search


keyboard_tab Digital Service Act 2022/2065 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/2065 EL cercato: 'καλεί' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index καλεί:


whereas καλεί:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 1334

 

Άρθρο 20

Εσωτερικό σύστημα διαχείρισης καταγγελιών

1.   Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών παρέχουν, για περίοδο τουλάχιστον έξι μηνών μετά την απόφαση που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο, στους αποδέκτες της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών προσώπων ή των οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποίηση, πρόσβαση σε αποτελεσματικό εσωτερικό σύστημα διαχείρισης καταγγελιών, το οποίο καθιστά εφικτή τη δωρεάν ηλεκτρονική υποβολή καταγγελιών κατά απόφασης του παρόχου της επιγραμμικής πλατφόρμας που λαμβάνεται μετά την παραλαβή ειδοποίησης ή κατά των ακόλουθων αποφάσεων του παρόχου της επιγραμμικής πλατφόρμας που λαμβάνονται με την αιτιολογία ότι οι πληροφορίες που παρέχονται από τους αποδέκτες της υπηρεσίας αποτελούν παράνομο_περιεχόμενο ή δεν συνάδει με τους όρους και τις προϋποθέσεις του:

α)

αποφάσεις για το αν πρέπει ή όχι να αποσυρθούν οι πληροφορίες ή να απενεργοποιηθεί η πρόσβαση σε αυτές ή να περιοριστεί η προβολή τους·

β)

αποφάσεις για το αν πρέπει ή όχι να ανασταλεί ή να παύσει η παροχή της υπηρεσίας, εν όλω ή εν μέρει, στους αποδέκτες·

γ)

αποφάσεις για το αν πρέπει ή όχι να ανασταλεί ή να καταργηθεί ο λογαριασμός των αποδεκτών·

δ)

αποφάσεις για το αν θα πρέπει ή δεν πρέπει να ανασταλεί, να παύσει ή να περιοριστεί με άλλον τρόπο η δυνατότητα οικονομικής αξιοποίησης των στοιχείων που παρέχουν οι αποδέκτες.

2.   Η περίοδος τουλάχιστον έξι μηνών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου αρχίζει από την ημέρα κατά την οποία ο αποδέκτης_της_υπηρεσίας ενημερώνεται σχετικά με την απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 5 ή το άρθρο 17.

3.   Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών διασφαλίζουν ότι τα εσωτερικά συστήματα διαχείρισης καταγγελιών που διαθέτουν είναι εύκολα προσβάσιμα, εύχρηστα και επιτρέπουν και διευκολύνουν την υποβολή επαρκώς ακριβών και αρκούντως τεκμηριωμένων καταγγελιών.

4.   Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών διαχειρίζονται καταγγελίες που υποβάλλονται μέσω του εσωτερικού συστήματος διαχείρισης καταγγελιών που διαθέτουν, με έγκαιρο, επιμελή και μη αυθαίρετο τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις. Όταν μια καταγγελία περιέχει επαρκείς λόγους ώστε ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας να θεωρήσει ότι είναι αβάσιμη η απόφασή του να μην αναλάβει δράση σχετικά με μία ειδοποίηση ή ότι οι πληροφορίες στις οποίες αναφέρεται η καταγγελία δεν είναι παράνομες και δεν είναι ασυμβίβαστες με τους όρους και τις προϋποθέσεις του, ή περιέχει πληροφορίες που υποδεικνύουν ότι η συμπεριφορά του καταγγέλλοντος δεν δικαιολογεί το μέτρο που ελήφθη, ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας ανακαλεί την απόφασή του που αναφέρεται στην παράγραφο 1 χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

5.   Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών ενημερώνουν τους καταγγέλλοντες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση για την αιτιολογημένη απόφαση που έχουν λάβει σχετικά με τις πληροφορίες στις οποίες αναφέρεται η καταγγελία και για τη δυνατότητα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που προβλέπεται στο άρθρο 21 και άλλες διαθέσιμες δυνατότητες προσφυγής.

6.   Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών διασφαλίζουν ότι οι αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5 λαμβάνονται υπό την εποπτεία κατάλληλα ειδικευμένου προσωπικού, και όχι αποκλειστικά βάσει αυτοματοποιημένων μέσων.

Άρθρο 21

Εξωδικαστική επίλυση διαφορών

1.   Οι αποδέκτες της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων φυσικών προσώπων ή οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποιήσεις, στους οποίους απευθύνονται οι αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 έχουν δικαίωμα να επιλέξουν οποιοδήποτε όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχει πιστοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, για την επίλυση των διαφορών που αφορούν τις αποφάσεις αυτές, συμπεριλαμβανομένων καταγγελιών που δεν κατέστη εφικτό να επιλυθούν μέσω του εσωτερικού συστήματος διαχείρισης καταγγελιών που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο.

Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα των αποδεκτών της υπηρεσίας να έχουν πρόσβαση σε εξωδικαστική επίλυση διαφορών, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, είναι εύκολα προσβάσιμες στην επιγραμμική_διεπαφή τους, με σαφή και φιλικό προς τον χρήστη τρόπο.

Το πρώτο εδάφιο δεν θίγει το δικαίωμα του αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας να κινήσει, σε οποιοδήποτε στάδιο, διαδικασία προσβολής των εν λόγω αποφάσεων των παρόχων επιγραμμικών πλατφορμών ενώπιον δικαστηρίου σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο.

2.   Αμφότερα τα μέρη συνεργάζονται καλόπιστα με το επιλεγμένο πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών με σκοπό την επίλυση της διαφοράς.

Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών μπορούν να αρνηθούν να συνεργαστούν με τέτοιο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, εάν έχει ήδη επιλυθεί διαφορά που αφορά τις ίδιες πληροφορίες και τους ίδιους λόγους εικαζόμενης παρανομίας ή ασυμβατότητας του περιεχομένου.

Το πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δεν έχει την εξουσία να διευθετήσει, κατά τρόπο δεσμευτικό για τα μέρη, τη διαφορά.

3.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, το πιστοποιεί κατόπιν αιτήματός του, για μέγιστη περίοδο πέντε ετών, η οποία μπορεί να ανανεωθεί, όταν αυτό αποδεικνύει ότι πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

είναι αμερόληπτο και ανεξάρτητο, μεταξύ άλλων και οικονομικά ανεξάρτητο, από τους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών και από τους αποδέκτες της υπηρεσίας που παρέχεται από παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών προσώπων ή των οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποιήσεις·

β)

διαθέτει την αναγκαία τεχνογνωσία όσον αφορά τα ζητήματα που προκύπτουν σε έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους τομείς παράνομου περιεχομένου ή όσον αφορά την εφαρμογή και επιβολή των όρων και προϋποθέσεων ενός ή περισσότερων τύπων επιγραμμικών πλατφορμών, η οποία δίνει τη δυνατότητα στο όργανο να μπορεί να συνεισφέρει αποτελεσματικά στην επίλυση της διαφοράς·

γ)

τα μέλη του αμείβονται με τρόπο που δεν συνδέεται με το αποτέλεσμα της διαδικασίας·

δ)

η εξωδικαστική επίλυση διαφορών που προσφέρει είναι εύκολα προσβάσιμη, μέσω τεχνολογίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και προβλέπεται η δυνατότητα να κινηθεί η διαδικασία επίλυσης διαφορών και να υποβληθούν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά με ηλεκτρονικό τρόπο·

ε)

είναι σε θέση να επιλύει διαφορές με ταχύ, αποτελεσματικό και οικονομικά αποδοτικό τρόπο και τουλάχιστον σε μία από τις επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης·

στ)

η εξωδικαστική επίλυση διαφορών που προσφέρει πραγματοποιείται σύμφωνα με σαφείς και δίκαιους διαδικαστικούς κανόνες που είναι εύκολα και δημόσια προσβάσιμοι, και σε συμμόρφωση με το εφαρμοστέο δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του παρόντος άρθρου.

Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών προσδιορίζει, κατά περίπτωση, στο πιστοποιητικό:

α)

τα ειδικά ζητήματα με τα οποία σχετίζεται η τεχνογνωσία του οργάνου, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β), και

β)

την επίσημη γλώσσα ή γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης στις οποίες το όργανο είναι σε θέση να επιλύει διαφορές, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο ε).

4.   Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών υποβάλλουν έκθεση στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που τα πιστοποίησε, σε ετήσια βάση, σχετικά με τη λειτουργία τους, προσδιορίζοντας τουλάχιστον τον αριθμό των διαφορών που διαχειρίστηκαν, τις πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα των εν λόγω διαφορών, τον μέσο χρόνο που απαιτήθηκε για την επίλυσή τους και τυχόν ελλείψεις ή δυσκολίες που προέκυψαν. Παρέχουν πρόσθετες πληροφορίες κατόπιν αιτήματος του εν λόγω συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών.

Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συντάσσουν ανά διετία έκθεση σχετικά με τη λειτουργία των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχουν πιστοποιήσει. Ειδικότερα, η έκθεση αυτή:

α)

παραθέτει τον αριθμό των διαφορών που διαχειρίστηκε ετησίως κάθε πιστοποιημένος φορέας εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών·

β)

αναφέρει τα αποτελέσματα των υποθέσεων που εισήχθησαν ενώπιον των εν λόγω οργάνων και τον μέσο χρόνο που απαιτήθηκε για την επίλυση των διαφορών·

γ)

προσδιορίζει και εξηγεί τυχόν συστηματικές ή τομεακές ελλείψεις ή δυσκολίες που προέκυψαν σε σχέση με τη λειτουργία των εν λόγω οργάνων·

δ)

προσδιορίζει βέλτιστες πρακτικές σχετικά με την εν λόγω λειτουργία·

ε)

διατυπώνει, κατά περίπτωση, συστάσεις σχετικά με τον τρόπο βελτίωσης της εν λόγω λειτουργίας.

Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών θέτουν τις αποφάσεις τους στη διάθεση των μερών εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και το αργότερο 90 ημερολογιακές ημέρες από την παραλαβή της καταγγελίας. Σε περίπτωση που η διαφορά είναι εξαιρετικά περίπλοκη, το πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δύναται, κατά την κρίση του, να παρατείνει την προθεσμία των 90 ημερολογιακών ημερών για πρόσθετη περίοδο που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες, με μέγιστη συνολική διάρκεια τις 180 ημέρες.

5.   Εάν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών αποφανθεί υπέρ του αποδέκτη της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας που έχει υποβάλει ειδοποίηση, ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας βαρύνεται με το σύνολο των αμοιβών που επιβάλλει το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών και αποζημιώνει τον εν λόγω αποδέκτη, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας, για τυχόν άλλα εύλογα έξοδα τα οποία έχει καταβάλει σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς. Εάν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών αποφανθεί υπέρ του παρόχου της επιγραμμικής πλατφόρμας, ο αποδέκτης_της_υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας, δεν απαιτείται να αποζημιώσει τον πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας για τις αμοιβές ή άλλα έξοδα που έχει καταβάλει ή πρόκειται να καταβάλλει σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς, εκτός αν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών κρίνει ότι ο εν λόγω αποδέκτης ενήργησε προδήλως κακόπιστα.

Τα τέλη που επιβάλλει το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών στους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών για την επίλυση διαφορών είναι εύλογα και σε κάθε περίπτωση δεν υπερβαίνουν το κόστος του οργάνου. Για τους αποδέκτες της υπηρεσίας, η επίλυση διαφορών παρέχεται δωρεάν ή έναντι συμβολικού αντιτίμου.

Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών γνωστοποιούν στον αποδέκτη της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών προσώπων ή των οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποίηση, και στον οικείο πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας τα τέλη ή τους μηχανισμούς που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των αμοιβών, πριν από την έναρξη της διαδικασίας επίλυσης της διαφοράς.

6.   Τα κράτη μέλη δύνανται να συγκροτούν όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών για τους σκοπούς της παραγράφου 1 ή να στηρίζουν τις δραστηριότητες ορισμένων ή όλων των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχουν πιστοποιήσει σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι καμία από τις δραστηριότητες που αναλαμβάνουν βάσει του πρώτου εδαφίου δεν επηρεάζει την ικανότητα των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών τους να πιστοποιούν τα οικεία όργανα σύμφωνα με την παράγραφο 3.

7.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που πιστοποίησε όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, ανακαλεί την πιστοποίηση αυτή, εάν διαπιστώσει, έπειτα από έρευνα είτε με δική του πρωτοβουλία είτε βάσει πληροφοριών που έλαβε από τρίτους, ότι το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 3. Πριν ανακαλέσει την πιστοποίηση, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρέχει στο εν λόγω όργανο τη δυνατότητα να αντικρούσει τα πορίσματα της έρευνάς του και την πρόθεσή του να ανακαλέσει την πιστοποίηση του οργάνου εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών.

8.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών γνωστοποιούν στην Επιτροπή τα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών τα οποία έχουν πιστοποιήσει σύμφωνα με την παράγραφο 3, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των προδιαγραφών που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της εν λόγω παραγράφου, καθώς και τα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών των οποίων την πιστοποίηση έχουν ανακαλέσει. Η Επιτροπή δημοσιεύει κατάλογο των οργάνων αυτών, συμπεριλαμβανομένων των εν λόγω προδιαγραφών, σε ειδικό ιστότοπο που είναι εύκολα προσβάσιμος, και τον διατηρεί επικαιροποιημένο.

9.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει την οδηγία 2013/11/ΕΕ και τις διαδικασίες και τους φορείς εναλλακτικής επίλυσης καταναλωτικών διαφορών που θεσπίζονται στο πλαίσιο της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 22

Αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου

1.   Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών λαμβάνουν τα αναγκαία τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι η επεξεργασία των ειδοποιήσεων που υποβάλλονται από αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου, στον καθορισμένο τομέα ειδίκευσής τους, μέσω των μηχανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 16, καθώς και η λήψη των σχετικών αποφάσεων πραγματοποιούνται κατά προτεραιότητα και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

2.   Η ιδιότητα της «αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου» βάσει του παρόντος κανονισμού αναγνωρίζεται, έπειτα από αίτηση οποιασδήποτε οντότητας, από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο αιτών, όταν ο αιτών αποδεικνύει ότι πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

διαθέτει ιδιαίτερη εμπειρογνωσία και ικανότητα για την ανίχνευση, τον εντοπισμό και την αναφορά παράνομου περιεχομένου·

β)

είναι ανεξάρτητος από κάθε πάροχο επιγραμμικών πλατφορμών·

γ)

ασκεί τις δραστηριότητές του για τους σκοπούς της υποβολής ειδοποιήσεων με επιμελή, ακριβή και αντικειμενικό τρόπο.

3.   Οι αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου δημοσιεύουν τουλάχιστον σε ετήσια βάση εύκολα κατανοητές και λεπτομερείς εκθέσεις σχετικά με τις ειδοποιήσεις που υποβάλλουν σύμφωνα με το άρθρο 16 κατά τη σχετική περίοδο. Στην έκθεση αναφέρεται τουλάχιστον ο αριθμός των ειδοποιήσεων, με κατηγοριοποίηση σύμφωνα με τα εξής κριτήρια:

α)

την ταυτότητα του παρόχου υπηρεσιών φιλοξενίας·

β)

το είδος του εικαζόμενου παράνομου περιεχομένου για το οποίο υποβλήθηκε ειδοποίηση·

γ)

τη δράση που ανέλαβε ο πάροχος.

Οι εν λόγω εκθέσεις περιλαμβάνουν επεξήγηση των διαδικασιών που εφαρμόζονται για να διασφαλιστεί ότι η αξιόπιστη πηγή επισήμανσης παράνομου περιεχομένου διατηρεί την ανεξαρτησία της.

Οι αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου αποστέλλουν τις εν λόγω εκθέσεις στον οικείο συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών και τις δημοσιοποιούν. Οι πληροφορίες των εν λόγω εκθέσεων δεν περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

4.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών κοινοποιούν στην Επιτροπή και το Συμβούλιο τα ονόματα, τις διευθύνσεις και τις διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των οντοτήτων στις οποίες έχουν αναγνωρίσει την ιδιότητα της αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή από τις οποίες έχουν αναστείλει σύμφωνα με την παράγραφο 6 ή ανακαλέσει την ιδιότητα της αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου σύμφωνα με την παράγραφο 7.

5.   Η Επιτροπή δημοσιεύει τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 4 σε δημόσια διαθέσιμη βάση δεδομένων σε εύκολα προσβάσιμο και μηχαναγνώσιμο μορφότυπο και διατηρεί τη βάση δεδομένων επικαιροποιημένη.

6.   Όταν ένας πάροχος επιγραμμικών πλατφορμών διαθέτει πληροφορίες που υποδηλώνουν ότι μια αξιόπιστη πηγή επισήμανσης παράνομου περιεχομένου υπέβαλε σημαντικό αριθμό ανεπαρκώς ακριβών, ανακριβών ή μη αρκούντως τεκμηριωμένων ειδοποιήσεων μέσω των μηχανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 16, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων που συγκεντρώνονται κατά την επεξεργασία καταγγελιών μέσω των εσωτερικών συστημάτων διαχείρισης καταγγελιών που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 4, κοινοποιεί τις πληροφορίες αυτές στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που την αναγνώρισε ως αξιόπιστη πηγή επισήμανσης περιεχομένου, παρέχοντας τις απαραίτητες επεξηγήσεις και δικαιολογητικά έγγραφα. Μετά τη λήψη των πληροφοριών από τον πάροχο επιγραμμικών πλατφορμών αν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι υπάρχουν θεμιτοί λόγοι για την έναρξη έρευνας, αναστέλλει την ιδιότητα της αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου αναστέλλεται κατά τη διάρκεια της έρευνας. Η εν λόγω έρευνα διενεργείται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

7.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που αναγνώρισε σε οντότητα την ιδιότητα της αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου ανακαλεί την ιδιότητα αυτή, εάν διαπιστώσει, έπειτα από έρευνα είτε με δική του πρωτοβουλία είτε βάσει πληροφοριών που έλαβε από τρίτους, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που παρέχουν οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών δυνάμει της παραγράφου 6, ότι η οντότητα δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2. Πριν ανακαλέσει την ιδιότητα, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρέχει στην οντότητα τη δυνατότητα να αντικρούσει τα πορίσματα της έρευνάς του και την πρόθεσή του να ανακαλέσει την ιδιότητα της οντότητας ως αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου.

8.   Η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με το συμβούλιο, εκδίδει, εφόσον είναι απαραίτητο, κατευθυντήριες γραμμές για να βοηθά τους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών και τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών στην εφαρμογή των παραγράφων 2, 6 και 7.

Άρθρο 36

Μηχανισμός αντιμετώπισης κρίσεων

1.   Σε περίπτωση κρίσης, η Επιτροπή, ενεργώντας κατόπιν σύστασης του συμβουλίου, δύναται να εκδώσει απόφαση με την οποία απαιτεί από έναν ή περισσότερους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης να προβούν σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)

να αξιολογήσουν κατά πόσον και εάν ναι, σε ποιον βαθμό και με ποιον τρόπο, η λειτουργία και η χρήση των υπηρεσιών τους συμβάλλουν σημαντικά ή ενδέχεται να συμβάλουν σημαντικά σε σοβαρή απειλή, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2·

β)

να προσδιορίσουν και να εφαρμόσουν ειδικά, αποτελεσματικά και αναλογικά μέτρα, όπως οποιοδήποτε από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 35 παράγραφος 1 ή στο άρθρο 48 παράγραφος 2, για την πρόληψη, την εξάλειψη ή τον περιορισμό οποιασδήποτε τέτοιας συμβολής στη σοβαρή απειλή που εντοπίζεται σύμφωνα με το στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου·

γ)

να υποβάλουν έκθεση στην Επιτροπή, έως συγκεκριμένη ημερομηνία ή σε τακτά χρονικά διαστήματα που καθορίζονται στην απόφαση, σχετικά με τις αξιολογήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α), με το ακριβές περιεχόμενο, την εφαρμογή και τον ποιοτικό και ποσοτικό αντίκτυπο των ειδικών μέτρων που ελήφθησαν σύμφωνα με το στοιχείο β), και με κάθε άλλο ζήτημα που σχετίζεται με τις εν λόγω αξιολογήσεις ή τα εν λόγω μέτρα, όπως ορίζεται στην απόφαση.

Κατά τον προσδιορισμό και την εφαρμογή μέτρων σύμφωνα με το στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου, ο πάροχος ή οι πάροχοι υπηρεσιών λαμβάνουν δεόντως υπόψη την βαρύτητα της σοβαρής απειλής που αναφέρεται στην παράγραφο 2, τον επείγοντα χαρακτήρα των μέτρων και τις πραγματικές ή δυνητικές επιπτώσεις στα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα όλων των ενδιαφερόμενων μερών, μεταξύ άλλων και της πιθανής αποτυχίας των μέτρων να σεβαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, θεωρείται ότι έχει επέλθει κρίση όταν έκτακτες περιστάσεις μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρή απειλή για τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία στην Ένωση ή σε σημαντικά μέρη της.

3.   Κατά τη λήψη της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

οι ενέργειες που απαιτούνται από την απόφαση είναι αυστηρά απαραίτητες, αιτιολογημένες και αναλογικές, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως την βαρύτητα της σοβαρής απειλής που αναφέρεται στην παράγραφο 2, τον επείγοντα χαρακτήρα των μέτρων και τις πραγματικές ή δυνητικές επιπτώσεις στα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα όλων των ενδιαφερόμενων μερών, μεταξύ άλλων και της πιθανής αποτυχίας των μέτρων να σεβαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη·

β)

η απόφαση ορίζει εύλογη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να ληφθούν τα συγκεκριμένα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τον επείγοντα χαρακτήρα των μέτρων αυτών και τον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία και την εφαρμογή τους·

γ)

οι ενέργειες που απαιτούνται από την απόφαση περιορίζονται σε χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

4.   Αφού εγκρίνει την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή, χωρίς περιττή καθυστέρηση, λαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα:

α)

κοινοποιεί την απόφαση στον πάροχο ή τους παρόχους στους οποίους απευθύνεται η απόφαση·

β)

δημοσιοποιεί την απόφαση· και

γ)

ενημερώνει το συμβούλιο για την απόφαση, το καλεί να διατυπώσει τις απόψεις του επ’ αυτού και το τηρεί ενήμερο για κάθε μεταγενέστερη εξέλιξη σχετικά με την απόφαση.

5.   Η επιλογή των ειδικών μέτρων που πρέπει να ληφθούν σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) και την παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο απόκειται στον πάροχο ή τους παρόχους στους οποίους απευθύνεται η απόφαση της Επιτροπής.

6.   Η Επιτροπή δύναται, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος του παρόχου, να ξεκινήσει διάλογο με τον πάροχο για να καθορίσει κατά πόσον, υπό το πρίσμα των ειδικών περιστάσεων του παρόχου, τα σχεδιαζόμενα ή εφαρμοζόμενα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) είναι αποτελεσματικά και αναλογικά για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων. Ειδικότερα, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι τα μέτρα που λαμβάνει ο πάροχος υπηρεσιών δυνάμει της παραγράφου 1 στοιχείο β) πληρούν τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α) και γ).

7.   Η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή των ειδικών μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, με βάση τις εκθέσεις που αναφέρονται στο στοιχείο γ) της εν λόγω παραγράφου και κάθε άλλη σχετική πληροφορία, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που μπορεί να ζητήσει σύμφωνα με το άρθρο 40 ή 67, λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της κρίσης. Η Επιτροπή υποβάλλει τακτικά έκθεση στο συμβούλιο σχετικά με την παρακολούθηση αυτή, τουλάχιστον σε μηνιαία βάση.

Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι τα σχεδιαζόμενα ή εφαρμοζόμενα ειδικά μέτρα σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) δεν είναι αποτελεσματικά ή αναλογικά, μπορεί, κατόπιν διαβούλευσης με το συμβούλιο, να εκδώσει απόφαση για να απαιτήσει από τον πάροχο να επανεξετάσει τον προσδιορισμό ή την εφαρμογή των εν λόγω ειδικών μέτρων.

8.   Εφόσον κρίνεται σκόπιμο λόγω της εξέλιξης της κρίσης, η Επιτροπή, ενεργώντας βάσει σύστασης του Συμβουλίου, μπορεί να τροποποιήσει την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή στην παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο:

α)

ανακαλώντας την απόφαση και, κατά περίπτωση, απαιτώντας από την πολύ μεγάλη επιγραμμική_πλατφόρμα ή πολύ μεγάλη επιγραμμική_μηχανή_αναζήτησης να παύσει να εφαρμόζει τα μέτρα που προσδιορίζονται και εφαρμόζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) ή την παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο, ιδίως όταν οι λόγοι για τα εν λόγω μέτρα δεν υφίστανται πλέον·

β)

παρατείνοντας την περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο γ) για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες·

γ)

συνεκτιμώντας την πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή των μέτρων, ιδίως την πιθανή αποτυχία των μέτρων να σεβαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη.

9.   Οι απαιτήσεις των παραγράφων 1 έως 6 ισχύουν για την απόφαση και την τροποποίησή της που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

10.   Η Επιτροπή λαμβάνει όλως ιδιαιτέρως υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου που εκδίδεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

11.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σε ετήσια βάση μετά την έκδοση αποφάσεων σύμφωνα με το παρόν άρθρο και, σε κάθε περίπτωση, τρεις μήνες μετά το τέλος της κρίσης σχετικά με την εφαρμογή των ειδικών μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με τις εν λόγω αποφάσεις.

Άρθρο 45

Κώδικες δεοντολογίας

1.   Η Επιτροπή και το συμβούλιο ενθαρρύνουν και διευκολύνουν την εκπόνηση εθελοντικών κωδίκων δεοντολογίας σε επίπεδο Ένωσης με σκοπό να συμβάλουν στην ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των ειδικών προκλήσεων της αντιμετώπισης διαφόρων ειδών παράνομου περιεχομένου και συστημικών κινδύνων, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο ιδίως όσον αφορά τον ανταγωνισμό και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Όταν εμφανίζεται σημαντικός συστημικός κίνδυνος κατά την έννοια του άρθρου 34 παράγραφος 1, ο οποίος αφορά αρκετές πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες ή πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης, η Επιτροπή δύναται να καλεί τους οικείους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, και άλλους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών, πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, επιγραμμικών πλατφορμών και άλλων ενδιάμεσων υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση, καθώς και σχετικές αρμόδιες αρχές, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και άλλους σχετικούς συμφεροντούχους, να συμμετάσχουν στην εκπόνηση κωδίκων δεοντολογίας, για παράδειγμα, με τον καθορισμό δεσμεύσεων για τη λήψη ειδικών μέτρων περιορισμού των κινδύνων, καθώς και τη θέσπιση πλαισίου τακτικής υποβολής εκθέσεων σχετικά με μέτρα που λαμβάνονται και τα αποτελέσματά τους.

3.   Κατά την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή και το συμβούλιο και, κατά περίπτωση, άλλοι φορείς έχουν ως στόχο να διασφαλίσουν ότι οι κώδικες δεοντολογίας ορίζουν σαφώς τους συγκεκριμένους στόχους τους, περιέχουν βασικούς δείκτες επιδόσεων για τη μέτρηση της επίτευξης των στόχων αυτών και λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις ανάγκες και τα συμφέροντα όλων των ενδιαφερόμενων μερών, και ιδίως των πολιτών, σε επίπεδο Ένωσης. Η Επιτροπή και το συμβούλιο έχουν επίσης ως στόχο να διασφαλίσουν ότι οι συμμετέχοντες υποβάλλουν τακτικά εκθέσεις στην Επιτροπή και στους αντίστοιχους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασής τους σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται και τα αποτελέσματά τους, όπως αυτά μετρώνται με βάση τους βασικούς δείκτες επιδόσεων που περιέχουν οι κώδικες δεοντολογίας. Οι βασικοί δείκτες επιδόσεων και οι δεσμεύσεις υποβολής εκθέσεων λαμβάνουν υπόψη τις διαφορές ως προς το μέγεθος και την ικανότητα μεταξύ διαφόρων συμμετεχόντων.

4.   Η Επιτροπή και το συμβούλιο αξιολογούν κατά πόσον οι κώδικες δεοντολογίας πληρούν τους στόχους που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 3 και παρακολουθούν και αξιολογούν τακτικά την επίτευξη των στόχων τους, σε σχέση με τους βασικούς δείκτες επιδόσεων που μπορεί να περιέχουν. Δημοσιεύουν τα συμπεράσματά τους.

Η Επιτροπή και το συμβούλιο επίσης ενθαρρύνουν και διευκολύνουν την τακτική αναθεώρηση και προσαρμογή των κωδίκων δεοντολογίας.

Σε περίπτωση συστηματικής μη συμμόρφωσης με τους κώδικες δεοντολογίας, η Επιτροπή και το συμβούλιο μπορούν να καλέσουν τους υπογράφοντες τους κώδικες δεοντολογίας να λάβουν τα αναγκαία μέτρα.

Άρθρο 51

Εξουσίες των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Όταν απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους βάσει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαθέτουν τις ακόλουθες εξουσίες έρευνας, όσον αφορά τη συμπεριφορά παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους:

α)

την εξουσία να ζητούν από αυτούς τους παρόχους, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο που ενεργεί για σκοπούς που αφορούν τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές του δραστηριότητες, το οποίο μπορεί εύλογα να γνωρίζει πληροφορίες σχετικά με εικαζόμενη παράβαση του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών που διενεργούν τους ελέγχους που αναφέρονται στο άρθρο 37 και στο άρθρο 75 παράγραφος 2, να παράσχουν τις εν λόγω πληροφορίες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση·

β)

την εξουσία να διενεργούν ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να διατάσσει τη διενέργεια επιθεωρήσεων οποιωνδήποτε εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούν οι εν λόγω πάροχοι ή τα εν λόγω πρόσωπα για σκοπούς που αφορούν τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές τους δραστηριότητες ή να ζητούν από άλλες δημόσιες αρχές τη διενέργειά τους, προκειμένου να εξετάσουν, να κατάσχουν, να λάβουν ή να αποκτήσουν αντίγραφα πληροφοριών σχετικών με εικαζόμενη παράβαση σε οποιαδήποτε μορφή, ανεξάρτητα από το μέσο αποθήκευσης·

γ)

την εξουσία να ζητούν από οποιοδήποτε μέλος του προσωπικού ή εκπρόσωπο των εν λόγω παρόχων ή των εν λόγω προσώπων να παράσχει εξηγήσεις όσον αφορά κάθε πληροφορία σχετική με εικαζόμενη παράβαση και να καταγράφουν τις απαντήσεις κατόπιν συγκατάθεσής τους με κάθε τεχνικό μέσο.

2.   Όταν απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαθέτουν τις ακόλουθες εξουσίες επιβολής, όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους:

α)

την εξουσία να αποδέχονται τις δεσμεύσεις που παρέχουν οι εν λόγω πάροχοι σε σχέση με τη συμμόρφωσή τους με τον παρόντα κανονισμό και να καθιστούν τις δεσμεύσεις αυτές υποχρεωτικές·

β)

την εξουσία να διατάσσουν την παύση των παραβάσεων και να επιβάλλουν, κατά περίπτωση, διορθωτικά μέτρα αναλογικά με την παράβαση και αναγκαία για την παύση της παράβασης, ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να διατάξει την παύση ή να επιβάλει τα σχετικά μέτρα·

γ)

την εξουσία να επιβάλλουν πρόστιμα, ή να ζητούν την επιβολή τους από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους, σύμφωνα με το άρθρο 52 λόγω μη συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε από τις εντολές έρευνας που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

δ)

την εξουσία να επιβάλλουν περιοδική χρηματική ποινή ή να ζητούν την επιβολή της από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους, σύμφωνα με το άρθρο 52 για να διασφαλιστεί η παύση της παράβασης σε συμμόρφωση με εντολή που εκδίδεται σύμφωνα με το στοιχείο β) του παρόντος εδαφίου ή λόγω μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις εντολές έρευνας που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

ε)

την εξουσία να θεσπίζουν αναλογικά προσωρινά μέτρα ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να το πράξει, για την αποφυγή κινδύνου σοβαρής βλάβης.

Όσον αφορά τα στοιχεία γ) και δ) του πρώτου εδαφίου, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών έχουν επίσης τις εξουσίες επιβολής που ορίζονται στα στοιχεία αυτά σε σχέση με τα άλλα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 λόγω μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις εντολές που εκδίδονται προς αυτά σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο. Ασκούν τις εν λόγω εξουσίες επιβολής μόνον αφού παράσχουν εγκαίρως στα εν λόγω άλλα πρόσωπα όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τις εντολές αυτές, συμπεριλαμβανομένων της τεθείσας προθεσμίας, των προστίμων ή των περιοδικών χρηματικών ποινών που ενδέχεται να επιβληθούν λόγω μη συμμόρφωσης και των δυνατοτήτων προσφυγής.

3.   Όταν απαιτείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους, όταν έχουν εξαντληθεί όλες οι άλλες εξουσίες σύμφωνα με το παρόν άρθρο για την παύση της παράβασης και η παράβαση δεν έχει αποκατασταθεί ή συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες οι οποίες δεν μπορούν να αποφευχθούν μέσω της άσκησης άλλων εξουσιών που είναι διαθέσιμες βάσει του ενωσιακού δικαίου ή του εθνικού δικαίου, διαθέτουν επίσης την εξουσία να λαμβάνουν τα ακόλουθα μέτρα:

α)

να ζητούν από το διοικητικό όργανο των εν λόγω παρόχων, χωρίς περιττή καθυστέρηση, να εξετάσει την κατάσταση, να εγκρίνει και να υποβάλει σχέδιο δράσης που να καθορίζει τα αναγκαία μέτρα για την παύση της παράβασης, να διασφαλίσει ότι ο πάροχος λαμβάνει τα μέτρα αυτά και να υποβάλει έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί·

β)

όταν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι ένας πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν συμμορφώνεται επαρκώς με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α), ότι η παράβαση δεν έχει αποκατασταθεί ή συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες και ότι η εν λόγω παράβαση συνεπάγεται ποινικό αδίκημα που συνιστά απειλή για τη ζωή ή την ασφάλεια ατόμων, να ζητά από την αρμόδια δικαστική αρχή του κράτους μέλους του να διατάξει τον προσωρινό περιορισμό της πρόσβασης των αποδεκτών της υπηρεσίας που αφορά η παράβαση ή, μόνον όταν αυτό δεν είναι τεχνικά εφικτό, της πρόσβασης στην επιγραμμική_διεπαφή του παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών στην οποία πραγματοποιείται η παράβαση.

Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών, προτού υποβάλει το αίτημα που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις εντός προθεσμίας δύο εβδομάδων τουλάχιστον, περιγράφοντας τα μέτρα που προτίθεται να ζητήσει και προσδιορίζοντας τον σκοπούμενο αποδέκτη ή αποδέκτες αυτών, εκτός εάν ενεργεί κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 82. Ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών, ο σκοπούμενος αποδέκτης ή αποδέκτες και κάθε άλλος τρίτος που διαθέτει αποδεδειγμένο έννομο συμφέρον έχει δικαίωμα να συμμετέχει στη διαδικασία ενώπιον της αρμόδιας δικαστικής αρχής. Κάθε μέτρο που διατάσσεται είναι αναλογικό με τη φύση, τη βαρύτητα, την επανάληψη και τη διάρκεια της παράβασης, χωρίς να περιορίζει αδικαιολόγητα την πρόσβαση αποδεκτών της οικείας υπηρεσίας σε νόμιμες πληροφορίες.

Ο περιορισμός πρόσβασης ισχύει για περίοδο τεσσάρων εβδομάδων, με την επιφύλαξη της δυνατότητας της αρμόδιας δικαστικής αρχής να επιτρέψει, με την εντολή της, στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών να παρατείνει την εν λόγω περίοδο για περαιτέρω περιόδους ίδιας διάρκειας, με την επιφύλαξη μέγιστου αριθμού παρατάσεων τον οποίο ορίζει η εν λόγω δικαστική αρχή. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρατείνει την περίοδο μόνον όταν θεωρεί ότι πληρούνται και οι δύο ακόλουθες προϋποθέσεις, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα όλων των μερών που θίγονται από τον εν λόγω περιορισμό και όλες τις σχετικές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων τυχόν πληροφοριών που μπορεί να του παράσχει ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών, ο αποδέκτης ή οι αποδέκτες και κάθε άλλος τρίτος που διαθέτει αποδεδειγμένο έννομο συμφέρον:

α)

ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα για την παύση της παράβασης·

β)

ο προσωρινός περιορισμός δεν περιορίζει αδικαιολόγητα την πρόσβαση των αποδεκτών της υπηρεσίας σε νόμιμες πληροφορίες, λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των αποδεκτών που θίγονται και κατά πόσον υπάρχουν επαρκείς και εύκολα προσβάσιμες εναλλακτικές.

Όταν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο τρίτο εδάφιο στοιχεία α) και β), αλλά δεν μπορεί να παρατείνει περαιτέρω την περίοδο σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο, υποβάλλει στην αρμόδια δικαστική αρχή νέο αίτημα, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β).

4.   Οι εξουσίες που παρατίθενται στις παραγράφους 1, 2 και 3 δεν θίγουν το τμήμα 3.

5.   Τα μέτρα που λαμβάνονται από τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών κατά την άσκηση των εξουσιών τους που παρατίθενται στις παραγράφους 1, 2 και 3 είναι αποτελεσματικά, αποτρεπτικά και αναλογικά, λαμβανομένων ιδίως υπόψη της φύσης, της βαρύτητας, της επανάληψης και της διάρκειας της παράβασης ή της υποπτευόμενης παράβασης την οποία αφορούν τα μέτρα αυτά, καθώς και της οικονομικής, τεχνικής και επιχειρησιακής ικανότητας του παρόχου των οικείων ενδιάμεσων υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση.

6.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν ειδικούς όρους και διαδικασίες για την άσκηση των εξουσιών σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 και διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε άσκηση των εν λόγω εξουσιών υπόκειται σε επαρκείς διασφαλίσεις που ορίζονται στο εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο σε συμμόρφωση με τον Χάρτη και τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου. Ειδικότερα, τα μέτρα αυτά λαμβάνονται μόνο εάν είναι σύμφωνα με το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και των δικαιωμάτων υπεράσπισης, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ακρόασης και πρόσβασης στον φάκελο, και με την επιφύλαξη του δικαιώματος αποτελεσματικής έννομης προστασίας όλων των θιγόμενων μερών.

Άρθρο 62

Δομή του συμβουλίου

1.   Το συμβούλιο απαρτίζεται από τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, οι οποίοι εκπροσωπούνται από υψηλόβαθμους υπαλλήλους. Η παράλειψη ενός ή περισσότερων κρατών μελών να ορίσουν συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών δεν εμποδίζει το συμβούλιο να εκτελεί τα καθήκοντά του βάσει του παρόντος κανονισμού. Όταν προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, στο συμβούλιο δύνανται να συμμετέχουν άλλες αρμόδιες αρχές στις οποίες έχουν ανατεθεί συγκεκριμένες επιχειρησιακές αρμοδιότητες για την εφαρμογή και την επιβολή του παρόντος κανονισμού μαζί με τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών. Στις συνεδριάσεις μπορεί να προσκαλούνται άλλες εθνικές αρχές, όταν τις αφορούν τα ζητήματα που συζητούνται.

2.   Η προεδρία του συμβουλίου ασκείται από την Επιτροπή. Η Επιτροπή συγκαλεί τις συνεδριάσεις και καταρτίζει την ημερήσια διάταξη σύμφωνα με τα καθήκοντα του συμβουλίου δυνάμει του παρόντος κανονισμού και με βάση τον εσωτερικό κανονισμό του. Όταν ζητείται από το συμβούλιο να διατυπώσει σύσταση βάσει του παρόντος κανονισμού, το συμβούλιο καθιστά το αίτημα αυτό αμέσως διαθέσιμο στους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών μέσω του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που θεσπίζεται με το άρθρο 85.

3.   Κάθε κράτος μέλος έχει μία ψήφο. Η Επιτροπή δεν έχει δικαιώματα ψήφου.

Το συμβούλιο εγκρίνει τις πράξεις του με απλή πλειοψηφία. Όσον αφορά την έκδοση της αναφερόμενης στο άρθρο 36 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο σύστασης προς την Επιτροπή, το συμβούλιο πραγματοποιεί ψηφοφορία εντός 48 ωρών από το αίτημα του προέδρου του συμβουλίου.

4.   Η Επιτροπή παρέχει διοικητική και αναλυτική υποστήριξη για τις δραστηριότητες του συμβουλίου σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

5.   Το συμβούλιο μπορεί να προσκαλεί στις συνεδριάσεις του εμπειρογνώμονες και παρατηρητές και μπορεί να συνεργάζεται με άλλα όργανα, οργανισμούς, υπηρεσίες και συμβουλευτικές ομάδες της Ένωσης, καθώς και με εξωτερικούς εμπειρογνώμονες, κατά περίπτωση. Το συμβούλιο δημοσιεύει τα αποτελέσματα αυτής της συνεργασίας.

6.   Το συμβούλιο δύναται να διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη και δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα της εν λόγω διαβούλευσης.

7.   Το συμβούλιο θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό του, κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Επιτροπής.

Άρθρο 68

Εξουσία διεξαγωγής συνεντεύξεων και λήψης δηλώσεων

1.   Προς εκπλήρωση των καθηκόντων που της ανατίθενται βάσει του παρόντος τμήματος, η Επιτροπή δύναται να καλεί σε συνέντευξη κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο συναινεί προς αυτό για τον σκοπό της συλλογής πληροφοριών σχετικών με το αντικείμενο της εκάστοτε έρευνας, όσον αφορά την εικαζόμενη παράβαση. Η Επιτροπή έχει το δικαίωμα να καταγράφει την εν λόγω συνέντευξη με κατάλληλα τεχνικά μέσα.

2.   Εάν η συνέντευξη που αναφέρεται στην παράγραφο 1 διεξάγεται σε εγκαταστάσεις άλλες από εκείνες της Επιτροπής, η Επιτροπή ενημερώνει τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου πραγματοποιείται η συνέντευξη. Εάν το ζητήσει ο εν λόγω συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών, οι υπάλληλοί του μπορούν να επικουρούν τους υπαλλήλους και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή να διεξαγάγουν τη συνέντευξη.

Άρθρο 82

Αιτήματα περιορισμού της πρόσβασης και συνεργασίας με τα εθνικά δικαστήρια

1.   Όταν έχουν εξαντληθεί όλες οι εξουσίες σύμφωνα με το παρόν τμήμα για την παύση παράβασης του παρόντος κανονισμού, η παράβαση συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες οι οποίες δεν μπορούν να αποφευχθούν μέσω της άσκησης άλλων εξουσιών που είναι διαθέσιμες βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης του οικείου παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης να αναλάβει δράση σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 3.

Πριν από την υποβολή του εν λόγω αιτήματος στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, η Επιτροπή καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις εντός προθεσμίας τουλάχιστον 14 εργάσιμων ημερών, περιγράφοντας τα μέτρα που προτίθεται να ζητήσει και προσδιορίζοντας τον σκοπούμενο αποδέκτη ή αποδέκτες αυτών.

2.   Όταν απαιτείται για τη συνεπή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή, ενεργώντας με δική της πρωτοβουλία, δύναται να υποβάλει γραπτές παρατηρήσεις στην αρμόδια δικαστική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 3. Με την άδεια της εν λόγω δικαστικής αρχής δύναται επίσης να υποβάλει προφορικές παρατηρήσεις.

Για τον σκοπό της προετοιμασίας των παρατηρήσεών της και μόνο, η Επιτροπή δύναται να ζητήσει από την εν λόγω δικαστική αρχή να διαβιβάσει ή να μεριμνήσει για τη διαβίβαση τυχόν εγγράφων που είναι αναγκαία για την αξιολόγηση της υπόθεσης.

3.   Όταν ένα εθνικό δικαστήριο αποφαίνεται επί ζητήματος το οποίο αποτελεί ήδη αντικείμενο απόφασης που έχει εκδοθεί από την Επιτροπή δυνάμει του παρόντος κανονισμού, το εν λόγω εθνικό δικαστήριο απέχει από τη λήψη απόφασης που αντιβαίνει στην εν λόγω απόφαση της Επιτροπής. Τα εθνικά δικαστήρια αποφεύγουν επίσης να λαμβάνουν αποφάσεις που ενδέχεται να συγκρούονται με υπό έκδοση απόφασης της Επιτροπής στο πλαίσιο διαδικασίας που έχει κινήσει δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Προς τον σκοπό αυτό, ένα εθνικό δικαστήριο δύναται να εξετάσει εάν είναι αναγκαίο να αναστείλει τη διαδικασία του. Τούτο δεν θίγει την εφαρμογή του άρθρου 267 ΣΛΕΕ.

Άρθρο 83

Εκτελεστικές πράξεις σε σχέση με την παρέμβαση της Επιτροπής

Όσον αφορά την παρέμβαση της Επιτροπής που καλύπτεται από το παρόν τμήμα, η Επιτροπή δύναται να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με τις πρακτικές ρυθμίσεις:

α)

της διαδικασίας σύμφωνα με τα άρθρα 69 και 72·

β)

των ακροάσεων που προβλέπονται στο άρθρο 79·

γ)

της γνωστοποίησης στοιχείων κατόπιν διαπραγμάτευσης που προβλέπεται στο άρθρο 79.

Η Επιτροπή, πριν λάβει οποιαδήποτε μέτρο δυνάμει του πρώτου εδαφίου του παρόντος άρθρου, δημοσιεύει σχέδιο του μέτρου και καλεί όλους τους ενδιαφερομένους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους εντός προθεσμίας που ορίζεται στο σχέδιο και η οποία είναι ελάχιστης διάρκειας ενός μήνα. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 88.

Τμήμα 5

Κοινές διατάξεις επιβολής


whereas









keyboard_arrow_down