search


keyboard_tab Digital Service Act 2022/2065 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/2065 EL cercato: 'όλων' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index όλων:


whereas όλων:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 1409

 

Άρθρο 14

Όροι και προϋποθέσεις

1.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών περιλαμβάνουν στους όρους και τις προϋποθέσεις χρήσης των υπηρεσιών τους τους πληροφορίες σχετικά με τυχόν περιορισμούς τους οποίους επιβάλλουν σε σχέση με τη χρήση της υπηρεσίας τους όσον αφορά τις πληροφορίες που παρέχονται από τους αποδέκτες της υπηρεσίας. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν πληροφορίες για κάθε πολιτική, διαδικασία, μέτρο και εργαλείο που χρησιμοποιείται για τον σκοπό του ελέγχου περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένων της αλγοριθμικής λήψης αποφάσεων και της επανεξέτασης από άνθρωπο καθώς και του κανονισμού λειτουργίας του εσωτερικού τους συστήματος διαχείρισης καταγγελιών. Διατυπώνονται σε σαφή, απλή, κατανοητή, φιλική προς τον χρήστη και ανεπίδεκτη παρερμηνείας γλώσσα, και διατίθενται στο κοινό σε εύκολα προσβάσιμο και μηχαναγνώσιμο μορφότυπο.

2.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών κοινοποιούν στους αποδέκτες της υπηρεσίας κάθε σημαντική μεταβολή των όρων και προϋποθέσεων.

3.   Όταν μια ενδιάμεση_υπηρεσία απευθύνεται πρωτίστως σε ανηλίκους ή χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο από αυτούς, ο πάροχος της εν λόγω ενδιάμεσης υπηρεσίας εξηγεί τους όρους, και τους τυχόν περιορισμούς, όσον αφορά τη χρήση της υπηρεσίας κατά τρόπο κατανοητό από ανηλίκους.

4.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενεργούν με επιμελή, αντικειμενικό και αναλογικό τρόπο κατά την εφαρμογή και την επιβολή των περιορισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα όλων των εμπλεκόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων των θεμελιωδών δικαιωμάτων των αποδεκτών της υπηρεσίας, όπως η ελευθερία της έκφρασης, η ελευθερία και η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, και άλλα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες, όπως κατοχυρώνονται στον Χάρτη.

5.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης παρέχουν στους αποδέκτες των υπηρεσιών συνοπτική, εύκολα προσβάσιμη και μηχαναγνώσιμη περίληψη των όρων και των προϋποθέσεων συμπεριλαμβανομένων των διαθέσιμων μέσων έννομης προστασίας και των μηχανισμών προσφυγής, σε σαφή γλώσσα που δεν επιδέχεται παρερμηνεία.

6.   Οι πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες και οι πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης, κατά την έννοια του άρθρου 33, δημοσιεύουν τους όρους και τις προϋποθέσεις τους στις επίσημες γλώσσες όλων των κρατών μελών στα οποία προσφέρουν τις υπηρεσίες τους.

Άρθρο 21

Εξωδικαστική επίλυση διαφορών

1.   Οι αποδέκτες της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων φυσικών προσώπων ή οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποιήσεις, στους οποίους απευθύνονται οι αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 έχουν δικαίωμα να επιλέξουν οποιοδήποτε όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχει πιστοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, για την επίλυση των διαφορών που αφορούν τις αποφάσεις αυτές, συμπεριλαμβανομένων καταγγελιών που δεν κατέστη εφικτό να επιλυθούν μέσω του εσωτερικού συστήματος διαχείρισης καταγγελιών που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο.

Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα των αποδεκτών της υπηρεσίας να έχουν πρόσβαση σε εξωδικαστική επίλυση διαφορών, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, είναι εύκολα προσβάσιμες στην επιγραμμική_διεπαφή τους, με σαφή και φιλικό προς τον χρήστη τρόπο.

Το πρώτο εδάφιο δεν θίγει το δικαίωμα του αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας να κινήσει, σε οποιοδήποτε στάδιο, διαδικασία προσβολής των εν λόγω αποφάσεων των παρόχων επιγραμμικών πλατφορμών ενώπιον δικαστηρίου σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο.

2.   Αμφότερα τα μέρη συνεργάζονται καλόπιστα με το επιλεγμένο πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών με σκοπό την επίλυση της διαφοράς.

Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών μπορούν να αρνηθούν να συνεργαστούν με τέτοιο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, εάν έχει ήδη επιλυθεί διαφορά που αφορά τις ίδιες πληροφορίες και τους ίδιους λόγους εικαζόμενης παρανομίας ή ασυμβατότητας του περιεχομένου.

Το πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δεν έχει την εξουσία να διευθετήσει, κατά τρόπο δεσμευτικό για τα μέρη, τη διαφορά.

3.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, το πιστοποιεί κατόπιν αιτήματός του, για μέγιστη περίοδο πέντε ετών, η οποία μπορεί να ανανεωθεί, όταν αυτό αποδεικνύει ότι πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

είναι αμερόληπτο και ανεξάρτητο, μεταξύ άλλων και οικονομικά ανεξάρτητο, από τους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών και από τους αποδέκτες της υπηρεσίας που παρέχεται από παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών προσώπων ή των οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποιήσεις·

β)

διαθέτει την αναγκαία τεχνογνωσία όσον αφορά τα ζητήματα που προκύπτουν σε έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους τομείς παράνομου περιεχομένου ή όσον αφορά την εφαρμογή και επιβολή των όρων και προϋποθέσεων ενός ή περισσότερων τύπων επιγραμμικών πλατφορμών, η οποία δίνει τη δυνατότητα στο όργανο να μπορεί να συνεισφέρει αποτελεσματικά στην επίλυση της διαφοράς·

γ)

τα μέλη του αμείβονται με τρόπο που δεν συνδέεται με το αποτέλεσμα της διαδικασίας·

δ)

η εξωδικαστική επίλυση διαφορών που προσφέρει είναι εύκολα προσβάσιμη, μέσω τεχνολογίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και προβλέπεται η δυνατότητα να κινηθεί η διαδικασία επίλυσης διαφορών και να υποβληθούν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά με ηλεκτρονικό τρόπο·

ε)

είναι σε θέση να επιλύει διαφορές με ταχύ, αποτελεσματικό και οικονομικά αποδοτικό τρόπο και τουλάχιστον σε μία από τις επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης·

στ)

η εξωδικαστική επίλυση διαφορών που προσφέρει πραγματοποιείται σύμφωνα με σαφείς και δίκαιους διαδικαστικούς κανόνες που είναι εύκολα και δημόσια προσβάσιμοι, και σε συμμόρφωση με το εφαρμοστέο δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του παρόντος άρθρου.

Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών προσδιορίζει, κατά περίπτωση, στο πιστοποιητικό:

α)

τα ειδικά ζητήματα με τα οποία σχετίζεται η τεχνογνωσία του οργάνου, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β), και

β)

την επίσημη γλώσσα ή γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης στις οποίες το όργανο είναι σε θέση να επιλύει διαφορές, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο ε).

4.   Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών υποβάλλουν έκθεση στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που τα πιστοποίησε, σε ετήσια βάση, σχετικά με τη λειτουργία τους, προσδιορίζοντας τουλάχιστον τον αριθμό των διαφορών που διαχειρίστηκαν, τις πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα των εν λόγω διαφορών, τον μέσο χρόνο που απαιτήθηκε για την επίλυσή τους και τυχόν ελλείψεις ή δυσκολίες που προέκυψαν. Παρέχουν πρόσθετες πληροφορίες κατόπιν αιτήματος του εν λόγω συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών.

Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συντάσσουν ανά διετία έκθεση σχετικά με τη λειτουργία των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχουν πιστοποιήσει. Ειδικότερα, η έκθεση αυτή:

α)

παραθέτει τον αριθμό των διαφορών που διαχειρίστηκε ετησίως κάθε πιστοποιημένος φορέας εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών·

β)

αναφέρει τα αποτελέσματα των υποθέσεων που εισήχθησαν ενώπιον των εν λόγω οργάνων και τον μέσο χρόνο που απαιτήθηκε για την επίλυση των διαφορών·

γ)

προσδιορίζει και εξηγεί τυχόν συστηματικές ή τομεακές ελλείψεις ή δυσκολίες που προέκυψαν σε σχέση με τη λειτουργία των εν λόγω οργάνων·

δ)

προσδιορίζει βέλτιστες πρακτικές σχετικά με την εν λόγω λειτουργία·

ε)

διατυπώνει, κατά περίπτωση, συστάσεις σχετικά με τον τρόπο βελτίωσης της εν λόγω λειτουργίας.

Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών θέτουν τις αποφάσεις τους στη διάθεση των μερών εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και το αργότερο 90 ημερολογιακές ημέρες από την παραλαβή της καταγγελίας. Σε περίπτωση που η διαφορά είναι εξαιρετικά περίπλοκη, το πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δύναται, κατά την κρίση του, να παρατείνει την προθεσμία των 90 ημερολογιακών ημερών για πρόσθετη περίοδο που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες, με μέγιστη συνολική διάρκεια τις 180 ημέρες.

5.   Εάν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών αποφανθεί υπέρ του αποδέκτη της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας που έχει υποβάλει ειδοποίηση, ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας βαρύνεται με το σύνολο των αμοιβών που επιβάλλει το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών και αποζημιώνει τον εν λόγω αποδέκτη, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας, για τυχόν άλλα εύλογα έξοδα τα οποία έχει καταβάλει σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς. Εάν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών αποφανθεί υπέρ του παρόχου της επιγραμμικής πλατφόρμας, ο αποδέκτης_της_υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας, δεν απαιτείται να αποζημιώσει τον πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας για τις αμοιβές ή άλλα έξοδα που έχει καταβάλει ή πρόκειται να καταβάλλει σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς, εκτός αν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών κρίνει ότι ο εν λόγω αποδέκτης ενήργησε προδήλως κακόπιστα.

Τα τέλη που επιβάλλει το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών στους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών για την επίλυση διαφορών είναι εύλογα και σε κάθε περίπτωση δεν υπερβαίνουν το κόστος του οργάνου. Για τους αποδέκτες της υπηρεσίας, η επίλυση διαφορών παρέχεται δωρεάν ή έναντι συμβολικού αντιτίμου.

Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών γνωστοποιούν στον αποδέκτη της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών προσώπων ή των οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποίηση, και στον οικείο πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας τα τέλη ή τους μηχανισμούς που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των αμοιβών, πριν από την έναρξη της διαδικασίας επίλυσης της διαφοράς.

6.   Τα κράτη μέλη δύνανται να συγκροτούν όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών για τους σκοπούς της παραγράφου 1 ή να στηρίζουν τις δραστηριότητες ορισμένων ή όλων των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχουν πιστοποιήσει σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι καμία από τις δραστηριότητες που αναλαμβάνουν βάσει του πρώτου εδαφίου δεν επηρεάζει την ικανότητα των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών τους να πιστοποιούν τα οικεία όργανα σύμφωνα με την παράγραφο 3.

7.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που πιστοποίησε όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, ανακαλεί την πιστοποίηση αυτή, εάν διαπιστώσει, έπειτα από έρευνα είτε με δική του πρωτοβουλία είτε βάσει πληροφοριών που έλαβε από τρίτους, ότι το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 3. Πριν ανακαλέσει την πιστοποίηση, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρέχει στο εν λόγω όργανο τη δυνατότητα να αντικρούσει τα πορίσματα της έρευνάς του και την πρόθεσή του να ανακαλέσει την πιστοποίηση του οργάνου εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών.

8.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών γνωστοποιούν στην Επιτροπή τα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών τα οποία έχουν πιστοποιήσει σύμφωνα με την παράγραφο 3, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των προδιαγραφών που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της εν λόγω παραγράφου, καθώς και τα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών των οποίων την πιστοποίηση έχουν ανακαλέσει. Η Επιτροπή δημοσιεύει κατάλογο των οργάνων αυτών, συμπεριλαμβανομένων των εν λόγω προδιαγραφών, σε ειδικό ιστότοπο που είναι εύκολα προσβάσιμος, και τον διατηρεί επικαιροποιημένο.

9.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει την οδηγία 2013/11/ΕΕ και τις διαδικασίες και τους φορείς εναλλακτικής επίλυσης καταναλωτικών διαφορών που θεσπίζονται στο πλαίσιο της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 32

Δικαίωμα πληροφόρησης

1.   Όταν ένας πάροχος επιγραμμικής πλατφόρμας που δίνει στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους, ενημερώνεται, ανεξάρτητα από τα χρησιμοποιούμενα μέσα, για παράνομο προϊόν ή υπηρεσία που προσφέρεται από έναν έμπορο σε καταναλωτές που βρίσκονται στην Ένωση μέσω των υπηρεσιών του, ο εν λόγω πάροχος ενημερώνει, στον βαθμό που διαθέτει τα στοιχεία επικοινωνίας τους, τους καταναλωτές που αγόρασαν το παράνομο προϊόν ή την υπηρεσία μέσω των υπηρεσιών του για τα ακόλουθα:

α)

για το γεγονός ότι το προϊόν ή η υπηρεσία είναι παράνομα·

β)

για την ταυτότητα του εμπόρου· και

γ)

για οποιαδήποτε σχετικά μέσα προσφυγής.

Η υποχρέωση που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο περιορίζεται στις αγορές παράνομων προϊόντων ή υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκαν εντός των έξι μηνών που προηγούνται της στιγμής κατά την οποία ο πάροχος έλαβε γνώση της παρανομίας.

2.   Όταν, στην κατάσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας που δίνει στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους δεν διαθέτει τα στοιχεία επικοινωνίας όλων των εμπλεκόμενων καταναλωτών, ο εν λόγω πάροχος δημοσιοποιεί και καθιστά εύκολα προσβάσιμες στην επιγραμμική_διεπαφή του τις πληροφορίες σχετικά με το παράνομο προϊόν ή την υπηρεσία, την ταυτότητα του εμπόρου και για οποιαδήποτε σχετικά μέσα προσφυγής.

ΤΜΉΜΑ 5

Πρόσθετες υποχρεώσεις παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης όσον αφορά τη διαχείριση συστημικών κινδύνων

Άρθρο 35

Περιορισμός των κινδύνων

1.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης εφαρμόζουν εύλογα, αναλογικά και αποτελεσματικά μέτρα περιορισμού, τα οποία προσαρμόζονται στους ειδικούς συστημικούς κινδύνους που εντοπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 34, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις επιπτώσεις αυτών των μέτρων στα θεμελιώδη δικαιώματα. Τα μέτρα αυτά είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, τα εξής:

α)

προσαρμογή του σχεδιασμού, των χαρακτηριστικών ή της λειτουργίας των υπηρεσιών τους, συμπεριλαμβανομένων των επιγραμμικών διεπαφών τους·

β)

προσαρμογή των όρων και προϋποθέσεών τους και της επιβολής τους·

γ)

προσαρμογή των διαδικασιών ελέγχου περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένων της ταχύτητας και της ποιότητας της διεκπεραίωσης των ειδοποιήσεων που αφορούν συγκεκριμένους τύπους παράνομου περιεχομένου και, κατά περίπτωση, της ταχείας αφαίρεσης του αναφερόμενου περιεχομένου ή της απενεργοποίησης της πρόσβασης σε αυτό, ιδίως όσον αφορά την παράνομη ρητορική μίσους ή την κυβερνοβία· καθώς και προσαρμογή όλων των σχετικών διαδικασιών λήψης αποφάσεων και των πόρων που προορίζονται για τον έλεγχο του περιεχομένου·

δ)

δοκιμή και προσαρμογή των αλγοριθμικών συστημάτων τους, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων συστάσεών τους·

ε)

προσαρμογή των συστημάτων διαφήμισής τους και θέσπιση στοχευμένων μέτρων με σκοπό τον περιορισμό ή την προσαρμογή της παρουσίασης διαφημίσεων συνδεόμενων με την υπηρεσία που παρέχουν·

στ)

ενίσχυση των εσωτερικών διαδικασιών και πόρων, του ελέγχου, της τεκμηρίωσης ή της επίβλεψης οποιασδήποτε από τις δραστηριότητές τους, ιδίως όσον αφορά την ανίχνευση συστημικού κινδύνου·

ζ)

έναρξη ή προσαρμογή της συνεργασίας με αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου σύμφωνα με το άρθρο 22 και υλοποίηση των αποφάσεων των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών σύμφωνα με το άρθρο 21·

η)

έναρξη ή προσαρμογή της συνεργασίας με άλλους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών ή επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης με τη χρήση κωδίκων δεοντολογίας και πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων που προβλέπονται στα άρθρα 45 και 48, αντίστοιχα·

θ)

λήψη μέτρων ευαισθητοποίησης και προσαρμογή της επιγραμμικής διεπαφής τους προκειμένου να παράσχουν στους αποδέκτες της υπηρεσίες περισσότερες πληροφορίες·

ι)

λήψη στοχευμένων μέτρων για την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού, συμπεριλαμβανομένων εργαλείων εξακρίβωσης της ηλικίας και γονικού ελέγχου, εργαλείων που βοηθούν τους ανηλίκους να γνωστοποιούν περιστατικά κακοποίησης ή να λαμβάνουν στήριξη, ανάλογα με την περίπτωση·

ια)

εξασφάλιση του ότι ένα στοιχείο πληροφορίας, ανεξάρτητα από το αν αποτελεί εικόνα, ήχο ή βίντεο που έχει παραχθεί ή τροποποιηθεί, το οποίο παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με υπαρκτά πρόσωπα, αντικείμενα, μέρη ή άλλες οντότητες ή γεγονότα, και δίνει την ψευδή εντύπωση ότι είναι αυθεντικό ή αληθινό, θα διακρίνεται μέσω ευδιάκριτης σήμανσης όταν παρουσιάζεται στις επιγραμμικές διεπαφές τους, και, επιπλέον, παροχή μιας εύχρηστης λειτουργίας η οποία δίνει στους αποδέκτες της υπηρεσίας τη δυνατότητα να υποδεικνύουν μία τέτοια πληροφορία.

2.   Το Συμβούλιο, σε συνεργασία με την Επιτροπή, δημοσιεύει αναλυτικές εκθέσεις, μία φορά ανά έτος. Οι εκθέσεις περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

προσδιορισμό και εκτίμηση των πλέον σημαντικών και επαναλαμβανόμενων συστημικών κινδύνων που αναφέρονται από παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης ή εντοπίζονται από άλλες πηγές πληροφοριών, ιδίως εκείνων που παρέχονται σύμφωνα με τα άρθρα 39, 40 και 42·

β)

βέλτιστες πρακτικές για τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης με σκοπό τον περιορισμό των συστημικών κινδύνων που εντοπίζονται.

Οι εν λόγω εκθέσεις παρουσιάζουν τους συστημικούς κινδύνους ανά κράτος μέλος στο οποίο εμφανίζονται και στο σύνολο της Ένωσης, κατά περίπτωση.

3.   Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή της παραγράφου 1 σε σχέση με συγκεκριμένους κινδύνους, και ιδίως για να παρουσιάσει βέλτιστες πρακτικές και να προτείνει πιθανά μέτρα, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις πιθανές επιπτώσεις των μέτρων στα θεμελιώδη δικαιώματα όλων των εμπλεκόμενων μερών, τα οποία κατοχυρώνονται στον Χάρτη. Κατά την κατάρτιση των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών, η Επιτροπή οργανώνει δημόσιες διαβουλεύσεις.

Άρθρο 36

Μηχανισμός αντιμετώπισης κρίσεων

1.   Σε περίπτωση κρίσης, η Επιτροπή, ενεργώντας κατόπιν σύστασης του συμβουλίου, δύναται να εκδώσει απόφαση με την οποία απαιτεί από έναν ή περισσότερους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης να προβούν σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)

να αξιολογήσουν κατά πόσον και εάν ναι, σε ποιον βαθμό και με ποιον τρόπο, η λειτουργία και η χρήση των υπηρεσιών τους συμβάλλουν σημαντικά ή ενδέχεται να συμβάλουν σημαντικά σε σοβαρή απειλή, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2·

β)

να προσδιορίσουν και να εφαρμόσουν ειδικά, αποτελεσματικά και αναλογικά μέτρα, όπως οποιοδήποτε από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 35 παράγραφος 1 ή στο άρθρο 48 παράγραφος 2, για την πρόληψη, την εξάλειψη ή τον περιορισμό οποιασδήποτε τέτοιας συμβολής στη σοβαρή απειλή που εντοπίζεται σύμφωνα με το στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου·

γ)

να υποβάλουν έκθεση στην Επιτροπή, έως συγκεκριμένη ημερομηνία ή σε τακτά χρονικά διαστήματα που καθορίζονται στην απόφαση, σχετικά με τις αξιολογήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α), με το ακριβές περιεχόμενο, την εφαρμογή και τον ποιοτικό και ποσοτικό αντίκτυπο των ειδικών μέτρων που ελήφθησαν σύμφωνα με το στοιχείο β), και με κάθε άλλο ζήτημα που σχετίζεται με τις εν λόγω αξιολογήσεις ή τα εν λόγω μέτρα, όπως ορίζεται στην απόφαση.

Κατά τον προσδιορισμό και την εφαρμογή μέτρων σύμφωνα με το στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου, ο πάροχος ή οι πάροχοι υπηρεσιών λαμβάνουν δεόντως υπόψη την βαρύτητα της σοβαρής απειλής που αναφέρεται στην παράγραφο 2, τον επείγοντα χαρακτήρα των μέτρων και τις πραγματικές ή δυνητικές επιπτώσεις στα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα όλων των ενδιαφερόμενων μερών, μεταξύ άλλων και της πιθανής αποτυχίας των μέτρων να σεβαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, θεωρείται ότι έχει επέλθει κρίση όταν έκτακτες περιστάσεις μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρή απειλή για τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία στην Ένωση ή σε σημαντικά μέρη της.

3.   Κατά τη λήψη της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

οι ενέργειες που απαιτούνται από την απόφαση είναι αυστηρά απαραίτητες, αιτιολογημένες και αναλογικές, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως την βαρύτητα της σοβαρής απειλής που αναφέρεται στην παράγραφο 2, τον επείγοντα χαρακτήρα των μέτρων και τις πραγματικές ή δυνητικές επιπτώσεις στα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα όλων των ενδιαφερόμενων μερών, μεταξύ άλλων και της πιθανής αποτυχίας των μέτρων να σεβαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη·

β)

η απόφαση ορίζει εύλογη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να ληφθούν τα συγκεκριμένα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τον επείγοντα χαρακτήρα των μέτρων αυτών και τον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία και την εφαρμογή τους·

γ)

οι ενέργειες που απαιτούνται από την απόφαση περιορίζονται σε χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

4.   Αφού εγκρίνει την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή, χωρίς περιττή καθυστέρηση, λαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα:

α)

κοινοποιεί την απόφαση στον πάροχο ή τους παρόχους στους οποίους απευθύνεται η απόφαση·

β)

δημοσιοποιεί την απόφαση· και

γ)

ενημερώνει το συμβούλιο για την απόφαση, το καλεί να διατυπώσει τις απόψεις του επ’ αυτού και το τηρεί ενήμερο για κάθε μεταγενέστερη εξέλιξη σχετικά με την απόφαση.

5.   Η επιλογή των ειδικών μέτρων που πρέπει να ληφθούν σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) και την παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο απόκειται στον πάροχο ή τους παρόχους στους οποίους απευθύνεται η απόφαση της Επιτροπής.

6.   Η Επιτροπή δύναται, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος του παρόχου, να ξεκινήσει διάλογο με τον πάροχο για να καθορίσει κατά πόσον, υπό το πρίσμα των ειδικών περιστάσεων του παρόχου, τα σχεδιαζόμενα ή εφαρμοζόμενα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) είναι αποτελεσματικά και αναλογικά για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων. Ειδικότερα, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι τα μέτρα που λαμβάνει ο πάροχος υπηρεσιών δυνάμει της παραγράφου 1 στοιχείο β) πληρούν τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α) και γ).

7.   Η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή των ειδικών μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, με βάση τις εκθέσεις που αναφέρονται στο στοιχείο γ) της εν λόγω παραγράφου και κάθε άλλη σχετική πληροφορία, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που μπορεί να ζητήσει σύμφωνα με το άρθρο 40 ή 67, λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της κρίσης. Η Επιτροπή υποβάλλει τακτικά έκθεση στο συμβούλιο σχετικά με την παρακολούθηση αυτή, τουλάχιστον σε μηνιαία βάση.

Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι τα σχεδιαζόμενα ή εφαρμοζόμενα ειδικά μέτρα σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) δεν είναι αποτελεσματικά ή αναλογικά, μπορεί, κατόπιν διαβούλευσης με το συμβούλιο, να εκδώσει απόφαση για να απαιτήσει από τον πάροχο να επανεξετάσει τον προσδιορισμό ή την εφαρμογή των εν λόγω ειδικών μέτρων.

8.   Εφόσον κρίνεται σκόπιμο λόγω της εξέλιξης της κρίσης, η Επιτροπή, ενεργώντας βάσει σύστασης του Συμβουλίου, μπορεί να τροποποιήσει την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή στην παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο:

α)

ανακαλώντας την απόφαση και, κατά περίπτωση, απαιτώντας από την πολύ μεγάλη επιγραμμική_πλατφόρμα ή πολύ μεγάλη επιγραμμική_μηχανή_αναζήτησης να παύσει να εφαρμόζει τα μέτρα που προσδιορίζονται και εφαρμόζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) ή την παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο, ιδίως όταν οι λόγοι για τα εν λόγω μέτρα δεν υφίστανται πλέον·

β)

παρατείνοντας την περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο γ) για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες·

γ)

συνεκτιμώντας την πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή των μέτρων, ιδίως την πιθανή αποτυχία των μέτρων να σεβαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη.

9.   Οι απαιτήσεις των παραγράφων 1 έως 6 ισχύουν για την απόφαση και την τροποποίησή της που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

10.   Η Επιτροπή λαμβάνει όλως ιδιαιτέρως υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου που εκδίδεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

11.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σε ετήσια βάση μετά την έκδοση αποφάσεων σύμφωνα με το παρόν άρθρο και, σε κάθε περίπτωση, τρεις μήνες μετά το τέλος της κρίσης σχετικά με την εφαρμογή των ειδικών μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με τις εν λόγω αποφάσεις.

Άρθρο 45

Κώδικες δεοντολογίας

1.   Η Επιτροπή και το συμβούλιο ενθαρρύνουν και διευκολύνουν την εκπόνηση εθελοντικών κωδίκων δεοντολογίας σε επίπεδο Ένωσης με σκοπό να συμβάλουν στην ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των ειδικών προκλήσεων της αντιμετώπισης διαφόρων ειδών παράνομου περιεχομένου και συστημικών κινδύνων, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο ιδίως όσον αφορά τον ανταγωνισμό και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Όταν εμφανίζεται σημαντικός συστημικός κίνδυνος κατά την έννοια του άρθρου 34 παράγραφος 1, ο οποίος αφορά αρκετές πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες ή πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης, η Επιτροπή δύναται να καλεί τους οικείους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, και άλλους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών, πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, επιγραμμικών πλατφορμών και άλλων ενδιάμεσων υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση, καθώς και σχετικές αρμόδιες αρχές, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και άλλους σχετικούς συμφεροντούχους, να συμμετάσχουν στην εκπόνηση κωδίκων δεοντολογίας, για παράδειγμα, με τον καθορισμό δεσμεύσεων για τη λήψη ειδικών μέτρων περιορισμού των κινδύνων, καθώς και τη θέσπιση πλαισίου τακτικής υποβολής εκθέσεων σχετικά με μέτρα που λαμβάνονται και τα αποτελέσματά τους.

3.   Κατά την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή και το συμβούλιο και, κατά περίπτωση, άλλοι φορείς έχουν ως στόχο να διασφαλίσουν ότι οι κώδικες δεοντολογίας ορίζουν σαφώς τους συγκεκριμένους στόχους τους, περιέχουν βασικούς δείκτες επιδόσεων για τη μέτρηση της επίτευξης των στόχων αυτών και λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις ανάγκες και τα συμφέροντα όλων των ενδιαφερόμενων μερών, και ιδίως των πολιτών, σε επίπεδο Ένωσης. Η Επιτροπή και το συμβούλιο έχουν επίσης ως στόχο να διασφαλίσουν ότι οι συμμετέχοντες υποβάλλουν τακτικά εκθέσεις στην Επιτροπή και στους αντίστοιχους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασής τους σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται και τα αποτελέσματά τους, όπως αυτά μετρώνται με βάση τους βασικούς δείκτες επιδόσεων που περιέχουν οι κώδικες δεοντολογίας. Οι βασικοί δείκτες επιδόσεων και οι δεσμεύσεις υποβολής εκθέσεων λαμβάνουν υπόψη τις διαφορές ως προς το μέγεθος και την ικανότητα μεταξύ διαφόρων συμμετεχόντων.

4.   Η Επιτροπή και το συμβούλιο αξιολογούν κατά πόσον οι κώδικες δεοντολογίας πληρούν τους στόχους που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 3 και παρακολουθούν και αξιολογούν τακτικά την επίτευξη των στόχων τους, σε σχέση με τους βασικούς δείκτες επιδόσεων που μπορεί να περιέχουν. Δημοσιεύουν τα συμπεράσματά τους.

Η Επιτροπή και το συμβούλιο επίσης ενθαρρύνουν και διευκολύνουν την τακτική αναθεώρηση και προσαρμογή των κωδίκων δεοντολογίας.

Σε περίπτωση συστηματικής μη συμμόρφωσης με τους κώδικες δεοντολογίας, η Επιτροπή και το συμβούλιο μπορούν να καλέσουν τους υπογράφοντες τους κώδικες δεοντολογίας να λάβουν τα αναγκαία μέτρα.

Άρθρο 46

Κώδικες δεοντολογίας για την επιγραμμική διαφήμιση

1.   Η Επιτροπή ενθαρρύνει και διευκολύνει την εκπόνηση εθελοντικών κωδίκων δεοντολογίας σε επίπεδο Ένωσης από παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών και άλλων σχετικών παρόχων υπηρεσιών, όπως οι πάροχοι ενδιάμεσων επιγραμμικών διαφημιστικών υπηρεσιών, άλλοι φορείς που συμμετέχουν στην αξιακή αλυσίδα της προγραμματικής διαφήμισης, ή οργανισμοί που εκπροσωπούν αποδέκτες της υπηρεσίας και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών ή αρμόδιες αρχές, με σκοπό να συνεισφέρουν στην περαιτέρω διαφάνεια όσων συμμετέχουν στην αξιακή αλυσίδα της επιγραμμικής διαφήμισης πέραν των απαιτήσεων των άρθρων 26 και 39.

2.   Η Επιτροπή έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι με τους κώδικες δεοντολογίας επιδιώκεται η αποτελεσματική διαβίβαση πληροφοριών, με πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων και των συμφερόντων όλων των εμπλεκόμενων μερών, καθώς και ένα ανταγωνιστικό, διαφανές και δίκαιο περιβάλλον στην επιγραμμική διαφήμιση, σύμφωνα με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο, ιδίως σε σχέση με τον ανταγωνισμό και την προστασία της ιδιωτικότητας και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η Επιτροπή έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι οι κώδικες δεοντολογίας εξετάζουν τουλάχιστον τα εξής:

α)

τη διαβίβαση πληροφοριών που κατέχουν οι πάροχοι ενδιάμεσων επιγραμμικών διαφημιστικών υπηρεσιών σε αποδέκτες της υπηρεσίας όσον αφορά τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 26 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ)·

β)

τη διαβίβαση πληροφοριών που κατέχουν οι πάροχοι ενδιάμεσων επιγραμμικών διαφημιστικών υπηρεσιών στα αποθετήρια σύμφωνα με το άρθρο 39·

γ)

σημαντικές πληροφορίες σχετικά με την οικονομική αξιοποίηση των δεδομένων.

3.   Η Επιτροπή ενθαρρύνει την εκπόνηση των κωδίκων δεοντολογίας έως 18 Φεβρουαρίου 2025 και την εφαρμογή τους έως τις 18 Αυγούστου 2025.

4.   Η Επιτροπή ενθαρρύνει όλους τους παράγοντες της αξιακής αλυσίδας της επιγραμμικής διαφήμισης σύμφωνα με την παράγραφο 1 να αποδεχθούν τις δεσμεύσεις που αναφέρονται στους κώδικες δεοντολογίας, και να συμμορφωθούν με αυτές.

Άρθρο 50

Απαιτήσεις για τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών τους εκτελούν τα καθήκοντά τους βάσει του παρόντος κανονισμού με αμερόληπτο, διαφανή και έγκαιρο τρόπο. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών τους να διαθέτουν όλους τους απαραίτητους πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, μεταξύ των οποίων επαρκείς τεχνικούς, χρηματοδοτικούς και ανθρώπινους πόρους για την επαρκή εποπτεία όλων των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά τους. Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του διαθέτει επαρκή αυτονομία όσον αφορά τη διαχείριση του προϋπολογισμού του εντός των συνολικών ορίων του προϋπολογισμού, ώστε να μην επηρεάζεται αρνητικά η ανεξαρτησία του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών.

2.   Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και την άσκηση των εξουσιών τους σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών ενεργούν με απόλυτη ανεξαρτησία. Παραμένουν απαλλαγμένοι από οποιαδήποτε εξωτερική επιρροή, άμεση ή έμμεση, και δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από οποιαδήποτε άλλη δημόσια αρχή ή από οποιονδήποτε ιδιωτικό φορέα.

3.   Η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου δεν θίγει τα καθήκοντα των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών στο πλαίσιο του συστήματος επίβλεψης και επιβολής που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό και τη συνεργασία με άλλες αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 2. Η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζει την άσκηση δικαστικού ελέγχου και επίσης δεν θίγει τις αναλογικές απαιτήσεις λογοδοσίας όσον αφορά τις γενικές δραστηριότητες των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, όπως οι οικονομικές δαπάνες ή η υποβολή εκθέσεων στα εθνικά κοινοβούλια, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω απαιτήσεις δεν υπονομεύουν την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 51

Εξουσίες των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Όταν απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους βάσει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαθέτουν τις ακόλουθες εξουσίες έρευνας, όσον αφορά τη συμπεριφορά παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους:

α)

την εξουσία να ζητούν από αυτούς τους παρόχους, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο που ενεργεί για σκοπούς που αφορούν τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές του δραστηριότητες, το οποίο μπορεί εύλογα να γνωρίζει πληροφορίες σχετικά με εικαζόμενη παράβαση του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών που διενεργούν τους ελέγχους που αναφέρονται στο άρθρο 37 και στο άρθρο 75 παράγραφος 2, να παράσχουν τις εν λόγω πληροφορίες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση·

β)

την εξουσία να διενεργούν ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να διατάσσει τη διενέργεια επιθεωρήσεων οποιωνδήποτε εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούν οι εν λόγω πάροχοι ή τα εν λόγω πρόσωπα για σκοπούς που αφορούν τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές τους δραστηριότητες ή να ζητούν από άλλες δημόσιες αρχές τη διενέργειά τους, προκειμένου να εξετάσουν, να κατάσχουν, να λάβουν ή να αποκτήσουν αντίγραφα πληροφοριών σχετικών με εικαζόμενη παράβαση σε οποιαδήποτε μορφή, ανεξάρτητα από το μέσο αποθήκευσης·

γ)

την εξουσία να ζητούν από οποιοδήποτε μέλος του προσωπικού ή εκπρόσωπο των εν λόγω παρόχων ή των εν λόγω προσώπων να παράσχει εξηγήσεις όσον αφορά κάθε πληροφορία σχετική με εικαζόμενη παράβαση και να καταγράφουν τις απαντήσεις κατόπιν συγκατάθεσής τους με κάθε τεχνικό μέσο.

2.   Όταν απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαθέτουν τις ακόλουθες εξουσίες επιβολής, όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους:

α)

την εξουσία να αποδέχονται τις δεσμεύσεις που παρέχουν οι εν λόγω πάροχοι σε σχέση με τη συμμόρφωσή τους με τον παρόντα κανονισμό και να καθιστούν τις δεσμεύσεις αυτές υποχρεωτικές·

β)

την εξουσία να διατάσσουν την παύση των παραβάσεων και να επιβάλλουν, κατά περίπτωση, διορθωτικά μέτρα αναλογικά με την παράβαση και αναγκαία για την παύση της παράβασης, ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να διατάξει την παύση ή να επιβάλει τα σχετικά μέτρα·

γ)

την εξουσία να επιβάλλουν πρόστιμα, ή να ζητούν την επιβολή τους από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους, σύμφωνα με το άρθρο 52 λόγω μη συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε από τις εντολές έρευνας που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

δ)

την εξουσία να επιβάλλουν περιοδική χρηματική ποινή ή να ζητούν την επιβολή της από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους, σύμφωνα με το άρθρο 52 για να διασφαλιστεί η παύση της παράβασης σε συμμόρφωση με εντολή που εκδίδεται σύμφωνα με το στοιχείο β) του παρόντος εδαφίου ή λόγω μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις εντολές έρευνας που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

ε)

την εξουσία να θεσπίζουν αναλογικά προσωρινά μέτρα ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να το πράξει, για την αποφυγή κινδύνου σοβαρής βλάβης.

Όσον αφορά τα στοιχεία γ) και δ) του πρώτου εδαφίου, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών έχουν επίσης τις εξουσίες επιβολής που ορίζονται στα στοιχεία αυτά σε σχέση με τα άλλα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 λόγω μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις εντολές που εκδίδονται προς αυτά σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο. Ασκούν τις εν λόγω εξουσίες επιβολής μόνον αφού παράσχουν εγκαίρως στα εν λόγω άλλα πρόσωπα όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τις εντολές αυτές, συμπεριλαμβανομένων της τεθείσας προθεσμίας, των προστίμων ή των περιοδικών χρηματικών ποινών που ενδέχεται να επιβληθούν λόγω μη συμμόρφωσης και των δυνατοτήτων προσφυγής.

3.   Όταν απαιτείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους, όταν έχουν εξαντληθεί όλες οι άλλες εξουσίες σύμφωνα με το παρόν άρθρο για την παύση της παράβασης και η παράβαση δεν έχει αποκατασταθεί ή συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες οι οποίες δεν μπορούν να αποφευχθούν μέσω της άσκησης άλλων εξουσιών που είναι διαθέσιμες βάσει του ενωσιακού δικαίου ή του εθνικού δικαίου, διαθέτουν επίσης την εξουσία να λαμβάνουν τα ακόλουθα μέτρα:

α)

να ζητούν από το διοικητικό όργανο των εν λόγω παρόχων, χωρίς περιττή καθυστέρηση, να εξετάσει την κατάσταση, να εγκρίνει και να υποβάλει σχέδιο δράσης που να καθορίζει τα αναγκαία μέτρα για την παύση της παράβασης, να διασφαλίσει ότι ο πάροχος λαμβάνει τα μέτρα αυτά και να υποβάλει έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί·

β)

όταν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι ένας πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν συμμορφώνεται επαρκώς με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α), ότι η παράβαση δεν έχει αποκατασταθεί ή συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες και ότι η εν λόγω παράβαση συνεπάγεται ποινικό αδίκημα που συνιστά απειλή για τη ζωή ή την ασφάλεια ατόμων, να ζητά από την αρμόδια δικαστική αρχή του κράτους μέλους του να διατάξει τον προσωρινό περιορισμό της πρόσβασης των αποδεκτών της υπηρεσίας που αφορά η παράβαση ή, μόνον όταν αυτό δεν είναι τεχνικά εφικτό, της πρόσβασης στην επιγραμμική_διεπαφή του παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών στην οποία πραγματοποιείται η παράβαση.

Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών, προτού υποβάλει το αίτημα που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις εντός προθεσμίας δύο εβδομάδων τουλάχιστον, περιγράφοντας τα μέτρα που προτίθεται να ζητήσει και προσδιορίζοντας τον σκοπούμενο αποδέκτη ή αποδέκτες αυτών, εκτός εάν ενεργεί κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 82. Ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών, ο σκοπούμενος αποδέκτης ή αποδέκτες και κάθε άλλος τρίτος που διαθέτει αποδεδειγμένο έννομο συμφέρον έχει δικαίωμα να συμμετέχει στη διαδικασία ενώπιον της αρμόδιας δικαστικής αρχής. Κάθε μέτρο που διατάσσεται είναι αναλογικό με τη φύση, τη βαρύτητα, την επανάληψη και τη διάρκεια της παράβασης, χωρίς να περιορίζει αδικαιολόγητα την πρόσβαση αποδεκτών της οικείας υπηρεσίας σε νόμιμες πληροφορίες.

Ο περιορισμός πρόσβασης ισχύει για περίοδο τεσσάρων εβδομάδων, με την επιφύλαξη της δυνατότητας της αρμόδιας δικαστικής αρχής να επιτρέψει, με την εντολή της, στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών να παρατείνει την εν λόγω περίοδο για περαιτέρω περιόδους ίδιας διάρκειας, με την επιφύλαξη μέγιστου αριθμού παρατάσεων τον οποίο ορίζει η εν λόγω δικαστική αρχή. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρατείνει την περίοδο μόνον όταν θεωρεί ότι πληρούνται και οι δύο ακόλουθες προϋποθέσεις, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα όλων των μερών που θίγονται από τον εν λόγω περιορισμό και όλες τις σχετικές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων τυχόν πληροφοριών που μπορεί να του παράσχει ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών, ο αποδέκτης ή οι αποδέκτες και κάθε άλλος τρίτος που διαθέτει αποδεδειγμένο έννομο συμφέρον:

α)

ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα για την παύση της παράβασης·

β)

ο προσωρινός περιορισμός δεν περιορίζει αδικαιολόγητα την πρόσβαση των αποδεκτών της υπηρεσίας σε νόμιμες πληροφορίες, λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των αποδεκτών που θίγονται και κατά πόσον υπάρχουν επαρκείς και εύκολα προσβάσιμες εναλλακτικές.

Όταν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο τρίτο εδάφιο στοιχεία α) και β), αλλά δεν μπορεί να παρατείνει περαιτέρω την περίοδο σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο, υποβάλλει στην αρμόδια δικαστική αρχή νέο αίτημα, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β).

4.   Οι εξουσίες που παρατίθενται στις παραγράφους 1, 2 και 3 δεν θίγουν το τμήμα 3.

5.   Τα μέτρα που λαμβάνονται από τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών κατά την άσκηση των εξουσιών τους που παρατίθενται στις παραγράφους 1, 2 και 3 είναι αποτελεσματικά, αποτρεπτικά και αναλογικά, λαμβανομένων ιδίως υπόψη της φύσης, της βαρύτητας, της επανάληψης και της διάρκειας της παράβασης ή της υποπτευόμενης παράβασης την οποία αφορούν τα μέτρα αυτά, καθώς και της οικονομικής, τεχνικής και επιχειρησιακής ικανότητας του παρόχου των οικείων ενδιάμεσων υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση.

6.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν ειδικούς όρους και διαδικασίες για την άσκηση των εξουσιών σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 και διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε άσκηση των εν λόγω εξουσιών υπόκειται σε επαρκείς διασφαλίσεις που ορίζονται στο εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο σε συμμόρφωση με τον Χάρτη και τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου. Ειδικότερα, τα μέτρα αυτά λαμβάνονται μόνο εάν είναι σύμφωνα με το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και των δικαιωμάτων υπεράσπισης, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ακρόασης και πρόσβασης στον φάκελο, και με την επιφύλαξη του δικαιώματος αποτελεσματικής έννομης προστασίας όλων των θιγόμενων μερών.

Άρθρο 55

Εκθέσεις δραστηριοτήτων

1.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών καταρτίζουν ετήσια έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητές τους βάσει του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων του αριθμού των καταγγελιών που παραλήφθηκαν δυνάμει του άρθρου 53 και μιας επισκόπησης των επακόλουθων ενεργειών τους. Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών δημοσιεύουν τις ετήσιες εκθέσεις σε μηχαναγνώσιμο μορφότυπο, με την επιφύλαξη των κανόνων που εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 84 όσον αφορά την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών, και τις κοινοποιούν στην Επιτροπή και στο συμβούλιο.

2.   Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει επίσης τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τον αριθμό και το αντικείμενο των εντολών ανάληψης δράσης κατά παράνομου περιεχομένου και των εντολών παροχής πληροφοριών που εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10 από οποιαδήποτε εθνική δικαστική ή διοικητική αρχή του κράτους μέλους του οικείου συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών·

β)

την εφαρμογή των εντολών αυτών, όπως κοινοποιήθηκε στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10.

3.   Όταν ένα κράτος μέλος έχει ορίσει περισσότερες από μία αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 49, διασφαλίζει ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών συντάσσει ενιαία έκθεση η οποία καλύπτει τις δραστηριότητες όλων των αρμόδιων αρχών και ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών λαμβάνει από τις άλλες αρμόδιες αρχές όλες τις σχετικές πληροφορίες και τη στήριξη που απαιτείται για τον σκοπό αυτόν.

ΤΜΉΜΑ 2

Αρμοδιότητες, συντονισμένη έρευνα και μηχανισμοί συνεκτικότητας

Άρθρο 60

Κοινές έρευνες

1.   Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης μπορεί να κινεί και να διευθύνει κοινές έρευνες με τη συμμετοχή ενός ή περισσότερων άλλων οικείων συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών:

α)

με δική του πρωτοβουλία, για τη διερεύνηση εικαζόμενης παράβασης του παρόντος κανονισμού από συγκεκριμένο πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών σε πολλά κράτη μέλη· ή

β)

κατόπιν σύστασης του συμβουλίου, την οποία διατυπώνει κατόπιν αιτήματος τουλάχιστον τριών συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, που ισχυρίζονται, βάσει εύλογης υποψίας, παράβαση συγκεκριμένου παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών η οποία θίγει αποδέκτες της υπηρεσίας στα κράτη μέλη τους.

2.   Κάθε συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που αποδεικνύει έννομο συμφέρον δύναται να ζητήσει να συμμετάσχει στην κοινή έρευνα της παραγράφου 1. Η κοινή έρευνα ολοκληρώνεται εντός τριών μηνών από τη στιγμή της έναρξής της, εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετική προθεσμία μεταξύ των συμμετεχόντων.

Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης κοινοποιεί την προκαταρκτική του θέση σχετικά με την διισχυριζόμενη παράβαση το αργότερο έναν μήνα μετά τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο σε όλους τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, στην Επιτροπή και στο συμβούλιο. Στην προκαταρκτική θέση συνεκτιμώνται οι απόψεις όλων των άλλων συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών που συμμετέχουν στην κοινή έρευνα. Κατά περίπτωση, στην εν λόγω προκαταρκτική θέση καθορίζονται επίσης τα προβλεπόμενα μέτρα επιβολής.

3.   Το συμβούλιο μπορεί να παραπέμψει το ζήτημα στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 59, όταν:

α)

ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης δεν έχει κοινοποιήσει την προκαταρκτική του θέση εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 2·

β)

το συμβούλιο διαφωνεί ουσιαστικά με την προκαταρκτική θέση που κοινοποιήθηκε από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης· ή

γ)

ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης δεν κίνησε αμέσως την κοινή έρευνα έπειτα από τη σύσταση του συμβουλίου σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β).

4.   Κατά τη διεξαγωγή της κοινής έρευνας, οι συμμετέχοντες συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συνεργάζονται σε πνεύμα καλής πίστης, λαμβάνοντας υπόψη, κατά περίπτωση, τις υποδείξεις του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης και τη σύσταση του συμβουλίου. Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών των χωρών προορισμού που συμμετέχουν στην κοινή έρευνα έχουν το δικαίωμα, κατόπιν αιτήματος του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης ή έπειτα από διαβούλευση μαζί του, να ασκήσουν τις εξουσίες έρευνας που αναφέρονται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών τους οποίους αφορά η διισχυριζόμενη παράβαση, σε σχέση με τις πληροφορίες και τους χώρους που βρίσκονται στην επικράτεια της χώρας τους.

ΤΜΉΜΑ 3

Ευρωπαϊκό συμβούλιο ψηφιακών υπηρεσιών


whereas









keyboard_arrow_down