search


keyboard_tab Digital Service Act 2022/2065 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/2065 EL cercato: 'αρμόδιες' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index αρμόδιες:


whereas αρμόδιες:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 1521

 

Άρθρο 9

Εντολές ανάληψης δράσης κατά παράνομου περιεχομένου

1.   Κατόπιν παραλαβής εντολής ανάληψης δράσης κατά ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων παράνομου περιεχομένου, η οποία εκδίδεται από τις αρμόδιες εθνικές δικαστικές ή διοικητικές αρχές βάσει του εφαρμοστέου ενωσιακού δικαίου ή εθνικού δικαίου σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο, οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενημερώνουν την αρχή που εκδίδει την εντολή, ή οποιαδήποτε άλλη αρχή προσδιορίζεται στην εντολή, σχετικά με οποιαδήποτε εκτέλεση της εντολής, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, διευκρινίζοντας αν και πότε εκτελέστηκε η εντολή.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η διαβιβαζόμενη στον πάροχο εντολή της παραγράφου 1 πληροί τουλάχιστον τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η εν λόγω εντολή περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:

i)

παραπομπή στη νομική βάση της εντολής βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου·

ii)

παρουσίαση των λόγων για τους οποίους οι πληροφορίες αποτελούν παράνομο_περιεχόμενο, με αναφορά σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες διατάξεις του ενωσιακού δικαίου ή του εθνικού δικαίου σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο·

iii)

πληροφορίες για τον προσδιορισμό της εκδίδουσας αρχής·

iv)

σαφείς πληροφορίες που επιτρέπουν στον πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών να προσδιορίζει και να εντοπίζει το σχετικό παράνομο_περιεχόμενο, όπως έναν ή περισσότερους ακριβείς ενιαίους εντοπιστές πόρου και, όπου κρίνεται σκόπιμο, πρόσθετες πληροφορίες·

v)

πληροφορίες σχετικά με τους μηχανισμούς έννομης προστασίας που διατίθενται στον πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών και στον αποδέκτη της υπηρεσίας που παρείχε το περιεχόμενο·

vi)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με την αρχή η οποία πρέπει να λαμβάνει τις σχετικές με την εκτέλεση των εντολών πληροφορίες·

β)

το εδαφικό πεδίο εφαρμογής της εν λόγω εντολής, βάσει των εφαρμοστέων κανόνων του ενωσιακού και του εθνικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του Χάρτη, και, κατά περίπτωση, των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου, περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου της·

γ)

η εν λόγω εντολή διαβιβάζεται σε μία από τις γλώσσες που δήλωσε ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 3 ή σε άλλη επίσημη γλώσσα κράτους μέλους, η οποία έχει συμφωνηθεί από την αρχή που εκδίδει την εντολή και τον πάροχο, και αποστέλλεται στο ηλεκτρονικό σημείο επαφής που έχει οριστεί από τον εν λόγω πάροχο, σύμφωνα με το άρθρο 11· όταν η εντολή δεν έχει συνταχθεί στη γλώσσα που δήλωσε ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών ή σε άλλη γλώσσα που έχει συμφωνηθεί διμερώς, η εντολή μπορεί να διαβιβαστεί στη γλώσσα της αρχής που την εκδίδει, υπό τον όρο ότι συνοδεύεται από μετάφραση στη γλώσσα που έχει δηλωθεί ή συμφωνηθεί διμερώς τουλάχιστον των στοιχείων της εντολής που καθορίζονται στα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου.

3.   Η αρχή που εκδίδει την εντολή ή, κατά περίπτωση, η αρχή που προσδιορίζεται στην εντολή, τη διαβιβάζει μαζί με οποιεσδήποτε πληροφορίες που έλαβε από τον πάροχο των ενδιάμεσων υπηρεσιών όσον αφορά την εκτέλεση της εν λόγω εντολής προς τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών από το κράτος μέλος της εκδίδουσας αρχής.

4.   Αφού λάβει την εντολή από τη δικαστική ή τη διοικητική αρχή, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους διαβιβάζει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, αντίγραφο της εντολής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σε όλους τους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών μέσω του συστήματος που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 85.

5.   Το αργότερο τη χρονική στιγμή της εκτέλεσης της εντολής ή, κατά περίπτωση, τη χρονική στιγμή που ορίζεται από την εκδίδουσα αρχή στο πλαίσιο της εντολής της, οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενημερώνουν τον αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας σχετικά με την παραλαβή και την εκτέλεση της εντολής. Η εν λόγω ενημέρωση προς τον αποδέκτη της υπηρεσίας περιλαμβάνει αιτιολογία, τις υπάρχουσες δυνατότητες έννομης προστασίας και περιγραφή του εδαφικού πεδίου εφαρμογής της εντολής, σύμφωνα με την παράγραφο 2.

6.   Οι όροι και οι απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο δεν θίγουν την εθνική πολιτική και ποινική δικονομία.

Άρθρο 10

Εντολές παροχής πληροφοριών

1.   Κατόπιν παραλαβής εντολής παροχής συγκεκριμένων πληροφοριών σχετικά με έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους μεμονωμένους αποδέκτες της υπηρεσίας, η οποία εκδίδεται από τις αρμόδιες εθνικές δικαστικές ή διοικητικές αρχές βάσει του εφαρμοστέου ενωσιακού δικαίου ή εθνικού δικαίου σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο, οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενημερώνουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, την αρχή που εκδίδει την εντολή, ή οποιαδήποτε άλλη αρχή προσδιορίζεται στην εντολή, σχετικά με την παραλαβή της και την εκτέλεσή της, διευκρινίζοντας αν και πότε εκτελέστηκε η εντολή.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η εντολή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 όταν διαβιβάζεται στον πάροχο, πληροί τουλάχιστον τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η εν λόγω εντολή περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:

i)

παραπομπή στη νομική βάση της εντολής δυνάμει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου·

ii)

πληροφορίες για την εκδίδουσα αρχή·

iii)

σαφείς πληροφορίες που επιτρέπουν στον πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών να προσδιορίσει τον συγκεκριμένο αποδέκτη ή αποδέκτες για τους οποίους ζητούνται πληροφορίες, όπως ένα ή περισσότερα ονόματα λογαριασμού ή μοναδικά αναγνωριστικά·

iv)

παρουσίαση των λόγων που τεκμηριώνουν τον σκοπό για τον οποίο ζητούνται οι πληροφορίες και για τους οποίους είναι απαραίτητη και αναλογική η απαίτηση παροχής των πληροφοριών για τον προσδιορισμό της συμμόρφωσης των αποδεκτών των ενδιάμεσων υπηρεσιών με το εφαρμοστέο ενωσιακό δίκαιο ή εθνικό δίκαιο σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο, εκτός εάν η εν λόγω παρουσίαση δεν είναι δυνατό να παρασχεθεί για λόγους που αφορούν την πρόληψη, τη διερεύνηση, την ανίχνευση και τη δίωξη ποινικών αδικημάτων·

v)

πληροφορίες σχετικά με τους μηχανισμούς προσφυγής που διατίθενται στον πάροχο και στους αποδέκτες της οικείας υπηρεσίας·

vi)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με την αρχή η οποία πρέπει να λαμβάνει τις σχετικές με την εκτέλεση των εντολών πληροφορίες·

β)

η εν λόγω εντολή ζητεί από τον πάροχο να παράσχει μόνο πληροφορίες που έχουν ήδη συλλεγεί για τους σκοπούς της παροχής της υπηρεσίας και οι οποίες εμπίπτουν στον έλεγχό του·

γ)

η εν λόγω εντολή διαβιβάζεται σε μία από τις γλώσσες που δήλωσε ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 ή σε άλλη επίσημη γλώσσα των κρατών μελών, η οποία έχει συμφωνηθεί από την αρχή που εκδίδει την εντολή και τον πάροχο, και αποστέλλεται στο ηλεκτρονικό σημείο επαφής που έχει οριστεί από τον εν λόγω πάροχο, σύμφωνα με το άρθρο 11. Όταν η εντολή δεν έχει συνταχθεί στη γλώσσα που δήλωσε ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών ή σε άλλη γλώσσα που έχει συμφωνηθεί διμερώς, η εντολή μπορεί να διαβιβαστεί στη γλώσσα της αρχής που την εκδίδει, υπό τον όρο ότι συνοδεύεται από μετάφραση στη γλώσσα που έχει δηλωθεί ή συμφωνηθεί διμερώς τουλάχιστον των στοιχείων της εντολής που καθορίζονται στα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου.

3.   Η αρχή που εκδίδει την εντολή ή, κατά περίπτωση, η αρχή που προσδιορίζεται στην εντολή, τη διαβιβάζει μαζί με τυχόν πληροφορίες που έλαβε από τον πάροχο των ενδιάμεσων υπηρεσιών όσον αφορά την εκτέλεση της εν λόγω εντολής προς τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών από το κράτος μέλος της εκδίδουσας αρχής.

4.   Αφού λάβει την εντολή από τη δικαστική ή τη διοικητική αρχή, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του οικείου κράτους μέλους διαβιβάζει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, αντίγραφο της εντολής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σε όλους τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών μέσω του συστήματος που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 85.

5.   Το αργότερο τη χρονική στιγμή της εκτέλεσης της εντολής ή, κατά περίπτωση, τη χρονική στιγμή που ορίζεται από την εκδίδουσα αρχή στο πλαίσιο της εντολής της, οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενημερώνουν τον αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας σχετικά με την παραλαβή και την εκτέλεση της εντολής. Η εν λόγω ενημέρωση προς τον αποδέκτη της υπηρεσίας περιλαμβάνει αιτιολογία και τις υπάρχουσες δυνατότητες προσφυγής, σύμφωνα με την παράγραφο 2.

6.   Οι όροι και οι απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο δεν θίγουν την εθνική πολιτική και ποινική δικονομία.

ΚΕΦΆΛΑΙΟ III

ΥΠΟΧΡΕΏΣΕΙΣ ΔΈΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΈΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΈΝΑ ΔΙΑΦΑΝΈΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΈΣ ΕΠΙΓΡΑΜΜΙΚΌ ΠΕΡΙΒΆΛΛΟΝ

ΤΜΉΜΑ 1

Διατάξεις που εφαρμόζονται σε όλους τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών

Άρθρο 13

Νόμιμοι εκπρόσωποι

1.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών που δεν διαθέτουν εγκατάσταση στην Ένωση αλλά προσφέρουν υπηρεσίες στην Ένωση ορίζουν, γραπτώς, νομικό ή φυσικό πρόσωπο που θα ενεργεί ως νόμιμος εκπρόσωπός τους σε ένα από τα κράτη μέλη στα οποία ο πάροχος προσφέρει τις υπηρεσίες του.

2.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών αναθέτουν στους νόμιμους εκπροσώπους τους την εντολή να ενημερώνονται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, την Επιτροπή και το συμβούλιο, συμπληρωματικά των εν λόγω παρόχων ή αντ’ αυτών, για όλα τα ζητήματα που είναι απαραίτητα για την παραλαβή, τη συμμόρφωση με και την επιβολή αποφάσεων που εκδίδονται σε σχέση με τον παρόντα κανονισμό. Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών παρέχουν στους νόμιμους εκπροσώπους τους τις απαιτούμενες εξουσίες και επαρκείς πόρους για να εγγυηθούν την αποτελεσματική και έγκαιρη συνεργασία τους με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, την Επιτροπή και το συμβούλιο, καθώς και τη συμμόρφωση με τις εν λόγω αποφάσεις.

3.   Ο ορισθείς νόμιμος εκπρόσωπος μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος για τη μη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό, με την επιφύλαξη της ευθύνης και των νομικών ενεργειών που μπορεί να κινηθούν κατά του παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών.

4.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών κοινοποιούν το όνομα, την ταχυδρομική διεύθυνση, τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τον αριθμό τηλεφώνου του νόμιμου εκπροσώπου τους στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών στο κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ή είναι εγκατεστημένος ο εν λόγω νόμιμος εκπρόσωπος. Διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες αυτές είναι διαθέσιμες στο κοινό, εύκολα προσβάσιμες, ακριβείς και επικαιροποιημένες.

5.   Ο ορισμός νόμιμου εκπροσώπου εντός της Ένωσης σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεν ισοδυναμεί με εγκατάσταση στην Ένωση.

Άρθρο 30

Ιχνηλασιμότητα εμπόρων

1.   Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών που δίνουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους διασφαλίζουν ότι οι έμποροι μπορούν να χρησιμοποιούν τις εν λόγω επιγραμμικές πλατφόρμες για την προώθηση μηνυμάτων ή για την προσφορά προϊόντων ή υπηρεσιών σε καταναλωτές που βρίσκονται στην Ένωση μόνον εάν, πριν από τη χρήση των υπηρεσιών των επιγραμμικών πλατφορμών για τους σκοπούς αυτούς, οι επιγραμμικές πλατφόρμες έχουν λάβει τις ακόλουθες πληροφορίες, κατά περίπτωση για τον έμπορο:

α)

το όνομα, τη διεύθυνση, τον αριθμό τηλεφώνου και τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του εμπόρου·

β)

αντίγραφο του εγγράφου ταυτοποίησης του εμπόρου ή κάθε άλλη ηλεκτρονική ταυτοποίηση, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (40)·

γ)

τα στοιχεία του λογαριασμού πληρωμών του εμπόρου·

δ)

όταν ο έμπορος είναι καταχωρισμένος σε εμπορικό μητρώο ή αντίστοιχο δημόσιο μητρώο, το εμπορικό μητρώο στο οποίο είναι καταχωρισμένος ο έμπορος και τον αριθμό καταχώρισής του ή ισοδύναμο μέσο ταυτοποίησης στο εν λόγω μητρώο·

ε)

αυτοπιστοποίηση του εμπόρου με την οποία δεσμεύεται να προσφέρει μόνο προϊόντα ή υπηρεσίες που συμμορφώνονται με τους εφαρμοστέους κανόνες του δικαίου της Ένωσης.

2.   Αφότου λάβει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και πριν επιτρέψει στον οικείο έμπορο να χρησιμοποιήσει τις υπηρεσίες του, ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας που δίνει στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους, με τη χρήση οποιασδήποτε ελεύθερα προσβάσιμης επίσημης επιγραμμικής βάσης δεδομένων ή επιγραμμικής διεπαφής που διατίθεται από κράτος μέλος ή την Ένωση ή μέσω αιτημάτων προς τον έμπορο για την παροχή δικαιολογητικών από αξιόπιστες πηγές, καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να αξιολογήσει κατά πόσον είναι αξιόπιστες και πλήρεις οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως ε). Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, οι έμποροι είναι υπεύθυνοι για την ακρίβεια των παρεχόμενων πληροφοριών.

Όσον αφορά εμπόρους που χρησιμοποιούν ήδη υπηρεσίες παρόχων επιγραμμικών πλατφορμών που δίνουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στις 17 Φεβρουαρίου 2024, οι πάροχοι καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να λάβουν τις ανωτέρω πληροφορίες από τους οικείους εμπόρους εντός 12 μηνών. Εάν οι οικείοι έμποροι δεν παράσχουν τις πληροφορίες εντός της εν λόγω προθεσμίας, οι πάροχοι αναστέλλουν την παροχή των υπηρεσιών τους στους εν λόγω εμπόρους έως ότου αυτοί παράσχουν όλες τις πληροφορίες.

3.   Όταν ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας που δίνει στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους έχει επαρκείς ενδείξεις ή έχει λόγους να πιστεύει ότι οποιοδήποτε πληροφοριακό στοιχείο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και λαμβάνεται από τον οικείο έμπορο είναι ανακριβές, ελλιπές ή μη επικαιροποιημένο, ο εν λόγω πάροχος ζητεί από τον έμπορο να λάβει διορθωτικά μέτρα χωρίς καθυστέρηση ή εντός της προθεσμίας που ορίζει το ενωσιακό δίκαιο και το εθνικό δίκαιο.

Σε περίπτωση που ο έμπορος δεν διορθώσει ή δεν συμπληρώσει τις πληροφορίες αυτές, ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας που δίνει στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους αναστέλλει αμελλητί την παροχή της υπηρεσίας της στον εν λόγω έμπορο σε σχέση με την προσφορά προϊόντων ή υπηρεσιών σε καταναλωτές που βρίσκονται στην Ένωση μέχρι να ικανοποιηθεί πλήρως το αίτημα.

4.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150, σε περίπτωση που πάροχος μιας επιγραμμικής πλατφόρμας που δίνει στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους αρνηθεί να επιτρέψει σε έμπορο να χρησιμοποιήσει την υπηρεσία του δυνάμει της παραγράφου 1, ή αναστείλει την παροχή της υπηρεσίας του δυνάμει της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, ο οικείος έμπορος έχει το δικαίωμα να υποβάλει καταγγελία, όπως προβλέπεται στα άρθρα 20 και 21 του παρόντος κανονισμού.

5.   Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών που δίνουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους αποθηκεύουν τις πληροφορίες που λαμβάνονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 με ασφαλή τρόπο για περίοδο έξι μηνών μετά τη λύση της συμβατικής του σχέσης με τον οικείο έμπορο. Στη συνέχεια διαγράφουν τις πληροφορίες.

6.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας που δίνει στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους γνωστοποιεί τις πληροφορίες σε τρίτους μόνο εφόσον απαιτείται σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των εντολών που αναφέρονται στο άρθρο 10 και τυχόν εντολών που εκδίδονται από αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ή από την Επιτροπή για την εκτέλεση των καθηκόντων τους βάσει του παρόντος κανονισμού.

7.   Ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας που δίνει στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους καθιστά διαθέσιμες στην επιγραμμική του πλατφόρμα τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α), δ) και ε) στους αποδέκτες της υπηρεσίας, με σαφή, εύκολα προσβάσιμο και κατανοητό τρόπο. Οι πληροφορίες αυτές είναι διαθέσιμες τουλάχιστον στην επιγραμμική_διεπαφή της επιγραμμικής πλατφόρμας όπου παρουσιάζονται οι πληροφορίες για το προϊόν ή την υπηρεσία.

Άρθρο 45

Κώδικες δεοντολογίας

1.   Η Επιτροπή και το συμβούλιο ενθαρρύνουν και διευκολύνουν την εκπόνηση εθελοντικών κωδίκων δεοντολογίας σε επίπεδο Ένωσης με σκοπό να συμβάλουν στην ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των ειδικών προκλήσεων της αντιμετώπισης διαφόρων ειδών παράνομου περιεχομένου και συστημικών κινδύνων, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο ιδίως όσον αφορά τον ανταγωνισμό και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Όταν εμφανίζεται σημαντικός συστημικός κίνδυνος κατά την έννοια του άρθρου 34 παράγραφος 1, ο οποίος αφορά αρκετές πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες ή πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης, η Επιτροπή δύναται να καλεί τους οικείους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, και άλλους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών, πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, επιγραμμικών πλατφορμών και άλλων ενδιάμεσων υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση, καθώς και σχετικές αρμόδιες αρχές, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και άλλους σχετικούς συμφεροντούχους, να συμμετάσχουν στην εκπόνηση κωδίκων δεοντολογίας, για παράδειγμα, με τον καθορισμό δεσμεύσεων για τη λήψη ειδικών μέτρων περιορισμού των κινδύνων, καθώς και τη θέσπιση πλαισίου τακτικής υποβολής εκθέσεων σχετικά με μέτρα που λαμβάνονται και τα αποτελέσματά τους.

3.   Κατά την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή και το συμβούλιο και, κατά περίπτωση, άλλοι φορείς έχουν ως στόχο να διασφαλίσουν ότι οι κώδικες δεοντολογίας ορίζουν σαφώς τους συγκεκριμένους στόχους τους, περιέχουν βασικούς δείκτες επιδόσεων για τη μέτρηση της επίτευξης των στόχων αυτών και λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις ανάγκες και τα συμφέροντα όλων των ενδιαφερόμενων μερών, και ιδίως των πολιτών, σε επίπεδο Ένωσης. Η Επιτροπή και το συμβούλιο έχουν επίσης ως στόχο να διασφαλίσουν ότι οι συμμετέχοντες υποβάλλουν τακτικά εκθέσεις στην Επιτροπή και στους αντίστοιχους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασής τους σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται και τα αποτελέσματά τους, όπως αυτά μετρώνται με βάση τους βασικούς δείκτες επιδόσεων που περιέχουν οι κώδικες δεοντολογίας. Οι βασικοί δείκτες επιδόσεων και οι δεσμεύσεις υποβολής εκθέσεων λαμβάνουν υπόψη τις διαφορές ως προς το μέγεθος και την ικανότητα μεταξύ διαφόρων συμμετεχόντων.

4.   Η Επιτροπή και το συμβούλιο αξιολογούν κατά πόσον οι κώδικες δεοντολογίας πληρούν τους στόχους που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 3 και παρακολουθούν και αξιολογούν τακτικά την επίτευξη των στόχων τους, σε σχέση με τους βασικούς δείκτες επιδόσεων που μπορεί να περιέχουν. Δημοσιεύουν τα συμπεράσματά τους.

Η Επιτροπή και το συμβούλιο επίσης ενθαρρύνουν και διευκολύνουν την τακτική αναθεώρηση και προσαρμογή των κωδίκων δεοντολογίας.

Σε περίπτωση συστηματικής μη συμμόρφωσης με τους κώδικες δεοντολογίας, η Επιτροπή και το συμβούλιο μπορούν να καλέσουν τους υπογράφοντες τους κώδικες δεοντολογίας να λάβουν τα αναγκαία μέτρα.

Άρθρο 46

Κώδικες δεοντολογίας για την επιγραμμική διαφήμιση

1.   Η Επιτροπή ενθαρρύνει και διευκολύνει την εκπόνηση εθελοντικών κωδίκων δεοντολογίας σε επίπεδο Ένωσης από παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών και άλλων σχετικών παρόχων υπηρεσιών, όπως οι πάροχοι ενδιάμεσων επιγραμμικών διαφημιστικών υπηρεσιών, άλλοι φορείς που συμμετέχουν στην αξιακή αλυσίδα της προγραμματικής διαφήμισης, ή οργανισμοί που εκπροσωπούν αποδέκτες της υπηρεσίας και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών ή αρμόδιες αρχές, με σκοπό να συνεισφέρουν στην περαιτέρω διαφάνεια όσων συμμετέχουν στην αξιακή αλυσίδα της επιγραμμικής διαφήμισης πέραν των απαιτήσεων των άρθρων 26 και 39.

2.   Η Επιτροπή έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι με τους κώδικες δεοντολογίας επιδιώκεται η αποτελεσματική διαβίβαση πληροφοριών, με πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων και των συμφερόντων όλων των εμπλεκόμενων μερών, καθώς και ένα ανταγωνιστικό, διαφανές και δίκαιο περιβάλλον στην επιγραμμική διαφήμιση, σύμφωνα με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο, ιδίως σε σχέση με τον ανταγωνισμό και την προστασία της ιδιωτικότητας και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η Επιτροπή έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι οι κώδικες δεοντολογίας εξετάζουν τουλάχιστον τα εξής:

α)

τη διαβίβαση πληροφοριών που κατέχουν οι πάροχοι ενδιάμεσων επιγραμμικών διαφημιστικών υπηρεσιών σε αποδέκτες της υπηρεσίας όσον αφορά τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 26 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ)·

β)

τη διαβίβαση πληροφοριών που κατέχουν οι πάροχοι ενδιάμεσων επιγραμμικών διαφημιστικών υπηρεσιών στα αποθετήρια σύμφωνα με το άρθρο 39·

γ)

σημαντικές πληροφορίες σχετικά με την οικονομική αξιοποίηση των δεδομένων.

3.   Η Επιτροπή ενθαρρύνει την εκπόνηση των κωδίκων δεοντολογίας έως 18 Φεβρουαρίου 2025 και την εφαρμογή τους έως τις 18 Αυγούστου 2025.

4.   Η Επιτροπή ενθαρρύνει όλους τους παράγοντες της αξιακής αλυσίδας της επιγραμμικής διαφήμισης σύμφωνα με την παράγραφο 1 να αποδεχθούν τις δεσμεύσεις που αναφέρονται στους κώδικες δεοντολογίας, και να συμμορφωθούν με αυτές.

Άρθρο 49

Αρμόδιες αρχές και συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές ως υπεύθυνες για την επίβλεψη των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών και την επιβολή του παρόντος κανονισμού («αρμόδιες αρχές»).

2.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία από τις αρμόδιες αρχές ως τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών τους. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών είναι υπεύθυνος για όλα τα ζητήματα που αφορούν την επίβλεψη και την επιβολή του παρόντος κανονισμού στο εν λόγω κράτος μέλος, εκτός εάν το οικείο κράτος μέλος έχει αναθέσει ορισμένα ειδικά καθήκοντα ή τομείς σε άλλες αρμόδιες αρχές. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών είναι σε κάθε περίπτωση υπεύθυνος για τη διασφάλιση του συντονισμού σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά τα ζητήματα αυτά και για τη συμβολή στην αποτελεσματική και συνεπή επίβλεψη και επιβολή του παρόντος κανονισμού σε ολόκληρη την Ένωση.

Για τον σκοπό αυτόν, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συνεργάζονται μεταξύ τους, με άλλες εθνικές αρμόδιες αρχές, το συμβούλιο και την Επιτροπή, με την επιφύλαξη της δυνατότητας των κρατών μελών να προβλέπουν μηχανισμούς συνεργασίας και τακτικές ανταλλαγές απόψεων μεταξύ του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών και άλλων εθνικών αρχών, κατά περίπτωση, για την εκτέλεση των αντίστοιχων καθηκόντων τους.

Όταν ένα κράτος μέλος ορίζει μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές επιπροσθέτως του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, διασφαλίζει τον σαφή καθορισμό των αντίστοιχων καθηκόντων των εν λόγω αρχών και του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, καθώς και τη στενή και αποτελεσματική συνεργασία τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

3.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών έως τις 17 Φεβρουαρίου 2024.

Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν και κοινοποιούν στην Επιτροπή και το συμβούλιο την ονομασία της αρμόδιας αρχής τους που ορίζεται ως συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών και πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο επικοινωνίας με αυτήν. Το οικείο κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή και το συμβούλιο την ονομασία των άλλων αρμόδιων αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 καθώς και τα αντίστοιχα καθήκοντά τους.

4.   Οι εφαρμοστέες διατάξεις για τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, όπως ορίζονται στα άρθρα 50, 51 και 56, εφαρμόζονται επίσης σε κάθε άλλη αρμόδια αρχή που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 50

Απαιτήσεις για τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών τους εκτελούν τα καθήκοντά τους βάσει του παρόντος κανονισμού με αμερόληπτο, διαφανή και έγκαιρο τρόπο. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών τους να διαθέτουν όλους τους απαραίτητους πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, μεταξύ των οποίων επαρκείς τεχνικούς, χρηματοδοτικούς και ανθρώπινους πόρους για την επαρκή εποπτεία όλων των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά τους. Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του διαθέτει επαρκή αυτονομία όσον αφορά τη διαχείριση του προϋπολογισμού του εντός των συνολικών ορίων του προϋπολογισμού, ώστε να μην επηρεάζεται αρνητικά η ανεξαρτησία του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών.

2.   Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και την άσκηση των εξουσιών τους σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών ενεργούν με απόλυτη ανεξαρτησία. Παραμένουν απαλλαγμένοι από οποιαδήποτε εξωτερική επιρροή, άμεση ή έμμεση, και δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από οποιαδήποτε άλλη δημόσια αρχή ή από οποιονδήποτε ιδιωτικό φορέα.

3.   Η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου δεν θίγει τα καθήκοντα των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών στο πλαίσιο του συστήματος επίβλεψης και επιβολής που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό και τη συνεργασία με άλλες αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 2. Η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζει την άσκηση δικαστικού ελέγχου και επίσης δεν θίγει τις αναλογικές απαιτήσεις λογοδοσίας όσον αφορά τις γενικές δραστηριότητες των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, όπως οι οικονομικές δαπάνες ή η υποβολή εκθέσεων στα εθνικά κοινοβούλια, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω απαιτήσεις δεν υπονομεύουν την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 55

Εκθέσεις δραστηριοτήτων

1.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών καταρτίζουν ετήσια έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητές τους βάσει του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων του αριθμού των καταγγελιών που παραλήφθηκαν δυνάμει του άρθρου 53 και μιας επισκόπησης των επακόλουθων ενεργειών τους. Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών δημοσιεύουν τις ετήσιες εκθέσεις σε μηχαναγνώσιμο μορφότυπο, με την επιφύλαξη των κανόνων που εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 84 όσον αφορά την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών, και τις κοινοποιούν στην Επιτροπή και στο συμβούλιο.

2.   Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει επίσης τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τον αριθμό και το αντικείμενο των εντολών ανάληψης δράσης κατά παράνομου περιεχομένου και των εντολών παροχής πληροφοριών που εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10 από οποιαδήποτε εθνική δικαστική ή διοικητική αρχή του κράτους μέλους του οικείου συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών·

β)

την εφαρμογή των εντολών αυτών, όπως κοινοποιήθηκε στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10.

3.   Όταν ένα κράτος μέλος έχει ορίσει περισσότερες από μία αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 49, διασφαλίζει ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών συντάσσει ενιαία έκθεση η οποία καλύπτει τις δραστηριότητες όλων των αρμόδιων αρχών και ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών λαμβάνει από τις άλλες αρμόδιες αρχές όλες τις σχετικές πληροφορίες και τη στήριξη που απαιτείται για τον σκοπό αυτόν.

ΤΜΉΜΑ 2

Αρμοδιότητες, συντονισμένη έρευνα και μηχανισμοί συνεκτικότητας

Άρθρο 62

Δομή του συμβουλίου

1.   Το συμβούλιο απαρτίζεται από τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, οι οποίοι εκπροσωπούνται από υψηλόβαθμους υπαλλήλους. Η παράλειψη ενός ή περισσότερων κρατών μελών να ορίσουν συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών δεν εμποδίζει το συμβούλιο να εκτελεί τα καθήκοντά του βάσει του παρόντος κανονισμού. Όταν προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, στο συμβούλιο δύνανται να συμμετέχουν άλλες αρμόδιες αρχές στις οποίες έχουν ανατεθεί συγκεκριμένες επιχειρησιακές αρμοδιότητες για την εφαρμογή και την επιβολή του παρόντος κανονισμού μαζί με τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών. Στις συνεδριάσεις μπορεί να προσκαλούνται άλλες εθνικές αρχές, όταν τις αφορούν τα ζητήματα που συζητούνται.

2.   Η προεδρία του συμβουλίου ασκείται από την Επιτροπή. Η Επιτροπή συγκαλεί τις συνεδριάσεις και καταρτίζει την ημερήσια διάταξη σύμφωνα με τα καθήκοντα του συμβουλίου δυνάμει του παρόντος κανονισμού και με βάση τον εσωτερικό κανονισμό του. Όταν ζητείται από το συμβούλιο να διατυπώσει σύσταση βάσει του παρόντος κανονισμού, το συμβούλιο καθιστά το αίτημα αυτό αμέσως διαθέσιμο στους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών μέσω του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που θεσπίζεται με το άρθρο 85.

3.   Κάθε κράτος μέλος έχει μία ψήφο. Η Επιτροπή δεν έχει δικαιώματα ψήφου.

Το συμβούλιο εγκρίνει τις πράξεις του με απλή πλειοψηφία. Όσον αφορά την έκδοση της αναφερόμενης στο άρθρο 36 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο σύστασης προς την Επιτροπή, το συμβούλιο πραγματοποιεί ψηφοφορία εντός 48 ωρών από το αίτημα του προέδρου του συμβουλίου.

4.   Η Επιτροπή παρέχει διοικητική και αναλυτική υποστήριξη για τις δραστηριότητες του συμβουλίου σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

5.   Το συμβούλιο μπορεί να προσκαλεί στις συνεδριάσεις του εμπειρογνώμονες και παρατηρητές και μπορεί να συνεργάζεται με άλλα όργανα, οργανισμούς, υπηρεσίες και συμβουλευτικές ομάδες της Ένωσης, καθώς και με εξωτερικούς εμπειρογνώμονες, κατά περίπτωση. Το συμβούλιο δημοσιεύει τα αποτελέσματα αυτής της συνεργασίας.

6.   Το συμβούλιο δύναται να διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη και δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα της εν λόγω διαβούλευσης.

7.   Το συμβούλιο θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό του, κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Επιτροπής.

Άρθρο 63

Καθήκοντα του συμβουλίου

1.   Όταν απαιτείται για την επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο άρθρο 61 παράγραφος 2, το συμβούλιο ειδικότερα:

α)

στηρίζει τον συντονισμό των κοινών ερευνών·

β)

στηρίζει τις αρμόδιες αρχές κατά την ανάλυση των εκθέσεων και των αποτελεσμάτων των ελέγχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης που πρέπει να κοινοποιούνται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

γ)

διατυπώνει γνώμες, συστάσεις ή συμβουλές προς τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη την ελευθερία παροχής υπηρεσιών των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών·

δ)

συμβουλεύει την για τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 66 και εκδίδει γνώμες όσον αφορά πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες ή πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

ε)

στηρίζει και προωθεί την εκπόνηση και την εφαρμογή ευρωπαϊκών προτύπων, κατευθυντήριων γραμμών, εκθέσεων, υποδειγμάτων και κωδίκων δεοντολογίας σε συνεργασία με τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη, όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, μεταξύ άλλων με την έκδοση γνωμοδοτήσεων ή συστάσεων για θέματα που σχετίζονται με το άρθρο 44, καθώς και τον προσδιορισμό αναδυόμενων ζητημάτων, σε σχέση με θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό.

2.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και, κατά περίπτωση, άλλες αρμόδιες αρχές που δεν συμμορφώνονται με τις γνωμοδοτήσεις, τα αιτήματα ή τις συστάσεις που τους απευθύνονται και εκδίδονται από το συμβούλιο αιτιολογούν την επιλογή τους αυτή, συμπεριλαμβανομένης μιας εξήγησης σχετικά με τις έρευνες, τις ενέργειες και τα μέτρα που έχουν υλοποιήσει, κατά την υποβολή εκθέσεων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό ή κατά τη λήψη των σχετικών αποφάσεών τους, ανάλογα με την περίπτωση.

ΤΜΉΜΑ 4

Επίβλεψη, έρευνα, επιβολή και παρακολούθηση όσον αφορά τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης

Άρθρο 67

Αιτήματα παροχής πληροφοριών

1.   Προκειμένου να εκτελεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται βάσει του παρόντος τμήματος, η Επιτροπή μπορεί, με απλό αίτημα ή με απόφαση, να ζητήσει από τον οικείο πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, καθώς και από κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ενεργεί για σκοπούς που αφορούν τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές του δραστηριότητες, το οποίο μπορεί εύλογα να γνωρίζει πληροφορίες σχετικές με την εικαζόμενη παράβαση, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών που διενεργούν τους ελέγχους που αναφέρονται στο άρθρο 37 και στο άρθρο 75 παράγραφος 2, να παράσχουν τις εν λόγω πληροφορίες εντός εύλογης προθεσμίας.

2.   Κατά την υποβολή απλού αιτήματος παροχής πληροφοριών προς τον οικείο πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή αναφέρει τη νομική βάση και τον σκοπό του αιτήματος, προσδιορίζει τις ζητούμενες πληροφορίες και καθορίζει την προθεσμία υποβολής των ζητούμενων πληροφοριών, καθώς και τα πρόστιμα που επισύρει η παροχή ανακριβών, ελλιπών ή παραπλανητικών πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 74.

3.   Όταν η Επιτροπή ζητά με απόφαση την υποβολή πληροφοριών από τον οικείο πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, αναφέρει τη νομική βάση και τον σκοπό του αιτήματός της, προσδιορίζει τις ζητούμενες πληροφορίες και καθορίζει την προθεσμία υποβολής των ζητούμενων πληροφοριών. Επίσης μνημονεύονται τα πρόστιμα που προβλέπει το άρθρο 74 και μνημονεύονται ή επιβάλλονται οι περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπει το άρθρο 76. Στην απόφαση αναφέρεται επίσης το δικαίωμα να ζητηθεί έλεγχος της απόφασης από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4.   Οι οικείοι πάροχοι της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή οι εκπρόσωποί τους και, στην περίπτωση των νομικών προσώπων ή των εταιρειών, ή στην περίπτωση που δεν διαθέτουν νομική προσωπικότητα, τα πρόσωπα που είναι επιφορτισμένα με την εκπροσώπησή τους βάσει του νόμου ή του καταστατικού τους, οφείλουν να παρέχουν τις πληροφορίες που ζητούνται για λογαριασμό του οικείου παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλου προσώπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Τις πληροφορίες είναι δυνατόν να παρέχουν δεόντως εξουσιοδοτημένοι δικηγόροι για λογαριασμό των πελατών τους. Οι τελευταίοι εξακολουθούν να ευθύνονται πλήρως για την παροχή ελλιπών, ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών.

5.   Κατ’ αίτηση της Επιτροπής, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και άλλες αρμόδιες αρχές παρέχουν στην Επιτροπή όλες τις απαραίτητες πληροφορίες προς εκπλήρωση των καθηκόντων που της ανατίθενται βάσει του παρόντος τμήματος.

6.   Η Επιτροπή αποστέλλει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά την αποστολή του απλού αιτήματος ή της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, αντίγραφο του απλού αιτήματος ή της απόφασης στους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, μέσω του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 85.

Άρθρο 69

Εξουσία διεξαγωγής επιθεωρήσεων

1.   Προς εκπλήρωση των καθηκόντων που της ανατίθενται βάσει του παρόντος τμήματος, η Επιτροπή δύναται να διενεργεί όλες τις αναγκαίες επιθεωρήσεις στις εγκαταστάσεις του οικείου παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλου προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1.

2.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης, έχουν την εξουσία:

α)

να εισέρχονται σε χώρους, εκτάσεις γης και μεταφορικά μέσα του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, ή άλλου προσώπου ενδιαφέροντος·

β)

να ελέγχουν τα βιβλία και άλλα αρχεία που σχετίζονται με την παροχή της οικείας υπηρεσίας, ανεξαρτήτως του μέσου στο οποίο είναι αποθηκευμένα·

γ)

να πραγματοποιούν ή να αποκτούν υπό οποιαδήποτε μορφή αντίγραφα ή αποσπάσματα των εν λόγω βιβλίων ή άλλων αρχείων·

δ)

να ζητούν από τον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή από άλλο πρόσωπο ενδιαφέροντος να παράσχει πρόσβαση και εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγόριθμους, τον χειρισμό δεδομένων και τις επιχειρηματικές πρακτικές, και να καταγράφουν ή να καταχωρίζουν τις εξηγήσεις που παρέχονται·

ε)

να σφραγίζουν κάθε χώρο που χρησιμοποιείται για σκοπούς που σχετίζονται με την εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή επαγγελματική δραστηριότητα του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, ή άλλου προσώπου ενδιαφέροντος, καθώς και βιβλία ή άλλα αρχεία, για την περίοδο και στον βαθμό που απαιτείται για την επιθεώρηση·

στ)

να ζητούν από οποιονδήποτε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, ή άλλου προσώπου ενδιαφέροντος, εξηγήσεις σχετικά με γεγονότα ή έγγραφα που σχετίζονται με το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης, και να καταγράφουν τις απαντήσεις·

ζ)

να απευθύνουν ερωτήσεις σε κάθε τέτοιο εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού σχετικά με το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης, και να καταγράφουν τις απαντήσεις.

3.   Οι επιθεωρήσεις μπορούν να διενεργούνται με τη βοήθεια ελεγκτών ή εμπειρογνωμόνων που διορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 2, καθώς και με τη βοήθεια του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών ή άλλων αρμοδίων αρχών του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου διενεργείται η επιθεώρηση.

4.   Όταν η επίδειξη των απαιτούμενων βιβλίων ή άλλων αρχείων σχετικά με την παροχή της υπηρεσίας είναι ελλιπής ή όταν οι απαντήσεις στις ερωτήσεις που υποβάλλονται δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου είναι ανακριβείς, ελλιπείς ή παραπλανητικές, οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης ασκούν τις σχετικές εξουσίες επιδεικνύοντας έγγραφη εξουσιοδότηση που ορίζει το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης, καθώς και τις κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 74 και 76. Σε εύλογο χρόνο πριν από την επιθεώρηση, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά, τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση.

5.   Κατά τη διάρκεια των επιθεωρήσεων, οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή, οι ελεγκτές και οι εμπειρογνώμονες που διορίζονται από την Επιτροπή, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών ή οι άλλες αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου διενεργείται η επιθεώρηση, μπορούν να ζητήσουν από τον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, ή από άλλο πρόσωπο ενδιαφέροντος, να παράσχει εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγόριθμους, τον χειρισμό δεδομένων και την επιχειρηματική συμπεριφορά του, και μπορούν να απευθύνουν ερωτήσεις στο βασικό προσωπικό του.

6.   Ο οικείος πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ενδιαφέροντος υποχρεούται να υποβληθεί σε επιθεώρηση την οποία έχει διατάξει με απόφασή της η Επιτροπή. Στην απόφαση προσδιορίζονται το αντικείμενο και ο σκοπός της επιθεώρησης, ορίζεται η ημερομηνία έναρξής της και μνημονεύονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 74 και 76, καθώς και το δικαίωμα να ζητηθεί έλεγχος της απόφασης από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πριν λάβει την εν λόγω απόφαση, η Επιτροπή διαβουλεύεται με τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση.

7.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται ή διορίζονται από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, επικουρούν ενεργά, κατόπιν αιτήματος του εν λόγω συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών ή της Επιτροπής, τους υπαλλήλους και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή σε σχέση με την επιθεώρηση. Για τον σκοπό αυτό διαθέτουν τις εξουσίες που καθορίζονται στην παράγραφο 2.

8.   Εάν οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή διαπιστώσουν ότι ο πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο πρόσωπο ενδιαφέροντος αντιτίθεται σε επιθεώρηση που έχει διαταχθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο, το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, κατόπιν αιτήματος των εν λόγω υπαλλήλων ή λοιπών συνοδευόντων προσώπων και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους, τους παρέχει την αναγκαία συνδρομή, μεταξύ άλλων, όταν αυτό ενδείκνυται δυνάμει του εν λόγω εθνικού δικαίου, υπό μορφή μέτρων καταναγκασμού τα οποία λαμβάνονται από αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου, ώστε να είναι σε θέση να διενεργήσουν την επιθεώρηση.

9.   Εάν για τη συνδρομή που προβλέπεται στην παράγραφο 8 απαιτείται άδεια από εθνική δικαστική αρχή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους, η εν λόγω άδεια ζητείται από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του εν λόγω κράτους μέλους κατόπιν αιτήματος των υπαλλήλων και λοιπών συνοδευόντων προσώπων που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή. Η άδεια αυτή μπορεί επίσης να ζητείται ως προληπτικό μέτρο.

10.   Όταν ζητείται η άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 9, η επιληφθείσα εθνική δικαστική αρχή επαληθεύει τη γνησιότητα της απόφασης της Επιτροπής με την οποία διατάσσεται η επιθεώρηση, καθώς και ότι τα σχεδιαζόμενα μέτρα καταναγκασμού δεν είναι ούτε αυθαίρετα ούτε υπερβολικά σε σχέση με το αντικείμενο της επιθεώρησης. Κατά τη διενέργεια της εν λόγω επαλήθευσης, η εθνική δικαστική αρχή μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή, απευθείας ή μέσω των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών του οικείου κράτους μέλους, λεπτομερείς εξηγήσεις, ιδίως όσον αφορά τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή υποπτεύεται ότι παραβιάζεται ο παρών κανονισμός, όσον αφορά την βαρύτητα της εικαζόμενης παράβασης και όσον αφορά τη φύση της συμμετοχής του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλου προσώπου ενδιαφέροντος. Ωστόσο, η εθνική δικαστική αρχή δεν δύναται να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα της επιθεώρησης ούτε απαιτεί τη λήψη πληροφοριών από τον σχετικό φάκελο της Επιτροπής. Η νομιμότητα της απόφασης της Επιτροπής υπόκειται αποκλειστικά στον έλεγχο του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 72

Δράσεις παρακολούθησης

1.   Για τους σκοπούς της εκτέλεσης των καθηκόντων που της ανατίθενται βάσει του παρόντος τμήματος, η Επιτροπή μπορεί να αναλάβει τις απαραίτητες δράσεις για την παρακολούθηση της αποτελεσματικής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και της συμμόρφωσης με αυτόν από παρόχους των πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και των πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης. Η Επιτροπή μπορεί επίσης να τους διατάξει να παράσχουν πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων και τους αλγορίθμους τους και επεξηγήσεις σχετικά με αυτά. Οι δράσεις αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν την επιβολή υποχρέωσης στον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης να φυλάσσει όλα τα έγγραφα που θεωρούνται απαραίτητα για την αξιολόγηση της εφαρμογής των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό και της συμμόρφωσης με αυτές.

2.   Οι δράσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορούν να περιλαμβάνουν τον διορισμό ανεξάρτητων εξωτερικών εμπειρογνωμόνων και ελεγκτών, καθώς και εμπειρογνωμόνων και ελεγκτών από αρμόδιες εθνικές αρχές, με τη σύμφωνη γνώμη της οικείας αρχής, με σκοπό να συνδράμουν την Επιτροπή στην παρακολούθηση αποτελεσματικής εφαρμογής των οικείων διατάξεων του παρόντος κανονισμού και τη συμμόρφωση με αυτές, και να παράσχουν στην Επιτροπή ειδική εμπειρογνωσία ή γνώσεις.

Άρθρο 84

Επαγγελματικό απόρρητο

Με την επιφύλαξη της ανταλλαγής και της χρήσης πληροφοριών που αναφέρονται στο παρόν κεφάλαιο, η Επιτροπή, το συμβούλιο, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και οι αντίστοιχοι υπάλληλοί τους, τα μέλη του λοιπού προσωπικού τους και άλλα πρόσωπα που εργάζονται υπό την εποπτεία τους, καθώς και κάθε άλλο εμπλεκόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των ελεγκτών και των εμπειρογνωμόνων που διορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 2, δεν γνωστοποιούν πληροφορίες που αποκτώνται ή ανταλλάσσονται από τα πρόσωπα αυτά σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και καλύπτονται, λόγω της φύσης τους, από την υποχρέωση τήρησης επαγγελματικού απορρήτου.

Άρθρο 85

Σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών

1.   Η Επιτροπή θεσπίζει και διατηρεί ένα αξιόπιστο και ασφαλές σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών για τη στήριξη της επικοινωνίας μεταξύ των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, της Επιτροπής και του συμβουλίου. Σε άλλες αρμόδιες αρχές μπορεί να χορηγηθεί πρόσβαση στο εν λόγω σύστημα, κατά περίπτωση, για την εκτέλεση των καθηκόντων που τους ανατίθενται με βάση τον παρόντα κανονισμό.

2.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, η Επιτροπή και το συμβούλιο χρησιμοποιούν το σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών για όλες τις επικοινωνίες σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που καθορίζουν τις πρακτικές και επιχειρησιακές ρυθμίσεις για τη λειτουργία του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών και τη διαλειτουργικότητά του με άλλα συναφή συστήματα. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 88.

Άρθρο 93

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την 17η Φεβρουαρίου 2024.

Ωστόσο, το άρθρο 24 παράγραφοι 2, 3 και 6, το άρθρο 33 παράγραφοι 3 έως 6, το άρθρο 37 παράγραφος 7, το άρθρο 40 παράγραφος 13, το άρθρο 43 και το κεφάλαιο IV τμήματα 4, 5 και 6 εφαρμόζονται από την 16η Νοεμβρίου 2022.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 19 Οκτωβρίου 2022.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

H Πρόεδρος

R. METSOLA

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. BEK


(1)  ΕΕ C 286 της 16.7.2021, σ. 70.

(2)  ΕΕ C 440 της 29.10.2021, σ. 67.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Ιουλίου 2022 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 4ης Οκτωβρίου 2022.

(4)  Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (EE L 178 της 17.7.2000, σ. 1).

(5)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Σεπτεμβρίου 2015, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (ΕΕ L 241 της 17.9.2015, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 351 της 20.12.2012, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1148 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, σχετικά με την κυκλοφορία στην αγορά και τη χρήση πρόδρομων ουσιών εκρηκτικών υλών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 98/2013 (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 57).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2021, σχετικά με την πρόληψη της διάδοσης τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο (ΕΕ L 172 της 17.5.2021, σ. 79).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1232 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουλίου 2021, περί προσωρινής παρεκκλίσεως από ορισμένες διατάξεις της οδηγίας 2002/58/ΕΚ όσον αφορά τη χρήση τεχνολογιών από παρόχους υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών για την επεξεργασία προσωπικών και άλλων δεδομένων, προς καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο (ΕΕ L 274 της 30.7.2021, σ. 41).

(12)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 345 της 27.12.2017, σ. 1).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1020 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την εποπτεία της αγοράς και τη συμμόρφωση των προϊόντων και για την τροποποίηση της οδηγίας 2004/42/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και (ΕΕ) αριθ. 305/2011 (ΕΕ L 169 της 25.6.2019, σ. 1).

(15)  Οδηγία 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 2001, για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (ΕΕ L 11 της 15.1.2002, σ. 4).

(16)  Οδηγία 2005/29/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22).

(17)  Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64).

(18)  Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 63).

(19)  Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ L 95 της 21.4.1993, σ. 29).

(20)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(21)  Οδηγία 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (ΕΕ L 167 της 22.6.2001, σ. 10).

(22)  Οδηγία 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 45).

(23)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/790 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα συγγενικά δικαιώματα στην ψηφιακή ενιαία αγορά και την τροποποίηση των οδηγιών 96/9/ΕΚ και 2001/29/ΕΚ (ΕΕ L 130 της 17.5.2019, σ. 92).

(24)  Οδηγία (ΕΕ) 2018/1972 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (ΕΕ L 321 της 17.12.2018, σ. 36).

(25)  Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

(26)  Οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1).

(27)  Οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, καθώς και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 101 της 15.4.2011, σ. 1).

(28)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017, σ. 6).

(29)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 53).

(30)  Οδηγία (ΕΕ) 2021/514 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2021, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (ΕΕ L 104 της 25.3.2021, σ. 1).

(31)  Οδηγία 98/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, περί της προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά την αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές (ΕΕ L 80 της 18.3.1998, σ. 27).

(32)  Οδηγία (EE) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, περί προστασίας της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (ΕΕ L 157 της 15.6.2016, σ. 1).

(33)  Οδηγία (ΕΕ) 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 409 της 4.12.2020, σ. 1).

(34)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(35)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(36)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(37)  ΕΕ C 149 της 27.4.2021, σ. 3.

(38)  Οδηγία (EE) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 70).

(39)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1).

(40)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73).

(41)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).



whereas









keyboard_arrow_down