους και υποχρεώσεις προκειμένου να εξασφαλίζεται θεμιτή ισορροπία μεταξύ των στόχων που επιδιώκονται για τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 3 και των στόχων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 25

Δεσμεύσεις

1.   Εάν, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 18, ο ενδιαφερόμενος πυλωρός προσφερθεί να αναλάβει δεσμεύσεις για τις σχετικές βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ώστε να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστική πράξη που καθιστά τις δεσμεύσεις αυτές υποχρεωτικές για τον εν λόγω πυλωρό και δηλώνει ότι δεν συντρέχουν περαιτέρω λόγοι για ανάληψη δράσης. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

2.   Η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτήματος ή με δική της πρωτοβουλία, να κινήσει εκ νέου τη σχετική διαδικασία βάσει απόφασης, σε περίπτωση που:

α)

υπήρξε ουσιαστική μεταβολή σε οποιοδήποτε από τα πραγματικά περιστατικά στα οποία βασίστηκε η απόφαση·

β)

ο ενδιαφερόμενος πυλωρός αθετήσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει·

γ)

η απόφαση βασίστηκε σε ελλιπείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες των μερών·

δ)

οι δεσμεύσεις δεν είναι αποτελεσματικές.

3.   Εάν η Επιτροπή θεωρεί ότι οι δεσμεύσεις που πρότεινε ο ενδιαφερόμενος πυλωρός δεν μπορούν να διασφαλίσουν την αποτελεσματική συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7, επεξηγεί τους λόγους για τους οποίους δεν καθιστά αυτές τις δεσμεύσεις υποχρεωτικές στην απόφαση για την περάτωση της σχετικής διαδικασίας.

Άρθρο 38

Συνεργασία και συντονισμός με τις εθνικές αρμόδιες αρχές επιβολής κανόνων ανταγωνισμού

1.   Η Επιτροπή και οι εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 συνεργάζονται μεταξύ τους και αλληλοενημερώνονται σχετικά με τα μέτρα επιβολής που λαμβάνουν μέσω του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού (ΕΔΑ). Έχουν την εξουσία να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με όλα τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των εμπιστευτικών πληροφοριών. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή δεν είναι μέλος του ΕΔΑ, η Επιτροπή προβαίνει στις αναγκαίες ρυθμίσεις για τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με υποθέσεις που αφορούν την επιβολή του παρόντος κανονισμού και την επιβολή των κανόνων του άρθρου 1 παράγραφος 6 σε υποθέσεις των εν λόγω αρχών. Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει ρυθμίσεις αυτού του είδους με εκτελεστική πράξη κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ).

2.   Σε περίπτωση που εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 προτίθεται να κινήσει διερεύνηση σε πυλωρούς βάσει της εθνικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή για το πρώτο επίσημο μέτρο διερεύνησης, πριν ή αμέσως μετά την έναρξη του εν λόγω μέτρου. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να διαβιβαστούν επίσης στις εθνικές αρμόδιες αρχές οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 των άλλων κρατών μελών.

3.   Σε περίπτωση που εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 προτίθεται να επιβάλει υποχρεώσεις σε πυλωρούς βάσει της εθνικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, γνωστοποιεί, αιτιολογημένα, το αργότερο 30 ημέρες πριν από την έγκριση, το σχέδιο μέτρου στην Επιτροπή. Σε περίπτωση προσωρινών μέτρων, η εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 γνωστοποιεί στην Επιτροπή το σχέδιο των προτεινόμενων μέτρων το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο αμέσως μετά την έγκριση τέτοιων μέτρων. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να διαβιβαστούν επίσης στις εθνικής αρμόδιες αρχές οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες στο άρθρο 1 παράγραφος 6των άλλων κρατών μελών.

4.   Οι μηχανισμοί πληροφόρησης που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 δεν εφαρμόζονται στις αποφάσεις που προβλέπονται σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες περί συγκεντρώσεων

5.   Πληροφορίες που ανταλλάσσονται δυνάμει των παραγράφων 1 έως 3 του παρόντος άρθρου ανταλλάσσονται και χρησιμοποιούνται μόνο για τον συντονισμό της επιβολής του παρόντος κανονισμού και των κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

6.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφο 6 να υποστηρίξουν οποιαδήποτε διερεύνηση της αγοράς που πραγματοποιεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

7.   Εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 μπορεί με δική της πρωτοβουλία να διεξάγει διερεύνηση σε περίπτωση πιθανής μη συμμόρφωσης με τα άρθρα 5, 6 και 7 του παρόντος κανονισμού στο έδαφός της, όταν έχει τη σχετική αρμοδιότητα και εξουσίες διερεύνησης βάσει του εθνικού δικαίου. Η εν λόγω αρχή ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή προτού λάβει το πρώτο επίσημο μέτρο διερεύνησης.

Η κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 20 απαλλάσσει τις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 από τη δυνατότητα διεξαγωγής διερεύνησης ή την περατώνει όταν αυτή είναι ήδη σε εξέλιξη. Οι εν λόγω αρχές υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα πορίσματα μιας τέτοιας διερεύνησης, προκειμένου να στηρίξουν την Επιτροπή στον ρόλο της ως μοναδικής αρχής επιβολής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 39

Συνεργασία με τα εθνικά δικαστήρια

1.   Κατά τις διαδικασίες για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, τα εθνικά δικαστήρια μπορούν να ζητήσουν από την Επιτροπή να τους διαβιβάσει πληροφορίες που έχει στην κατοχή της ή να γνωμοδοτήσει επί ζητημάτων που αφορούν την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

2.   Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή αντίγραφο κάθε γραπτής απόφασης εθνικών δικαστηρίων που σχετίζεται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Το εν λόγω αντίγραφο διαβιβάζεται το συντομότερο δυνατόν μετά την ημερομηνία κατά την οποία κοινοποιείται στα μέρη η πλήρης γραπτή απόφαση.

3.   Όταν το απαιτεί η συνεπής εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή μπορεί, με δική της πρωτοβουλία, να υποβάλει γραπτές παρατηρήσεις στα εθνικά δικαστήρια. Με την άδεια του εν λόγω δικαστηρίου, μπορεί επίσης να υποβάλλει προφορικές παρατηρήσεις.

4.   Χάριν της προετοιμασίας των παρατηρήσεών της και μόνο, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από το αρμόδιο εθνικό_δικαστήριο τη διαβίβαση ή την εξασφάλιση της διαβίβασης προς την Επιτροπή τυχόν εγγράφων που είναι αναγκαία για την αξιολόγηση της υπόθεσης.

5.   Τα εθνικά δικαστήρια δεν εκδίδουν απόφαση που αντιβαίνει σε απόφαση που έχει εκδοθεί από την Επιτροπή βάσει του παρόντος κανονισμού. Αποφεύγουν επίσης να εκδίδουν αποφάσεις που ενδέχεται να έρθουν σε σύγκρουση με απόφαση την οποία σκοπεύει να εκδώσει η Επιτροπή επί διαδικασίας που έχει κινήσει δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Προς τον σκοπό αυτό, το εθνικό_δικαστήριο μπορεί να κρίνει εάν είναι αναγκαίο να αναστείλει τη διαδικασία του. Τούτο ισχύει υπό την επιφύλαξη της δυνατότητας των εθνικών δικαστηρίων να υποβάλλουν αίτηση προδικαστικής απόφασης δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ.

Άρθρο 49

Άσκηση των κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων κατά το άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 και το άρθρο 12 παράγραφοι 1, 3 και 4 ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από την 1η Νοεμβρίου 2022. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 και στο άρθρο 12 παράγραφοι 1, 3 και 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφοι 6 και 7 και του άρθρου 12 παράγραφοι 1, 3 και 4 τίθεται σε ισχύ μόνο αν δεν διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα κοινοποίησης της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η προθεσμία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.


whereas









keyboard_arrow_down