search


keyboard_tab Digital Market Act 2022/1925 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/1925 EL cercato: 'απόφασή' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index απόφασή:


whereas απόφασή:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 559

 

Άρθρο 9

Αναστολή

1.   Σε περίπτωση που ο πυλωρός αποδείξει σε αιτιολογημένο αίτημα ότι η συμμόρφωση με συγκεκριμένη υποχρέωση που ορίζεται στο άρθρο 5, 6 ή 7 για βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας η οποία απαριθμείται στην απόφαση ορισμού δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 9 θα έθετε σε κίνδυνο, λόγω εξαιρετικών περιστάσεων που εκφεύγουν του ελέγχου του πυλωρού, την οικονομική βιωσιμότητα της λειτουργίας του στην Ένωση, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστική πράξη που καθορίζει την απόφασή της να αναστείλει κατ’ εξαίρεση, πλήρως ή εν μέρει, τη συγκεκριμένη υποχρέωση που αναφέρεται στο εν λόγω αιτιολογημένο αίτημα («απόφαση αναστολής»). Στην εν λόγω εκτελεστική πράξη, η Επιτροπή τεκμηριώνει την απόφαση αναστολής που λαμβάνει, προσδιορίζοντας τις εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την αναστολή. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη περιορίζεται στον βαθμό και τη διάρκεια που απαιτούνται για την αντιμετώπιση της εν λόγω απειλής για τη βιωσιμότητα του πυλωρού. Η Επιτροπή θέτει ως στόχο να εκδώσει την εν λόγω εκτελεστική πράξη αμελλητί και το αργότερο τρεις μήνες μετά την παραλαβή πλήρους αιτιολογημένου αιτήματος. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

2.   Εάν χορηγηθεί αναστολή δυνάμει της παραγράφου 1, η Επιτροπή επανεξετάζει την απόφαση αναστολής της σε ετήσια βάση, εκτός εάν προσδιορίζεται συντομότερο διάστημα στην εν λόγω απόφαση. Σε συνέχεια αυτής της επανεξέτασης, η Επιτροπή είτε ανακαλεί πλήρως ή εν μέρει την αναστολή, είτε αποφασίζει ότι οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 εξακολουθούν να πληρούνται.

3.   Σε επείγουσες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος πυλωρού, να αναστείλει προσωρινά την εφαρμογή συγκεκριμένης υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 για μία ή περισσότερες μεμονωμένες βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ήδη πριν από την έκδοση της απόφασης σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο. Το αίτημα αυτό μπορεί να υποβληθεί και να γίνει δεκτό ανά πάσα στιγμή εν αναμονή της αξιολόγησης της Επιτροπής δυνάμει της παραγράφου 1.

4.   Κατά την αξιολόγηση του αιτήματος που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 3, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη ιδίως τον αντίκτυπο της συμμόρφωσης με τη συγκεκριμένη υποχρέωση στην οικονομική βιωσιμότητα της λειτουργίας του πυλωρού στην Ένωση, καθώς και σε τρίτους, ιδίως ΜΜΕ και καταναλωτές. Η αναστολή μπορεί να υπόκειται σε όρους και υποχρεώσεις που καθορίζει η Επιτροπή, προκειμένου να εξασφαλίζεται η κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των εν λόγω συμφερόντων και των στόχων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 10

Απαλλαγή για λόγους δημόσιας υγείας και δημόσιας ασφάλειας

1.   Η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος πυλωρού ή με δική της πρωτοβουλία, να εκδίδει εκτελεστική πράξη που να καθορίζει την απόφασή της να χορηγήσει απαλλαγή στον εν λόγω πυλωρό, πλήρως ή εν μέρει, από συγκεκριμένη υποχρέωση που καθορίζεται στο άρθρο 5, 6 ή 7 σε σχέση με βασική_υπηρεσία_πλατφόρμας η οποία περιλαμβάνεται στην απόφαση ορισμού δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 9, όταν η απαλλαγή αυτή δικαιολογείται με βάση τους λόγους που καθορίζονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου («απόφαση απαλλαγής»). Η Επιτροπή εκδίδει την απόφαση απαλλαγής εντός τριών μηνών από τη λήψη πλήρους αιτιολογημένου αιτήματος και υποβάλλει αιτιολογημένη δήλωση στην οποία επεξηγούνται οι λόγοι της απαλλαγής. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

2.   Όταν χορηγείται απαλλαγή δυνάμει της παραγράφου 1, η Επιτροπή επανεξετάζει την απόφασή της για απαλλαγή εάν ο λόγος απαλλαγής δεν υφίσταται πλέον ή τουλάχιστον κάθε έτος. Σε συνέχεια αυτής της επανεξέτασης, η Επιτροπή είτε ανακαλεί πλήρως ή εν μέρει την απαλλαγή, είτε αποφασίζει ότι οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 εξακολουθούν να πληρούνται.

3.   Απαλλαγή κατά την παράγραφο 1 μπορεί να χορηγείται μόνο για λόγους δημόσιας υγείας ή δημόσιας ασφάλειας.

4.   Σε επείγουσες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος πυλωρού ή με δική της πρωτοβουλία, να αναστείλει προσωρινά την εφαρμογή συγκεκριμένης υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 για μία ή περισσότερες μεμονωμένες βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας ήδη πριν από την έκδοση της απόφασης δυνάμει της εν λόγω παραγράφου. Το αίτημα αυτό μπορεί να υποβληθεί και να γίνει δεκτό ανά πάσα στιγμή εν αναμονή της αξιολόγησης της Επιτροπής δυνάμει της παραγράφου 1.

5.   Κατά την αξιολόγηση του αιτήματος που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 4, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη ιδίως τον αντίκτυπο της συμμόρφωσης με τη συγκεκριμένη υποχρέωση στους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 3, καθώς και τις επιπτώσεις για τον ενδιαφερόμενο πυλωρό και για τρίτους. Η Επιτροπή μπορεί να ορίσει ότι η αναστολή υπόκειται σε όρους και υποχρεώσεις προκειμένου να εξασφαλίζεται θεμιτή ισορροπία μεταξύ των στόχων που επιδιώκονται για τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 3 και των στόχων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 17

Διερεύνηση της αγοράς για τον ορισμό πυλωρών

1.   Η Επιτροπή μπορεί να διεξαγάγει διερεύνηση της αγοράς με σκοπό να εξετάσει αν μια επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας πρέπει να οριστεί ως πυλωρός δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 8 ή προκειμένου να προσδιορίσει τις βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας που πρέπει να απαριθμούνται στην απόφαση ορισμού σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 9. Η Επιτροπή επιδιώκει να περατώσει τη διερεύνηση της αγοράς που διεξάγει εντός 12 μηνών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α). Για την περάτωση της διερεύνησης της αγοράς που διεξάγει, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη που καθορίζει την απόφασή της. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.

2.   Κατά τη διάρκεια διερεύνησης της αγοράς δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή επιδιώκει να κοινοποιεί τα προκαταρκτικά της πορίσματα στην οικεία επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας εντός έξι μηνών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α). Στα προκαταρκτικά της πορίσματα, η Επιτροπή εξηγεί κατά πόσον θεωρεί, προσωρινά, ότι ενδείκνυται να οριστεί η εν λόγω επιχείρηση ως πυλωρός σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 8 και να απαριθμηθούν οι σχετικές βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 9.

3.   Όταν η επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας πληροί τα όρια που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2, αλλά έχει υποβάλει επαρκώς τεκμηριωμένα επιχειρήματα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 που προδήλως θέτουν υπό αμφισβήτηση το τεκμήριο του άρθρου 3 παράγραφος 2, η Επιτροπή επιδιώκει να περατώσει τη διερεύνηση της αγοράς εντός πέντε μηνών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α).

Σε αυτήν την περίπτωση, η Επιτροπή επιδιώκει να κοινοποιεί τα προκαταρκτικά της πορίσματα σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση εντός τριών μηνών από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α).

4.   Σε περίπτωση που η Επιτροπή ορίσει, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 8, ως πυλωρό επιχείρηση που παρέχει βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας η οποία δεν κατέχει ακόμη παγιωμένη και σταθερή θέση στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της, αλλά η οποία αναμένεται ότι θα κατέχει τέτοια θέση στο εγγύς μέλλον, μπορεί να δηλώσει ότι για τον εν λόγω πυλωρό ισχύουν μόνο μία ή περισσότερες από τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφοι 3 έως 6 και στο άρθρο 6 παράγραφοι 4, 7, 9, 10 και 13, όπως προσδιορίζονται στην απόφαση ορισμού. Η Επιτροπή δηλώνει ότι ισχύουν μόνο οι υποχρεώσεις που είναι κατάλληλες και αναγκαίες προκειμένου ο ενδιαφερόμενος πυλωρός να μην αποκτήσει, με αθέμιτα μέσα, παγιωμένη και σταθερή θέση στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του. Η Επιτροπή επανεξετάζει αυτόν τον ορισμό σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 4.

Άρθρο 23

Εξουσίες διενέργειας επιθεωρήσεων

1.   Προς εκπλήρωση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή δύναται να διενεργεί κάθε αναγκαία επιθεώρηση σε μια επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων.

2.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης έχουν την εξουσία:

α)

να εισέρχονται σε χώρους, εκτάσεις γης και μεταφορικά μέσα των επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων·

β)

να ελέγχουν τα βιβλία και άλλα αρχεία που σχετίζονται με την επιχείρηση, ανεξαρτήτως του μέσου στο οποίο είναι αποθηκευμένα·

γ)

να πραγματοποιούν ή να αποκτούν, υπό οποιαδήποτε μορφή, αντίγραφα ή αποσπάσματα των εν λόγω βιβλίων και αρχείων·

δ)

να απαιτούν από την επιχείρηση ή την ένωση επιχειρήσεων να παρέχει πρόσβαση και εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγορίθμους, τη διαχείριση δεδομένων και τις επιχειρηματικές πρακτικές της και να καταγράφουν ή να καταχωρίζουν τις παρασχεθείσες εξηγήσεις με οποιοδήποτε τεχνικό μέσο·

ε)

να σφραγίζουν οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο και βιβλία ή αρχεία καθ’ όλη τη διάρκεια της επιθεώρησης και στον βαθμό που απαιτείται για αυτή·

στ)

να ζητούν από οποιονδήποτε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού της επιχείρησης ή της ένωσης επιχειρήσεων εξηγήσεις για τα πραγματικά περιστατικά ή τα έγγραφα που συνδέονται με το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης και να καταγράφουν τις απαντήσεις με οποιοδήποτε τεχνικό μέσο.

3.   Για τη διενέργεια επιθεωρήσεων, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη βοήθεια ελεγκτών ή εμπειρογνωμόνων που ορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2, καθώς και τη βοήθεια της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

4.   Κατά τη διάρκεια των επιθεωρήσεων, η Επιτροπή, οι ελεγκτές ή οι εμπειρογνώμονες που ορίζονται από αυτήν και η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, μπορούν να απαιτούν από την επιχείρηση ή την ένωση επιχειρήσεων να παράσχει πρόσβαση και εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγορίθμους, τη διαχείριση δεδομένων και τις επιχειρηματικές συμπεριφορές της. Η Επιτροπή και οι ελεγκτές ή οι εμπειρογνώμονες που ορίζονται από αυτήν και η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, μπορούν να απευθύνουν ερωτήσεις σε οποιονδήποτε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού.

5.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης ασκούν τις εξουσίες τους αφού προηγουμένως επιδείξουν γραπτή εντολή, στην οποία προσδιορίζονται το αντικείμενο και ο σκοπός της επιθεώρησης, καθώς και τα προβλεπόμενα στο άρθρο 30 πρόστιμα που εφαρμόζονται σε περίπτωση ελλιπούς επίδειξης των ζητούμενων βιβλίων ή λοιπών επαγγελματικών εγγράφων ή σε περίπτωση που αποδειχθούν ανακριβείς ή παραπλανητικές οι απαντήσεις σε ερωτήσεις που έχουν τεθεί κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 2 και 4 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή, σε εύθετο χρόνο πριν από τη διενέργεια της επιθεώρησης, ενημερώνει την εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6.

6.   Οι επιχειρήσεις ή οι ενώσεις επιχειρήσεων υποχρεούνται να υποβληθούν σε επιθεώρηση που έχει διατάξει με απόφασή της η Επιτροπή. Στην εν λόγω απόφαση προσδιορίζονται το αντικείμενο και ο σκοπός της επίσκεψης, καθορίζεται η ημερομηνία έναρξής της και μνημονεύονται τα πρόστιμα και οι περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στα άρθρα 30 και 31 αντίστοιχα, καθώς και το δικαίωμα προσβολής της εν λόγω απόφασης ενώπιον του Δικαστηρίου.

7.   Οι υπάλληλοι της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, και τα εξουσιοδοτημένα ή διορισμένα από αυτήν πρόσωπα, επικουρούν ενεργά, κατόπιν αιτήματος της εν λόγω αρχής ή της Επιτροπής, τους υπαλλήλους και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή. Για τον σκοπό αυτό απολαύουν των εξουσιών που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 4 του παρόντος άρθρου.

8.   Σε περίπτωση που οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα άτομα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή διαπιστώσουν ότι μια επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων εναντιώνεται στη διενέργεια επιθεώρησης που έχει διαταχθεί δυνάμει του παρόντος άρθρου, το οικείο κράτος μέλος τούς παρέχει κάθε αναγκαία συνδρομή, ζητώντας, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, τη συνδρομή της αστυνομίας ή ισότιμης αρχής επιβολής του νόμου, προκειμένου να μπορέσουν να πραγματοποιήσουν την επιθεώρησή τους.

9.   Αν, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες, για τη συνδρομή που προβλέπεται στην παράγραφο 8 του παρόντος άρθρου απαιτείται άδεια δικαστικής αρχής, η Επιτροπή ή η εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 ή οι εξουσιοδοτημένοι από τις εν λόγω αρχές υπάλληλοι ζητούν την εν λόγω άδεια. Η εν λόγω άδεια μπορεί επίσης να ζητηθεί ως προληπτικό μέτρο.

10.   Όταν ζητείται η άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου, η εθνική δικαστική αρχή επαληθεύει τη γνησιότητα της απόφασης της Επιτροπής, καθώς και ότι τα σχεδιαζόμενα μέτρα καταναγκασμού δεν είναι αυθαίρετα ούτε υπέρμετρα αυστηρά σε σχέση με το αντικείμενο της επιθεώρησης. Κατά τον έλεγχο της αναλογικότητας των μέτρων καταναγκασμού που διενεργεί, η εθνική δικαστική αρχή μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή, απευθείας ή μέσω της εθνικής αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους, η οποία επιβάλλει τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 6, λεπτομερείς εξηγήσεις, ιδίως για τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή έχει υπόνοιες για παράβαση του παρόντος κανονισμού, καθώς και για τη σοβαρότητα της εικαζόμενης παράβασης και τη φύση της εμπλοκής της ενδιαφερόμενης επιχείρησης. Ωστόσο, η εθνική δικαστική αρχή δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα της επιθεώρησης, ούτε να ζητήσει την προσκόμιση των στοιχείων του φακέλου της Επιτροπής. Η αρμοδιότητα για τον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης της Επιτροπής ανήκει αποκλειστικά στο Δικαστήριο.


whereas









keyboard_arrow_down