search


keyboard_tab Digital Service Act 2022/2065 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/2065 EL cercato: 'δικαιώματα' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index δικαιώματα:


whereas δικαιώματα:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 1583

 

Άρθρο 1

Αντικείμενο

1.   Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι να συμβάλει στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ενδιάμεσων υπηρεσιών, με τη θέσπιση εναρμονισμένων κανόνων για ένα ασφαλές, προβλέψιμο και αξιόπιστο επιγραμμικό περιβάλλον, που διευκολύνει την καινοτομία και στο οποίο προστατεύονται ουσιαστικά τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της προστασίας των καταναλωτών.

2.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει εναρμονισμένους κανόνες σχετικά με την παροχή ενδιάμεσων υπηρεσιών στην εσωτερική αγορά. Ειδικότερα, ορίζει:

α)

πλαίσιο για την υπό όρους απαλλαγή των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών από την ευθύνη·

β)

κανόνες σχετικά με ειδικές υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας προσαρμοσμένες σε ορισμένες ειδικές κατηγορίες παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών·

γ)

κανόνες σχετικά με την εφαρμογή και την επιβολή του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ των αρμόδιων αρχών.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε ενδιάμεσες υπηρεσίες που παρέχονται σε αποδέκτες της υπηρεσίας που είναι εγκατεστημένοι ή βρίσκονται στην Ένωση, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασης των παρόχων των ενδιάμεσων υπηρεσιών αυτών.

2.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε υπηρεσίες που δεν είναι ενδιάμεσες υπηρεσίες ή σε οποιεσδήποτε απαιτήσεις που επιβάλλονται σε σχέση με τέτοιες υπηρεσίες, ανεξαρτήτως του αν η υπηρεσία παρέχεται μέσω της χρήσης ενδιάμεσης υπηρεσίας.

3.   Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει την εφαρμογή της οδηγίας 2000/31/ΕΚ.

4.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τους κανόνες που θεσπίζονται με άλλες ενωσιακές νομικές πράξεις που ρυθμίζουν άλλες πτυχές της παροχής ενδιάμεσων υπηρεσιών στην εσωτερική αγορά ή προσδιορίζουν και συμπληρώνουν τον παρόντα κανονισμό, ιδίως δε:

α)

την οδηγία 2010/13/ΕΕ·

β)

το ενωσιακό δίκαιο σχετικά με τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα συγγενικά δικαιώματα·

γ)

τον κανονισμό (EΕ) 2021/784·

δ)

τον κανονισμό (EΕ) 2019/1148·

ε)

τον κανονισμό (EΕ) 2019/1150·

στ)

το ενωσιακό δίκαιο για την προστασία των καταναλωτών και την ασφάλεια των προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των κανονισμών (ΕΕ) 2017/2394 και (ΕΕ) 2019/1020 και των οδηγιών 2001/95/ΕΚ και 2013/11/ΕΕ·

ζ)

το ενωσιακό δίκαιο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και ιδίως τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και την οδηγία 2002/58/ΕΚ·

η)

το ενωσιακό δίκαιο στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις, ιδίως τον κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 ή οποιαδήποτε νομική πράξη της Ένωσης για τη θέσπιση των κανόνων στον τομέα του εφαρμοστέου δικαίου στις συμβατικές και εξωσυμβατικές ενοχές·

θ)

το ενωσιακό δίκαιο στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, ιδίως κανονισμός σχετικά με την ευρωπαϊκή εντολή υποβολής και την ευρωπαϊκή εντολή διατήρησης ηλεκτρονικών αποδεικτικών στοιχείων σε ποινικές υποθέσεις·

ι)

την οδηγία σχετικά με τη θέσπιση εναρμονισμένων κανόνων για τον ορισμό νόμιμων εκπροσώπων με σκοπό τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών.

Άρθρο 14

Όροι και προϋποθέσεις

1.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών περιλαμβάνουν στους όρους και τις προϋποθέσεις χρήσης των υπηρεσιών τους τους πληροφορίες σχετικά με τυχόν περιορισμούς τους οποίους επιβάλλουν σε σχέση με τη χρήση της υπηρεσίας τους όσον αφορά τις πληροφορίες που παρέχονται από τους αποδέκτες της υπηρεσίας. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν πληροφορίες για κάθε πολιτική, διαδικασία, μέτρο και εργαλείο που χρησιμοποιείται για τον σκοπό του ελέγχου περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένων της αλγοριθμικής λήψης αποφάσεων και της επανεξέτασης από άνθρωπο καθώς και του κανονισμού λειτουργίας του εσωτερικού τους συστήματος διαχείρισης καταγγελιών. Διατυπώνονται σε σαφή, απλή, κατανοητή, φιλική προς τον χρήστη και ανεπίδεκτη παρερμηνείας γλώσσα, και διατίθενται στο κοινό σε εύκολα προσβάσιμο και μηχαναγνώσιμο μορφότυπο.

2.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών κοινοποιούν στους αποδέκτες της υπηρεσίας κάθε σημαντική μεταβολή των όρων και προϋποθέσεων.

3.   Όταν μια ενδιάμεση_υπηρεσία απευθύνεται πρωτίστως σε ανηλίκους ή χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο από αυτούς, ο πάροχος της εν λόγω ενδιάμεσης υπηρεσίας εξηγεί τους όρους, και τους τυχόν περιορισμούς, όσον αφορά τη χρήση της υπηρεσίας κατά τρόπο κατανοητό από ανηλίκους.

4.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενεργούν με επιμελή, αντικειμενικό και αναλογικό τρόπο κατά την εφαρμογή και την επιβολή των περιορισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα όλων των εμπλεκόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων των θεμελιωδών δικαιωμάτων των αποδεκτών της υπηρεσίας, όπως η ελευθερία της έκφρασης, η ελευθερία και η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, και άλλα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες, όπως κατοχυρώνονται στον Χάρτη.

5.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης παρέχουν στους αποδέκτες των υπηρεσιών συνοπτική, εύκολα προσβάσιμη και μηχαναγνώσιμη περίληψη των όρων και των προϋποθέσεων συμπεριλαμβανομένων των διαθέσιμων μέσων έννομης προστασίας και των μηχανισμών προσφυγής, σε σαφή γλώσσα που δεν επιδέχεται παρερμηνεία.

6.   Οι πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες και οι πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης, κατά την έννοια του άρθρου 33, δημοσιεύουν τους όρους και τις προϋποθέσεις τους στις επίσημες γλώσσες όλων των κρατών μελών στα οποία προσφέρουν τις υπηρεσίες τους.

Άρθρο 35

Περιορισμός των κινδύνων

1.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης εφαρμόζουν εύλογα, αναλογικά και αποτελεσματικά μέτρα περιορισμού, τα οποία προσαρμόζονται στους ειδικούς συστημικούς κινδύνους που εντοπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 34, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις επιπτώσεις αυτών των μέτρων στα θεμελιώδη δικαιώματα. Τα μέτρα αυτά είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, τα εξής:

α)

προσαρμογή του σχεδιασμού, των χαρακτηριστικών ή της λειτουργίας των υπηρεσιών τους, συμπεριλαμβανομένων των επιγραμμικών διεπαφών τους·

β)

προσαρμογή των όρων και προϋποθέσεών τους και της επιβολής τους·

γ)

προσαρμογή των διαδικασιών ελέγχου περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένων της ταχύτητας και της ποιότητας της διεκπεραίωσης των ειδοποιήσεων που αφορούν συγκεκριμένους τύπους παράνομου περιεχομένου και, κατά περίπτωση, της ταχείας αφαίρεσης του αναφερόμενου περιεχομένου ή της απενεργοποίησης της πρόσβασης σε αυτό, ιδίως όσον αφορά την παράνομη ρητορική μίσους ή την κυβερνοβία· καθώς και προσαρμογή όλων των σχετικών διαδικασιών λήψης αποφάσεων και των πόρων που προορίζονται για τον έλεγχο του περιεχομένου·

δ)

δοκιμή και προσαρμογή των αλγοριθμικών συστημάτων τους, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων συστάσεών τους·

ε)

προσαρμογή των συστημάτων διαφήμισής τους και θέσπιση στοχευμένων μέτρων με σκοπό τον περιορισμό ή την προσαρμογή της παρουσίασης διαφημίσεων συνδεόμενων με την υπηρεσία που παρέχουν·

στ)

ενίσχυση των εσωτερικών διαδικασιών και πόρων, του ελέγχου, της τεκμηρίωσης ή της επίβλεψης οποιασδήποτε από τις δραστηριότητές τους, ιδίως όσον αφορά την ανίχνευση συστημικού κινδύνου·

ζ)

έναρξη ή προσαρμογή της συνεργασίας με αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου σύμφωνα με το άρθρο 22 και υλοποίηση των αποφάσεων των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών σύμφωνα με το άρθρο 21·

η)

έναρξη ή προσαρμογή της συνεργασίας με άλλους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών ή επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης με τη χρήση κωδίκων δεοντολογίας και πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων που προβλέπονται στα άρθρα 45 και 48, αντίστοιχα·

θ)

λήψη μέτρων ευαισθητοποίησης και προσαρμογή της επιγραμμικής διεπαφής τους προκειμένου να παράσχουν στους αποδέκτες της υπηρεσίες περισσότερες πληροφορίες·

ι)

λήψη στοχευμένων μέτρων για την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού, συμπεριλαμβανομένων εργαλείων εξακρίβωσης της ηλικίας και γονικού ελέγχου, εργαλείων που βοηθούν τους ανηλίκους να γνωστοποιούν περιστατικά κακοποίησης ή να λαμβάνουν στήριξη, ανάλογα με την περίπτωση·

ια)

εξασφάλιση του ότι ένα στοιχείο πληροφορίας, ανεξάρτητα από το αν αποτελεί εικόνα, ήχο ή βίντεο που έχει παραχθεί ή τροποποιηθεί, το οποίο παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με υπαρκτά πρόσωπα, αντικείμενα, μέρη ή άλλες οντότητες ή γεγονότα, και δίνει την ψευδή εντύπωση ότι είναι αυθεντικό ή αληθινό, θα διακρίνεται μέσω ευδιάκριτης σήμανσης όταν παρουσιάζεται στις επιγραμμικές διεπαφές τους, και, επιπλέον, παροχή μιας εύχρηστης λειτουργίας η οποία δίνει στους αποδέκτες της υπηρεσίας τη δυνατότητα να υποδεικνύουν μία τέτοια πληροφορία.

2.   Το Συμβούλιο, σε συνεργασία με την Επιτροπή, δημοσιεύει αναλυτικές εκθέσεις, μία φορά ανά έτος. Οι εκθέσεις περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

προσδιορισμό και εκτίμηση των πλέον σημαντικών και επαναλαμβανόμενων συστημικών κινδύνων που αναφέρονται από παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης ή εντοπίζονται από άλλες πηγές πληροφοριών, ιδίως εκείνων που παρέχονται σύμφωνα με τα άρθρα 39, 40 και 42·

β)

βέλτιστες πρακτικές για τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης με σκοπό τον περιορισμό των συστημικών κινδύνων που εντοπίζονται.

Οι εν λόγω εκθέσεις παρουσιάζουν τους συστημικούς κινδύνους ανά κράτος μέλος στο οποίο εμφανίζονται και στο σύνολο της Ένωσης, κατά περίπτωση.

3.   Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή της παραγράφου 1 σε σχέση με συγκεκριμένους κινδύνους, και ιδίως για να παρουσιάσει βέλτιστες πρακτικές και να προτείνει πιθανά μέτρα, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις πιθανές επιπτώσεις των μέτρων στα θεμελιώδη δικαιώματα όλων των εμπλεκόμενων μερών, τα οποία κατοχυρώνονται στον Χάρτη. Κατά την κατάρτιση των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών, η Επιτροπή οργανώνει δημόσιες διαβουλεύσεις.

Άρθρο 36

Μηχανισμός αντιμετώπισης κρίσεων

1.   Σε περίπτωση κρίσης, η Επιτροπή, ενεργώντας κατόπιν σύστασης του συμβουλίου, δύναται να εκδώσει απόφαση με την οποία απαιτεί από έναν ή περισσότερους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης να προβούν σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)

να αξιολογήσουν κατά πόσον και εάν ναι, σε ποιον βαθμό και με ποιον τρόπο, η λειτουργία και η χρήση των υπηρεσιών τους συμβάλλουν σημαντικά ή ενδέχεται να συμβάλουν σημαντικά σε σοβαρή απειλή, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2·

β)

να προσδιορίσουν και να εφαρμόσουν ειδικά, αποτελεσματικά και αναλογικά μέτρα, όπως οποιοδήποτε από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 35 παράγραφος 1 ή στο άρθρο 48 παράγραφος 2, για την πρόληψη, την εξάλειψη ή τον περιορισμό οποιασδήποτε τέτοιας συμβολής στη σοβαρή απειλή που εντοπίζεται σύμφωνα με το στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου·

γ)

να υποβάλουν έκθεση στην Επιτροπή, έως συγκεκριμένη ημερομηνία ή σε τακτά χρονικά διαστήματα που καθορίζονται στην απόφαση, σχετικά με τις αξιολογήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α), με το ακριβές περιεχόμενο, την εφαρμογή και τον ποιοτικό και ποσοτικό αντίκτυπο των ειδικών μέτρων που ελήφθησαν σύμφωνα με το στοιχείο β), και με κάθε άλλο ζήτημα που σχετίζεται με τις εν λόγω αξιολογήσεις ή τα εν λόγω μέτρα, όπως ορίζεται στην απόφαση.

Κατά τον προσδιορισμό και την εφαρμογή μέτρων σύμφωνα με το στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου, ο πάροχος ή οι πάροχοι υπηρεσιών λαμβάνουν δεόντως υπόψη την βαρύτητα της σοβαρής απειλής που αναφέρεται στην παράγραφο 2, τον επείγοντα χαρακτήρα των μέτρων και τις πραγματικές ή δυνητικές επιπτώσεις στα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα όλων των ενδιαφερόμενων μερών, μεταξύ άλλων και της πιθανής αποτυχίας των μέτρων να σεβαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, θεωρείται ότι έχει επέλθει κρίση όταν έκτακτες περιστάσεις μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρή απειλή για τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία στην Ένωση ή σε σημαντικά μέρη της.

3.   Κατά τη λήψη της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

οι ενέργειες που απαιτούνται από την απόφαση είναι αυστηρά απαραίτητες, αιτιολογημένες και αναλογικές, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως την βαρύτητα της σοβαρής απειλής που αναφέρεται στην παράγραφο 2, τον επείγοντα χαρακτήρα των μέτρων και τις πραγματικές ή δυνητικές επιπτώσεις στα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα όλων των ενδιαφερόμενων μερών, μεταξύ άλλων και της πιθανής αποτυχίας των μέτρων να σεβαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη·

β)

η απόφαση ορίζει εύλογη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να ληφθούν τα συγκεκριμένα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τον επείγοντα χαρακτήρα των μέτρων αυτών και τον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία και την εφαρμογή τους·

γ)

οι ενέργειες που απαιτούνται από την απόφαση περιορίζονται σε χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

4.   Αφού εγκρίνει την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή, χωρίς περιττή καθυστέρηση, λαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα:

α)

κοινοποιεί την απόφαση στον πάροχο ή τους παρόχους στους οποίους απευθύνεται η απόφαση·

β)

δημοσιοποιεί την απόφαση· και

γ)

ενημερώνει το συμβούλιο για την απόφαση, το καλεί να διατυπώσει τις απόψεις του επ’ αυτού και το τηρεί ενήμερο για κάθε μεταγενέστερη εξέλιξη σχετικά με την απόφαση.

5.   Η επιλογή των ειδικών μέτρων που πρέπει να ληφθούν σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) και την παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο απόκειται στον πάροχο ή τους παρόχους στους οποίους απευθύνεται η απόφαση της Επιτροπής.

6.   Η Επιτροπή δύναται, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος του παρόχου, να ξεκινήσει διάλογο με τον πάροχο για να καθορίσει κατά πόσον, υπό το πρίσμα των ειδικών περιστάσεων του παρόχου, τα σχεδιαζόμενα ή εφαρμοζόμενα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) είναι αποτελεσματικά και αναλογικά για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων. Ειδικότερα, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι τα μέτρα που λαμβάνει ο πάροχος υπηρεσιών δυνάμει της παραγράφου 1 στοιχείο β) πληρούν τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α) και γ).

7.   Η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή των ειδικών μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, με βάση τις εκθέσεις που αναφέρονται στο στοιχείο γ) της εν λόγω παραγράφου και κάθε άλλη σχετική πληροφορία, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που μπορεί να ζητήσει σύμφωνα με το άρθρο 40 ή 67, λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της κρίσης. Η Επιτροπή υποβάλλει τακτικά έκθεση στο συμβούλιο σχετικά με την παρακολούθηση αυτή, τουλάχιστον σε μηνιαία βάση.

Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι τα σχεδιαζόμενα ή εφαρμοζόμενα ειδικά μέτρα σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) δεν είναι αποτελεσματικά ή αναλογικά, μπορεί, κατόπιν διαβούλευσης με το συμβούλιο, να εκδώσει απόφαση για να απαιτήσει από τον πάροχο να επανεξετάσει τον προσδιορισμό ή την εφαρμογή των εν λόγω ειδικών μέτρων.

8.   Εφόσον κρίνεται σκόπιμο λόγω της εξέλιξης της κρίσης, η Επιτροπή, ενεργώντας βάσει σύστασης του Συμβουλίου, μπορεί να τροποποιήσει την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή στην παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο:

α)

ανακαλώντας την απόφαση και, κατά περίπτωση, απαιτώντας από την πολύ μεγάλη επιγραμμική_πλατφόρμα ή πολύ μεγάλη επιγραμμική_μηχανή_αναζήτησης να παύσει να εφαρμόζει τα μέτρα που προσδιορίζονται και εφαρμόζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) ή την παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο, ιδίως όταν οι λόγοι για τα εν λόγω μέτρα δεν υφίστανται πλέον·

β)

παρατείνοντας την περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο γ) για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες·

γ)

συνεκτιμώντας την πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή των μέτρων, ιδίως την πιθανή αποτυχία των μέτρων να σεβαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη.

9.   Οι απαιτήσεις των παραγράφων 1 έως 6 ισχύουν για την απόφαση και την τροποποίησή της που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

10.   Η Επιτροπή λαμβάνει όλως ιδιαιτέρως υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου που εκδίδεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

11.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σε ετήσια βάση μετά την έκδοση αποφάσεων σύμφωνα με το παρόν άρθρο και, σε κάθε περίπτωση, τρεις μήνες μετά το τέλος της κρίσης σχετικά με την εφαρμογή των ειδικών μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με τις εν λόγω αποφάσεις.

Άρθρο 40

Πρόσβαση και έλεγχος δεδομένων

1.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης παρέχουν στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης ή στην Επιτροπή, μετά από αιτιολογημένο αίτημά τους και εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, που ορίζεται στο εν λόγω αίτημα, πρόσβαση σε δεδομένα τα οποία είναι αναγκαία για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και η Επιτροπή χρησιμοποιούν τα δεδομένα στα οποία αποκτούν πρόσβαση σύμφωνα με την παράγραφο 1, αποκλειστικά για τον σκοπό παρακολούθησης και αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, λαμβάνουν δε δεόντως υπόψη τους τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης και των αποδεκτών της οικείας υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, της προστασίας των εμπιστευτικών πληροφοριών, και ιδίως των εμπορικών απορρήτων, διατηρώντας παράλληλα την ασφάλεια της υπηρεσίας τους.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, κατόπιν αιτήματος είτε από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης είτε από την Επιτροπή, εξηγούν τον σχεδιασμό, τη λογική, τη λειτουργία και τη δοκιμή των αλγοριθμικών συστημάτων τους, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων συστάσεών τους.

4.   Κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης, οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης παρέχουν, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος όπως ορίζεται στο αίτημα, πρόσβαση σε δεδομένα σε διαπιστευμένους ερευνητές οι οποίοι πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου, με μοναδικό σκοπό τη διεξαγωγή έρευνας που συμβάλλει στην ανίχνευση, τον εντοπισμό και την κατανόηση συστημικών κινδύνων στην Ένωση, όπως ορίζονται δυνάμει του άρθρου 34 παράγραφος 1, και στην αξιολόγηση της καταλληλότητας, της αποτελεσματικότητας και των επιπτώσεων των μέτρων περιορισμού των κινδύνων σύμφωνα με το άρθρο 35.

5.   Εντός 15 ημερών από την παραλαβή αιτήματος στο οποίο αναφέρεται η παράγραφος 4, οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης μπορούν να ζητήσουν από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης να τροποποιήσει το αίτημα, εφόσον θεωρήσουν ότι δεν είναι σε θέση να χορηγήσουν πρόσβαση στα ζητούμενα δεδομένα για έναν από τους ακόλουθους δύο λόγους:

α)

δεν έχουν πρόσβαση στα δεδομένα·

β)

η παροχή πρόσβασης στα δεδομένα θα έχει ως αποτέλεσμα να υπάρξουν σημαντικά τρωτά σημεία για την ασφάλεια της υπηρεσίας τους ή για την προστασία εμπιστευτικών πληροφοριών, ιδίως εμπορικών απορρήτων.

6.   Τα αιτήματα τροποποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 5 περιέχουν προτάσεις για ένα ή περισσότερα εναλλακτικά μέσα παροχής πρόσβασης στα ζητούμενα δεδομένα ή σε άλλα δεδομένα, που είναι κατάλληλα και επαρκή για τους σκοπούς του αιτήματος.

Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης αποφασίζει επί του αιτήματος τροποποίησης εντός 15 ημερών και κοινοποιεί στον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης την απόφασή του και, κατά περίπτωση, το τροποποιημένο αίτημα και τη νέα προθεσμία συμμόρφωσης με το αίτημα.

7.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης διευκολύνουν και παρέχουν πρόσβαση σε δεδομένα σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4 μέσω κατάλληλων διεπαφών που προσδιορίζονται στο αίτημα, συμπεριλαμβανομένων επιγραμμικών βάσεων δεδομένων ή διεπαφών προγραμματισμού εφαρμογών.

8.   Κατόπιν δεόντως τεκμηριωμένης αίτησης που υποβάλλεται από ερευνητές, ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης χορηγεί σε αυτούς τους ερευνητές καθεστώς «διαπιστευμένου ερευνητή» για την ειδική έρευνα που αναφέρεται στην αίτηση και εκδίδει αιτιολογημένο αίτημα πρόσβασης σε δεδομένα προς πάροχο πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης σύμφωνα με την παράγραφο 4, στα οποία οι ερευνητές αποδεικνύουν ότι πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

συνδέονται με ερευνητικό οργανισμό, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/790·

β)

είναι ανεξάρτητοι από εμπορικά συμφέροντα·

γ)

η αίτηση τους αποκαλύπτει τη χρηματοδότηση της έρευνας·

δ)

είναι σε θέση να τηρούν τις ειδικές απαιτήσεις ασφάλειας και εμπιστευτικότητας των δεδομένων που αντιστοιχούν σε κάθε αίτημα και να προστατεύουν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, ενώ επίσης περιγράφουν στο αίτημά τους τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που εφαρμόζουν για τον σκοπό αυτό·

ε)

με την αίτησή τους τεκμηριώνεται η αναγκαιότητα και η αναλογικότητα της πρόσβασής τους στα δεδομένα καθώς και τα χρονικά πλαίσια για τα οποία ζητούν πρόσβαση, για τους σκοπούς της έρευνάς τους, και η συμβολή των αναμενόμενων ερευνητικών αποτελεσμάτων στους σκοπούς που ορίζονται στην παράγραφο 4·

στ)

οι προγραμματισμένες ερευνητικές δραστηριότητες θα διεξάγονται για τους σκοπούς που ορίζονται στην παράγραφο 4·

ζ)

δεσμεύονται να δημοσιοποιήσουν τα ερευνητικά τους αποτελέσματα δωρεάν, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την ολοκλήρωση της έρευνας και λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των αποδεκτών της οικείας υπηρεσίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

Μετά την παραλαβή της αίτησης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης ενημερώνει την Επιτροπή και το συμβούλιο.

9.   Οι ερευνητές μπορούν επίσης να υποβάλουν την αίτησή τους στον συντονιστή των ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται οι ερευνητικός οργανισμός με τον οποίο συνδέονται. Μετά την παραλαβή της αίτησης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών διενεργεί αρχική αξιολόγηση του κατά πόσον οι αντίστοιχοι ερευνητές πληρούν όλες τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 8. Ο εν λόγω συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών στη συνέχεια αποστέλλει την αίτηση, μαζί με τα δικαιολογητικά έγγραφα που υπέβαλαν οι αντίστοιχοι ερευνητές και την αρχική αξιολόγηση, στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης. Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης αποφασίζει να απονείμει καθεστώς «διαπιστευμένου ερευνητή» χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

Αρμόδιος να λάβει την τελική απόφαση για την απονομή του καθεστώτος «διαπιστευμένου ερευνητή», έχοντας λάβει δεόντως υπόψη την παρασχεθείσα αρχική αξιολόγηση, είναι ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 8.

10.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που χορήγησε το καθεστώς του διαπιστευμένου ερευνητή και εξέδωσε το αιτιολογημένο αίτημα πρόσβασης προς τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης υπέρ διαπιστευμένου ερευνητή, εκδίδει απόφαση για τον τερματισμό της πρόσβασης εάν διαπιστώσει, κατόπιν έρευνας είτε με δική του πρωτοβουλία είτε βάσει πληροφοριών που ελήφθησαν από τρίτα μέρη, ότι ο διαπιστευμένος ερευνητής δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 8 και ενημερώνει τον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης σχετικά με την απόφαση. Πριν από τον τερματισμό της πρόσβασης, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρέχει στον διαπιστευμένο ερευνητή τη δυνατότητα να σχολιάσει τα πορίσματα της έρευνάς του και την πρόθεσή του να άρει την πρόσβαση.

11.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης κοινοποιούν στο συμβούλιο τα ονόματα και τα στοιχεία επικοινωνίας των φυσικών προσώπων ή οντοτήτων στις οποίες έχουν χορηγήσει το καθεστώς του «διαπιστευμένου ερευνητή» σύμφωνα με την παράγραφο 8, καθώς και τον ερευνητικό σκοπό που θεμελιώνει το αίτημα, ή ενημερώνουν το συμβούλιο ότι έχουν άρει την πρόσβαση στα δεδομένα σύμφωνα με την παράγραφο 10.

12.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης παρέχουν πρόσβαση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση σε δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων, όπου αυτό είναι τεχνικά εφικτό, δεδομένων σε πραγματικό χρόνο, υπό την προϋπόθεση ότι τα δεδομένα είναι δημοσίως προσβάσιμα στην επιγραμμική_διεπαφή τους για ερευνητές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνδέονται με μη κερδοσκοπικούς φορείς, οργανισμούς και ενώσεις, οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 8 στοιχεία β), γ), δ) και ε), και οι οποίοι χρησιμοποιούν τα δεδομένα αποκλειστικά για τη διεξαγωγή έρευνας που συμβάλλει στον εντοπισμό, την αναγνώριση και την κατανόηση συστημικών κινδύνων στην Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 1.

13.   Η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με το συμβούλιο, εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που συμπληρώνουν τον παρόντα κανονισμό με τον καθορισμό των τεχνικών προϋποθέσεων υπό τις οποίες οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης ανταλλάσσουν δεδομένα σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4, καθώς και των σκοπών για τους οποίους μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα δεδομένα. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ορίζουν τις ειδικές προϋποθέσεις βάσει των οποίων διεξάγεται αυτή η ανταλλαγή δεδομένων με ερευνητές σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, καθώς και σχετικούς αντικειμενικούς δείκτες, τις διαδικασίες και, όπου υπάρχει ανάγκη, ανεξάρτητους συμβουλευτικούς μηχανισμούς για την υποστήριξη της ανταλλαγής δεδομένων, λαμβανομένων υπόψη των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης και των αποδεκτών της σχετικής υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των εμπιστευτικών πληροφοριών, και ιδίως των εμπορικών απορρήτων, και με παράλληλη διατήρηση της ασφάλειας της υπηρεσίας τους.

Άρθρο 51

Εξουσίες των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Όταν απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους βάσει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαθέτουν τις ακόλουθες εξουσίες έρευνας, όσον αφορά τη συμπεριφορά παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους:

α)

την εξουσία να ζητούν από αυτούς τους παρόχους, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο που ενεργεί για σκοπούς που αφορούν τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές του δραστηριότητες, το οποίο μπορεί εύλογα να γνωρίζει πληροφορίες σχετικά με εικαζόμενη παράβαση του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών που διενεργούν τους ελέγχους που αναφέρονται στο άρθρο 37 και στο άρθρο 75 παράγραφος 2, να παράσχουν τις εν λόγω πληροφορίες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση·

β)

την εξουσία να διενεργούν ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να διατάσσει τη διενέργεια επιθεωρήσεων οποιωνδήποτε εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούν οι εν λόγω πάροχοι ή τα εν λόγω πρόσωπα για σκοπούς που αφορούν τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές τους δραστηριότητες ή να ζητούν από άλλες δημόσιες αρχές τη διενέργειά τους, προκειμένου να εξετάσουν, να κατάσχουν, να λάβουν ή να αποκτήσουν αντίγραφα πληροφοριών σχετικών με εικαζόμενη παράβαση σε οποιαδήποτε μορφή, ανεξάρτητα από το μέσο αποθήκευσης·

γ)

την εξουσία να ζητούν από οποιοδήποτε μέλος του προσωπικού ή εκπρόσωπο των εν λόγω παρόχων ή των εν λόγω προσώπων να παράσχει εξηγήσεις όσον αφορά κάθε πληροφορία σχετική με εικαζόμενη παράβαση και να καταγράφουν τις απαντήσεις κατόπιν συγκατάθεσής τους με κάθε τεχνικό μέσο.

2.   Όταν απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαθέτουν τις ακόλουθες εξουσίες επιβολής, όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους:

α)

την εξουσία να αποδέχονται τις δεσμεύσεις που παρέχουν οι εν λόγω πάροχοι σε σχέση με τη συμμόρφωσή τους με τον παρόντα κανονισμό και να καθιστούν τις δεσμεύσεις αυτές υποχρεωτικές·

β)

την εξουσία να διατάσσουν την παύση των παραβάσεων και να επιβάλλουν, κατά περίπτωση, διορθωτικά μέτρα αναλογικά με την παράβαση και αναγκαία για την παύση της παράβασης, ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να διατάξει την παύση ή να επιβάλει τα σχετικά μέτρα·

γ)

την εξουσία να επιβάλλουν πρόστιμα, ή να ζητούν την επιβολή τους από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους, σύμφωνα με το άρθρο 52 λόγω μη συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε από τις εντολές έρευνας που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

δ)

την εξουσία να επιβάλλουν περιοδική χρηματική ποινή ή να ζητούν την επιβολή της από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους, σύμφωνα με το άρθρο 52 για να διασφαλιστεί η παύση της παράβασης σε συμμόρφωση με εντολή που εκδίδεται σύμφωνα με το στοιχείο β) του παρόντος εδαφίου ή λόγω μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις εντολές έρευνας που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

ε)

την εξουσία να θεσπίζουν αναλογικά προσωρινά μέτρα ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να το πράξει, για την αποφυγή κινδύνου σοβαρής βλάβης.

Όσον αφορά τα στοιχεία γ) και δ) του πρώτου εδαφίου, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών έχουν επίσης τις εξουσίες επιβολής που ορίζονται στα στοιχεία αυτά σε σχέση με τα άλλα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 λόγω μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις εντολές που εκδίδονται προς αυτά σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο. Ασκούν τις εν λόγω εξουσίες επιβολής μόνον αφού παράσχουν εγκαίρως στα εν λόγω άλλα πρόσωπα όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τις εντολές αυτές, συμπεριλαμβανομένων της τεθείσας προθεσμίας, των προστίμων ή των περιοδικών χρηματικών ποινών που ενδέχεται να επιβληθούν λόγω μη συμμόρφωσης και των δυνατοτήτων προσφυγής.

3.   Όταν απαιτείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους, όταν έχουν εξαντληθεί όλες οι άλλες εξουσίες σύμφωνα με το παρόν άρθρο για την παύση της παράβασης και η παράβαση δεν έχει αποκατασταθεί ή συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες οι οποίες δεν μπορούν να αποφευχθούν μέσω της άσκησης άλλων εξουσιών που είναι διαθέσιμες βάσει του ενωσιακού δικαίου ή του εθνικού δικαίου, διαθέτουν επίσης την εξουσία να λαμβάνουν τα ακόλουθα μέτρα:

α)

να ζητούν από το διοικητικό όργανο των εν λόγω παρόχων, χωρίς περιττή καθυστέρηση, να εξετάσει την κατάσταση, να εγκρίνει και να υποβάλει σχέδιο δράσης που να καθορίζει τα αναγκαία μέτρα για την παύση της παράβασης, να διασφαλίσει ότι ο πάροχος λαμβάνει τα μέτρα αυτά και να υποβάλει έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί·

β)

όταν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι ένας πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν συμμορφώνεται επαρκώς με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α), ότι η παράβαση δεν έχει αποκατασταθεί ή συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες και ότι η εν λόγω παράβαση συνεπάγεται ποινικό αδίκημα που συνιστά απειλή για τη ζωή ή την ασφάλεια ατόμων, να ζητά από την αρμόδια δικαστική αρχή του κράτους μέλους του να διατάξει τον προσωρινό περιορισμό της πρόσβασης των αποδεκτών της υπηρεσίας που αφορά η παράβαση ή, μόνον όταν αυτό δεν είναι τεχνικά εφικτό, της πρόσβασης στην επιγραμμική_διεπαφή του παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών στην οποία πραγματοποιείται η παράβαση.

Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών, προτού υποβάλει το αίτημα που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις εντός προθεσμίας δύο εβδομάδων τουλάχιστον, περιγράφοντας τα μέτρα που προτίθεται να ζητήσει και προσδιορίζοντας τον σκοπούμενο αποδέκτη ή αποδέκτες αυτών, εκτός εάν ενεργεί κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 82. Ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών, ο σκοπούμενος αποδέκτης ή αποδέκτες και κάθε άλλος τρίτος που διαθέτει αποδεδειγμένο έννομο συμφέρον έχει δικαίωμα να συμμετέχει στη διαδικασία ενώπιον της αρμόδιας δικαστικής αρχής. Κάθε μέτρο που διατάσσεται είναι αναλογικό με τη φύση, τη βαρύτητα, την επανάληψη και τη διάρκεια της παράβασης, χωρίς να περιορίζει αδικαιολόγητα την πρόσβαση αποδεκτών της οικείας υπηρεσίας σε νόμιμες πληροφορίες.

Ο περιορισμός πρόσβασης ισχύει για περίοδο τεσσάρων εβδομάδων, με την επιφύλαξη της δυνατότητας της αρμόδιας δικαστικής αρχής να επιτρέψει, με την εντολή της, στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών να παρατείνει την εν λόγω περίοδο για περαιτέρω περιόδους ίδιας διάρκειας, με την επιφύλαξη μέγιστου αριθμού παρατάσεων τον οποίο ορίζει η εν λόγω δικαστική αρχή. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρατείνει την περίοδο μόνον όταν θεωρεί ότι πληρούνται και οι δύο ακόλουθες προϋποθέσεις, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα όλων των μερών που θίγονται από τον εν λόγω περιορισμό και όλες τις σχετικές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων τυχόν πληροφοριών που μπορεί να του παράσχει ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών, ο αποδέκτης ή οι αποδέκτες και κάθε άλλος τρίτος που διαθέτει αποδεδειγμένο έννομο συμφέρον:

α)

ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα για την παύση της παράβασης·

β)

ο προσωρινός περιορισμός δεν περιορίζει αδικαιολόγητα την πρόσβαση των αποδεκτών της υπηρεσίας σε νόμιμες πληροφορίες, λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των αποδεκτών που θίγονται και κατά πόσον υπάρχουν επαρκείς και εύκολα προσβάσιμες εναλλακτικές.

Όταν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο τρίτο εδάφιο στοιχεία α) και β), αλλά δεν μπορεί να παρατείνει περαιτέρω την περίοδο σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο, υποβάλλει στην αρμόδια δικαστική αρχή νέο αίτημα, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β).

4.   Οι εξουσίες που παρατίθενται στις παραγράφους 1, 2 και 3 δεν θίγουν το τμήμα 3.

5.   Τα μέτρα που λαμβάνονται από τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών κατά την άσκηση των εξουσιών τους που παρατίθενται στις παραγράφους 1, 2 και 3 είναι αποτελεσματικά, αποτρεπτικά και αναλογικά, λαμβανομένων ιδίως υπόψη της φύσης, της βαρύτητας, της επανάληψης και της διάρκειας της παράβασης ή της υποπτευόμενης παράβασης την οποία αφορούν τα μέτρα αυτά, καθώς και της οικονομικής, τεχνικής και επιχειρησιακής ικανότητας του παρόχου των οικείων ενδιάμεσων υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση.

6.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν ειδικούς όρους και διαδικασίες για την άσκηση των εξουσιών σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 και διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε άσκηση των εν λόγω εξουσιών υπόκειται σε επαρκείς διασφαλίσεις που ορίζονται στο εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο σε συμμόρφωση με τον Χάρτη και τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου. Ειδικότερα, τα μέτρα αυτά λαμβάνονται μόνο εάν είναι σύμφωνα με το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και των δικαιωμάτων υπεράσπισης, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ακρόασης και πρόσβασης στον φάκελο, και με την επιφύλαξη του δικαιώματος αποτελεσματικής έννομης προστασίας όλων των θιγόμενων μερών.

Άρθρο 53

Δικαίωμα υποβολής καταγγελίας

Οι αποδέκτες της υπηρεσίας και οποιοσδήποτε φορέας, οργανισμός ή ένωση που έχει εξουσιοδοτηθεί να ασκεί για λογαριασμό τους τα δικαιώματα που θεσπίζει ο παρών κανονισμός, έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν καταγγελία κατά παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών, με τον ισχυρισμό παράβασης του παρόντος κανονισμού στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται ή είναι εγκατεστημένος ο αποδέκτης_της_υπηρεσίας. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών αξιολογεί την καταγγελία και, κατά περίπτωση, τη διαβιβάζει στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης, συνοδευόμενη, όταν κρίνεται σκόπιμο, από σχετική γνωμοδότηση. Όταν η καταγγελία εμπίπτει στην αρμοδιότητα άλλης αρμόδιας αρχής στο κράτος μέλος του, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που λαμβάνει την καταγγελία τη διαβιβάζει στην εν λόγω αρχή. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, αμφότερα τα μέρη έχουν δικαίωμα ακρόασης και δικαίωμα λήψης των κατάλληλων πληροφοριών σχετικά με την πορεία της καταγγελίας, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 62

Δομή του συμβουλίου

1.   Το συμβούλιο απαρτίζεται από τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, οι οποίοι εκπροσωπούνται από υψηλόβαθμους υπαλλήλους. Η παράλειψη ενός ή περισσότερων κρατών μελών να ορίσουν συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών δεν εμποδίζει το συμβούλιο να εκτελεί τα καθήκοντά του βάσει του παρόντος κανονισμού. Όταν προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, στο συμβούλιο δύνανται να συμμετέχουν άλλες αρμόδιες αρχές στις οποίες έχουν ανατεθεί συγκεκριμένες επιχειρησιακές αρμοδιότητες για την εφαρμογή και την επιβολή του παρόντος κανονισμού μαζί με τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών. Στις συνεδριάσεις μπορεί να προσκαλούνται άλλες εθνικές αρχές, όταν τις αφορούν τα ζητήματα που συζητούνται.

2.   Η προεδρία του συμβουλίου ασκείται από την Επιτροπή. Η Επιτροπή συγκαλεί τις συνεδριάσεις και καταρτίζει την ημερήσια διάταξη σύμφωνα με τα καθήκοντα του συμβουλίου δυνάμει του παρόντος κανονισμού και με βάση τον εσωτερικό κανονισμό του. Όταν ζητείται από το συμβούλιο να διατυπώσει σύσταση βάσει του παρόντος κανονισμού, το συμβούλιο καθιστά το αίτημα αυτό αμέσως διαθέσιμο στους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών μέσω του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που θεσπίζεται με το άρθρο 85.

3.   Κάθε κράτος μέλος έχει μία ψήφο. Η Επιτροπή δεν έχει δικαιώματα ψήφου.

Το συμβούλιο εγκρίνει τις πράξεις του με απλή πλειοψηφία. Όσον αφορά την έκδοση της αναφερόμενης στο άρθρο 36 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο σύστασης προς την Επιτροπή, το συμβούλιο πραγματοποιεί ψηφοφορία εντός 48 ωρών από το αίτημα του προέδρου του συμβουλίου.

4.   Η Επιτροπή παρέχει διοικητική και αναλυτική υποστήριξη για τις δραστηριότητες του συμβουλίου σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

5.   Το συμβούλιο μπορεί να προσκαλεί στις συνεδριάσεις του εμπειρογνώμονες και παρατηρητές και μπορεί να συνεργάζεται με άλλα όργανα, οργανισμούς, υπηρεσίες και συμβουλευτικές ομάδες της Ένωσης, καθώς και με εξωτερικούς εμπειρογνώμονες, κατά περίπτωση. Το συμβούλιο δημοσιεύει τα αποτελέσματα αυτής της συνεργασίας.

6.   Το συμβούλιο δύναται να διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη και δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα της εν λόγω διαβούλευσης.

7.   Το συμβούλιο θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό του, κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Επιτροπής.

Άρθρο 79

Δικαίωμα ακρόασης και πρόσβασης στον φάκελο

1.   Πριν από την έκδοση απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 73 παράγραφος 1, το άρθρο 74 ή το άρθρο 76, η Επιτροπή παρέχει στον οικείο πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή σε άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1 τη δυνατότητα ακρόασης σχετικά με:

α)

τα προκαταρκτικά πορίσματα της Επιτροπής, συμπεριλαμβανομένων τυχόν αιτιάσεων της Επιτροπής· και

β)

μέτρα που ενδεχομένως προτίθεται να λάβει η Επιτροπή ενόψει των προκαταρκτικών πορισμάτων που αναφέρονται στο στοιχείο α).

2.   Ο οικείος πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1 μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τα προκαταρκτικά πορίσματα της Επιτροπής εντός εύλογης προθεσμίας που ορίζει η Επιτροπή στα προκαταρκτικά της πορίσματα, ελάχιστης διάρκειας 14 ημερών.

3.   Η Επιτροπή θεμελιώνει τις αποφάσεις της μόνον στις αντιρρήσεις για τις οποίες δόθηκε στα ενδιαφερόμενα μέρη η δυνατότητα να διατυπώσουν τις απόψεις τους.

4.   Κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας διασφαλίζονται πλήρως τα δικαιώματα υπεράσπισης των ενδιαφερόμενων μερών. Έχουν δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο της Επιτροπής υπό τους όρους γνωστοποίησης στοιχείων κατόπιν διαπραγμάτευσης, με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλου ενδιαφερόμενου προσώπου για την προστασία των επιχειρηματικών τους απορρήτων. Η Επιτροπή έχει την εξουσία να εκδίδει αποφάσεις που καθορίζουν τους εν λόγω όρους γνωστοποίησης σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των μερών. Το δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο της Επιτροπής δεν καλύπτει τις εμπιστευτικές πληροφορίες και τα εσωτερικά έγγραφα της Επιτροπής, του συμβουλίου, των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, άλλων αρμόδιων αρχών ή άλλων δημόσιων αρχών των κρατών μελών. Ειδικότερα, το δικαίωμα πρόσβασης δεν καλύπτει την αλληλογραφία μεταξύ της Επιτροπής και των εν λόγω αρχών. Καμία διάταξη της παρούσας παραγράφου δεν εμποδίζει την Επιτροπή να γνωστοποιεί και να χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που απαιτούνται για να αποδειχθεί μια παράβαση.

5.   Οι πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με τα άρθρα 67, 68 και 69 χρησιμοποιούνται μόνον για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 80

Δημοσίευση των αποφάσεων

1.   Η Επιτροπή δημοσιεύει τις αποφάσεις τις οποίες λαμβάνει σύμφωνα με το άρθρο 70 παράγραφος 1, το άρθρο 71 παράγραφος 1 και τα άρθρα 73 έως 76. Στη δημοσίευση αυτή αναφέρονται τα ονόματα των μερών και τα ουσιώδη στοιχεία της απόφασης, περιλαμβανομένων των κυρώσεων που επιβάλλονται.

2.   Στη δημοσίευση λαμβάνονται υπόψη τα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα του οικείου παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, κάθε άλλου προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1 και τυχόν τρίτων όσον αφορά την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών τους.

Άρθρο 86

Εκπροσώπηση

1.   Με την επιφύλαξη της οδηγίας (ΕΕ) 2020/1828 ή κάθε άλλης μορφής εκπροσώπησης σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, οι αποδέκτες ενδιάμεσων υπηρεσιών έχουν τουλάχιστον το δικαίωμα να εξουσιοδοτούν φορέα, οργανισμό ή ένωση να ασκεί για λογαριασμό τους τα δικαιώματα που θεσπίζει ο παρών κανονισμός, υπό την προϋπόθεση ότι ο φορέας, ο οργανισμός ή η ένωση πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

λειτουργεί σε μη κερδοσκοπική βάση·

β)

έχει συσταθεί δεόντως σύμφωνα με το δίκαιο κράτους μέλους·

γ)

οι καταστατικοί σκοποί του περιλαμβάνουν ως έννομο συμφέρον τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών λαμβάνουν τα αναγκαία τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι η επεξεργασία των καταγγελιών που υποβάλλονται από φορείς, οργανισμούς ή ενώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου για λογαριασμό αποδεκτών της υπηρεσίας μέσω των μηχανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 1, καθώς και η λήψη των σχετικών αποφάσεων, πραγματοποιούνται κατά προτεραιότητα και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

ΤΜΉΜΑ 6

Κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις

Άρθρο 93

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την 17η Φεβρουαρίου 2024.

Ωστόσο, το άρθρο 24 παράγραφοι 2, 3 και 6, το άρθρο 33 παράγραφοι 3 έως 6, το άρθρο 37 παράγραφος 7, το άρθρο 40 παράγραφος 13, το άρθρο 43 και το κεφάλαιο IV τμήματα 4, 5 και 6 εφαρμόζονται από την 16η Νοεμβρίου 2022.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 19 Οκτωβρίου 2022.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

H Πρόεδρος

R. METSOLA

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. BEK


(1)  ΕΕ C 286 της 16.7.2021, σ. 70.

(2)  ΕΕ C 440 της 29.10.2021, σ. 67.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Ιουλίου 2022 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 4ης Οκτωβρίου 2022.

(4)  Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (EE L 178 της 17.7.2000, σ. 1).

(5)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Σεπτεμβρίου 2015, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (ΕΕ L 241 της 17.9.2015, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 351 της 20.12.2012, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1148 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, σχετικά με την κυκλοφορία στην αγορά και τη χρήση πρόδρομων ουσιών εκρηκτικών υλών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 98/2013 (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 57).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2021, σχετικά με την πρόληψη της διάδοσης τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο (ΕΕ L 172 της 17.5.2021, σ. 79).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1232 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουλίου 2021, περί προσωρινής παρεκκλίσεως από ορισμένες διατάξεις της οδηγίας 2002/58/ΕΚ όσον αφορά τη χρήση τεχνολογιών από παρόχους υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών για την επεξεργασία προσωπικών και άλλων δεδομένων, προς καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο (ΕΕ L 274 της 30.7.2021, σ. 41).

(12)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 345 της 27.12.2017, σ. 1).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1020 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την εποπτεία της αγοράς και τη συμμόρφωση των προϊόντων και για την τροποποίηση της οδηγίας 2004/42/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και (ΕΕ) αριθ. 305/2011 (ΕΕ L 169 της 25.6.2019, σ. 1).

(15)  Οδηγία 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 2001, για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (ΕΕ L 11 της 15.1.2002, σ. 4).

(16)  Οδηγία 2005/29/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22).

(17)  Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64).

(18)  Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 63).

(19)  Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ L 95 της 21.4.1993, σ. 29).

(20)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(21)  Οδηγία 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (ΕΕ L 167 της 22.6.2001, σ. 10).

(22)  Οδηγία 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 45).

(23)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/790 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα συγγενικά δικαιώματα στην ψηφιακή ενιαία αγορά και την τροποποίηση των οδηγιών 96/9/ΕΚ και 2001/29/ΕΚ (ΕΕ L 130 της 17.5.2019, σ. 92).

(24)  Οδηγία (ΕΕ) 2018/1972 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (ΕΕ L 321 της 17.12.2018, σ. 36).

(25)  Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

(26)  Οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1).

(27)  Οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, καθώς και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 101 της 15.4.2011, σ. 1).

(28)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017, σ. 6).

(29)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 53).

(30)  Οδηγία (ΕΕ) 2021/514 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2021, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (ΕΕ L 104 της 25.3.2021, σ. 1).

(31)  Οδηγία 98/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, περί της προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά την αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές (ΕΕ L 80 της 18.3.1998, σ. 27).

(32)  Οδηγία (EE) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, περί προστασίας της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (ΕΕ L 157 της 15.6.2016, σ. 1).

(33)  Οδηγία (ΕΕ) 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 409 της 4.12.2020, σ. 1).

(34)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(35)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(36)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(37)  ΕΕ C 149 της 27.4.2021, σ. 3.

(38)  Οδηγία (EE) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 70).

(39)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1).

(40)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73).

(41)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).



whereas









keyboard_arrow_down