search


keyboard_tab Digital Market Act 2022/1925 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/1925 EL cercato: 'εξουσίες' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index εξουσίες:


whereas εξουσίες:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 977

 

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι να συμβάλει στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς θεσπίζοντας εναρμονισμένους κανόνες που θα εξασφαλίζουν, σε όλες τις επιχειρήσεις, διεκδικήσιμες και δίκαιες αγορές στον ψηφιακό τομέα σε ολόκληρη την Ένωση, όπου υπάρχουν πυλωροί, προς όφελος των επαγγελματιών χρηστών και των τελικών χρηστών.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας που παρέχονται ή προσφέρονται από τους πυλωρούς σε επαγγελματίες χρήστες που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση ή σε τελικούς χρήστες που είναι εγκατεστημένοι ή βρίσκονται στην Ένωση, ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασης ή διαμονής των πυλωρών και ανεξαρτήτως του δικαίου που εφαρμόζεται κατά τα άλλα στην παροχή υπηρεσιών.

3.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις αγορές που αφορούν:

α)

δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972·

β)

υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 4) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972, εκτός από εκείνες που σχετίζονται με υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών.

4.   Όσον αφορά τις υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 5) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972, ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις εξουσίες και τις αρμοδιότητες που ανατίθενται στις εθνικές ρυθμιστικές και άλλες αρμόδιες αρχές δυνάμει του άρθρου 61 της εν λόγω οδηγίας.

5.   Προκειμένου να αποφύγουν τον κατακερματισμό της εσωτερικής αγοράς, τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν στους πυλωρούς περαιτέρω υποχρεώσεις μέσω νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών μέτρων με σκοπό τη εξασφάλιση διεκδικήσιμων και δίκαιων αγορών. Καμία διάταξη του παρόντος κανονισμού δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να επιβάλλουν υποχρεώσεις σε επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων που παρέχουν βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας, σε ό,τι αφορά θέματα που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις είναι συμβατές με το ενωσιακό δίκαιο και δεν απορρέουν από το γεγονός ότι οι σχετικές επιχειρήσεις έχουν την ιδιότητα του πυλωρού κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού.

6.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ. Δεν θίγει επίσης την εφαρμογή:

α)

εθνικών κανόνων ανταγωνισμού που απαγορεύουν αντιανταγωνιστικές συμφωνίες, αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων, εναρμονισμένες πρακτικές και καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης·

β)

εθνικών κανόνων ανταγωνισμού που απαγορεύουν άλλες μορφές μονομερούς συμπεριφοράς, στον βαθμό που εφαρμόζονται σε επιχειρήσεις που δεν είναι πυλωροί ή ισοδυναμούν με την επιβολή πρόσθετων υποχρεώσεων στους πυλωρούς· και

γ)

του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (23) και των εθνικών κανόνων σχετικά με τον έλεγχο των συγκεντρώσεων.

7.   Οι εθνικές αρχές δεν λαμβάνουν αποφάσεις που αντιβαίνουν σε απόφαση που έχει εκδοθεί από την Επιτροπή βάσει του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη συνεργάζονται στενά και συντονίζονται όσον αφορά τα μέτρα επιβολής που λαμβάνουν με βάση τις αρχές που ορίζονται στα άρθρα 37 και 38.

Άρθρο 8

Συμμόρφωση των πυλωρών με τις υποχρεώσεις

1.   Ο πυλωρός διασφαλίζει και αποδεικνύει τη συμμόρφωσή του με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7 του παρόντος κανονισμού. Τα μέτρα που εφαρμόζει ο  πυλωρός για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τα εν λόγω άρθρα είναι αποτελεσματικά για την εκπλήρωση των στόχων του παρόντος κανονισμού και της σχετικής υποχρέωσης. Ο πυλωρός μεριμνά ώστε η εφαρμογή των εν λόγω μέτρων να είναι σύμφωνη με το ισχύον δίκαιο, ιδίως τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, την οδηγία 2002/58/ΕΚ, τη νομοθεσία για την κυβερνοασφάλεια, την προστασία των καταναλωτών, την ασφάλεια των προϊόντων, καθώς και με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας.

2.   Η Επιτροπή μπορεί, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος πυλωρού δυνάμει της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, να κινήσει διαδικασία δυνάμει του άρθρου 20.

Η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει εκτελεστική πράξη, στην οποία καθορίζονται τα μέτρα που πρέπει να εφαρμόσει ο ενδιαφερόμενος πυλωρός προκειμένου να συμμορφωθεί αποτελεσματικά με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 6 και 7. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται εντός έξι μηνών από την κίνηση διαδικασίας δυνάμει του άρθρου 20 σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

Κατά την κίνηση διαδικασίας, με δική της πρωτοβουλία, για καταστρατήγηση δυνάμει του άρθρου 13, τα εν λόγω μέτρα μπορούν να αφορούν τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7.

3.   Ο πυλωρός μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να λάβει μέρος σε διαδικασία προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον τα μέτρα που ο εν λόγω πυλωρός προτίθεται να εφαρμόσει ή έχει εφαρμόσει για να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με τα άρθρα 6 και 7 είναι αποτελεσματικά για την επίτευξη του στόχου της σχετικής υποχρέωσης υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις του πυλωρού. Η Επιτροπή έχει τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίζει εάν θα λάβει μέρος σε τέτοια διαδικασία, σεβόμενη τις αρχές της ίσης μεταχείρισης, της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης.

Στο αίτημά του, ο πυλωρός υποβάλλει αιτιολογημένη γνώμη για να επεξηγήσει τα μέτρα που προτίθεται να εφαρμόσει ή έχει εφαρμόσει. Ο πυλωρός υποβάλλει επιπλέον μη εμπιστευτική έκδοση της αιτιολογημένης γνώμης του, η οποία μπορεί να κοινοποιηθεί σε τρίτους δυνάμει της παραγράφου 6.

4.   Οι παράγραφοι 2 και 3 του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τις εξουσίες της Επιτροπής βάσει των άρθρων 29, 30 και 31.

5.   Με σκοπό την έκδοση της απόφασης σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Επιτροπή κοινοποιεί τα προκαταρκτικά της πορίσματα στον πυλωρό εντός τριών μηνών από την κίνηση της διαδικασίας βάσει του άρθρου 20. Στα προκαταρκτικά πορίσματα, η Επιτροπή επεξηγεί τα μέτρα που εξετάζει να λάβει ή που εκτιμά ότι θα πρέπει να λάβει ο ενδιαφερόμενος πυλωρός, προκειμένου να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα ζητήματα που επισημαίνονται στα προκαταρκτικά πορίσματα.

6.   Για να δώσει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη να παράσχουν σχόλια με αποτελεσματικό τρόπο, η Επιτροπή δημοσιεύει, κατά την κοινοποίηση των προκαταρκτικών πορισμάτων της στον πυλωρό δυνάμει της παραγράφου 5 ή το συντομότερο δυνατό μετά την κοινοποίηση αυτή, μη εμπιστευτική περίληψη της υπόθεσης και των μέτρων τα οποία εξετάζει να λάβει ή τα οποία εκτιμά ότι θα πρέπει να λάβει ο ενδιαφερόμενος πυλωρός. Η Επιτροπή προσδιορίζει εύλογο χρονικό διάστημα εντός του οποίου πρέπει να υποβληθούν τα εν λόγω σχόλια.

7.   Κατά τον προσδιορισμό των μέτρων σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι τα μέτρα είναι αποτελεσματικά για την εκπλήρωση των στόχων του παρόντος κανονισμού και της σχετικής υποχρέωσης, και αναλογικά με τις συγκεκριμένες περιστάσεις του πυλωρού και της σχετικής υπηρεσίας.

8.   Για τους σκοπούς του προσδιορισμού των υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφοι 11 και 12, η Επιτροπή αξιολογεί επίσης αν τα σχεδιαζόμενα ή εφαρμοζόμενα μέτρα διασφαλίζουν ότι δεν υφίσταται πλέον ανισορροπία δικαιωμάτων και υποχρεώσεων για τους επαγγελματίες χρήστες και ότι τα ίδια τα μέτρα δεν αποφέρουν πλεονέκτημα στον πυλωρό το οποίο είναι δυσανάλογο προς την υπηρεσία που παρέχει ο πυλωρός στους επαγγελματίες χρήστες.

9.   Σε ό,τι αφορά τη διαδικασία δυνάμει της παραγράφου 2, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτήματος ή με δική της πρωτοβουλία, να αποφασίσει να κινήσει εκ νέου τη διαδικασία σε περίπτωση που:

α)

υπήρξε ουσιαστική μεταβολή σε οποιοδήποτε από τα πραγματικά περιστατικά στα οποία βασίστηκε η απόφαση· ή

β)

η απόφαση βασίστηκε σε ελλιπείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες· ή

γ)

τα μέτρα που προσδιορίζονται στην απόφαση δεν είναι αποτελεσματικά.

Άρθρο 13

Διατάξεις κατά της καταστρατήγησης

1.   Μια επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας δεν κατατέμνει, δεν διαιρεί, δεν υποδιαιρεί, δεν κατακερματίζει ούτε διαχωρίζει τις εν λόγω υπηρεσίες με συμβατικά, εμπορικά, τεχνικά ή άλλα μέσα προκειμένου να καταστρατηγήσει τα ποσοτικά όρια που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2. Καμία τέτοια πρακτική επιχείρησης δεν εμποδίζει την Επιτροπή να την ορίσει πυλωρό δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 4.

2.   Η Επιτροπή, όταν υποψιάζεται ότι μια επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας επιδίδεται σε πρακτική που ορίζεται στην παράγραφο 1, μπορεί να απαιτήσει από την εν λόγω επιχείρηση κάθε πληροφορία που κρίνει αναγκαία προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσον η εν λόγω επιχείρηση επιδίδεται στην εν λόγω πρακτική.

3.   Ο πυλωρός διασφαλίζει ότι οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7 τηρούνται πλήρως και αποτελεσματικά.

4.   Ο πυλωρός δεν επιδίδεται σε συμπεριφορές που υπονομεύουν την αποτελεσματική συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις των άρθρων 5, 6 και 7, ανεξαρτήτως από το αν η συμπεριφορά αυτή είναι συμβατικής, εμπορικής ή τεχνικής φύσης ή οποιασδήποτε άλλης φύσης ή συνίσταται στη χρήση συμπεριφορικών τεχνικών ή σχεδιασμού διεπαφών.

5.   Εάν απαιτείται η συγκατάθεση του χρήστη για τη συλλογή, την επεξεργασία, τη διασταυρούμενη χρήση και τον διαμοιρασμό δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, ο πυλωρός λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα είτε για να παρέχει στους επαγγελματίες χρήστες τη δυνατότητα να λάβουν απευθείας την απαιτούμενη συγκατάθεση για την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων, στις περιπτώσεις που η εν λόγω συγκατάθεση απαιτείται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 ή της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, είτε για να συμμορφώνεται με τους ενωσιακούς κανόνες και τις αρχές προστασίας των δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής με άλλους τρόπους, μεταξύ άλλων μέσω της παροχής στους επαγγελματίες χρήστες δεόντως ανωνυμοποιημένων δεδομένων, όπου απαιτείται. Ο  πυλωρός δεν καθιστά τη λήψη της εν λόγω συγκατάθεσης από τον επαγγελματία χρήστη περισσότερο επαχθή απ’ ό,τι για τις δικές του υπηρεσίες.

6.   Ο πυλωρός δεν υποβαθμίζει τους όρους ή την ποιότητα οποιασδήποτε από τις βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας που παρέχονται σε επαγγελματίες χρήστες ή τελικούς χρήστες που ασκούν τα δικαιώματα ή χρησιμοποιούν τις επιλογές που καθορίζονται στα άρθρα 5, 6 και 7, ούτε καθιστά την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων ή τη χρήση των εν λόγω επιλογών αδικαιολόγητα δύσκολη, μεταξύ άλλων προσφέροντας επιλογές στον τελικό χρήστη με μη ουδέτερο τρόπο ή υπονομεύοντας την αυτονομία, τη λήψη αποφάσεων ή την ελεύθερη επιλογή των τελικών χρηστών ή των επαγγελματιών χρηστών μέσω της δομής, του σχεδιασμού, της χρησιμότητας ή του τρόπου λειτουργίας μιας διεπαφής χρήστη ή μέρους αυτής.

7.   Όταν ο πυλωρός καταστρατηγεί ή επιχειρεί να καταστρατηγήσει οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις του άρθρου 5, 6 ή 7 κατά τρόπο που περιγράφεται στις παραγράφους 4, 5 και 6 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί να κινήσει διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 20 και να εκδώσει εκτελεστική πράξη που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 προκειμένου να προσδιορίσει τα μέτρα που πρέπει να εφαρμόσει ο  πυλωρός.

8.   Η παράγραφος 6 του παρόντος άρθρου δεν θίγει τις εξουσίες της Επιτροπής βάσει των άρθρων 29, 30 και 31.

Άρθρο 16

Κίνηση διερεύνησης της αγοράς

1.   Όταν η Επιτροπή προτίθεται να διεξαγάγει διερεύνηση της αγοράς με σκοπό την πιθανή έκδοση αποφάσεων σύμφωνα με τα άρθρα 17, 18 και 19, εκδίδει απόφαση για την κίνηση διερεύνησης της αγοράς.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί να ασκεί τις οικείες εξουσίες διερεύνησης δυνάμει του παρόντος κανονισμού πριν από την κίνηση διερεύνησης της αγοράς σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο.

3.   Στην απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 προσδιορίζονται τα ακόλουθα:

α)

η ημερομηνία κίνησης της διερεύνησης της αγοράς·

β)

η περιγραφή του ζητήματος που αφορά η διερεύνηση της αγοράς·

γ)

ο σκοπός της διερεύνησης της αγοράς.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να κινήσει εκ νέου διερεύνηση της αγοράς που έχει περατωθεί σε περίπτωση που:

α)

υπήρξε ουσιαστική μεταβολή σε οποιοδήποτε από τα πραγματικά περιστατικά στα οποία βασίστηκε απόφαση που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 17, 18 ή 19· ή

β)

η απόφαση που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 17, 18 ή 19 βασίστηκε σε ελλιπείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες.

5.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από μία ή περισσότερες εθνικές αρμόδιες αρχές να τη βοηθήσουν στη διερεύνηση της αγοράς που διεξάγει.

Άρθρο 20

Κίνηση διαδικασίας

1.   Όταν η Επιτροπή προτίθεται να κινήσει διαδικασία με σκοπό την πιθανή έκδοση αποφάσεων σύμφωνα με τα άρθρα 8, 29 και 30, εκδίδει απόφαση για την κίνηση διαδικασίας.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί να ασκεί τις οικείες εξουσίες διερεύνησης δυνάμει του παρόντος κανονισμού πριν από την κίνηση διαδικασίας σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο.

Άρθρο 23

Εξουσίες διενέργειας επιθεωρήσεων

1.   Προς εκπλήρωση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή δύναται να διενεργεί κάθε αναγκαία επιθεώρηση σε μια επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων.

2.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης έχουν την εξουσία:

α)

να εισέρχονται σε χώρους, εκτάσεις γης και μεταφορικά μέσα των επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων·

β)

να ελέγχουν τα βιβλία και άλλα αρχεία που σχετίζονται με την επιχείρηση, ανεξαρτήτως του μέσου στο οποίο είναι αποθηκευμένα·

γ)

να πραγματοποιούν ή να αποκτούν, υπό οποιαδήποτε μορφή, αντίγραφα ή αποσπάσματα των εν λόγω βιβλίων και αρχείων·

δ)

να απαιτούν από την επιχείρηση ή την ένωση επιχειρήσεων να παρέχει πρόσβαση και εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγορίθμους, τη διαχείριση δεδομένων και τις επιχειρηματικές πρακτικές της και να καταγράφουν ή να καταχωρίζουν τις παρασχεθείσες εξηγήσεις με οποιοδήποτε τεχνικό μέσο·

ε)

να σφραγίζουν οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο και βιβλία ή αρχεία καθ’ όλη τη διάρκεια της επιθεώρησης και στον βαθμό που απαιτείται για αυτή·

στ)

να ζητούν από οποιονδήποτε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού της επιχείρησης ή της ένωσης επιχειρήσεων εξηγήσεις για τα πραγματικά περιστατικά ή τα έγγραφα που συνδέονται με το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης και να καταγράφουν τις απαντήσεις με οποιοδήποτε τεχνικό μέσο.

3.   Για τη διενέργεια επιθεωρήσεων, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη βοήθεια ελεγκτών ή εμπειρογνωμόνων που ορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2, καθώς και τη βοήθεια της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

4.   Κατά τη διάρκεια των επιθεωρήσεων, η Επιτροπή, οι ελεγκτές ή οι εμπειρογνώμονες που ορίζονται από αυτήν και η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, μπορούν να απαιτούν από την επιχείρηση ή την ένωση επιχειρήσεων να παράσχει πρόσβαση και εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγορίθμους, τη διαχείριση δεδομένων και τις επιχειρηματικές συμπεριφορές της. Η Επιτροπή και οι ελεγκτές ή οι εμπειρογνώμονες που ορίζονται από αυτήν και η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, μπορούν να απευθύνουν ερωτήσεις σε οποιονδήποτε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού.

5.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης ασκούν τις εξουσίες τους αφού προηγουμένως επιδείξουν γραπτή εντολή, στην οποία προσδιορίζονται το αντικείμενο και ο σκοπός της επιθεώρησης, καθώς και τα προβλεπόμενα στο άρθρο 30 πρόστιμα που εφαρμόζονται σε περίπτωση ελλιπούς επίδειξης των ζητούμενων βιβλίων ή λοιπών επαγγελματικών εγγράφων ή σε περίπτωση που αποδειχθούν ανακριβείς ή παραπλανητικές οι απαντήσεις σε ερωτήσεις που έχουν τεθεί κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 2 και 4 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή, σε εύθετο χρόνο πριν από τη διενέργεια της επιθεώρησης, ενημερώνει την εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

6.   Οι επιχειρήσεις ή οι ενώσεις επιχειρήσεων υποχρεούνται να υποβληθούν σε επιθεώρηση που έχει διατάξει με απόφασή της η Επιτροπή. Στην εν λόγω απόφαση προσδιορίζονται το αντικείμενο και ο σκοπός της επίσκεψης, καθορίζεται η ημερομηνία έναρξής της και μνημονεύονται τα πρόστιμα και οι περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στα άρθρα 30 και 31 αντίστοιχα, καθώς και το δικαίωμα προσβολής της εν λόγω απόφασης ενώπιον του Δικαστηρίου.

7.   Οι υπάλληλοι της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, και τα εξουσιοδοτημένα ή διορισμένα από αυτήν πρόσωπα, επικουρούν ενεργά, κατόπιν αιτήματος της εν λόγω αρχής ή της Επιτροπής, τους υπαλλήλους και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή. Για τον σκοπό αυτό απολαύουν των εξουσιών που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 4 του παρόντος άρθρου.

8.   Σε περίπτωση που οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή διαπιστώσουν ότι μια επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων εναντιώνεται στη διενέργεια επιθεώρησης που έχει διαταχθεί δυνάμει του παρόντος άρθρου, το οικείο κράτος μέλος τούς παρέχει κάθε αναγκαία συνδρομή, ζητώντας, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, τη συνδρομή της αστυνομίας ή ισότιμης αρχής επιβολής του νόμου, προκειμένου να μπορέσουν να πραγματοποιήσουν την επιθεώρησή τους.

9.   Αν, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες, για τη συνδρομή που προβλέπεται στην παράγραφο 8 του παρόντος άρθρου απαιτείται άδεια δικαστικής αρχής, η Επιτροπή ή η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 ή οι εξουσιοδοτημένοι από τις εν λόγω αρχές υπάλληλοι ζητούν την εν λόγω άδεια. Η εν λόγω άδεια μπορεί επίσης να ζητηθεί ως προληπτικό μέτρο.

10.   Όταν ζητείται η άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου, η εθνική δικαστική αρχή επαληθεύει τη γνησιότητα της απόφασης της Επιτροπής, καθώς και ότι τα σχεδιαζόμενα μέτρα καταναγκασμού δεν είναι αυθαίρετα ούτε υπέρμετρα αυστηρά σε σχέση με το αντικείμενο της επιθεώρησης. Κατά τον έλεγχο της αναλογικότητας των μέτρων καταναγκασμού που διενεργεί, η εθνική δικαστική αρχή μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή, απευθείας ή μέσω της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, λεπτομερείς εξηγήσεις, ιδίως για τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή έχει υπόνοιες για παράβαση του παρόντος κανονισμού, καθώς και για τη σοβαρότητα της εικαζόμενης παράβασης και τη φύση της εμπλοκής της ενδιαφερόμενης επιχείρησης. Ωστόσο, η εθνική δικαστική αρχή δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα της επιθεώρησης, ούτε να ζητήσει την προσκόμιση των στοιχείων του φακέλου της Επιτροπής. Η αρμοδιότητα για τον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης της Επιτροπής ανήκει αποκλειστικά στο Δικαστήριο.

Άρθρο 32

Προθεσμίες παραγραφής για την επιβολή κυρώσεων

1.   Οι εξουσίες που ανατίθενται στην Επιτροπή δυνάμει των άρθρων 30 και 31 υπόκεινται σε πενταετή προθεσμία παραγραφής.

2.   Το χρονικό αυτό διάστημα αρχίζει από την ημέρα διάπραξης της παράβασης. Ωστόσο, αν μια παράβαση είναι διαρκής ή έχει διαπραχθεί κατ' εξακολούθηση, η προθεσμία αρχίζει από την ημέρα παύσης της παράβασης.

3.   Κάθε ενέργεια της Επιτροπής για σκοπούς διερεύνησης της αγοράς ή διαδικασιών σε σχέση με παράβαση επιφέρει διακοπή της προθεσμίας παραγραφής για την επιβολή προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών. Η διακοπή της προθεσμίας παραγραφής ισχύει από την ημερομηνία κοινοποίησης της ενέργειας σε μια τουλάχιστον επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων που μετείχε στην παράβαση. Στις ενέργειες που διακόπτουν την προθεσμία παραγραφής συγκαταλέγονται ιδίως οι εξής:

α)

αιτήματα παροχής πληροφοριών από την Επιτροπή·

β)

γραπτές εξουσιοδοτήσεις για τη διενέργεια επιθεωρήσεων που χορηγούνται από την Επιτροπή στους υπαλλήλους της·

γ)

κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 20.

4.   Η προθεσμία παραγραφής ξεκινά εκ νέου μετά από κάθε διακοπή. Ωστόσο, η προθεσμία παραγραφής λήγει το αργότερο την ημέρα παρέλευσης χρονικού διαστήματος ίσου με το διπλάσιο της προθεσμίας παραγραφής, υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή δεν έχει επιβάλει πρόστιμο ή περιοδική χρηματική ποινή. Η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται κατά χρονικό διάστημα ίσο με τον χρόνο αναστολής της παραγραφής κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 5.

5.   Η προθεσμία παραγραφής που ισχύει για την επιβολή προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών αναστέλλεται για όσο καιρό η απόφαση της Επιτροπής αποτελεί αντικείμενο εκκρεμούς διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου.

Άρθρο 38

Συνεργασία και συντονισμός με τις εθνικές αρμόδιες αρχές επιβολής κανόνων ανταγωνισμού

1.   Η Επιτροπή και οι εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 συνεργάζονται μεταξύ τους και αλληλοενημερώνονται σχετικά με τα μέτρα επιβολής που λαμβάνουν μέσω του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού (ΕΔΑ). Έχουν την εξουσία να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με όλα τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των εμπιστευτικών πληροφοριών. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή δεν είναι μέλος του ΕΔΑ, η Επιτροπή προβαίνει στις αναγκαίες ρυθμίσεις για τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με υποθέσεις που αφορούν την επιβολή του παρόντος κανονισμού και την επιβολή των κανόνων του άρθρου 1 παράγραφος 6 σε υποθέσεις των εν λόγω αρχών. Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει ρυθμίσεις αυτού του είδους με εκτελεστική πράξη κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ).

2.   Σε περίπτωση που εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 προτίθεται να κινήσει διερεύνηση σε πυλωρούς βάσει της εθνικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή για το πρώτο επίσημο μέτρο διερεύνησης, πριν ή αμέσως μετά την έναρξη του εν λόγω μέτρου. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να διαβιβαστούν επίσης στις εθνικές αρμόδιες αρχές οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 των άλλων κρατών μελών.

3.   Σε περίπτωση που εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 προτίθεται να επιβάλει υποχρεώσεις σε πυλωρούς βάσει της εθνικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, γνωστοποιεί, αιτιολογημένα, το αργότερο 30 ημέρες πριν από την έγκριση, το σχέδιο μέτρου στην Επιτροπή. Σε περίπτωση προσωρινών μέτρων, η εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες του άρθρου 1 παράγραφος 6 γνωστοποιεί στην Επιτροπή το σχέδιο των προτεινόμενων μέτρων το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο αμέσως μετά την έγκριση τέτοιων μέτρων. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να διαβιβαστούν επίσης στις εθνικής αρμόδιες αρχές οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες στο άρθρο 1 παράγραφος 6των άλλων κρατών μελών.

4.   Οι μηχανισμοί πληροφόρησης που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 δεν εφαρμόζονται στις αποφάσεις που προβλέπονται σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες περί συγκεντρώσεων

5.   Πληροφορίες που ανταλλάσσονται δυνάμει των παραγράφων 1 έως 3 του παρόντος άρθρου ανταλλάσσονται και χρησιμοποιούνται μόνο για τον συντονισμό της επιβολής του παρόντος κανονισμού και των κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

6.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφο 6 να υποστηρίξουν οποιαδήποτε διερεύνηση της αγοράς που πραγματοποιεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

7.   Εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 μπορεί με δική της πρωτοβουλία να διεξάγει διερεύνηση σε περίπτωση πιθανής μη συμμόρφωσης με τα άρθρα 5, 6 και 7 του παρόντος κανονισμού στο έδαφός της, όταν έχει τη σχετική αρμοδιότητα και εξουσίες διερεύνησης βάσει του εθνικού δικαίου. Η εν λόγω αρχή ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή προτού λάβει το πρώτο επίσημο μέτρο διερεύνησης.

Η κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 20 απαλλάσσει τις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών οι οποίες επιβάλλουν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 από τη δυνατότητα διεξαγωγής διερεύνησης ή την περατώνει όταν αυτή είναι ήδη σε εξέλιξη. Οι εν λόγω αρχές υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα πορίσματα μιας τέτοιας διερεύνησης, προκειμένου να στηρίξουν την Επιτροπή στον ρόλο της ως μοναδικής αρχής επιβολής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 49

Άσκηση των κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων κατά το άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 και το άρθρο 12 παράγραφοι 1, 3 και 4 ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από την 1η Νοεμβρίου 2022. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 και στο άρθρο 12 παράγραφοι 1, 3 και 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφοι 6 και 7 και του άρθρου 12 παράγραφοι 1, 3 και 4 τίθεται σε ισχύ μόνο αν δεν διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα κοινοποίησης της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η προθεσμία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.


whereas









keyboard_arrow_down