search


keyboard_tab EIDAS 2014/0910 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2014/0910 EL cercato: 'θα' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


just index θα:


whereas θα:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 974

 

Άρθρο 8

Επίπεδα διασφάλισης των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης

1.   Το σύστημα_ηλεκτρονικής_ταυτοποίησης που κοινοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 προσδιορίζει το επίπεδο διασφάλισης —χαμηλό, βασικό και/ή υψηλό— των μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που εκδίδονται στο πλαίσιό του.

2.   Το χαμηλό, το βασικό και το υψηλό επίπεδο διασφάλισης πληρούν αντιστοίχως τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

το χαμηλό επίπεδο διασφάλισης αναφέρεται σε μέσο_ηλεκτρονικής_ταυτοποίησης, εκδιδόμενο στο πλαίσιο συστήματος ηλεκτρονικής ταυτοποίησης το οποίο παρέχει ικανό βαθμό εμπιστοσύνης στην ταυτότητα που επικαλείται ή δηλώνει ένα πρόσωπο και στο οποίο αποδίδεται χαρακτηρισμός βάσει των σχετικών τεχνικών προδιαγραφών, προτύπων και διαδικασιών, περιλαμβανομένων των τεχνικών ελέγχων, σκοπός των οποίων είναι η ικανή μείωση του κινδύνου κατάχρησης ή αλλοίωσης της ταυτότητας·

β)

το βασικό επίπεδο διασφάλισης αναφέρεται σε μέσο_ηλεκτρονικής_ταυτοποίησης εκδιδόμενο στο πλαίσιο συστήματος ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, το οποίο παρέχει βασικό βαθμό εμπιστοσύνης στην ταυτότητα που επικαλείται ή δηλώνει ένα πρόσωπο και στο οποίο αποδίδεται χαρακτηρισμός βάσει των σχετικών τεχνικών προδιαγραφών, προτύπων και διαδικασιών, περιλαμβανομένων των τεχνικών ελέγχων, σκοπός των οποίων είναι η ικανή μείωση του κινδύνου κατάχρησης ή αλλοίωσης της ταυτότητας·

γ)

το υψηλό επίπεδο διασφάλισης αναφέρεται σε μέσο_ηλεκτρονικής_ταυτοποίησης εκδιδόμενο στο πλαίσιο συστήματος ηλεκτρονικής ταυτοποίησης το οποίο παρέχει υψηλό βαθμό εμπιστοσύνης στην ταυτότητα που επικαλείται ή δηλώνει ένα πρόσωπο και στο οποίο αποδίδεται χαρακτηρισμός βάσει των σχετικών τεχνικών προδιαγραφών, προτύπων και διαδικασιών, περιλαμβανομένων των τεχνικών ελέγχων, σκοπός των οποίων είναι η αποτροπή της κατάχρησης ή της αλλοίωσης της ταυτότητας.

3.   Έως τις 18 Σεπτεμβρίου 2015, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών διεθνών προτύπων και με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, η Επιτροπή εκδίδει, με εκτελεστικές πράξεις, τις ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές, τα πρότυπα και τις διαδικασίες βάσει των οποίων καθορίζονται τα επίπεδα διασφάλισης —χαμηλό, βασικό και υψηλό— των μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης για τους σκοπούς της παραγράφου 1.

Οι εν λόγω ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές, πρότυπα και διαδικασίες καθορίζονται με κριτήριο την αξιοπιστία και την ποιότητα των ακόλουθων στοιχείων:

α)

της διαδικασίας απόδειξης και εξακρίβωσης της ταυτότητας φυσικών ή νομικών προσώπων που ζητούν την έκδοση μέσου ηλεκτρονικής ταυτοποίησης·

β)

της διαδικασίας έκδοσης του μέσου ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που έχει ζητηθεί·

γ)

του μηχανισμού επαλήθευσης της ταυτότητας, μέσω του οποίου το φυσικό ή νομικό πρόσωπο χρησιμοποιεί το μέσο_ηλεκτρονικής_ταυτοποίησης για να βεβαιώσει την ταυτότητά του έναντι βασιζόμενου μέρους·

δ)

της οντότητας που εκδίδει το μέσο_ηλεκτρονικής_ταυτοποίησης·

ε)

κάθε άλλου φορέα που συμμετέχει στην αίτηση για την έκδοση του μέσου ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, και

στ)

των τεχνικών προδιαγραφών και των προδιαγραφών ασφάλειας του εκδιδόμενου μέσου ηλεκτρονικής ταυτοποίησης.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 12

Συνεργασία και διαλειτουργικότητα

1.   Τα εθνικά συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 είναι διαλειτουργικά.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 θεσπίζεται πλαίσιο διαλειτουργικότητας.

3.   Το πλαίσιο διαλειτουργικότητας πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

έχει στόχο να είναι τεχνολογικά ουδέτερο και δεν κάνει διακρίσεις μεταξύ συγκεκριμένων εθνικών τεχνικών λύσεων για την ηλεκτρονική_ταυτοποίηση εντός του κράτους μέλους·

β)

ακολουθεί τα ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα, όταν αυτό είναι εφικτό·

γ)

διευκολύνει την από σχεδίου εφαρμογή της αρχής της προστασίας της ιδιωτικής ζωής, και

δ)

εξασφαλίζει την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ.

4.   Το πλαίσιο διαλειτουργικότητας περιλαμβάνει τα εξής:

α)

αναφορά ελάχιστων τεχνικών απαιτήσεων σχετικά με τα επίπεδα διασφάλισης που προβλέπονται στο άρθρο 8·

β)

αντιστοίχιση των εθνικών επιπέδων διασφάλισης των κοινοποιημένων συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης με τα επίπεδα διασφάλισης που προβλέπονται στο άρθρο 8·

γ)

αναφορά ελάχιστων τεχνικών απαιτήσεων για τη διαλειτουργικότητα·

δ)

αναφορά σε ένα ελάχιστο σύνολο δεδομένων ταυτοποίησης προσώπου που αντιπροσωπεύουν κατά τρόπο μοναδικό ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο και διατίθενται από τα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης·

ε)

κανονισμό λειτουργίας·

στ)

ρυθμίσεις για την επίλυση διαφορών, και

ζ)

κοινά πρότυπα λειτουργικής ασφάλειας.

5.   Τα κράτη μέλη συνεργάζονται ως προς τα ακόλουθα:

α)

τη διαλειτουργικότητα των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που κοινοποιούν σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 και των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που προτίθενται να κοινοποιήσουν, και

β)

την ασφάλεια των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης.

6.   Η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών περιλαμβάνει τα εξής:

α)

ανταλλαγή πληροφοριών, πείρας και καλών πρακτικών σχετικά με τα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και ιδίως σε ό,τι αφορά τις τεχνικές απαιτήσεις σχετικά με τη διαλειτουργικότητα και τα επίπεδα διασφάλισης·

β)

ανταλλαγή πληροφοριών, πείρας και καλών πρακτικών όσον αφορά την εφαρμογή των επιπέδων διασφάλισης των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που προβλέπονται στο άρθρο 8·

γ)

αξιολόγηση από ομοτίμους των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, και

δ)

εξέταση των σχετικών εξελίξεων στον τομέα της ηλεκτρονικής ταυτοποίησης.

7.   Έως τις 18 Μαρτίου 2015 η Επιτροπή καθορίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τις αναγκαίες διαδικαστικές λεπτομέρειες προκειμένου να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών που αναφέρεται στις παραγράφους 5 και 6, με σκοπό την προώθηση υψηλού επιπέδου εμπιστοσύνης και ασφάλειας αντίστοιχου με το βαθμό κινδύνου.

8.   Έως τις 18 Σεπτεμβρίου 2015 και για τον σκοπό της θέσπισης ενιαίων όρων για την εφαρμογή της απαίτησης που προβλέπεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με το πλαίσιο διαλειτουργικότητας, όπως ορίζεται στην παράγραφο 4, με την επιφύλαξη των κριτηρίων της παραγράφου 3 και λαμβανομένων υπόψη των αποτελεσμάτων της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών.

9.   Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 7 και 8 του παρόντος άρθρου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΤΗΣ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 15

Προσβασιμότητα για άτομα με αναπηρίες

Εφόσον είναι εφικτό, οι υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχονται και τα προϊόντα τελικού χρήστη που χρησιμοποιούνται στην παροχή των υπηρεσιών αυτών θα πρέπει να είναι προσβάσιμα για άτομα με αναπηρίες.

Άρθρο 18

Αμοιβαία συνδρομή

1.   Οι εποπτικοί φορείς συνεργάζονται για την ανταλλαγή ορθών πρακτικών.

Εποπτικός φορέας που λαμβάνει αιτιολογημένο αίτημα από άλλον εποπτικό φορέα παρέχει στον αιτούντα φορέα συνδρομή με σκοπό τη συνεκτική διεξαγωγή των δραστηριοτήτων των εποπτικών φορέων. Η αμοιβαία συνδρομή μπορεί να καλύπτει, ιδίως, αιτήματα παροχής πληροφοριών και εποπτικά μέτρα, όπως αιτήματα για τη διενέργεια επιθεωρήσεων σε σχέση με τις εκθέσεις αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στα άρθρα 20 και 21.

2.   Εποπτικός φορέας στον οποίο απευθύνεται αίτημα συνδρομής μπορεί να αρνηθεί να ανταποκριθεί στο εν λόγω αίτημα όταν συντρέχει οποιοσδήποτε από τις ακόλουθους λόγους:

α)

ο εποπτικός φορέας δεν είναι αρμόδιος να παρέχει τη συνδρομή που ζητείται·

β)

η συνδρομή που ζητείται δεν είναι ανάλογη προς τις εποπτικές δραστηριότητες του εποπτικού φορέα οι οποίες πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 17·

γ)

η παροχή της συνδρομής που ζητείται θα ήταν ασυμβίβαστη με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Όπου κρίνεται σκόπιμο, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους οικείους εποπτικούς φορείς τους να διεξάγουν κοινές έρευνες στις οποίες συμμετέχει προσωπικό των εποπτικών φορέων άλλων κρατών μελών. Οι ρυθμίσεις και οι διαδικασίες για κοινές δράσεις αυτού του είδους συμφωνούνται και θεσπίζονται από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη σύμφωνα με τα εθνικά τους δίκαια.

Άρθρο 19

Απαιτήσεις ασφάλειας για τους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης, εγκεκριμένοι και μη, λαμβάνουν τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα διαχείρισης των κινδύνων για την ασφάλεια των υπηρεσιών εμπιστοσύνης που παρέχουν. Λαμβανομένων υπόψη των τελευταίων τεχνολογικών εξελίξεων, τα εν λόγω μέτρα διασφαλίζουν ότι το επίπεδο ασφαλείας είναι ανάλογο προς τον βαθμό του κινδύνου. Συγκεκριμένα, λαμβάνονται μέτρα για την πρόληψη και την ελαχιστοποίηση του αντικτύπου των συμβάντων που άπτονται της ασφάλειας, καθώς και για την ενημέρωση των ενδιαφερομένων σχετικά με τις δυσμενείς επιπτώσεις τυχόν παρόμοιων συμβάντων.

2.   Οι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης, εγκεκριμένοι και μη, ενημερώνουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και, σε κάθε περίπτωση, εντός 24 ωρών αφότου έλαβαν γνώση σχετικά, τον εποπτικό φορέα και, κατά περίπτωση, άλλους σχετικούς φορείς, όπως τον αρμόδιο εθνικό φορέα για την ασφάλεια των πληροφοριών ή την αρχή προστασίας δεδομένων, για οποιαδήποτε παραβίαση της ασφάλειας ή απώλεια της ακεραιότητας που έχει σημαντικό αντίκτυπο στην παρεχόμενη υπηρεσία_εμπιστοσύνης ή στα σχετικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

Όταν η παραβίαση της ασφάλειας ή η απώλεια της ακεραιότητας είναι πιθανόν να επηρεάσει δυσμενώς φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο έχει παρασχεθεί η υπηρεσία_εμπιστοσύνης, ο πάροχος_υπηρεσιών_εμπιστοσύνης ενημερώνει επίσης, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για την παραβίαση της ασφάλειας ή την απώλεια της ακεραιότητας.

Κατά περίπτωση, ιδίως εάν η παραβίαση της ασφάλειας ή η απώλεια της ακεραιότητας αφορά δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, ο εποπτικός φορέας που έχει ενημερωθεί ενημερώνει τους εποπτικούς φορείς των άλλων ενδιαφερόμενων κρατών μελών και τον ENISA.

Ο εποπτικός φορέας που έχει ενημερωθεί ενημερώνει το κοινό ή ζητεί από τον πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης να το πράξει, εφόσον κρίνει ότι η δημοσιοποίηση της παραβίασης της ασφάλειας ή της απώλειας της ακεραιότητας εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον.

3.   Ο εποπτικός φορέας παρέχει μία φορά ετησίως στον ENISA σύνοψη των κοινοποιήσεων παραβίασης της ασφάλειας ή της απώλειας της ακεραιότητας που έχει λάβει από τους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης.

4.   Η Επιτροπή μπορεί, με εκτελεστικές πράξεις, να προβαίνει στις ακόλουθες ενέργειες:

α)

να εξειδικεύει περαιτέρω τα μέτρα της παραγράφου 1, και

β)

να καθορίζει τους μορφότυπους και τις διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιών, που ισχύουν για τον σκοπό της παραγράφου 2.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

ΤΜΗΜΑ 3

Εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης

Άρθρο 20

Εποπτεία εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης

1.   Οι εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης ελέγχονται, με δικές τους δαπάνες τουλάχιστον κάθε 24 μήνες, από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Σκοπός του ελέγχου είναι να επιβεβαιώνεται ότι οι εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης και οι παρεχόμενες από αυτούς εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Οι εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης υποβάλλουν την προκύπτουσα έκθεση αξιολόγησης της συμμόρφωσης στον εποπτικό φορέα εντός τριών εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της.

2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, ο εποπτικός φορέας μπορεί ανά πάσα στιγμή να διενεργεί ελέγχους ή να ζητεί από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης τη διενέργεια αξιολόγησης της συμμόρφωσης για εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης, με δαπάνες των εν λόγω εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης, προκειμένου να επιβεβαιώνεται ότι οι ίδιοι και οι παρεχόμενες από αυτούς εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης πληρούν τις προϋποθέσεις του παρόντος κανονισμού. Όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι έχουν παραβιαστεί οι κανόνες προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο εποπτικός φορέας ενημερώνει τις αρχές προστασίας δεδομένων για τα αποτελέσματα των ελέγχων του.

3.   Όταν ο εποπτικός φορέας απαιτεί από τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης να άρει την παράλειψη συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και όταν ο εν λόγω πάροχος δεν ενεργεί ανάλογα, κατά περίπτωση εντός προθεσμίας που τάσσει ο εποπτικός φορέας, ο εν λόγω φορέας μπορεί, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως την έκταση, τη διάρκεια και τις επιπτώσεις της παράλειψης αυτής, να αποσύρει την έγκριση του εν λόγω παρόχου ή της θιγόμενης υπηρεσίας που παρέχεται από αυτόν και να ενημερώσει τον φορέα που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3, προκειμένου να ενημερώσει τους κατάλογους εμπιστοσύνης που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 1. Ο εποπτικός φορέας ενημερώνει τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης σχετικά με την απόσυρση της έγκρισής του ή της έγκρισης της σχετικής υπηρεσίας.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να καθορίζει, με εκτελεστικές πράξεις, αριθμούς αναφοράς προτύπων για τα εξής πρότυπα:

α)

πρότυπα για τη διαπίστευση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για την έκθεση αξιολόγησης της πιστότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1·

β)

πρότυπα για τους κανόνες ελέγχου βάσει των οποίων οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης θα διενεργούν την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 21

Έναρξη εγκεκριμένης υπηρεσίας εμπιστοσύνης

1.   Εάν πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης που δεν είναι εγκεκριμένοι σκοπεύουν να αρχίσουν να παρέχουν εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης, υποβάλλουν στον εποπτικό φορέα κοινοποίηση της πρόθεσής τους μαζί με έκθεση αξιολόγησης της συμμόρφωσης εκδοθείσα από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

2.   Ο εποπτικός φορέας εξακριβώνει αν ο πάροχος_υπηρεσιών_εμπιστοσύνης και οι υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχονται συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, και ιδίως τις απαιτήσεις που προβλέπονται για τους εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης και για τις εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχουν.

Εάν ο εποπτικός φορέας καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο πάροχος_υπηρεσιών_εμπιστοσύνης και οι υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχει συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, χορηγεί έγκριση στον πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης και στις υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχει. Ενημερώνει τον φορέα που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 προκειμένου να ενημερώσει τους καταλόγους εμπιστοσύνης που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 1, το αργότερο τρεις μήνες από την κοινοποίηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Εάν η εξακρίβωση δεν ολοκληρωθεί εντός τριών μηνών από την κοινοποίηση, ο εποπτικός φορέας ενημερώνει τον πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης εξηγώντας τους λόγους της καθυστέρησης και ορίζοντας την προθεσμία εντός της οποίας θα ολοκληρωθεί η εξακρίβωση.

3.   Οι εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης μπορούν να αρχίσουν να παρέχουν τις εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης αφού η έγκριση καταχωριστεί στους καταλόγους εμπιστοσύνης που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 1.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να καθορίζει, με εκτελεστικές πράξεις, μορφότυπους και διαδικασίες για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 30

Πιστοποίηση των εγκεκριμένων διατάξεων δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής

1.   Η συμμόρφωση των εγκεκριμένων διατάξεων δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής προς τις απαιτήσεις του παραρτήματος II πιστοποιείται από αρμόδιους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς που ορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις ονομασίες και τις διευθύνσεις των δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Η Επιτροπή θέτει τις πληροφορίες στη διάθεση των κρατών μελών.

3.   Η πιστοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 βασίζεται σε ένα από τα ακόλουθα:

α)

διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας διενεργούμενη σύμφωνα με κάποιο από τα πρότυπα για την αξιολόγηση της ασφάλειας των προϊόντων πληροφορικής που περιλαμβάνονται στον κατάλογο τον οποίο καταρτίζει η Επιτροπή σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, ή

β)

διαδικασία διαφορετική από την αναφερόμενη στην περίπτωση α), εφόσον η διαδικασία αυτή χρησιμοποιεί συγκρίσιμα επίπεδα ασφάλειας και ο δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 γνωστοποιεί τη διαδικασία αυτή στην Επιτροπή. Η διαδικασία αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο σε περίπτωση που δεν υφίστανται τα πρότυπα που αναφέρονται στο στοιχείο α) ή όταν βρίσκεται εν εξελίξει μια διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας όπως αναφέρεται στο στοιχείο α).

Η Επιτροπή καταρτίζει με εκτελεστικές πράξεις κατάλογο προτύπων για την αξιολόγηση της ασφάλειας των προϊόντων πληροφορικής που αναφέρεται στο στοιχείο α). Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 47 σχετικά με τον καθορισμό συγκεκριμένων κριτηρίων που πρέπει να πληρούνται από τους οριζόμενους φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 47

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 4 ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον από τις 17 Σεπτεμβρίου 2014.

3.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 30 παράγραφος 4 εξουσιοδότηση μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Τίθεται σε ισχύ την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα τυχόν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.

4.   Αμέσως μετά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 30 παράγραφος 4 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 52

Έναρξη ισχύος

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2016, με εξαίρεση τις ακόλουθες διατάξεις:

α)

το άρθρο 8 παράγραφος 3, το άρθρο 9 παράγραφος 5, το άρθρο 12 παράγραφοι 2 ως 9, το άρθρο 17 παράγραφος 8, το άρθρο 19 παράγραφος 4, το άρθρο 20 παράγραφος 4, το άρθρο 21 παράγραφος 4, το άρθρο 22 παράγραφος 5, το άρθρο 23 παράγραφος 3, το άρθρο 24 παράγραφος 5, το άρθρο 27 παράγραφοι 4 και 5, το άρθρο 28 παράγραφος 6, το άρθρο 29 παράγραφος 2, το άρθρο 30 παράγραφοι 3 και 4, το άρθρο 31 παράγραφος 3, το άρθρο 32 παράγραφος 3, το άρθρο 33 παράγραφος 2, το άρθρο 34 παράγραφος 2, το άρθρο 37 παράγραφοι 4 και 5, το άρθρο 38 παράγραφος 6, το άρθρο 42 παράγραφος 2, το άρθρο 44 παράγραφος 2, το άρθρο 45 παράγραφος 2, τα άρθρα 47 και 48 θα τεθούν σε ισχύ από τις 17 Σεπτεμβρίου 2014·

β)

το άρθρο 7, το άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2, τα άρθρα 9, 10, 11 και το άρθρο 12 παράγραφος 1 θα τεθούν σε ισχύ από την ημερομηνία εφαρμογής των εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 και στο άρθρο 12 παράγραφος 8·

γ)

το άρθρο 6 θα τεθεί σε ισχύ τρία έτη από την ημερομηνία εφαρμογής των εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3 και στο άρθρο 12 παράγραφος 8.

3.   Στις περιπτώσεις όπου το κοινοποιούμενο σύστημα_ηλεκτρονικής_ταυτοποίησης περιλαμβάνεται στον κατάλογο που δημοσιεύεται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 9, πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου, η αναγνώριση των μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης στο πλαίσιο του εν λόγω συστήματος σύμφωνα με το άρθρο 6 πραγματοποιείται το αργότερο 12 μήνες μετά τη δημοσίευση του εν λόγω συστήματος, αλλά όχι πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου, ένα κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει ότι τα μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης στο πλαίσιο συστήματος ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που κοινοποιήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 από άλλο κράτος μέλος αναγνωρίζονται στο πρώτο κράτος μέλος από την ημερομηνία εφαρμογής των εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3 και στο άρθρο 12 παράγραφος 8. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί αυτές τις πληροφορίες.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Ιουλίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

S. GOZI


(1)  ΕΕ C 351 της 15.11.2012, σ. 73.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 3ης Απριλίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 2014.

(3)  Οδηγία 1999/93/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με το κοινοτικό πλαίσιο για ηλεκτρονικές υπογραφές (ΕΕ L 13 της 19.1.2000, σ. 12).

(4)  ΕΕ C 50 E της 21.2.2012, σ. 1.

(5)  Οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 36).

(6)  Οδηγία 2011/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2011, περί εφαρμογής των δικαιωμάτων των ασθενών στο πλαίσιο της διασυνοριακής υγειονομικής περίθαλψης (ΕΕ L 88 της 4.4.2011, σ. 45).

(7)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(8)  Απόφαση 2010/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με τη σύναψη, από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (ΕΕ L 23 της 27.1.2010, σ. 35).

(9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30).

(10)  Απόφαση 2009/767/ΕΚ της Επιτροπής, της 16ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση μέτρων που διευκολύνουν τη χρήση διαδικασιών με ηλεκτρονικά μέσα μέσω των ενιαίων κέντρων εξυπηρέτησης βάσει της οδηγίας 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 274 της 20.10.2009, σ. 36).

(11)  Απόφαση 2011/130/ΕΕ της Επιτροπής, της 25ης Φεβρουαρίου 2011, περί καθιέρωσης ελάχιστων απαιτήσεων για τη διασυνοριακή επεξεργασία εγγράφων τα οποία έχουν υπογραφεί ηλεκτρονικά από αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με την οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 53 της 26.2.2011, σ. 66).

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(14)  ΕΕ C 28 της 30.1.2013, σ. 6.

(15)  Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 65).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ

Τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά ηλεκτρονικής υπογραφής περιέχουν:

α)

ένδειξη, τουλάχιστον σε μορφή κατάλληλη για αυτοματοποιημένη επεξεργασία, ότι το πιστοποιητικό έχει εκδοθεί ως εγκεκριμένο πιστοποιητικό_ηλεκτρονικής_υπογραφής·

β)

ένα σύνολο δεδομένων που αντιπροσωπεύουν αναμφίσημα τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης ο οποίος έχει εκδώσει τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά και περιλαμβάνουν τουλάχιστον το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος και

σε περίπτωση που πρόκειται για νομικό πρόσωπο: το όνομα και, κατά περίπτωση, τον αριθμό μητρώου του, όπως αναφέρεται στα επίσημα αρχεία,

σε περίπτωση που πρόκειται για φυσικό πρόσωπο: το όνομα του προσώπου·

γ)

τουλάχιστον το όνομα του υπογράφοντος ή ένα ψευδώνυμο· εάν χρησιμοποιείται ψευδώνυμο, πρέπει να αναφέρεται σαφώς·

δ)

δεδομένα_ επικύρωσης ηλεκτρονικής υπογραφής που αντιστοιχούν στα δεδομένα_δημιουργίας_ηλεκτρονικής_υπογραφής·

ε)

λεπτομέρειες για την έναρξη και τη λήξη της περιόδου ισχύος του πιστοποιητικού·

στ)

τον κωδικό ταυτότητας του πιστοποιητικού, ο οποίος πρέπει να είναι μοναδικός για τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

ζ)

την προηγμένη ηλεκτρονική_υπογραφή ή την προηγμένη ηλεκτρονική_σφραγίδα του εκδίδοντος εγκεκριμένου παρόχου υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

η)

την τοποθεσία όπου διατίθεται δωρεάν το πιστοποιητικό το οποίο τεκμηριώνει την προηγμένη ηλεκτρονική_υπογραφή ή την προηγμένη ηλεκτρονική_σφραγίδα που αναφέρεται στο στοιχείο ζ)·

θ)

την τοποθεσία των υπηρεσιών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την άντληση πληροφοριών σχετικά με το καθεστώς ισχύος του εγκεκριμένου πιστοποιητικού·

ι)

σε περίπτωση που τα δεδομένα_δημιουργίας_ηλεκτρονικής_υπογραφής τα οποία σχετίζονται με τα δεδομένα_ επικύρωσης ηλεκτρονικής υπογραφής βρίσκονται σε εγκεκριμένη διάταξη_δημιουργίας_ηλεκτρονικής_υπογραφής, κατάλληλη σχετική ένδειξη, τουλάχιστον σε μορφή κατάλληλη για αυτοματοποιημένη επεξεργασία.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ

1.

Οι εγκεκριμένες διατάξεις δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής διασφαλίζουν, με τα κατάλληλα τεχνικά και διαδικαστικά μέσα, τουλάχιστον ότι:

α)

διασφαλίζεται ευλόγως η εμπιστευτικότητα των δεδομένων δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία της ηλεκτρονικής υπογραφής·

β)

τα δεδομένα_δημιουργίας_ηλεκτρονικής_υπογραφής που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία της ηλεκτρονικής υπογραφής μπορούν να προκύψουν στην πράξη μία μόνο φορά·

γ)

τα δεδομένα_δημιουργίας_ηλεκτρονικής_υπογραφής που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία ηλεκτρονικής υπογραφής δεν μπορούν, με εύλογη βεβαιότητα, να είναι παράγωγα και ότι η ηλεκτρονική_υπογραφή προστατεύεται με τρόπο αξιόπιστο από πλαστογραφία με τη χρήση της τρέχουσας τεχνολογίας·

δ)

τα δεδομένα_δημιουργίας_ηλεκτρονικής_υπογραφής που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία ηλεκτρονικής υπογραφής μπορούν να προστατεύονται κατά τρόπο αξιόπιστο από τον νόμιμο υπογράφοντα έναντι της χρησιμοποίησης τους από τρίτους.

2.

Οι εγκεκριμένες διατάξεις δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής δεν μεταβάλλουν τα προς υπογραφή δεδομένα ούτε εμποδίζουν την υποβολή των δεδομένων αυτών στον υπογράφοντα πριν από την υπογραφή.

3.

Η δημιουργία ή η διαχείριση των δεδομένων δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής εκ μέρους του υπογράφοντος μπορεί να πραγματοποιείται μόνο από εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης.

4.

Με την επιφύλαξη του σημείου 1 στοιχείο δ), οι εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης που διαχειρίζονται δεδομένα_δημιουργίας_ηλεκτρονικής_υπογραφής εκ μέρους του υπογράφοντος μπορούν να αναπαράγουν τα δεδομένα_δημιουργίας_ηλεκτρονικής_υπογραφής μόνο για λόγους δημιουργίας εφεδρικών αντιγράφων, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η ασφάλεια των αναπαραγόμενων δεδομένων είναι στο ίδιο επίπεδο με αυτό της ασφάλειας των πρωτοτύπων·

β)

ο αριθμός των αναπαραγόμενων συνόλων δεδομένων δεν υπερβαίνει τον ελάχιστο αριθμό που απαιτείται για να εξασφαλιστεί η συνέχιση της υπηρεσίας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΣΦΡΑΓΙΔΩΝ

Τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά ηλεκτρονικών σφραγίδων περιέχουν:

α)

ένδειξη, τουλάχιστον σε μορφή κατάλληλη για αυτοματοποιημένη επεξεργασία, ότι το πιστοποιητικό έχει εκδοθεί ως εγκεκριμένο πιστοποιητικό_ηλεκτρονικής_σφραγίδας·

β)

ένα σύνολο δεδομένων που αντιπροσωπεύουν αδιαμφισβήτητα τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης ο οποίος έχει εκδώσει τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά και συμπεριλαμβάνουν τουλάχιστον το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος και

σε περίπτωση που πρόκειται για νομικό πρόσωπο: το όνομα και, κατά περίπτωση, τον αριθμό μητρώου του, όπως αναφέρεται στα επίσημα αρχεία,

σε περίπτωση που πρόκειται για φυσικό πρόσωπο: το όνομα του προσώπου·

γ)

τουλάχιστον το όνομα του δημιουργού της σφραγίδας και, κατά περίπτωση, τον αριθμό μητρώου του, όπως αναφέρεται στα επίσημα αρχεία·

δ)

δεδομένα_ επικύρωσης ηλεκτρονικής σφραγίδας που αντιστοιχούν στα δεδομένα_δημιουργίας_ηλεκτρονικής_σφραγίδας·

ε)

λεπτομέρειες για την έναρξη και τη λήξη της περιόδου ισχύος του πιστοποιητικού·

στ)

τον κωδικό ταυτότητας του πιστοποιητικού, ο οποίος πρέπει να είναι μοναδικός για τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

ζ)

την προηγμένη ηλεκτρονική_υπογραφή ή την προηγμένη ηλεκτρονική_σφραγίδα του εκδίδοντος εγκεκριμένου παρόχου υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

η)

την τοποθεσία όπου διατίθεται δωρεάν το πιστοποιητικό το οποίο τεκμηριώνει την προηγμένη ηλεκτρονική_υπογραφή ή την προηγμένη ηλεκτρονική_σφραγίδα που αναφέρεται στο στοιχείο ζ)·

θ)

την τοποθεσία των υπηρεσιών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την άντληση πληροφοριών σχετικά με το καθεστώς ισχύος του εγκεκριμένου πιστοποιητικού·

ι)

σε περίπτωση που τα δεδομένα_δημιουργίας_ηλεκτρονικής_σφραγίδας τα οποία σχετίζονται με τα δεδομένα_ επικύρωσης ηλεκτρονικής σφραγίδας βρίσκονται σε εγκεκριμένη διάταξη_δημιουργίας_ηλεκτρονικής_σφραγίδας, κατάλληλη σχετική ένδειξη, τουλάχιστον σε μορφή κατάλληλη για αυτοματοποιημένη επεξεργασία.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΓΝΗΣΙΟΤΗΤΑΣ ΙΣΤΟΤΟΠΟΥ

Τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά γνησιότητας ιστότοπου περιέχουν:

α)

ένδειξη, τουλάχιστον σε μορφή κατάλληλη για την αυτοματοποιημένη επεξεργασία, ότι το πιστοποιητικό έχει εκδοθεί ως εγκεκριμένο πιστοποιητικό_γνησιότητας_ιστότοπου·

β)

ένα σύνολο δεδομένων που αντιπροσωπεύουν αδιαμφισβήτητα τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης ο οποίος έχει εκδώσει τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά και συμπεριλαμβάνουν τουλάχιστον το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος και

σε περίπτωση που πρόκειται για νομικό πρόσωπο: το όνομα και, κατά περίπτωση, τον αριθμό μητρώου του, όπως αναφέρεται στα επίσημα αρχεία,

σε περίπτωση που πρόκειται για φυσικό πρόσωπο: το όνομα του προσώπου·

γ)

για τα φυσικά πρόσωπα: τουλάχιστον το όνομα του προσώπου για το οποίο έχει εκδοθεί το πιστοποιητικό ή ψευδώνυμο. Εάν χρησιμοποιείται ψευδώνυμο, πρέπει να αναφέρεται σαφώς·

για τα νομικά πρόσωπα: τουλάχιστον το όνομα του νομικού προσώπου για το οποίο έχει εκδοθεί το πιστοποιητικό και, κατά περίπτωση, τον αριθμό μητρώου του, όπως αναφέρεται στα επίσημα αρχεία·

δ)

στοιχεία της διεύθυνσης, συμπεριλαμβανομένης τουλάχιστον της πόλης και του κράτους μέλους, του φυσικού ή νομικού προσώπου για το οποίο έχει εκδοθεί το πιστοποιητικό και, κατά περίπτωση, όπως αναφέρεται στα επίσημα αρχεία·

ε)

το ή τα ονόματα χώρου που ανήκουν στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο για το οποίο έχει εκδοθεί το πιστοποιητικό·

στ)

λεπτομέρειες για την έναρξη και τη λήξη της περιόδου ισχύος του πιστοποιητικού·

ζ)

τον κωδικό ταυτότητας του πιστοποιητικού, ο οποίος πρέπει να είναι μοναδικός για τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

η)

την προηγμένη ηλεκτρονική_υπογραφή ή την προηγμένη ηλεκτρονική_σφραγίδα του εκδίδοντος εγκεκριμένου παρόχου υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

θ)

την τοποθεσία όπου διατίθεται δωρεάν το πιστοποιητικό το οποίο τεκμηριώνει την προηγμένη ηλεκτρονική_υπογραφή ή την προηγμένη ηλεκτρονική_σφραγίδα που αναφέρεται στο στοιχείο η)·

ι)

την τοποθεσία των υπηρεσιών κατάστασης ισχύος πιστοποιητικών που παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση ισχύος του εγκεκριμένου πιστοποιητικού.


whereas









keyboard_arrow_down