search


keyboard_tab Digital Service Act 2022/2065 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/2065 EL cercato: 'επιβολή' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index επιβολή:


whereas επιβολή:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 2147

 

Άρθρο 1

Αντικείμενο

1.   Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι να συμβάλει στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ενδιάμεσων υπηρεσιών, με τη θέσπιση εναρμονισμένων κανόνων για ένα ασφαλές, προβλέψιμο και αξιόπιστο επιγραμμικό περιβάλλον, που διευκολύνει την καινοτομία και στο οποίο προστατεύονται ουσιαστικά τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της προστασίας των καταναλωτών.

2.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει εναρμονισμένους κανόνες σχετικά με την παροχή ενδιάμεσων υπηρεσιών στην εσωτερική αγορά. Ειδικότερα, ορίζει:

α)

πλαίσιο για την υπό όρους απαλλαγή των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών από την ευθύνη·

β)

κανόνες σχετικά με ειδικές υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας προσαρμοσμένες σε ορισμένες ειδικές κατηγορίες παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών·

γ)

κανόνες σχετικά με την εφαρμογή και την επιβολή του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ των αρμόδιων αρχών.

Άρθρο 8

Μη επιβολή γενικής υποχρέωσης παρακολούθησης ή ενεργητικής αναζήτησης γεγονότων

Δεν επιβάλλεται στους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών γενική υποχρέωση παρακολούθησης των πληροφοριών που μεταδίδουν ή αποθηκεύουν, ούτε γενική υποχρέωση ενεργητικής αναζήτησης γεγονότων ή περιστάσεων που υποδηλώνουν παράνομη δραστηριότητα.

Άρθρο 13

Νόμιμοι εκπρόσωποι

1.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών που δεν διαθέτουν εγκατάσταση στην Ένωση αλλά προσφέρουν υπηρεσίες στην Ένωση ορίζουν, γραπτώς, νομικό ή φυσικό πρόσωπο που θα ενεργεί ως νόμιμος εκπρόσωπός τους σε ένα από τα κράτη μέλη στα οποία ο πάροχος προσφέρει τις υπηρεσίες του.

2.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών αναθέτουν στους νόμιμους εκπροσώπους τους την εντολή να ενημερώνονται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, την Επιτροπή και το συμβούλιο, συμπληρωματικά των εν λόγω παρόχων ή αντ’ αυτών, για όλα τα ζητήματα που είναι απαραίτητα για την παραλαβή, τη συμμόρφωση με και την επιβολή αποφάσεων που εκδίδονται σε σχέση με τον παρόντα κανονισμό. Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών παρέχουν στους νόμιμους εκπροσώπους τους τις απαιτούμενες εξουσίες και επαρκείς πόρους για να εγγυηθούν την αποτελεσματική και έγκαιρη συνεργασία τους με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, την Επιτροπή και το συμβούλιο, καθώς και τη συμμόρφωση με τις εν λόγω αποφάσεις.

3.   Ο ορισθείς νόμιμος εκπρόσωπος μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος για τη μη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό, με την επιφύλαξη της ευθύνης και των νομικών ενεργειών που μπορεί να κινηθούν κατά του παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών.

4.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών κοινοποιούν το όνομα, την ταχυδρομική διεύθυνση, τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τον αριθμό τηλεφώνου του νόμιμου εκπροσώπου τους στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών στο κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ή είναι εγκατεστημένος ο εν λόγω νόμιμος εκπρόσωπος. Διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες αυτές είναι διαθέσιμες στο κοινό, εύκολα προσβάσιμες, ακριβείς και επικαιροποιημένες.

5.   Ο ορισμός νόμιμου εκπροσώπου εντός της Ένωσης σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεν ισοδυναμεί με εγκατάσταση στην Ένωση.

Άρθρο 14

Όροι και προϋποθέσεις

1.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών περιλαμβάνουν στους όρους και τις προϋποθέσεις χρήσης των υπηρεσιών τους τους πληροφορίες σχετικά με τυχόν περιορισμούς τους οποίους επιβάλλουν σε σχέση με τη χρήση της υπηρεσίας τους όσον αφορά τις πληροφορίες που παρέχονται από τους αποδέκτες της υπηρεσίας. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν πληροφορίες για κάθε πολιτική, διαδικασία, μέτρο και εργαλείο που χρησιμοποιείται για τον σκοπό του ελέγχου περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένων της αλγοριθμικής λήψης αποφάσεων και της επανεξέτασης από άνθρωπο καθώς και του κανονισμού λειτουργίας του εσωτερικού τους συστήματος διαχείρισης καταγγελιών. Διατυπώνονται σε σαφή, απλή, κατανοητή, φιλική προς τον χρήστη και ανεπίδεκτη παρερμηνείας γλώσσα, και διατίθενται στο κοινό σε εύκολα προσβάσιμο και μηχαναγνώσιμο μορφότυπο.

2.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών κοινοποιούν στους αποδέκτες της υπηρεσίας κάθε σημαντική μεταβολή των όρων και προϋποθέσεων.

3.   Όταν μια ενδιάμεση_υπηρεσία απευθύνεται πρωτίστως σε ανηλίκους ή χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο από αυτούς, ο πάροχος της εν λόγω ενδιάμεσης υπηρεσίας εξηγεί τους όρους, και τους τυχόν περιορισμούς, όσον αφορά τη χρήση της υπηρεσίας κατά τρόπο κατανοητό από ανηλίκους.

4.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενεργούν με επιμελή, αντικειμενικό και αναλογικό τρόπο κατά την εφαρμογή και την επιβολή των περιορισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα όλων των εμπλεκόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων των θεμελιωδών δικαιωμάτων των αποδεκτών της υπηρεσίας, όπως η ελευθερία της έκφρασης, η ελευθερία και η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, και άλλα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες, όπως κατοχυρώνονται στον Χάρτη.

5.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης παρέχουν στους αποδέκτες των υπηρεσιών συνοπτική, εύκολα προσβάσιμη και μηχαναγνώσιμη περίληψη των όρων και των προϋποθέσεων συμπεριλαμβανομένων των διαθέσιμων μέσων έννομης προστασίας και των μηχανισμών προσφυγής, σε σαφή γλώσσα που δεν επιδέχεται παρερμηνεία.

6.   Οι πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες και οι πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης, κατά την έννοια του άρθρου 33, δημοσιεύουν τους όρους και τις προϋποθέσεις τους στις επίσημες γλώσσες όλων των κρατών μελών στα οποία προσφέρουν τις υπηρεσίες τους.

Άρθρο 17

Αιτιολογία

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας παρέχουν σαφή και συγκεκριμένη αιτιολόγηση στους θιγόμενους αποδέκτες της υπηρεσίας για οποιονδήποτε από τους ακόλουθους περιορισμούς που επιβάλλονται με την αιτιολογία ότι οι πληροφορίες που παρέχονται από τον αποδέκτη της υπηρεσίας αποτελούν παράνομο_περιεχόμενο ή είναι ασύμβατες με τους όρους και προϋποθέσεις τους:

α)

τυχόν περιορισμούς της προβολής συγκεκριμένων πληροφοριακών στοιχείων που παρέχονται από τον αποδέκτη της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων της απόσυρσης περιεχομένου, της απενεργοποίησης της πρόσβασης σε περιεχόμενο, ή του υποβιβασμού περιεχομένου·

β)

την αναστολή, παύση ή άλλο περιορισμό των χρηματικών πληρωμών·

γ)

την αναστολή ή παύση της παροχής της υπηρεσίας εν όλω ή εν μέρει·

δ)

την αναστολή ή κατάργηση του λογαριασμού του αποδέκτη της υπηρεσίας.

2.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνο όταν ο πάροχος γνωρίζει τα σχετικά ηλεκτρονικά στοιχεία επικοινωνίας. Εφαρμόζεται το αργότερο από την ημερομηνία επιβολής του περιορισμού και ανεξάρτητα από τον λόγο ή τον τρόπο επιβολής του.

Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται όταν οι πληροφορίες είναι παραπλανητικό εμπορικό περιεχόμενο μεγάλου όγκου.

3.   Η αιτιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής πληροφοριακά στοιχεία:

α)

πληροφορίες κατά πόσον η απόφαση συνεπάγεται την απόσυρση των πληροφοριών, την απενεργοποίηση της πρόσβασης σε αυτές, τον υποβιβασμό ή τον περιορισμό της προβολής τους, ή την αναστολή ή παύση των χρηματικών πληρωμών που σχετίζονται με τις εν λόγω πληροφορίες, ή επιβάλλει άλλα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 όσον αφορά τις πληροφορίες, και, κατά περίπτωση, το εδαφικό πεδίο εφαρμογής της απόφασης και τη διάρκεια ισχύος της·

β)

τα γεγονότα και τις περιστάσεις στις οποίες βασίστηκε η λήψη της απόφασης, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, πληροφοριών σχετικά με το εάν η απόφαση ελήφθη βάσει ειδοποίησης που υποβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 16 ή βάσει εθελοντικών αυτεπάγγελτων ερευνών, και, εφόσον είναι απολύτως αναγκαίο, την ταυτότητα του κοινοποιούντος·

γ)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων κατά τη λήψη της απόφασης, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με το εάν η απόφαση ελήφθη σε σχέση με περιεχόμενο που ανιχνεύθηκε ή εντοπίστηκε με τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων·

δ)

όταν η απόφαση αφορά εικαζόμενο παράνομο_περιεχόμενο, αναφέρεται η νομική βάση στην οποία βασίζεται και εξηγείται γιατί οι πληροφορίες θεωρούνται παράνομο_περιεχόμενο επί αυτής της βάσης·

ε)

όταν η απόφαση βασίζεται στην εικαζόμενη ασυμβατότητα των πληροφοριών με τους όρους και τις προϋποθέσεις του παρόχου υπηρεσιών φιλοξενίας, αναφέρεται η συμβατική διάταξη στην οποία βασίζεται και εξηγείται γιατί θεωρείται ότι οι πληροφορίες δεν συνάδουν με την εν λόγω διάταξη·

στ)

σαφείς και φιλικές προς τον χρήστη πληροφορίες σχετικά με τις δυνατότητες προσφυγής που διατίθενται στον αποδέκτη της υπηρεσίας σε σχέση με την απόφαση, ιδίως, κατά περίπτωση, μέσω εσωτερικών μηχανισμών διαχείρισης καταγγελιών, εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών και δικαστικής προσφυγής.

4.   Οι πληροφορίες που παρέχονται από τους παρόχους υπηρεσιών φιλοξενίας σύμφωνα με το παρόν άρθρο είναι σαφείς και εύκολα κατανοητές και όσο το δυνατόν πιο ακριβείς και συγκεκριμένες υπό τις δεδομένες συνθήκες. Οι πληροφορίες είναι, ειδικότερα, τέτοιες που να επιτρέπουν εύλογα στον αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας να ασκήσει αποτελεσματικά τις δυνατότητες προσφυγής που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο στ).

5.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε εντολές που αναφέρονται στο άρθρο 9.

Άρθρο 18

Αναφορά υπονοιών τέλεσης ποινικών αδικημάτων

1.   Όταν ένας πάροχος υπηρεσιών φιλοξενίας αντιληφθεί τυχόν πληροφορίες που εγείρουν υπόνοια ότι έχει διαπραχθεί, διαπράττεται ή είναι πιθανό να διαπραχθεί ποινικό αδίκημα το οποίο συνεπάγεται απειλή για τη ζωή ή την ασφάλεια ενός ή περισσότερων προσώπων, ενημερώνει αμέσως τις αρχές επιβολής του νόμου ή τις δικαστικές αρχές του οικείου κράτους μέλους ή των οικείων κρατών μελών σχετικά με την υπόνοιά του και παρέχει όλες τις διαθέσιμες σχετικές πληροφορίες.

2.   Όταν ο πάροχος υπηρεσιών φιλοξενίας δεν μπορεί να προσδιορίσει με εύλογη βεβαιότητα το οικείο κράτος μέλος, ενημερώνει τις αρχές επιβολής του νόμου του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ή στο οποίο διαμένει ή είναι εγκατεστημένος ο νόμιμος εκπρόσωπός του ή ενημερώνει την Ευρωπόλ, ή ενημερώνει τόσο τις εν λόγω αρχές όσο και την Ευρωπόλ.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, το οικείο κράτος μέλος είναι το κράτος μέλος στο οποίο υπάρχει υπόνοια ότι έχει διαπραχθεί, διαπράττεται ή είναι πιθανό να διαπραχθεί το αδίκημα, ή το κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ή βρίσκεται ο φερόμενος ως δράστης, ή το κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ή βρίσκεται το θύμα του εικαζόμενου αδικήματος.

ΤΜΉΜΑ 3

Πρόσθετες διατάξεις που εφαρμόζονται σε παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών

Άρθρο 21

Εξωδικαστική επίλυση διαφορών

1.   Οι αποδέκτες της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων φυσικών προσώπων ή οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποιήσεις, στους οποίους απευθύνονται οι αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 έχουν δικαίωμα να επιλέξουν οποιοδήποτε όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχει πιστοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, για την επίλυση των διαφορών που αφορούν τις αποφάσεις αυτές, συμπεριλαμβανομένων καταγγελιών που δεν κατέστη εφικτό να επιλυθούν μέσω του εσωτερικού συστήματος διαχείρισης καταγγελιών που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο.

Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα των αποδεκτών της υπηρεσίας να έχουν πρόσβαση σε εξωδικαστική επίλυση διαφορών, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, είναι εύκολα προσβάσιμες στην επιγραμμική_διεπαφή τους, με σαφή και φιλικό προς τον χρήστη τρόπο.

Το πρώτο εδάφιο δεν θίγει το δικαίωμα του αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας να κινήσει, σε οποιοδήποτε στάδιο, διαδικασία προσβολής των εν λόγω αποφάσεων των παρόχων επιγραμμικών πλατφορμών ενώπιον δικαστηρίου σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο.

2.   Αμφότερα τα μέρη συνεργάζονται καλόπιστα με το επιλεγμένο πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών με σκοπό την επίλυση της διαφοράς.

Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών μπορούν να αρνηθούν να συνεργαστούν με τέτοιο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, εάν έχει ήδη επιλυθεί διαφορά που αφορά τις ίδιες πληροφορίες και τους ίδιους λόγους εικαζόμενης παρανομίας ή ασυμβατότητας του περιεχομένου.

Το πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δεν έχει την εξουσία να διευθετήσει, κατά τρόπο δεσμευτικό για τα μέρη, τη διαφορά.

3.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, το πιστοποιεί κατόπιν αιτήματός του, για μέγιστη περίοδο πέντε ετών, η οποία μπορεί να ανανεωθεί, όταν αυτό αποδεικνύει ότι πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

είναι αμερόληπτο και ανεξάρτητο, μεταξύ άλλων και οικονομικά ανεξάρτητο, από τους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών και από τους αποδέκτες της υπηρεσίας που παρέχεται από παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών προσώπων ή των οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποιήσεις·

β)

διαθέτει την αναγκαία τεχνογνωσία όσον αφορά τα ζητήματα που προκύπτουν σε έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους τομείς παράνομου περιεχομένου ή όσον αφορά την εφαρμογή και επιβολή των όρων και προϋποθέσεων ενός ή περισσότερων τύπων επιγραμμικών πλατφορμών, η οποία δίνει τη δυνατότητα στο όργανο να μπορεί να συνεισφέρει αποτελεσματικά στην επίλυση της διαφοράς·

γ)

τα μέλη του αμείβονται με τρόπο που δεν συνδέεται με το αποτέλεσμα της διαδικασίας·

δ)

η εξωδικαστική επίλυση διαφορών που προσφέρει είναι εύκολα προσβάσιμη, μέσω τεχνολογίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και προβλέπεται η δυνατότητα να κινηθεί η διαδικασία επίλυσης διαφορών και να υποβληθούν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά με ηλεκτρονικό τρόπο·

ε)

είναι σε θέση να επιλύει διαφορές με ταχύ, αποτελεσματικό και οικονομικά αποδοτικό τρόπο και τουλάχιστον σε μία από τις επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης·

στ)

η εξωδικαστική επίλυση διαφορών που προσφέρει πραγματοποιείται σύμφωνα με σαφείς και δίκαιους διαδικαστικούς κανόνες που είναι εύκολα και δημόσια προσβάσιμοι, και σε συμμόρφωση με το εφαρμοστέο δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του παρόντος άρθρου.

Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών προσδιορίζει, κατά περίπτωση, στο πιστοποιητικό:

α)

τα ειδικά ζητήματα με τα οποία σχετίζεται η τεχνογνωσία του οργάνου, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β), και

β)

την επίσημη γλώσσα ή γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης στις οποίες το όργανο είναι σε θέση να επιλύει διαφορές, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο ε).

4.   Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών υποβάλλουν έκθεση στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που τα πιστοποίησε, σε ετήσια βάση, σχετικά με τη λειτουργία τους, προσδιορίζοντας τουλάχιστον τον αριθμό των διαφορών που διαχειρίστηκαν, τις πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα των εν λόγω διαφορών, τον μέσο χρόνο που απαιτήθηκε για την επίλυσή τους και τυχόν ελλείψεις ή δυσκολίες που προέκυψαν. Παρέχουν πρόσθετες πληροφορίες κατόπιν αιτήματος του εν λόγω συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών.

Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συντάσσουν ανά διετία έκθεση σχετικά με τη λειτουργία των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχουν πιστοποιήσει. Ειδικότερα, η έκθεση αυτή:

α)

παραθέτει τον αριθμό των διαφορών που διαχειρίστηκε ετησίως κάθε πιστοποιημένος φορέας εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών·

β)

αναφέρει τα αποτελέσματα των υποθέσεων που εισήχθησαν ενώπιον των εν λόγω οργάνων και τον μέσο χρόνο που απαιτήθηκε για την επίλυση των διαφορών·

γ)

προσδιορίζει και εξηγεί τυχόν συστηματικές ή τομεακές ελλείψεις ή δυσκολίες που προέκυψαν σε σχέση με τη λειτουργία των εν λόγω οργάνων·

δ)

προσδιορίζει βέλτιστες πρακτικές σχετικά με την εν λόγω λειτουργία·

ε)

διατυπώνει, κατά περίπτωση, συστάσεις σχετικά με τον τρόπο βελτίωσης της εν λόγω λειτουργίας.

Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών θέτουν τις αποφάσεις τους στη διάθεση των μερών εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και το αργότερο 90 ημερολογιακές ημέρες από την παραλαβή της καταγγελίας. Σε περίπτωση που η διαφορά είναι εξαιρετικά περίπλοκη, το πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δύναται, κατά την κρίση του, να παρατείνει την προθεσμία των 90 ημερολογιακών ημερών για πρόσθετη περίοδο που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες, με μέγιστη συνολική διάρκεια τις 180 ημέρες.

5.   Εάν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών αποφανθεί υπέρ του αποδέκτη της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας που έχει υποβάλει ειδοποίηση, ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας βαρύνεται με το σύνολο των αμοιβών που επιβάλλει το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών και αποζημιώνει τον εν λόγω αποδέκτη, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας, για τυχόν άλλα εύλογα έξοδα τα οποία έχει καταβάλει σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς. Εάν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών αποφανθεί υπέρ του παρόχου της επιγραμμικής πλατφόρμας, ο αποδέκτης_της_υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας, δεν απαιτείται να αποζημιώσει τον πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας για τις αμοιβές ή άλλα έξοδα που έχει καταβάλει ή πρόκειται να καταβάλλει σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς, εκτός αν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών κρίνει ότι ο εν λόγω αποδέκτης ενήργησε προδήλως κακόπιστα.

Τα τέλη που επιβάλλει το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών στους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών για την επίλυση διαφορών είναι εύλογα και σε κάθε περίπτωση δεν υπερβαίνουν το κόστος του οργάνου. Για τους αποδέκτες της υπηρεσίας, η επίλυση διαφορών παρέχεται δωρεάν ή έναντι συμβολικού αντιτίμου.

Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών γνωστοποιούν στον αποδέκτη της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών προσώπων ή των οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποίηση, και στον οικείο πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας τα τέλη ή τους μηχανισμούς που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των αμοιβών, πριν από την έναρξη της διαδικασίας επίλυσης της διαφοράς.

6.   Τα κράτη μέλη δύνανται να συγκροτούν όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών για τους σκοπούς της παραγράφου 1 ή να στηρίζουν τις δραστηριότητες ορισμένων ή όλων των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχουν πιστοποιήσει σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι καμία από τις δραστηριότητες που αναλαμβάνουν βάσει του πρώτου εδαφίου δεν επηρεάζει την ικανότητα των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών τους να πιστοποιούν τα οικεία όργανα σύμφωνα με την παράγραφο 3.

7.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που πιστοποίησε όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, ανακαλεί την πιστοποίηση αυτή, εάν διαπιστώσει, έπειτα από έρευνα είτε με δική του πρωτοβουλία είτε βάσει πληροφοριών που έλαβε από τρίτους, ότι το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 3. Πριν ανακαλέσει την πιστοποίηση, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρέχει στο εν λόγω όργανο τη δυνατότητα να αντικρούσει τα πορίσματα της έρευνάς του και την πρόθεσή του να ανακαλέσει την πιστοποίηση του οργάνου εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών.

8.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών γνωστοποιούν στην Επιτροπή τα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών τα οποία έχουν πιστοποιήσει σύμφωνα με την παράγραφο 3, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των προδιαγραφών που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της εν λόγω παραγράφου, καθώς και τα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών των οποίων την πιστοποίηση έχουν ανακαλέσει. Η Επιτροπή δημοσιεύει κατάλογο των οργάνων αυτών, συμπεριλαμβανομένων των εν λόγω προδιαγραφών, σε ειδικό ιστότοπο που είναι εύκολα προσβάσιμος, και τον διατηρεί επικαιροποιημένο.

9.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει την οδηγία 2013/11/ΕΕ και τις διαδικασίες και τους φορείς εναλλακτικής επίλυσης καταναλωτικών διαφορών που θεσπίζονται στο πλαίσιο της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 35

Περιορισμός των κινδύνων

1.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης εφαρμόζουν εύλογα, αναλογικά και αποτελεσματικά μέτρα περιορισμού, τα οποία προσαρμόζονται στους ειδικούς συστημικούς κινδύνους που εντοπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 34, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις επιπτώσεις αυτών των μέτρων στα θεμελιώδη δικαιώματα. Τα μέτρα αυτά είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, τα εξής:

α)

προσαρμογή του σχεδιασμού, των χαρακτηριστικών ή της λειτουργίας των υπηρεσιών τους, συμπεριλαμβανομένων των επιγραμμικών διεπαφών τους·

β)

προσαρμογή των όρων και προϋποθέσεών τους και της επιβολής τους·

γ)

προσαρμογή των διαδικασιών ελέγχου περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένων της ταχύτητας και της ποιότητας της διεκπεραίωσης των ειδοποιήσεων που αφορούν συγκεκριμένους τύπους παράνομου περιεχομένου και, κατά περίπτωση, της ταχείας αφαίρεσης του αναφερόμενου περιεχομένου ή της απενεργοποίησης της πρόσβασης σε αυτό, ιδίως όσον αφορά την παράνομη ρητορική μίσους ή την κυβερνοβία· καθώς και προσαρμογή όλων των σχετικών διαδικασιών λήψης αποφάσεων και των πόρων που προορίζονται για τον έλεγχο του περιεχομένου·

δ)

δοκιμή και προσαρμογή των αλγοριθμικών συστημάτων τους, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων συστάσεών τους·

ε)

προσαρμογή των συστημάτων διαφήμισής τους και θέσπιση στοχευμένων μέτρων με σκοπό τον περιορισμό ή την προσαρμογή της παρουσίασης διαφημίσεων συνδεόμενων με την υπηρεσία που παρέχουν·

στ)

ενίσχυση των εσωτερικών διαδικασιών και πόρων, του ελέγχου, της τεκμηρίωσης ή της επίβλεψης οποιασδήποτε από τις δραστηριότητές τους, ιδίως όσον αφορά την ανίχνευση συστημικού κινδύνου·

ζ)

έναρξη ή προσαρμογή της συνεργασίας με αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου σύμφωνα με το άρθρο 22 και υλοποίηση των αποφάσεων των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών σύμφωνα με το άρθρο 21·

η)

έναρξη ή προσαρμογή της συνεργασίας με άλλους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών ή επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης με τη χρήση κωδίκων δεοντολογίας και πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων που προβλέπονται στα άρθρα 45 και 48, αντίστοιχα·

θ)

λήψη μέτρων ευαισθητοποίησης και προσαρμογή της επιγραμμικής διεπαφής τους προκειμένου να παράσχουν στους αποδέκτες της υπηρεσίες περισσότερες πληροφορίες·

ι)

λήψη στοχευμένων μέτρων για την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού, συμπεριλαμβανομένων εργαλείων εξακρίβωσης της ηλικίας και γονικού ελέγχου, εργαλείων που βοηθούν τους ανηλίκους να γνωστοποιούν περιστατικά κακοποίησης ή να λαμβάνουν στήριξη, ανάλογα με την περίπτωση·

ια)

εξασφάλιση του ότι ένα στοιχείο πληροφορίας, ανεξάρτητα από το αν αποτελεί εικόνα, ήχο ή βίντεο που έχει παραχθεί ή τροποποιηθεί, το οποίο παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με υπαρκτά πρόσωπα, αντικείμενα, μέρη ή άλλες οντότητες ή γεγονότα, και δίνει την ψευδή εντύπωση ότι είναι αυθεντικό ή αληθινό, θα διακρίνεται μέσω ευδιάκριτης σήμανσης όταν παρουσιάζεται στις επιγραμμικές διεπαφές τους, και, επιπλέον, παροχή μιας εύχρηστης λειτουργίας η οποία δίνει στους αποδέκτες της υπηρεσίας τη δυνατότητα να υποδεικνύουν μία τέτοια πληροφορία.

2.   Το Συμβούλιο, σε συνεργασία με την Επιτροπή, δημοσιεύει αναλυτικές εκθέσεις, μία φορά ανά έτος. Οι εκθέσεις περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

προσδιορισμό και εκτίμηση των πλέον σημαντικών και επαναλαμβανόμενων συστημικών κινδύνων που αναφέρονται από παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης ή εντοπίζονται από άλλες πηγές πληροφοριών, ιδίως εκείνων που παρέχονται σύμφωνα με τα άρθρα 39, 40 και 42·

β)

βέλτιστες πρακτικές για τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης με σκοπό τον περιορισμό των συστημικών κινδύνων που εντοπίζονται.

Οι εν λόγω εκθέσεις παρουσιάζουν τους συστημικούς κινδύνους ανά κράτος μέλος στο οποίο εμφανίζονται και στο σύνολο της Ένωσης, κατά περίπτωση.

3.   Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή της παραγράφου 1 σε σχέση με συγκεκριμένους κινδύνους, και ιδίως για να παρουσιάσει βέλτιστες πρακτικές και να προτείνει πιθανά μέτρα, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις πιθανές επιπτώσεις των μέτρων στα θεμελιώδη δικαιώματα όλων των εμπλεκόμενων μερών, τα οποία κατοχυρώνονται στον Χάρτη. Κατά την κατάρτιση των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών, η Επιτροπή οργανώνει δημόσιες διαβουλεύσεις.

Άρθρο 37

Ανεξάρτητοι έλεγχοι

1.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης υπόκεινται, με δικά τους έξοδα και τουλάχιστον μία φορά ανά έτος, σε ανεξάρτητους ελέγχους για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τα ακόλουθα:

α)

τις υποχρεώσεις που παρατίθενται στο κεφάλαιο III·

β)

τυχόν δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει σύμφωνα με τους κώδικες δεοντολογίας που αναφέρονται στα άρθρα 45 και 46 και τα πρωτόκολλα διαχείρισης κρίσεων που αναφέρονται στο άρθρο 48.

2.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης παρέχουν στους οργανισμούς που διενεργούν τους ελέγχους σύμφωνα με το παρόν άρθρο τη συνεργασία και τη συνδρομή που απαιτούνται ώστε να είναι σε θέση να διενεργούν τους εν λόγω ελέγχους με αποτελεσματικό, αποδοτικό και έγκαιρο τρόπο, μεταξύ άλλων παρέχοντάς τους πρόσβαση σε όλα τα σχετικά δεδομένα και εγκαταστάσεις και απαντώντας σε προφορικές ή γραπτές ερωτήσεις. Αποφεύγουν να παρεμποδίζουν, να επηρεάζουν αδικαιολόγητα ή να υπονομεύουν την εκτέλεση του ελέγχου.

Κατά την διάρκεια των ελέγχων διασφαλίζεται επαρκής εμπιστευτικότητα και επαγγελματικό απόρρητο όσον αφορά τις πληροφορίες που λαμβάνονται από τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης και από τρίτα μέρη στο πλαίσιο των ελέγχων, μεταξύ άλλων και μετά την περάτωση των ελέγχων. Ωστόσο, η συμμόρφωση με την απαίτηση αυτή δεν επηρεάζει δυσμενώς τη διενέργεια των ελέγχων και άλλων διατάξεων του παρόντος κανονισμού, ιδίως εκείνων που αφορούν τη διαφάνεια, την επίβλεψη και την επιβολή. Εφόσον απαιτείται για τους σκοπούς της υποβολής των εκθέσεων διαφάνειας σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 4, η έκθεση ελέγχου και η έκθεση υλοποίησης του ελέγχου που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 6 του παρόντος άρθρου συνοδεύονται με εκδόσεις που δεν περιέχουν πληροφορίες που μπορούν ευλόγως να θεωρηθούν εμπιστευτικές.

3.   Οι έλεγχοι που διενεργούνται σύμφωνα με την παράγραφο 1 διενεργούνται από οργανισμούς οι οποίοι:

α)

είναι ανεξάρτητοι από, και δεν έχουν καμία σύγκρουση συμφερόντων με τον πάροχο πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης και με οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο συνδέεται με τον εν λόγω πάροχο· ειδικότερα:

i)

δεν έχουν παράσχει άλλες πλην ελεγκτικών υπηρεσιών σχετικών με τα ζητήματα που ελέγχθηκαν στον οικείο πάροχο πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης και σε οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο συνδεδεμένο με τον εν λόγω πάροχο για περίοδο 12 μηνών πριν από την έναρξη του ελέγχου και έχουν δεσμευτεί να μην τους παράσχει παρόμοιες υπηρεσίες για περίοδο 12 μηνών από την ολοκλήρωση του ελέγχου·

ii)

δεν έχουν παράσχει ελεγκτικές υπηρεσίες σύμφωνα με το παρόν άρθρο στον οικείο πάροχο πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης και σε οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο συνδεδεμένο με τον εν λόγω πάροχο για περίοδο μεγαλύτερη των 10 συναπτών ετών·

iii)

δεν διενεργούν τον έλεγχο έναντι αμοιβών που εξαρτώνται από το αποτέλεσμα του ελέγχου·

β)

διαθέτουν αποδεδειγμένη εμπειρογνωσία στον τομέα της διαχείρισης κινδύνων, τεχνική επάρκεια και ικανότητες·

γ)

διαθέτουν αποδεδειγμένη αντικειμενικότητα και τηρούν επαγγελματική δεοντολογία, η οποία βασίζεται ιδίως στην τήρηση κωδίκων πρακτικής ή κατάλληλων προτύπων.

4.   Πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης διασφαλίζουν ότι οι οργανισμοί που διενεργούν τους ελέγχους καταρτίζουν έκθεση ελέγχου για κάθε έλεγχο. Η έκθεση αυτή τεκμηριώνεται γραπτώς και περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

το όνομα, τη διεύθυνση και το σημείο επαφής του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης που υπόκειται στον έλεγχο, καθώς και την καλυπτόμενη περίοδο·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση του οργανισμού ή των οργανισμών που διενεργεί ή διενεργούν τον έλεγχο·

γ)

δήλωση συμφερόντων·

δ)

περιγραφή των ειδικών στοιχείων που ελέγχθηκαν και της μεθοδολογίας που εφαρμόστηκε·

ε)

περιγραφή και περίληψη των κύριων πορισμάτων που προέκυψαν από τον έλεγχο·

στ)

κατάλογο των τρίτων των οποίων ζητήθηκε η γνώμη στο πλαίσιο του ελέγχου·

ζ)

γνώμη σχετικά με το κατά πόσον ο πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης που υπόκειται στον έλεγχο συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις και τις δεσμεύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, δηλαδή «θετική γνώμη», «θετική γνώμη που συνοδεύεται από παρατηρήσεις» ή «αρνητική γνώμη»·

η)

όταν η ελεγκτική γνώμη δεν είναι «θετική», επιχειρησιακές συστάσεις ειδικών μέτρων για την επίτευξη της συμμόρφωσης και το συνιστώμενο χρονοδιάγραμμα επίτευξής της.

5.   Εάν ο οργανισμός που διενεργεί τον έλεγχο δεν ήταν σε θέση να ελέγξει ορισμένα συγκεκριμένα στοιχεία ή να διατυπώσει ελεγκτική γνώμη με βάση τις έρευνές του, η έκθεση ελέγχου περιλαμβάνει επεξήγηση των περιστάσεων και των λόγων για τους οποίους τα στοιχεία αυτά δεν μπόρεσαν να ελεγχθούν.

6.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης που λαμβάνουν έκθεση ελέγχου η οποία δεν είναι «θετική» λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις επιχειρησιακές συστάσεις που απευθύνονται σε αυτές με σκοπό να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για την υλοποίησή τους. Εντός ενός μηνός από την παραλαβή των συστάσεων αυτών, εκδίδουν έκθεση ελέγχου της εφαρμογής στην οποία παρατίθενται τα εν λόγω μέτρα. Σε περίπτωση που δεν υλοποιήσουν τις επιχειρησιακές συστάσεις, αιτιολογούν στην έκθεση εκτέλεσης του ελέγχου τους λόγους για τους οποίους δεν το έπραξαν και παραθέτουν τυχόν εναλλακτικά μέτρα που έλαβαν για να αντιμετωπίσουν τυχόν περιπτώσεις μη συμμόρφωσης που εντοπίστηκαν.

7.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 87 για να συμπληρώνει τον παρόντα κανονισμό θεσπίζοντας τους αναγκαίους κανόνες για τη διενέργεια των ελέγχων σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ιδίως όσον αφορά τους αναγκαίους κανόνες για τα διαδικαστικά στάδια, τις μεθοδολογίες ελέγχου και τα υποδείγματα υποβολής εκθέσεων για τους ελέγχους που διενεργούνται σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις λαμβάνουν υπόψη τυχόν προαιρετικά ελεγκτικά πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 στοιχείο ε).

Άρθρο 49

Αρμόδιες αρχές και συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές ως υπεύθυνες για την επίβλεψη των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών και την επιβολή του παρόντος κανονισμού («αρμόδιες αρχές»).

2.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία από τις αρμόδιες αρχές ως τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών τους. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών είναι υπεύθυνος για όλα τα ζητήματα που αφορούν την επίβλεψη και την επιβολή του παρόντος κανονισμού στο εν λόγω κράτος μέλος, εκτός εάν το οικείο κράτος μέλος έχει αναθέσει ορισμένα ειδικά καθήκοντα ή τομείς σε άλλες αρμόδιες αρχές. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών είναι σε κάθε περίπτωση υπεύθυνος για τη διασφάλιση του συντονισμού σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά τα ζητήματα αυτά και για τη συμβολή στην αποτελεσματική και συνεπή επίβλεψη και επιβολή του παρόντος κανονισμού σε ολόκληρη την Ένωση.

Για τον σκοπό αυτόν, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συνεργάζονται μεταξύ τους, με άλλες εθνικές αρμόδιες αρχές, το συμβούλιο και την Επιτροπή, με την επιφύλαξη της δυνατότητας των κρατών μελών να προβλέπουν μηχανισμούς συνεργασίας και τακτικές ανταλλαγές απόψεων μεταξύ του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών και άλλων εθνικών αρχών, κατά περίπτωση, για την εκτέλεση των αντίστοιχων καθηκόντων τους.

Όταν ένα κράτος μέλος ορίζει μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές επιπροσθέτως του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, διασφαλίζει τον σαφή καθορισμό των αντίστοιχων καθηκόντων των εν λόγω αρχών και του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, καθώς και τη στενή και αποτελεσματική συνεργασία τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

3.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών έως τις 17 Φεβρουαρίου 2024.

Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν και κοινοποιούν στην Επιτροπή και το συμβούλιο την ονομασία της αρμόδιας αρχής τους που ορίζεται ως συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών και πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο επικοινωνίας με αυτήν. Το οικείο κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή και το συμβούλιο την ονομασία των άλλων αρμόδιων αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 καθώς και τα αντίστοιχα καθήκοντά τους.

4.   Οι εφαρμοστέες διατάξεις για τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, όπως ορίζονται στα άρθρα 50, 51 και 56, εφαρμόζονται επίσης σε κάθε άλλη αρμόδια αρχή που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 50

Απαιτήσεις για τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών τους εκτελούν τα καθήκοντά τους βάσει του παρόντος κανονισμού με αμερόληπτο, διαφανή και έγκαιρο τρόπο. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών τους να διαθέτουν όλους τους απαραίτητους πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, μεταξύ των οποίων επαρκείς τεχνικούς, χρηματοδοτικούς και ανθρώπινους πόρους για την επαρκή εποπτεία όλων των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά τους. Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του διαθέτει επαρκή αυτονομία όσον αφορά τη διαχείριση του προϋπολογισμού του εντός των συνολικών ορίων του προϋπολογισμού, ώστε να μην επηρεάζεται αρνητικά η ανεξαρτησία του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών.

2.   Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και την άσκηση των εξουσιών τους σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών ενεργούν με απόλυτη ανεξαρτησία. Παραμένουν απαλλαγμένοι από οποιαδήποτε εξωτερική επιρροή, άμεση ή έμμεση, και δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από οποιαδήποτε άλλη δημόσια αρχή ή από οποιονδήποτε ιδιωτικό φορέα.

3.   Η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου δεν θίγει τα καθήκοντα των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών στο πλαίσιο του συστήματος επίβλεψης και επιβολής που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό και τη συνεργασία με άλλες αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 2. Η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζει την άσκηση δικαστικού ελέγχου και επίσης δεν θίγει τις αναλογικές απαιτήσεις λογοδοσίας όσον αφορά τις γενικές δραστηριότητες των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, όπως οι οικονομικές δαπάνες ή η υποβολή εκθέσεων στα εθνικά κοινοβούλια, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω απαιτήσεις δεν υπονομεύουν την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 51

Εξουσίες των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Όταν απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους βάσει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαθέτουν τις ακόλουθες εξουσίες έρευνας, όσον αφορά τη συμπεριφορά παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους:

α)

την εξουσία να ζητούν από αυτούς τους παρόχους, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο που ενεργεί για σκοπούς που αφορούν τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές του δραστηριότητες, το οποίο μπορεί εύλογα να γνωρίζει πληροφορίες σχετικά με εικαζόμενη παράβαση του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών που διενεργούν τους ελέγχους που αναφέρονται στο άρθρο 37 και στο άρθρο 75 παράγραφος 2, να παράσχουν τις εν λόγω πληροφορίες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση·

β)

την εξουσία να διενεργούν ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να διατάσσει τη διενέργεια επιθεωρήσεων οποιωνδήποτε εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούν οι εν λόγω πάροχοι ή τα εν λόγω πρόσωπα για σκοπούς που αφορούν τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές τους δραστηριότητες ή να ζητούν από άλλες δημόσιες αρχές τη διενέργειά τους, προκειμένου να εξετάσουν, να κατάσχουν, να λάβουν ή να αποκτήσουν αντίγραφα πληροφοριών σχετικών με εικαζόμενη παράβαση σε οποιαδήποτε μορφή, ανεξάρτητα από το μέσο αποθήκευσης·

γ)

την εξουσία να ζητούν από οποιοδήποτε μέλος του προσωπικού ή εκπρόσωπο των εν λόγω παρόχων ή των εν λόγω προσώπων να παράσχει εξηγήσεις όσον αφορά κάθε πληροφορία σχετική με εικαζόμενη παράβαση και να καταγράφουν τις απαντήσεις κατόπιν συγκατάθεσής τους με κάθε τεχνικό μέσο.

2.   Όταν απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαθέτουν τις ακόλουθες εξουσίες επιβολής, όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους:

α)

την εξουσία να αποδέχονται τις δεσμεύσεις που παρέχουν οι εν λόγω πάροχοι σε σχέση με τη συμμόρφωσή τους με τον παρόντα κανονισμό και να καθιστούν τις δεσμεύσεις αυτές υποχρεωτικές·

β)

την εξουσία να διατάσσουν την παύση των παραβάσεων και να επιβάλλουν, κατά περίπτωση, διορθωτικά μέτρα αναλογικά με την παράβαση και αναγκαία για την παύση της παράβασης, ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να διατάξει την παύση ή να επιβάλει τα σχετικά μέτρα·

γ)

την εξουσία να επιβάλλουν πρόστιμα, ή να ζητούν την επιβολή τους από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους, σύμφωνα με το άρθρο 52 λόγω μη συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε από τις εντολές έρευνας που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

δ)

την εξουσία να επιβάλλουν περιοδική χρηματική ποινή ή να ζητούν την επιβολή της από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους, σύμφωνα με το άρθρο 52 για να διασφαλιστεί η παύση της παράβασης σε συμμόρφωση με εντολή που εκδίδεται σύμφωνα με το στοιχείο β) του παρόντος εδαφίου ή λόγω μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις εντολές έρευνας που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

ε)

την εξουσία να θεσπίζουν αναλογικά προσωρινά μέτρα ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να το πράξει, για την αποφυγή κινδύνου σοβαρής βλάβης.

Όσον αφορά τα στοιχεία γ) και δ) του πρώτου εδαφίου, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών έχουν επίσης τις εξουσίες επιβολής που ορίζονται στα στοιχεία αυτά σε σχέση με τα άλλα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 λόγω μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις εντολές που εκδίδονται προς αυτά σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο. Ασκούν τις εν λόγω εξουσίες επιβολής μόνον αφού παράσχουν εγκαίρως στα εν λόγω άλλα πρόσωπα όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τις εντολές αυτές, συμπεριλαμβανομένων της τεθείσας προθεσμίας, των προστίμων ή των περιοδικών χρηματικών ποινών που ενδέχεται να επιβληθούν λόγω μη συμμόρφωσης και των δυνατοτήτων προσφυγής.

3.   Όταν απαιτείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους, όταν έχουν εξαντληθεί όλες οι άλλες εξουσίες σύμφωνα με το παρόν άρθρο για την παύση της παράβασης και η παράβαση δεν έχει αποκατασταθεί ή συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες οι οποίες δεν μπορούν να αποφευχθούν μέσω της άσκησης άλλων εξουσιών που είναι διαθέσιμες βάσει του ενωσιακού δικαίου ή του εθνικού δικαίου, διαθέτουν επίσης την εξουσία να λαμβάνουν τα ακόλουθα μέτρα:

α)

να ζητούν από το διοικητικό όργανο των εν λόγω παρόχων, χωρίς περιττή καθυστέρηση, να εξετάσει την κατάσταση, να εγκρίνει και να υποβάλει σχέδιο δράσης που να καθορίζει τα αναγκαία μέτρα για την παύση της παράβασης, να διασφαλίσει ότι ο πάροχος λαμβάνει τα μέτρα αυτά και να υποβάλει έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί·

β)

όταν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι ένας πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν συμμορφώνεται επαρκώς με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α), ότι η παράβαση δεν έχει αποκατασταθεί ή συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες και ότι η εν λόγω παράβαση συνεπάγεται ποινικό αδίκημα που συνιστά απειλή για τη ζωή ή την ασφάλεια ατόμων, να ζητά από την αρμόδια δικαστική αρχή του κράτους μέλους του να διατάξει τον προσωρινό περιορισμό της πρόσβασης των αποδεκτών της υπηρεσίας που αφορά η παράβαση ή, μόνον όταν αυτό δεν είναι τεχνικά εφικτό, της πρόσβασης στην επιγραμμική_διεπαφή του παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών στην οποία πραγματοποιείται η παράβαση.

Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών, προτού υποβάλει το αίτημα που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις εντός προθεσμίας δύο εβδομάδων τουλάχιστον, περιγράφοντας τα μέτρα που προτίθεται να ζητήσει και προσδιορίζοντας τον σκοπούμενο αποδέκτη ή αποδέκτες αυτών, εκτός εάν ενεργεί κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 82. Ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών, ο σκοπούμενος αποδέκτης ή αποδέκτες και κάθε άλλος τρίτος που διαθέτει αποδεδειγμένο έννομο συμφέρον έχει δικαίωμα να συμμετέχει στη διαδικασία ενώπιον της αρμόδιας δικαστικής αρχής. Κάθε μέτρο που διατάσσεται είναι αναλογικό με τη φύση, τη βαρύτητα, την επανάληψη και τη διάρκεια της παράβασης, χωρίς να περιορίζει αδικαιολόγητα την πρόσβαση αποδεκτών της οικείας υπηρεσίας σε νόμιμες πληροφορίες.

Ο περιορισμός πρόσβασης ισχύει για περίοδο τεσσάρων εβδομάδων, με την επιφύλαξη της δυνατότητας της αρμόδιας δικαστικής αρχής να επιτρέψει, με την εντολή της, στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών να παρατείνει την εν λόγω περίοδο για περαιτέρω περιόδους ίδιας διάρκειας, με την επιφύλαξη μέγιστου αριθμού παρατάσεων τον οποίο ορίζει η εν λόγω δικαστική αρχή. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρατείνει την περίοδο μόνον όταν θεωρεί ότι πληρούνται και οι δύο ακόλουθες προϋποθέσεις, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα όλων των μερών που θίγονται από τον εν λόγω περιορισμό και όλες τις σχετικές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων τυχόν πληροφοριών που μπορεί να του παράσχει ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών, ο αποδέκτης ή οι αποδέκτες και κάθε άλλος τρίτος που διαθέτει αποδεδειγμένο έννομο συμφέρον:

α)

ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα για την παύση της παράβασης·

β)

ο προσωρινός περιορισμός δεν περιορίζει αδικαιολόγητα την πρόσβαση των αποδεκτών της υπηρεσίας σε νόμιμες πληροφορίες, λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των αποδεκτών που θίγονται και κατά πόσον υπάρχουν επαρκείς και εύκολα προσβάσιμες εναλλακτικές.

Όταν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο τρίτο εδάφιο στοιχεία α) και β), αλλά δεν μπορεί να παρατείνει περαιτέρω την περίοδο σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο, υποβάλλει στην αρμόδια δικαστική αρχή νέο αίτημα, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β).

4.   Οι εξουσίες που παρατίθενται στις παραγράφους 1, 2 και 3 δεν θίγουν το τμήμα 3.

5.   Τα μέτρα που λαμβάνονται από τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών κατά την άσκηση των εξουσιών τους που παρατίθενται στις παραγράφους 1, 2 και 3 είναι αποτελεσματικά, αποτρεπτικά και αναλογικά, λαμβανομένων ιδίως υπόψη της φύσης, της βαρύτητας, της επανάληψης και της διάρκειας της παράβασης ή της υποπτευόμενης παράβασης την οποία αφορούν τα μέτρα αυτά, καθώς και της οικονομικής, τεχνικής και επιχειρησιακής ικανότητας του παρόχου των οικείων ενδιάμεσων υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση.

6.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν ειδικούς όρους και διαδικασίες για την άσκηση των εξουσιών σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 και διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε άσκηση των εν λόγω εξουσιών υπόκειται σε επαρκείς διασφαλίσεις που ορίζονται στο εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο σε συμμόρφωση με τον Χάρτη και τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου. Ειδικότερα, τα μέτρα αυτά λαμβάνονται μόνο εάν είναι σύμφωνα με το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και των δικαιωμάτων υπεράσπισης, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ακρόασης και πρόσβασης στον φάκελο, και με την επιφύλαξη του δικαιώματος αποτελεσματικής έννομης προστασίας όλων των θιγόμενων μερών.

Άρθρο 52

Κυρώσεις

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για την επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση παράβασης του παρόντος κανονισμού από παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν την εφαρμογή τους σύμφωνα με το άρθρο 51.

2.   Οι κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους εν λόγω κανόνες και τα εν λόγω μέτρα και την ενημερώνουν αμελλητί σχετικά με κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το μέγιστο ποσό προστίμου που μπορεί να επιβληθεί για μη συμμόρφωση με υποχρέωση που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό να ισοδυναμεί με το 6 % του ετήσιου παγκόσμιου κύκλου εργασιών του οικείου παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το μέγιστο ποσό προστίμου που μπορεί να επιβληθεί για την παροχή ανακριβών, ελλιπών ή παραπλανητικών πληροφοριών, την παράλειψη απάντησης ή διόρθωσης ανακριβών, ελλιπών ή παραπλανητικών πληροφοριών και τη μη υποβολή σε επιθεώρηση να ισοδυναμεί με το 1 % του ετήσιου εισοδήματος ή παγκόσμιου κύκλου εργασιών του οικείου παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών ή του οικείου προσώπου κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος.

4.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το μέγιστο ποσό περιοδικής χρηματικής ποινής να ισοδυναμεί με το 5 % του μέσου ημερήσιου παγκόσμιου κύκλου εργασιών ή εισοδήματος του οικείου παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος ανά ημέρα, υπολογιζόμενης από την ημερομηνία που ορίζεται στην οικεία απόφαση.

Άρθρο 56

Αρμοδιότητες

1.   Το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η κύρια εγκατάσταση του παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών είναι αποκλειστικώς αρμόδιο για την εποπτεία και την επιβολή του παρόντος κανονισμού, με εξαίρεση τις εξουσίες που προβλέπονται στις παραγράφους 2, 3 και 4.

2.   Η Επιτροπή είναι αποκλειστικώς αρμόδια για την επίβλεψη και την επιβολή του τμήματος 5 του κεφαλαίου ΙΙΙ.

3.   Η Επιτροπή είναι αρμόδια για την επίβλεψη και την επιβολή του παρόντος κανονισμού, εκτός αυτών που προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ τμήμα 5, όσον αφορά τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης.

4.   Όταν η Επιτροπή δεν έχει κινήσει διαδικασία για την ίδια παράβαση, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η κύρια εγκατάσταση του παρόχου πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης είναι αρμόδιο για την επίβλεψη και την επιβολή των υποχρεώσεων δυνάμει του παρόντος κανονισμού, εκτός αυτών που προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ τμήμα 5, όσον αφορά τους εν λόγω παρόχους.

5.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συνεργάζονται στενά κατά την επίβλεψη και την επιβολή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

6.   Όταν πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν διαθέτει εγκατάσταση στην Ένωση, το κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ή είναι εγκατεστημένος ο νόμιμος εκπρόσωπός του ή η Επιτροπή έχουν αρμοδιότητα, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4 του παρόντος άρθρου, για την επίβλεψη και την επιβολή των σχετικών υποχρεώσεων δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

7.   Όταν ένας πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν έχει ορίσει νόμιμο εκπρόσωπο σύμφωνα με το άρθρο 13, όλα τα κράτη μέλη και, στην περίπτωση των παρόχων πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, η Επιτροπή έχει αρμοδιότητα για την επίβλεψη και την επιβολή σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Στην περίπτωση που ένας συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών προτίθεται να ασκήσει την αρμοδιότητά του δυνάμει της παρούσας παραγράφου, ενημερώνει όλους τους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και την Επιτροπή, και διασφαλίζει ότι τηρούνται οι εφαρμοστέες διασφαλίσεις που κατοχυρώνει ο Χάρτης, ιδίως για να αποφευχθεί η επιβολή πλειόνων κυρώσεων για την ίδια και αυτή συμπεριφορά, η οποία συνίσταται στην παράβαση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Στην περίπτωση που η Επιτροπή προτίθεται να ασκήσει την αρμοδιότητά της δυνάμει της παρούσας παραγράφου, ενημερώνει όλους τους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών για την εν λόγω πρόθεση. Κατόπιν της κοινοποίησης δυνάμει της παρούσας παραγράφου, τα άλλα κράτη μέλη δεν κινούν διαδικασίες για την ίδια παράβαση με εκείνη που αφορά η κοινοποίηση.

Άρθρο 58

Διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Πλην των περιπτώσεων στις οποίες η Επιτροπή έχει κινήσει έρευνα για την ίδια εικαζόμενη παράβαση, όταν ένας συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_προορισμού έχει λόγο να εικάζει ότι πάροχος ενδιάμεσης υπηρεσίας παραβίασε τον παρόντα κανονισμό κατά τρόπο που θίγει τους αποδέκτες της υπηρεσίας στο κράτος μέλος του εν λόγω συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, δύναται να ζητήσει από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης να αξιολογήσει το ζήτημα και να λάβει τα αναγκαία μέτρα έρευνας και επιβολής για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Πλην των περιπτώσεων στις οποίες η Επιτροπή έχει κινήσει έρευνα για την ίδια εικαζόμενη παράβαση, και κατόπιν αιτήματος τουλάχιστον τριών συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών χωρών προορισμού οι οποίοι έχουν λόγους να εικάζουν ότι συγκεκριμένος πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών παραβίασε τον παρόντα κανονισμό κατά τρόπο που θίγει αποδέκτες της υπηρεσίας στα κράτη μέλη τους, το συμβούλιο μπορεί να ζητήσει από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης να αξιολογήσει το ζήτημα και να λάβει τα αναγκαία μέτρα έρευνας και επιβολής προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Το αίτημα δυνάμει της παραγράφου 1 ή 2 είναι δεόντως αιτιολογημένο και αναφέρει τουλάχιστον τα εξής:

α)

το σημείο επαφής του οικείου παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών όπως προβλέπεται στο άρθρο 11·

β)

περιγραφή των σχετικών γεγονότων, των σχετικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού και των λόγων για τους οποίους ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα ή το συμβούλιο εικάζει ότι ο πάροχος παραβίασε τον παρόντα κανονισμό, περιλαμβανομένης της περιγραφής των αρνητικών επιπτώσεων της εικαζόμενης παράβασης·

γ)

κάθε άλλη πληροφορία την οποία θεωρεί συναφή ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα ή το συμβούλιο, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, πληροφοριών που συλλέγονται με δική του πρωτοβουλία ή προτάσεων για τη λήψη ειδικών μέτρων έρευνας ή επιβολής, συμπεριλαμβανομένων προσωρινών μέτρων.

4.   Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη το αίτημα ή τη σύσταση δυνάμει της παραγράφου 1 ή 2 του παρόντος άρθρου. Όταν θεωρεί ότι δεν διαθέτει επαρκείς πληροφορίες για να ανταποκριθεί στο αίτημα ή τη σύσταση και έχει λόγους να θεωρεί ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα ή το συμβούλιο θα μπορούσαν να παράσχουν πρόσθετες πληροφορίες, ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης δύναται είτε να ζητήσει τις πληροφορίες αυτές σύμφωνα με το άρθρο 57 είτε, εναλλακτικά, να δρομολογήσει κοινή έρευνα βάσει του άρθρου 60 παράγραφος 1, εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή τουλάχιστον του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που υπέβαλε το αίτημα. Η προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου αναστέλλεται έως ότου παρασχεθούν οι εν λόγω πρόσθετες πληροφορίες ή έως ότου απορριφθεί η πρόσκληση συμμετοχής στην κοινή έρευνα.

5.   Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση το αργότερο δύο μήνες από την παραλαβή του αιτήματος δυνάμει της παραγράφου 1 ή 2, κοινοποιεί στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα, και στο συμβούλιο, την αξιολόγηση σχετικά με την εικαζόμενη παράβαση και επεξήγηση τυχόν μέτρων έρευνας ή επιβολής που έχουν ληφθεί ή προβλέπονται σε σχέση με την παράβαση με σκοπό να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 59

Παραπομπή στην Επιτροπή

1.   Ελλείψει κοινοποίησης εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 58 παράγραφος 5, σε περίπτωση διαφωνίας του συμβουλίου όσον αφορά την αξιολόγηση ή τα μέτρα που έχουν ληφθεί ή προβλέπεται να ληφθούν σύμφωνα με το άρθρο 58 παράγραφος 5, ή στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 60 παράγραφος 3, το συμβούλιο μπορεί να παραπέμψει το ζήτημα στην Επιτροπή, παρέχοντας όλες τις σχετικές πληροφορίες. Οι πληροφορίες αυτές περιέχουν τουλάχιστον το αίτημα ή τη σύσταση που διαβιβάστηκε στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης, την αξιολόγηση του εν λόγω συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, τους λόγους της διαφωνίας και τυχόν επιπλέον πληροφορίες που θεμελιώνουν την παραπομπή.

2.   Η Επιτροπή αξιολογεί το ζήτημα εντός δύο μηνών από την παραπομπή του σύμφωνα με την παράγραφο 1, κατόπιν διαβούλευσης με τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης.

3.   Εάν η Επιτροπή κρίνει, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, ότι η αξιολόγηση ή τα μέτρα έρευνας ή επιβολής που έχουν ληφθεί ή προβλέπεται να ληφθούν σύμφωνα με το άρθρο 58 παράγραφος 5 δεν επαρκούν για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής επιβολής ή δεν συνάδουν, κατ’ άλλον τρόπο, με τον παρόντα κανονισμό, κοινοποιεί τις απόψεις της στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης και στο συμβούλιο, και ζητεί από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης να επανεξετάσει το ζήτημα.

Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα έρευνας ή επιβολής για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις απόψεις και το αίτημα επανεξέτασης της Επιτροπής. Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης ενημερώνει την Επιτροπή καθώς και τον αιτούντα συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών ή το συμβούλιο που ενήργησε σύμφωνα με το άρθρο 58 παράγραφος 1 ή 2, όσον αφορά τα μέτρα που ελήφθησαν, εντός δύο μηνών από το εν λόγω αίτημα επανεξέτασης.

Άρθρο 60

Κοινές έρευνες

1.   Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης μπορεί να κινεί και να διευθύνει κοινές έρευνες με τη συμμετοχή ενός ή περισσότερων άλλων οικείων συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών:

α)

με δική του πρωτοβουλία, για τη διερεύνηση εικαζόμενης παράβασης του παρόντος κανονισμού από συγκεκριμένο πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών σε πολλά κράτη μέλη· ή

β)

κατόπιν σύστασης του συμβουλίου, την οποία διατυπώνει κατόπιν αιτήματος τουλάχιστον τριών συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, που ισχυρίζονται, βάσει εύλογης υποψίας, παράβαση συγκεκριμένου παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών η οποία θίγει αποδέκτες της υπηρεσίας στα κράτη μέλη τους.

2.   Κάθε συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που αποδεικνύει έννομο συμφέρον δύναται να ζητήσει να συμμετάσχει στην κοινή έρευνα της παραγράφου 1. Η κοινή έρευνα ολοκληρώνεται εντός τριών μηνών από τη στιγμή της έναρξής της, εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετική προθεσμία μεταξύ των συμμετεχόντων.

Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης κοινοποιεί την προκαταρκτική του θέση σχετικά με την διισχυριζόμενη παράβαση το αργότερο έναν μήνα μετά τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο σε όλους τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, στην Επιτροπή και στο συμβούλιο. Στην προκαταρκτική θέση συνεκτιμώνται οι απόψεις όλων των άλλων συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών που συμμετέχουν στην κοινή έρευνα. Κατά περίπτωση, στην εν λόγω προκαταρκτική θέση καθορίζονται επίσης τα προβλεπόμενα μέτρα επιβολής.

3.   Το συμβούλιο μπορεί να παραπέμψει το ζήτημα στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 59, όταν:

α)

ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης δεν έχει κοινοποιήσει την προκαταρκτική του θέση εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 2·

β)

το συμβούλιο διαφωνεί ουσιαστικά με την προκαταρκτική θέση που κοινοποιήθηκε από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης· ή

γ)

ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης δεν κίνησε αμέσως την κοινή έρευνα έπειτα από τη σύσταση του συμβουλίου σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β).

4.   Κατά τη διεξαγωγή της κοινής έρευνας, οι συμμετέχοντες συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συνεργάζονται σε πνεύμα καλής πίστης, λαμβάνοντας υπόψη, κατά περίπτωση, τις υποδείξεις του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης και τη σύσταση του συμβουλίου. Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών των χωρών προορισμού που συμμετέχουν στην κοινή έρευνα έχουν το δικαίωμα, κατόπιν αιτήματος του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης ή έπειτα από διαβούλευση μαζί του, να ασκήσουν τις εξουσίες έρευνας που αναφέρονται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών τους οποίους αφορά η διισχυριζόμενη παράβαση, σε σχέση με τις πληροφορίες και τους χώρους που βρίσκονται στην επικράτεια της χώρας τους.

ΤΜΉΜΑ 3

Ευρωπαϊκό συμβούλιο ψηφιακών υπηρεσιών

Άρθρο 62

Δομή του συμβουλίου

1.   Το συμβούλιο απαρτίζεται από τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, οι οποίοι εκπροσωπούνται από υψηλόβαθμους υπαλλήλους. Η παράλειψη ενός ή περισσότερων κρατών μελών να ορίσουν συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών δεν εμποδίζει το συμβούλιο να εκτελεί τα καθήκοντά του βάσει του παρόντος κανονισμού. Όταν προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, στο συμβούλιο δύνανται να συμμετέχουν άλλες αρμόδιες αρχές στις οποίες έχουν ανατεθεί συγκεκριμένες επιχειρησιακές αρμοδιότητες για την εφαρμογή και την επιβολή του παρόντος κανονισμού μαζί με τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών. Στις συνεδριάσεις μπορεί να προσκαλούνται άλλες εθνικές αρχές, όταν τις αφορούν τα ζητήματα που συζητούνται.

2.   Η προεδρία του συμβουλίου ασκείται από την Επιτροπή. Η Επιτροπή συγκαλεί τις συνεδριάσεις και καταρτίζει την ημερήσια διάταξη σύμφωνα με τα καθήκοντα του συμβουλίου δυνάμει του παρόντος κανονισμού και με βάση τον εσωτερικό κανονισμό του. Όταν ζητείται από το συμβούλιο να διατυπώσει σύσταση βάσει του παρόντος κανονισμού, το συμβούλιο καθιστά το αίτημα αυτό αμέσως διαθέσιμο στους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών μέσω του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που θεσπίζεται με το άρθρο 85.

3.   Κάθε κράτος μέλος έχει μία ψήφο. Η Επιτροπή δεν έχει δικαιώματα ψήφου.

Το συμβούλιο εγκρίνει τις πράξεις του με απλή πλειοψηφία. Όσον αφορά την έκδοση της αναφερόμενης στο άρθρο 36 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο σύστασης προς την Επιτροπή, το συμβούλιο πραγματοποιεί ψηφοφορία εντός 48 ωρών από το αίτημα του προέδρου του συμβουλίου.

4.   Η Επιτροπή παρέχει διοικητική και αναλυτική υποστήριξη για τις δραστηριότητες του συμβουλίου σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

5.   Το συμβούλιο μπορεί να προσκαλεί στις συνεδριάσεις του εμπειρογνώμονες και παρατηρητές και μπορεί να συνεργάζεται με άλλα όργανα, οργανισμούς, υπηρεσίες και συμβουλευτικές ομάδες της Ένωσης, καθώς και με εξωτερικούς εμπειρογνώμονες, κατά περίπτωση. Το συμβούλιο δημοσιεύει τα αποτελέσματα αυτής της συνεργασίας.

6.   Το συμβούλιο δύναται να διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη και δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα της εν λόγω διαβούλευσης.

7.   Το συμβούλιο θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό του, κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Επιτροπής.

Άρθρο 63

Καθήκοντα του συμβουλίου

1.   Όταν απαιτείται για την επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο άρθρο 61 παράγραφος 2, το συμβούλιο ειδικότερα:

α)

στηρίζει τον συντονισμό των κοινών ερευνών·

β)

στηρίζει τις αρμόδιες αρχές κατά την ανάλυση των εκθέσεων και των αποτελεσμάτων των ελέγχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης που πρέπει να κοινοποιούνται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

γ)

διατυπώνει γνώμες, συστάσεις ή συμβουλές προς τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη την ελευθερία παροχής υπηρεσιών των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών·

δ)

συμβουλεύει την για τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 66 και εκδίδει γνώμες όσον αφορά πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες ή πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

ε)

στηρίζει και προωθεί την εκπόνηση και την εφαρμογή ευρωπαϊκών προτύπων, κατευθυντήριων γραμμών, εκθέσεων, υποδειγμάτων και κωδίκων δεοντολογίας σε συνεργασία με τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη, όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, μεταξύ άλλων με την έκδοση γνωμοδοτήσεων ή συστάσεων για θέματα που σχετίζονται με το άρθρο 44, καθώς και τον προσδιορισμό αναδυόμενων ζητημάτων, σε σχέση με θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό.

2.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και, κατά περίπτωση, άλλες αρμόδιες αρχές που δεν συμμορφώνονται με τις γνωμοδοτήσεις, τα αιτήματα ή τις συστάσεις που τους απευθύνονται και εκδίδονται από το συμβούλιο αιτιολογούν την επιλογή τους αυτή, συμπεριλαμβανομένης μιας εξήγησης σχετικά με τις έρευνες, τις ενέργειες και τα μέτρα που έχουν υλοποιήσει, κατά την υποβολή εκθέσεων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό ή κατά τη λήψη των σχετικών αποφάσεών τους, ανάλογα με την περίπτωση.

ΤΜΉΜΑ 4

Επίβλεψη, έρευνα, επιβολή και παρακολούθηση όσον αφορά τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης

Άρθρο 66

Κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή και συνεργασία στην έρευνα

1.   Η Επιτροπή μπορεί να κινήσει διαδικασία ενόψει της πιθανής έκδοσης αποφάσεων δυνάμει των άρθρων 73 και 74 όσον αφορά τη σχετική συμπεριφορά του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης για τον οποίο η Επιτροπή υποπτεύεται ότι έχει παραβιάσει κάποια από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

2.   Εάν η Επιτροπή αποφασίσει να κινήσει τη διαδικασία της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ενημερώνει σχετικά όλους τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και το συμβούλιο μέσω του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 85, καθώς και τον οικείο πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης.

Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαβιβάζουν στην Επιτροπή, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση αφότου ενημερωθούν ότι έχει κινηθεί διαδικασία, κάθε πληροφορία που έχουν στην κατοχή τους σχετικά με την επίμαχη παράβαση.

Η κίνηση της διαδικασίας δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου από την Επιτροπή απαλλάσσει τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών ή κάθε τυχόν αρμόδια αρχή, κατά περίπτωση, από τις αρμοδιότητες της εποπτείας και επιβολής που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό δυνάμει του άρθρου 56 παράγραφος 4.

3.   Κατά την άσκηση των ελεγκτικών εξουσιών που διαθέτει δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη μεμονωμένη ή κοινή στήριξη των τυχόν συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών τους οποίους αφορά η εικαζόμενη παράβαση, συμπεριλαμβανομένου του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης. Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών που λαμβάνουν τέτοιο αίτημα, καθώς και οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή της οποίας η συμμετοχή ζητείται από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, συνεργάζονται καλόπιστα και εγκαίρως με την Επιτροπή και έχουν το δικαίωμα να ασκήσουν τις ελεγκτικές εξουσίες που διαθέτουν σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 όσον αφορά τον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, σε σχέση με τις πληροφορίες, τα πρόσωπα και τους χώρους που βρίσκονται στην επικράτεια του κράτους μέλους τους και σύμφωνα με το σχετικό αίτημα.

4.   Η Επιτροπή παρέχει στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης και στο συμβούλιο όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν στην άσκηση των εξουσιών που αναφέρονται στα άρθρα 67 έως 72, καθώς και τα αναφερόμενα στο άρθρο 79 παράγραφος 1 προκαταρκτικά πορίσματά της. Το συμβούλιο υποβάλλει στην Επιτροπή τις απόψεις του σχετικά με τα εν λόγω προκαταρκτικά πορίσματα εντός προθεσμίας που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2. Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τις απόψεις του συμβουλίου κατά τη λήψη της απόφασής της.

Άρθρο 69

Εξουσία διεξαγωγής επιθεωρήσεων

1.   Προς εκπλήρωση των καθηκόντων που της ανατίθενται βάσει του παρόντος τμήματος, η Επιτροπή δύναται να διενεργεί όλες τις αναγκαίες επιθεωρήσεις στις εγκαταστάσεις του οικείου παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλου προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1.

2.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης, έχουν την εξουσία:

α)

να εισέρχονται σε χώρους, εκτάσεις γης και μεταφορικά μέσα του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, ή άλλου προσώπου ενδιαφέροντος·

β)

να ελέγχουν τα βιβλία και άλλα αρχεία που σχετίζονται με την παροχή της οικείας υπηρεσίας, ανεξαρτήτως του μέσου στο οποίο είναι αποθηκευμένα·

γ)

να πραγματοποιούν ή να αποκτούν υπό οποιαδήποτε μορφή αντίγραφα ή αποσπάσματα των εν λόγω βιβλίων ή άλλων αρχείων·

δ)

να ζητούν από τον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή από άλλο πρόσωπο ενδιαφέροντος να παράσχει πρόσβαση και εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγόριθμους, τον χειρισμό δεδομένων και τις επιχειρηματικές πρακτικές, και να καταγράφουν ή να καταχωρίζουν τις εξηγήσεις που παρέχονται·

ε)

να σφραγίζουν κάθε χώρο που χρησιμοποιείται για σκοπούς που σχετίζονται με την εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή επαγγελματική δραστηριότητα του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, ή άλλου προσώπου ενδιαφέροντος, καθώς και βιβλία ή άλλα αρχεία, για την περίοδο και στον βαθμό που απαιτείται για την επιθεώρηση·

στ)

να ζητούν από οποιονδήποτε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, ή άλλου προσώπου ενδιαφέροντος, εξηγήσεις σχετικά με γεγονότα ή έγγραφα που σχετίζονται με το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης, και να καταγράφουν τις απαντήσεις·

ζ)

να απευθύνουν ερωτήσεις σε κάθε τέτοιο εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού σχετικά με το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης, και να καταγράφουν τις απαντήσεις.

3.   Οι επιθεωρήσεις μπορούν να διενεργούνται με τη βοήθεια ελεγκτών ή εμπειρογνωμόνων που διορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 2, καθώς και με τη βοήθεια του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών ή άλλων αρμοδίων αρχών του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου διενεργείται η επιθεώρηση.

4.   Όταν η επίδειξη των απαιτούμενων βιβλίων ή άλλων αρχείων σχετικά με την παροχή της υπηρεσίας είναι ελλιπής ή όταν οι απαντήσεις στις ερωτήσεις που υποβάλλονται δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου είναι ανακριβείς, ελλιπείς ή παραπλανητικές, οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή για τη διενέργεια επιθεώρησης ασκούν τις σχετικές εξουσίες επιδεικνύοντας έγγραφη εξουσιοδότηση που ορίζει το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης, καθώς και τις κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 74 και 76. Σε εύλογο χρόνο πριν από την επιθεώρηση, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά, τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση.

5.   Κατά τη διάρκεια των επιθεωρήσεων, οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή, οι ελεγκτές και οι εμπειρογνώμονες που διορίζονται από την Επιτροπή, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών ή οι άλλες αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου διενεργείται η επιθεώρηση, μπορούν να ζητήσουν από τον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, ή από άλλο πρόσωπο ενδιαφέροντος, να παράσχει εξηγήσεις σχετικά με την οργάνωση, τη λειτουργία, το σύστημα ΤΠ, τους αλγόριθμους, τον χειρισμό δεδομένων και την επιχειρηματική συμπεριφορά του, και μπορούν να απευθύνουν ερωτήσεις στο βασικό προσωπικό του.

6.   Ο οικείος πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ενδιαφέροντος υποχρεούται να υποβληθεί σε επιθεώρηση την οποία έχει διατάξει με απόφασή της η Επιτροπή. Στην απόφαση προσδιορίζονται το αντικείμενο και ο σκοπός της επιθεώρησης, ορίζεται η ημερομηνία έναρξής της και μνημονεύονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 74 και 76, καθώς και το δικαίωμα να ζητηθεί έλεγχος της απόφασης από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πριν λάβει την εν λόγω απόφαση, η Επιτροπή διαβουλεύεται με τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση.

7.   Οι υπάλληλοι και τα λοιπά πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται ή διορίζονται από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, επικουρούν ενεργά, κατόπιν αιτήματος του εν λόγω συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών ή της Επιτροπής, τους υπαλλήλους και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή σε σχέση με την επιθεώρηση. Για τον σκοπό αυτό διαθέτουν τις εξουσίες που καθορίζονται στην παράγραφο 2.

8.   Εάν οι υπάλληλοι και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή διαπιστώσουν ότι ο πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο πρόσωπο ενδιαφέροντος αντιτίθεται σε επιθεώρηση που έχει διαταχθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο, το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να διενεργηθεί η επιθεώρηση, κατόπιν αιτήματος των εν λόγω υπαλλήλων ή λοιπών συνοδευόντων προσώπων και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους, τους παρέχει την αναγκαία συνδρομή, μεταξύ άλλων, όταν αυτό ενδείκνυται δυνάμει του εν λόγω εθνικού δικαίου, υπό μορφή μέτρων καταναγκασμού τα οποία λαμβάνονται από αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου, ώστε να είναι σε θέση να διενεργήσουν την επιθεώρηση.

9.   Εάν για τη συνδρομή που προβλέπεται στην παράγραφο 8 απαιτείται άδεια από εθνική δικαστική αρχή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους, η εν λόγω άδεια ζητείται από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του εν λόγω κράτους μέλους κατόπιν αιτήματος των υπαλλήλων και λοιπών συνοδευόντων προσώπων που εξουσιοδοτούνται από την Επιτροπή. Η άδεια αυτή μπορεί επίσης να ζητείται ως προληπτικό μέτρο.

10.   Όταν ζητείται η άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 9, η επιληφθείσα εθνική δικαστική αρχή επαληθεύει τη γνησιότητα της απόφασης της Επιτροπής με την οποία διατάσσεται η επιθεώρηση, καθώς και ότι τα σχεδιαζόμενα μέτρα καταναγκασμού δεν είναι ούτε αυθαίρετα ούτε υπερβολικά σε σχέση με το αντικείμενο της επιθεώρησης. Κατά τη διενέργεια της εν λόγω επαλήθευσης, η εθνική δικαστική αρχή μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή, απευθείας ή μέσω των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών του οικείου κράτους μέλους, λεπτομερείς εξηγήσεις, ιδίως όσον αφορά τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή υποπτεύεται ότι παραβιάζεται ο παρών κανονισμός, όσον αφορά την βαρύτητα της εικαζόμενης παράβασης και όσον αφορά τη φύση της συμμετοχής του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλου προσώπου ενδιαφέροντος. Ωστόσο, η εθνική δικαστική αρχή δεν δύναται να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα της επιθεώρησης ούτε απαιτεί τη λήψη πληροφοριών από τον σχετικό φάκελο της Επιτροπής. Η νομιμότητα της απόφασης της Επιτροπής υπόκειται αποκλειστικά στον έλεγχο του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 72

Δράσεις παρακολούθησης

1.   Για τους σκοπούς της εκτέλεσης των καθηκόντων που της ανατίθενται βάσει του παρόντος τμήματος, η Επιτροπή μπορεί να αναλάβει τις απαραίτητες δράσεις για την παρακολούθηση της αποτελεσματικής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και της συμμόρφωσης με αυτόν από παρόχους των πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και των πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης. Η Επιτροπή μπορεί επίσης να τους διατάξει να παράσχουν πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων και τους αλγορίθμους τους και επεξηγήσεις σχετικά με αυτά. Οι δράσεις αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν την επιβολή υποχρέωσης στον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης να φυλάσσει όλα τα έγγραφα που θεωρούνται απαραίτητα για την αξιολόγηση της εφαρμογής των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό και της συμμόρφωσης με αυτές.

2.   Οι δράσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορούν να περιλαμβάνουν τον διορισμό ανεξάρτητων εξωτερικών εμπειρογνωμόνων και ελεγκτών, καθώς και εμπειρογνωμόνων και ελεγκτών από αρμόδιες εθνικές αρχές, με τη σύμφωνη γνώμη της οικείας αρχής, με σκοπό να συνδράμουν την Επιτροπή στην παρακολούθηση αποτελεσματικής εφαρμογής των οικείων διατάξεων του παρόντος κανονισμού και τη συμμόρφωση με αυτές, και να παράσχουν στην Επιτροπή ειδική εμπειρογνωσία ή γνώσεις.

Άρθρο 77

Προθεσμία παραγραφής της επιβολής κυρώσεων

1.   Οι εξουσίες που ανατίθενται στην Επιτροπή δυνάμει των άρθρων 74 και 76 υπόκεινται σε πενταετή προθεσμία παραγραφής.

2.   Η προθεσμία αρχίζει να ισχύει από την ημέρα διάπραξης της παράβασης. Ωστόσο, στην περίπτωση διαρκούς ή επαναλαμβανόμενης παράβασης, η προθεσμία αρχίζει να ισχύει από την ημέρα παύσης της παράβασης.

3.   Η περίοδος παραγραφής που ισχύει για την επιβολή προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών διακόπτεται από κάθε δράση της Επιτροπής ή του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών η οποία αποβλέπει στη διερεύνηση της παράβασης ή σε διαδικασία επί παραβάσει. Ως δράσεις που διακόπτουν την περίοδο παραγραφής θεωρούνται ειδικότερα οι ακόλουθες:

α)

αιτήματα παροχής πληροφοριών από την Επιτροπή ή συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών·

β)

διενέργεια επιθεώρησης·

γ)

κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 1.

4.   Έπειτα από κάθε διακοπή, η προθεσμία αρχίζει να ισχύει εκ νέου. Ωστόσο, η περίοδος παραγραφής της επιβολής προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών λήγει το αργότερο την ημέρα παρέλευσης προθεσμίας ίσης με το διπλάσιο της προθεσμίας παραγραφής, υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή δεν έχει επιβάλει πρόστιμο ή περιοδική χρηματική ποινή. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά χρονικό διάστημα ίσο με τον χρόνο αναστολής της περιόδου παραγραφής κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 5.

5.   Η περίοδος παραγραφής που ισχύει για την επιβολή προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών αναστέλλεται για όσο διάστημα η απόφαση της Επιτροπής αποτελεί αντικείμενο εκκρεμούς διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 83

Εκτελεστικές πράξεις σε σχέση με την παρέμβαση της Επιτροπής

Όσον αφορά την παρέμβαση της Επιτροπής που καλύπτεται από το παρόν τμήμα, η Επιτροπή δύναται να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με τις πρακτικές ρυθμίσεις:

α)

της διαδικασίας σύμφωνα με τα άρθρα 69 και 72·

β)

των ακροάσεων που προβλέπονται στο άρθρο 79·

γ)

της γνωστοποίησης στοιχείων κατόπιν διαπραγμάτευσης που προβλέπεται στο άρθρο 79.

Η Επιτροπή, πριν λάβει οποιαδήποτε μέτρο δυνάμει του πρώτου εδαφίου του παρόντος άρθρου, δημοσιεύει σχέδιο του μέτρου και καλεί όλους τους ενδιαφερομένους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους εντός προθεσμίας που ορίζεται στο σχέδιο και η οποία είναι ελάχιστης διάρκειας ενός μήνα. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 88.

Τμήμα 5

Κοινές διατάξεις επιβολής

Άρθρο 91

Επανεξέταση

1.   Έως την 18η Φεβρουαρίου 2027, η Επιτροπή αξιολογεί τις πιθανές επιπτώσεις του παρόντος κανονισμού στην ανάπτυξη και την οικονομική μεγέθυνση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή.

Έως την 17η Νοεμβρίου 2025, η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή σχετικά με τα εξής στοιχεία:

α)

την εφαρμογή του άρθρου 33, συμπεριλαμβανομένου του πεδίου εφαρμογής των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών που καλύπτονται από τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ τμήμα 5 του παρόντος κανονισμού·

β)

την αλληλεπίδραση του παρόντος κανονισμού με άλλες νομικές πράξεις, ιδίως με τις πράξεις που αναφέρονται άρθρο 2 παράγραφοι 3 και 4.

2.   Έως την 17η Νοεμβρίου 2027, και στη συνέχεια ανά πενταετία, η Επιτροπή αξιολογεί τον παρόντα κανονισμό και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή.

Η έκθεση αυτή αφορά ιδίως:

α)

την εφαρμογή της παραγράφου 1 δεύτερο εδάφιο στοιχεία α) και β)·

β)

τη συμβολή του παρόντος κανονισμού στην εμβάθυνση και την αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ενδιάμεσων υπηρεσιών, ιδίως όσον αφορά τη διασυνοριακή παροχή ψηφιακών υπηρεσιών·

γ)

την εφαρμογή των άρθρων 13, 16, 20, 21, 45 και 46·

δ)

το πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων·

ε)

την αποτελεσματικότητα των μηχανισμών επίβλεψης και επιβολής·

στ)

τον αντίκτυπο στον σεβασμό του δικαιώματος στην ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης.

3.   Κατά περίπτωση, η έκθεση που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 συνοδεύεται από πρόταση τροποποίησης του παρόντος κανονισμού.

4.   Η Επιτροπή, στην έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, αξιολογεί επίσης και παρουσιάζει τις ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τις δραστηριότητες των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών που υποβάλλονται στην Επιτροπή και το συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 55 παράγραφος 1.

5.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, τα κράτη μέλη και το συμβούλιο αποστέλλουν πληροφορίες κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής.

6.   Κατά τη διενέργεια των αξιολογήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις θέσεις και τα πορίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, καθώς και άλλων αρμόδιων φορέων ή πηγών, και δίνει ιδιαίτερη προσοχή στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και στη θέση νέων ανταγωνιστών.

7.   Έως την 18η Φεβρουαρίου 2027, η Επιτροπή, έπειτα από διαβούλευση με το συμβούλιο, διενεργεί αξιολόγηση της λειτουργίας του συμβουλίου και της εφαρμογής του άρθρου 43, και υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τα πρώτα έτη εφαρμογής του κανονισμού. Με βάση τα πορίσματα και λαμβανομένης ιδιαιτέρως υπόψη της γνώμης του συμβουλίου, η έκθεση αυτή συνοδεύεται, κατά περίπτωση, από πρόταση τροποποίησης του παρόντος κανονισμού όσον αφορά τη δομή του συμβουλίου.

Άρθρο 93

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την 17η Φεβρουαρίου 2024.

Ωστόσο, το άρθρο 24 παράγραφοι 2, 3 και 6, το άρθρο 33 παράγραφοι 3 έως 6, το άρθρο 37 παράγραφος 7, το άρθρο 40 παράγραφος 13, το άρθρο 43 και το κεφάλαιο IV τμήματα 4, 5 και 6 εφαρμόζονται από την 16η Νοεμβρίου 2022.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 19 Οκτωβρίου 2022.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

H Πρόεδρος

R. METSOLA

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. BEK


(1)  ΕΕ C 286 της 16.7.2021, σ. 70.

(2)  ΕΕ C 440 της 29.10.2021, σ. 67.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Ιουλίου 2022 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 4ης Οκτωβρίου 2022.

(4)  Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (EE L 178 της 17.7.2000, σ. 1).

(5)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Σεπτεμβρίου 2015, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (ΕΕ L 241 της 17.9.2015, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 351 της 20.12.2012, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1148 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, σχετικά με την κυκλοφορία στην αγορά και τη χρήση πρόδρομων ουσιών εκρηκτικών υλών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 98/2013 (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 57).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2021, σχετικά με την πρόληψη της διάδοσης τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο (ΕΕ L 172 της 17.5.2021, σ. 79).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1232 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουλίου 2021, περί προσωρινής παρεκκλίσεως από ορισμένες διατάξεις της οδηγίας 2002/58/ΕΚ όσον αφορά τη χρήση τεχνολογιών από παρόχους υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών για την επεξεργασία προσωπικών και άλλων δεδομένων, προς καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο (ΕΕ L 274 της 30.7.2021, σ. 41).

(12)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 345 της 27.12.2017, σ. 1).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1020 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την εποπτεία της αγοράς και τη συμμόρφωση των προϊόντων και για την τροποποίηση της οδηγίας 2004/42/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και (ΕΕ) αριθ. 305/2011 (ΕΕ L 169 της 25.6.2019, σ. 1).

(15)  Οδηγία 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 2001, για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (ΕΕ L 11 της 15.1.2002, σ. 4).

(16)  Οδηγία 2005/29/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22).

(17)  Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64).

(18)  Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 63).

(19)  Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ L 95 της 21.4.1993, σ. 29).

(20)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(21)  Οδηγία 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (ΕΕ L 167 της 22.6.2001, σ. 10).

(22)  Οδηγία 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 45).

(23)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/790 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα συγγενικά δικαιώματα στην ψηφιακή ενιαία αγορά και την τροποποίηση των οδηγιών 96/9/ΕΚ και 2001/29/ΕΚ (ΕΕ L 130 της 17.5.2019, σ. 92).

(24)  Οδηγία (ΕΕ) 2018/1972 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (ΕΕ L 321 της 17.12.2018, σ. 36).

(25)  Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

(26)  Οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1).

(27)  Οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, καθώς και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 101 της 15.4.2011, σ. 1).

(28)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017, σ. 6).

(29)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 53).

(30)  Οδηγία (ΕΕ) 2021/514 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2021, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (ΕΕ L 104 της 25.3.2021, σ. 1).

(31)  Οδηγία 98/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, περί της προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά την αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές (ΕΕ L 80 της 18.3.1998, σ. 27).

(32)  Οδηγία (EE) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, περί προστασίας της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (ΕΕ L 157 της 15.6.2016, σ. 1).

(33)  Οδηγία (ΕΕ) 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 409 της 4.12.2020, σ. 1).

(34)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(35)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(36)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(37)  ΕΕ C 149 της 27.4.2021, σ. 3.

(38)  Οδηγία (EE) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 70).

(39)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1).

(40)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73).

(41)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).



whereas









keyboard_arrow_down