search


keyboard_tab Digital Market Act 2022/1925 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/1925 EL cercato: 'επιβολής' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index επιβολής:


whereas επιβολής:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 702

 

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι να συμβάλει στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς θεσπίζοντας εναρμονισμένους κανόνες που θα εξασφαλίζουν, σε όλες τις επιχειρήσεις, διεκδικήσιμες και δίκαιες αγορές στον ψηφιακό τομέα σε ολόκληρη την Ένωση, όπου υπάρχουν πυλωροί, προς όφελος των επαγγελματιών χρηστών και των τελικών χρηστών.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας που παρέχονται ή προσφέρονται από τους πυλωρούς σε επαγγελματίες χρήστες που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση ή σε τελικούς χρήστες που είναι εγκατεστημένοι ή βρίσκονται στην Ένωση, ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασης ή διαμονής των πυλωρών και ανεξαρτήτως του δικαίου που εφαρμόζεται κατά τα άλλα στην παροχή υπηρεσιών.

3.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις αγορές που αφορούν:

α)

δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972·

β)

υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 4) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972, εκτός από εκείνες που σχετίζονται με υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών.

4.   Όσον αφορά τις υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 5) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972, ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις εξουσίες και τις αρμοδιότητες που ανατίθενται στις εθνικές ρυθμιστικές και άλλες αρμόδιες αρχές δυνάμει του άρθρου 61 της εν λόγω οδηγίας.

5.   Προκειμένου να αποφύγουν τον κατακερματισμό της εσωτερικής αγοράς, τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν στους πυλωρούς περαιτέρω υποχρεώσεις μέσω νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών μέτρων με σκοπό τη εξασφάλιση διεκδικήσιμων και δίκαιων αγορών. Καμία διάταξη του παρόντος κανονισμού δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να επιβάλλουν υποχρεώσεις σε επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων που παρέχουν βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας, σε ό,τι αφορά θέματα που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις είναι συμβατές με το ενωσιακό δίκαιο και δεν απορρέουν από το γεγονός ότι οι σχετικές επιχειρήσεις έχουν την ιδιότητα του πυλωρού κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού.

6.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ. Δεν θίγει επίσης την εφαρμογή:

α)

εθνικών κανόνων ανταγωνισμού που απαγορεύουν αντιανταγωνιστικές συμφωνίες, αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων, εναρμονισμένες πρακτικές και καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης·

β)

εθνικών κανόνων ανταγωνισμού που απαγορεύουν άλλες μορφές μονομερούς συμπεριφοράς, στον βαθμό που εφαρμόζονται σε επιχειρήσεις που δεν είναι πυλωροί ή ισοδυναμούν με την επιβολή πρόσθετων υποχρεώσεων στους πυλωρούς· και

γ)

του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (23) και των εθνικών κανόνων σχετικά με τον έλεγχο των συγκεντρώσεων.

7.   Οι εθνικές αρχές δεν λαμβάνουν αποφάσεις που αντιβαίνουν σε απόφαση που έχει εκδοθεί από την Επιτροπή βάσει του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη συνεργάζονται στενά και συντονίζονται όσον αφορά τα μέτρα επιβολής που λαμβάνουν με βάση τις αρχές που ορίζονται στα άρθρα 37 και 38.

Άρθρο 23

Εξουσίες διενέργειας επιθεωρήσεων

1.   Προς εκπλήρωση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή δύναται να διενεργεί κάθε αναγκαία επιθεώρηση σε μια επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων.

2.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης έχουν την εξουσία:

α)

να εισέρχονται σε χώρους, εκτάσεις γης και μεταφορικά μέσα των επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων·

β)

να ελέγχουν τα βιβλία και άλλα αρχεία που σχετίζονται με την επιχείρηση, ανεξαρτήτως του μέσου στο οποίο είναι αποθηκευμένα·

γ)

να πραγματοποιούν ή να αποκτούν, υπό οποιαδήποτε μορφή, αντίγραφα ή αποσπάσματα των εν λόγω βιβλίων και αρχείων·

δ)

να απαιτούν από την επιχείρηση ή την ένωση επιχειρήσεων να παρέχει πρόσβαση και εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγορίθμους, τη διαχείριση δεδομένων και τις επιχειρηματικές πρακτικές της και να καταγράφουν ή να καταχωρίζουν τις παρασχεθείσες εξηγήσεις με οποιοδήποτε τεχνικό μέσο·

ε)

να σφραγίζουν οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο και βιβλία ή αρχεία καθ’ όλη τη διάρκεια της επιθεώρησης και στον βαθμό που απαιτείται για αυτή·

στ)

να ζητούν από οποιονδήποτε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού της επιχείρησης ή της ένωσης επιχειρήσεων εξηγήσεις για τα πραγματικά περιστατικά ή τα έγγραφα που συνδέονται με το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης και να καταγράφουν τις απαντήσεις με οποιοδήποτε τεχνικό μέσο.

3.   Για τη διενέργεια επιθεωρήσεων, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη βοήθεια ελεγκτών ή εμπειρογνωμόνων που ορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2, καθώς και τη βοήθεια της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

4.   Κατά τη διάρκεια των επιθεωρήσεων, η Επιτροπή, οι ελεγκτές ή οι εμπειρογνώμονες που ορίζονται από αυτήν και η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, μπορούν να απαιτούν από την επιχείρηση ή την ένωση επιχειρήσεων να παράσχει πρόσβαση και εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγορίθμους, τη διαχείριση δεδομένων και τις επιχειρηματικές συμπεριφορές της. Η Επιτροπή και οι ελεγκτές ή οι εμπειρογνώμονες που ορίζονται από αυτήν και η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, μπορούν να απευθύνουν ερωτήσεις σε οποιονδήποτε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού.

5.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης ασκούν τις εξουσίες τους αφού προηγουμένως επιδείξουν γραπτή εντολή, στην οποία προσδιορίζονται το αντικείμενο και ο σκοπός της επιθεώρησης, καθώς και τα προβλεπόμενα στο άρθρο 30 πρόστιμα που εφαρμόζονται σε περίπτωση ελλιπούς επίδειξης των ζητούμενων βιβλίων ή λοιπών επαγγελματικών εγγράφων ή σε περίπτωση που αποδειχθούν ανακριβείς ή παραπλανητικές οι απαντήσεις σε ερωτήσεις που έχουν τεθεί κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 2 και 4 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή, σε εύθετο χρόνο πριν από τη διενέργεια της επιθεώρησης, ενημερώνει την εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

6.   Οι επιχειρήσεις ή οι ενώσεις επιχειρήσεων υποχρεούνται να υποβληθούν σε επιθεώρηση που έχει διατάξει με απόφασή της η Επιτροπή. Στην εν λόγω απόφαση προσδιορίζονται το αντικείμενο και ο σκοπός της επίσκεψης, καθορίζεται η ημερομηνία έναρξής της και μνημονεύονται τα πρόστιμα και οι περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στα άρθρα 30 και 31 αντίστοιχα, καθώς και το δικαίωμα προσβολής της εν λόγω απόφασης ενώπιον του Δικαστηρίου.

7.   Οι υπάλληλοι της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, και τα εξουσιοδοτημένα ή διορισμένα από αυτήν πρόσωπα, επικουρούν ενεργά, κατόπιν αιτήματος της εν λόγω αρχής ή της Επιτροπής, τους υπαλλήλους και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή. Για τον σκοπό αυτό απολαύουν των εξουσιών που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 4 του παρόντος άρθρου.

8.   Σε περίπτωση που οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή διαπιστώσουν ότι μια επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων εναντιώνεται στη διενέργεια επιθεώρησης που έχει διαταχθεί δυνάμει του παρόντος άρθρου, το οικείο κράτος μέλος τούς παρέχει κάθε αναγκαία συνδρομή, ζητώντας, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, τη συνδρομή της αστυνομίας ή ισότιμης αρχής επιβολής του νόμου, προκειμένου να μπορέσουν να πραγματοποιήσουν την επιθεώρησή τους.

9.   Αν, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες, για τη συνδρομή που προβλέπεται στην παράγραφο 8 του παρόντος άρθρου απαιτείται άδεια δικαστικής αρχής, η Επιτροπή ή η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 ή οι εξουσιοδοτημένοι από τις εν λόγω αρχές υπάλληλοι ζητούν την εν λόγω άδεια. Η εν λόγω άδεια μπορεί επίσης να ζητηθεί ως προληπτικό μέτρο.

10.   Όταν ζητείται η άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου, η εθνική δικαστική αρχή επαληθεύει τη γνησιότητα της απόφασης της Επιτροπής, καθώς και ότι τα σχεδιαζόμενα μέτρα καταναγκασμού δεν είναι αυθαίρετα ούτε υπέρμετρα αυστηρά σε σχέση με το αντικείμενο της επιθεώρησης. Κατά τον έλεγχο της αναλογικότητας των μέτρων καταναγκασμού που διενεργεί, η εθνική δικαστική αρχή μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή, απευθείας ή μέσω της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, λεπτομερείς εξηγήσεις, ιδίως για τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή έχει υπόνοιες για παράβαση του παρόντος κανονισμού, καθώς και για τη σοβαρότητα της εικαζόμενης παράβασης και τη φύση της εμπλοκής της ενδιαφερόμενης επιχείρησης. Ωστόσο, η εθνική δικαστική αρχή δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα της επιθεώρησης, ούτε να ζητήσει την προσκόμιση των στοιχείων του φακέλου της Επιτροπής. Η αρμοδιότητα για τον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης της Επιτροπής ανήκει αποκλειστικά στο Δικαστήριο.

Άρθρο 37

Συνεργασία με τις εθνικές αρχές

1.   Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη συνεργάζονται στενά και συντονίζουν τα οικεία μέτρα επιβολής για να διασφαλίσουν τη συνεκτική, αποτελεσματική και συμπληρωματική επιβολή των διαθέσιμων νομικών εργαλείων που εφαρμόζονται στους πυλωρούς κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού.

2.   Η Επιτροπή μπορεί, κατά περίπτωση, να διαβουλεύεται με τις εθνικές αρχές για κάθε θέμα που αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 38

Συνεργασία και συντονισμός με τις εθνικές αρμόδιες αρχές επιβολής κανόνων ανταγωνισμού

1.   Η Επιτροπή και οι εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 συνεργάζονται μεταξύ τους και αλληλοενημερώνονται σχετικά με τα μέτρα επιβολής που λαμβάνουν μέσω του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού (ΕΔΑ). Έχουν την εξουσία να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με όλα τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των εμπιστευτικών πληροφοριών. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή δεν είναι μέλος του ΕΔΑ, η Επιτροπή προβαίνει στις αναγκαίες ρυθμίσεις για τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με υποθέσεις που αφορούν την επιβολή του παρόντος κανονισμού και την επιβολή των κανόνων του άρθρου 1 παράγραφος 6 σε υποθέσεις των εν λόγω αρχών. Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει ρυθμίσεις αυτού του είδους με εκτελεστική πράξη κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ).

2.   Σε περίπτωση που εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 προτίθεται να κινήσει διερεύνηση σε πυλωρούς βάσει της εθνικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή για το πρώτο επίσημο μέτρο διερεύνησης, πριν ή αμέσως μετά την έναρξη του εν λόγω μέτρου. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να διαβιβαστούν επίσης στις εθνικές αρμόδιες αρχές οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 των άλλων κρατών μελών.

3.   Σε περίπτωση που εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 προτίθεται να επιβάλει υποχρεώσεις σε πυλωρούς βάσει της εθνικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, γνωστοποιεί, αιτιολογημένα, το αργότερο 30 ημέρες πριν από την έγκριση, το σχέδιο μέτρου στην Επιτροπή. Σε περίπτωση προσωρινών μέτρων, η εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 γνωστοποιεί στην Επιτροπή το σχέδιο των προτεινόμενων μέτρων το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο αμέσως μετά την έγκριση τέτοιων μέτρων. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να διαβιβαστούν επίσης στις εθνικής αρμόδιες αρχές οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες στο άρθρο 1 παράγραφος 6των άλλων κρατών μελών.

4.   Οι μηχανισμοί πληροφόρησης που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 δεν εφαρμόζονται στις αποφάσεις που προβλέπονται σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες περί συγκεντρώσεων

5.   Πληροφορίες που ανταλλάσσονται δυνάμει των παραγράφων 1 έως 3 του παρόντος άρθρου ανταλλάσσονται και χρησιμοποιούνται μόνο για τον συντονισμό της επιβολής του παρόντος κανονισμού και των κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

6.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφο 6 να υποστηρίξουν οποιαδήποτε διερεύνηση της αγοράς που πραγματοποιεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

7.   Εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 μπορεί με δική της πρωτοβουλία να διεξάγει διερεύνηση σε περίπτωση πιθανής μη συμμόρφωσης με τα άρθρα 5, 6 και 7 του παρόντος κανονισμού στο έδαφός της, όταν έχει τη σχετική αρμοδιότητα και εξουσίες διερεύνησης βάσει του εθνικού δικαίου. Η εν λόγω αρχή ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή προτού λάβει το πρώτο επίσημο μέτρο διερεύνησης.

Η κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 20 απαλλάσσει τις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 από τη δυνατότητα διεξαγωγής διερεύνησης ή την περατώνει όταν αυτή είναι ήδη σε εξέλιξη. Οι εν λόγω αρχές υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα πορίσματα μιας τέτοιας διερεύνησης, προκειμένου να στηρίξουν την Επιτροπή στον ρόλο της ως μοναδικής αρχής επιβολής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 40

Ομάδα υψηλού επιπέδου

1.   Η Επιτροπή συγκροτεί ομάδα υψηλού επιπέδου για την πράξη για τις ψηφιακές αγορές («ομάδα υψηλού επιπέδου»).

2.   Η ομάδα υψηλού επιπέδου αποτελείται από τους ακόλουθους ευρωπαϊκούς φορείς και δίκτυα:

α)

Φορέας Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες,

β)

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων και Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων,

γ)

Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ανταγωνισμού,

δ)

δίκτυο συνεργασίας για την προστασία των καταναλωτών, και

ε)

ομάδα των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων.

3.   Οι ευρωπαϊκοί φορείς και δίκτυα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 έχουν ισάριθμους εκπροσώπους στην ομάδα υψηλού επιπέδου. Ο ανώτατος αριθμός των μελών της ομάδας υψηλού επιπέδου δεν υπερβαίνει τα 30 μέλη.

4.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει τη γραμματειακή υποστήριξη της ομάδας υψηλού επιπέδου για τη διευκόλυνση του έργου της. Η ομάδα υψηλού επιπέδου προεδρεύεται από την Επιτροπή, η οποία συμμετέχει στις συνεδριάσεις της. Η ομάδα υψηλού επιπέδου συνεδριάζει κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής τουλάχιστον μία φορά ανά ημερολογιακό έτος. Η Επιτροπή συγκαλεί επίσης συνεδρίαση της ομάδας, όταν το ζητήσει η πλειοψηφία των μελών που απαρτίζουν την ομάδα, προκειμένου να εξεταστεί ένα συγκεκριμένο ζήτημα.

5.   Η ομάδα υψηλού επιπέδου μπορεί να παρέχει στην Επιτροπή συμβουλές και εμπειρογνωσία στους τομείς που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των μελών της, μεταξύ άλλων:

α)

συμβουλές και συστάσεις στο πλαίσιο της εμπειρογνωσίας των μελών της ομάδας σχετικά με οποιοδήποτε γενικό θέμα εφαρμογής ή επιβολής του παρόντος κανονισμού· ή

β)

συμβουλές και εμπειρογνωσία για την προώθηση συνεκτικής ρυθμιστικής προσέγγισης μεταξύ των διαφόρων ρυθμιστικών μέσων.

6.   Η ομάδα υψηλού επιπέδου μπορεί, ειδικότερα, να εντοπίζει και να αξιολογεί τις τρέχουσες και πιθανές αλληλεπιδράσεις μεταξύ του παρόντος κανονισμού και των ειδικών τομεακών κανόνων που εφαρμόζονται από τις εθνικές αρχές που απαρτίζουν τους ευρωπαϊκούς φορείς και δίκτυα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και να υποβάλλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή, στην οποία παρουσιάζει την εν λόγω αξιολόγηση και εντοπίζει πιθανά ρυθμιστικά ζητήματα που άπτονται των αρμοδιοτήτων διαφορετικών φορέων. Η έκθεση αυτή μπορεί να συνοδεύεται από συστάσεις που αποσκοπούν στη σύγκλιση προς συνεκτικές διεπιστημονικές προσεγγίσεις και συνέργειες μεταξύ της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και άλλων τομεακών κανονισμών. Η έκθεση κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

7.   Στο πλαίσιο των διερευνήσεων της αγοράς σχετικά με νέες υπηρεσίες και νέες πρακτικές, η ομάδα υψηλού επιπέδου μπορεί να παρέχει εμπειρογνωσία στην Επιτροπή σχετικά με την ανάγκη τροποποίησης, προσθήκης ή κατάργησης των κανόνων του παρόντος κανονισμού, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι ψηφιακές αγορές σε ολόκληρη την Ένωση είναι διεκδικήσιμες και δίκαιες.


whereas









keyboard_arrow_down