search


keyboard_tab Digital Service Act 2022/2065 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/2065 EL cercato: 'δική' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index δική:


whereas δική:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 2016

 

Άρθρο 15

Υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων σχετικά με τη διαφάνεια για παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών

1.   Οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών δημοσιεύουν, σε μηχαναγνώσιμο μορφότυπο και κατά τρόπο εύκολα προσβάσιμο, τουλάχιστον μία φορά ετησίως, σαφείς και εύκολα κατανοητές εκθέσεις σχετικά με κάθε έλεγχο περιεχομένου που πραγματοποίησαν κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου. Οι εκθέσεις αυτές περιλαμβάνουν, ιδίως, πληροφορίες σχετικά με τα ακόλουθα, κατά περίπτωση:

α)

για τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών, τον αριθμό των εντολών που ελήφθησαν από τις αρχές των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των εντολών που εκδόθηκαν σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10, κατηγοριοποιημένες ανά είδος παράνομου περιεχομένου, το κράτος μέλος που εξέδωσε την εντολή, και τον διάμεσο χρόνο που απαιτήθηκε για να ενημερωθεί η αρχή που εκδίδει την εντολή, ή οποιαδήποτε άλλη αρχή προσδιορίζεται στην εντολή, σχετικά με την παραλαβή και την εκτέλεση της εντολής·

β)

για τους παρόχους υπηρεσιών φιλοξενίας, τον αριθμό ειδοποιήσεων που υποβλήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 16, κατηγοριοποιημένες ανά είδος εικαζόμενου παράνομου περιεχομένου, τον αριθμό των ειδοποιήσεων που υποβλήθηκαν από αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου, κάθε δράση που αναλήφθηκε σύμφωνα με τις ειδοποιήσεις, διακρίνοντας μεταξύ δράσεων που αναλήφθηκαν βάσει νόμου και δράσεων που αναλήφθηκαν βάσει των όρων και προϋποθέσεων του παρόχου, τον αριθμό των ειδοποιήσεων που διεκπεραιώθηκαν με τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων και τον διάμεσο χρόνο που απαιτήθηκε για την ανάληψη της δράσης·

γ)

για τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών, ουσιαστικές και κατανοητές πληροφορίες σχετικά με τον έλεγχο περιεχομένου που πραγματοποιήθηκε με δική τους πρωτοβουλία, συμπεριλαμβανομένων της χρήσης αυτοματοποιημένων εργαλείων, των μέτρων που ελήφθησαν για την παροχή κατάρτισης και συνδρομής στα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για τον έλεγχο περιεχομένου, του αριθμού και του είδους των μέτρων που ελήφθησαν και τα οποία επηρεάζουν τη διαθεσιμότητα, την προβολή και την προσβασιμότητα των πληροφοριών που παρασχέθηκαν από τους αποδέκτες της υπηρεσίας, καθώς και την ικανότητα των αποδεκτών να παρέχουν πληροφορίες μέσω της υπηρεσίας, και άλλων σχετικών περιορισμών της υπηρεσίας· οι υποβληθείσες πληροφορίες κατηγοριοποιούνται ανά είδος παράνομου περιεχομένου ή παράβασης των όρων και των προϋποθέσεων του παρόχου υπηρεσιών, ανά μέθοδο ανίχνευσης, και ανά τύπο του περιορισμού που επιβλήθηκε·

δ)

για τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών, τον αριθμό των καταγγελιών που ελήφθησαν μέσω των εσωτερικών συστημάτων διαχείρισης καταγγελιών σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις του παρόχου και επιπλέον, για παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών, σύμφωνα με το άρθρο 20, τη βάση για τις εν λόγω καταγγελίες, τις αποφάσεις που ελήφθησαν σε σχέση με τις καταγγελίες αυτές, τον διάμεσο χρόνο που απαιτήθηκε για τη λήψη των αποφάσεων αυτών και τον αριθμό των περιπτώσεων στις οποίες ανακλήθηκαν οι εν λόγω αποφάσεις·

ε)

κάθε χρήση αυτοματοποιημένων μέσων με σκοπό τον έλεγχο περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένων της ποιοτικής περιγραφής, της εξειδίκευσης των συγκεκριμένων σκοπών, των ενδείξεων της ακρίβειας και του πιθανού ποσοστού σφάλματος των αυτοματοποιημένων μέσων που χρησιμοποιήθηκαν κατά την εκπλήρωση των σκοπών αυτών, και τυχόν διασφαλίσεων που εφαρμόστηκαν.

2.   Η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται σε παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών οι οποίοι θεωρούνται πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις όπως ορίζονται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ και οι οποίες δεν είναι πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες κατά την έννοια του άρθρου 33 του παρόντος κανονισμού.

3.   Η Επιτροπή δύναται να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό υποδειγμάτων σχετικά με τη μορφή, το περιεχόμενο και άλλες λεπτομέρειες των εκθέσεων σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, μεταξύ των οποίων και εναρμονισμένες περιόδους υποβολής εκθέσεων. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 88.

ΤΜΉΜΑ 2

Πρόσθετες διατάξεις που εφαρμόζονται σε παρόχους υπηρεσιών φιλοξενίας, συμπεριλαμβανομένων των επιγραμμικών πλατφορμών

Άρθρο 16

Μηχανισμοί ειδοποίησης και δράσης

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας θέτουν σε εφαρμογή μηχανισμούς που επιτρέπουν σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή οντότητα να τους ειδοποιεί σχετικά με την ύπαρξη στην υπηρεσία τους συγκεκριμένων πληροφοριακών στοιχείων τα οποία το πρόσωπο ή η οντότητα θεωρεί παράνομο_περιεχόμενο. Οι εν λόγω μηχανισμοί είναι εύκολα προσβάσιμοι, εύχρηστοι και παρέχουν τη δυνατότητα υποβολής ειδοποιήσεων αποκλειστικά με ηλεκτρονικά μέσα.

2.   Οι μηχανισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι τέτοιοι ώστε να διευκολύνουν την υποβολή επαρκώς ακριβών και αρκούντως τεκμηριωμένων ειδοποιήσεων. Προς τούτο, οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να καταστήσουν δυνατή και να διευκολύνουν την υποβολή ειδοποιήσεων που περιέχουν όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

μια επαρκώς τεκμηριωμένη εξήγηση των λόγων για τους οποίους το πρόσωπο ή η οντότητα ισχυρίζεται ότι οι επίμαχες πληροφορίες αποτελούν παράνομο_περιεχόμενο·

β)

σαφή ένδειξη της ακριβούς ηλεκτρονικής τοποθεσίας των εν λόγω πληροφοριών, όπως τον ακριβή ενιαίο εντοπιστή πόρου ή τους ακριβείς ενιαίους εντοπιστές πόρου, και, εφόσον είναι απαραίτητο, πρόσθετες πληροφορίες που επιτρέπουν τον προσδιορισμό του παράνομου περιεχομένου προσαρμοσμένες στον τύπο περιεχομένου και τον συγκεκριμένο τύπο υπηρεσίας φιλοξενίας·

γ)

το όνομα και τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του προσώπου ή της οντότητας που υποβάλλει την ειδοποίηση, με εξαίρεση την περίπτωση πληροφοριών που θεωρείται ότι αφορούν ένα από τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 7 της οδηγίας 2011/93/ΕΕ·

δ)

δήλωση που επιβεβαιώνει την καλή πίστη αίσθηση του προσώπου ή της οντότητας που υποβάλλει την ειδοποίηση ότι οι πληροφορίες και οι ισχυρισμοί που περιέχονται σε αυτήν είναι ακριβείς και πλήρεις.

3.   Οι ειδοποιήσεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο θεωρείται ότι συνεπάγονται πραγματική γνώση ή αντίληψη για τους σκοπούς του άρθρου 6 σχετικά με το συγκεκριμένο πληροφοριακό στοιχείο, όταν δίνουν τη δυνατότητα σε πάροχο υπηρεσιών φιλοξενίας που επιδεικνύει δέουσα επιμέλεια να διαπιστώσει τον παράνομο χαρακτήρα της σχετικής δραστηριότητας ή πληροφορίας χωρίς λεπτομερή νομική εξέταση.

4.   Όταν η ειδοποίηση περιέχει τα ηλεκτρονικά στοιχεία επικοινωνίας του προσώπου ή της οντότητας που την υπέβαλε, ο πάροχος υπηρεσιών φιλοξενίας αποστέλλει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στο εν λόγω πρόσωπο ή στην εν λόγω οντότητα επιβεβαίωση παραλαβής της ειδοποίησης.

5.   Ο πάροχος κοινοποιεί επίσης στο εν λόγω πρόσωπο ή στην εν λόγω οντότητα, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, την απόφασή του σχετικά με τις πληροφορίες στις οποίες αναφέρεται η ειδοποίηση, παρέχοντας πληροφορίες σχετικά με τις δυνατότητες προσφυγής κατά της εν λόγω απόφασης.

6.   Οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας επεξεργάζονται κάθε ειδοποίηση που λαμβάνουν σύμφωνα με τους μηχανισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και λαμβάνουν τις αποφάσεις τους, σχετικά με τις πληροφορίες στις οποίες αναφέρονται οι ειδοποιήσεις, με έγκαιρο, επιμελή, μη αυθαίρετο και αντικειμενικό τρόπο. Όταν χρησιμοποιούν αυτοματοποιημένα μέσα για την εν λόγω επεξεργασία ή την λήψη αποφάσεων, περιλαμβάνουν στην κοινοποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο 5 πληροφορίες σχετικά με την εν λόγω χρήση.

Άρθρο 18

Αναφορά υπονοιών τέλεσης ποινικών αδικημάτων

1.   Όταν ένας πάροχος υπηρεσιών φιλοξενίας αντιληφθεί τυχόν πληροφορίες που εγείρουν υπόνοια ότι έχει διαπραχθεί, διαπράττεται ή είναι πιθανό να διαπραχθεί ποινικό αδίκημα το οποίο συνεπάγεται απειλή για τη ζωή ή την ασφάλεια ενός ή περισσότερων προσώπων, ενημερώνει αμέσως τις αρχές επιβολής του νόμου ή τις δικαστικές αρχές του οικείου κράτους μέλους ή των οικείων κρατών μελών σχετικά με την υπόνοιά του και παρέχει όλες τις διαθέσιμες σχετικές πληροφορίες.

2.   Όταν ο πάροχος υπηρεσιών φιλοξενίας δεν μπορεί να προσδιορίσει με εύλογη βεβαιότητα το οικείο κράτος μέλος, ενημερώνει τις αρχές επιβολής του νόμου του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ή στο οποίο διαμένει ή είναι εγκατεστημένος ο νόμιμος εκπρόσωπός του ή ενημερώνει την Ευρωπόλ, ή ενημερώνει τόσο τις εν λόγω αρχές όσο και την Ευρωπόλ.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, το οικείο κράτος μέλος είναι το κράτος μέλος στο οποίο υπάρχει υπόνοια ότι έχει διαπραχθεί, διαπράττεται ή είναι πιθανό να διαπραχθεί το αδίκημα, ή το κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ή βρίσκεται ο φερόμενος ως δράστης, ή το κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ή βρίσκεται το θύμα του εικαζόμενου αδικήματος.

ΤΜΉΜΑ 3

Πρόσθετες διατάξεις που εφαρμόζονται σε παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών

Άρθρο 21

Εξωδικαστική επίλυση διαφορών

1.   Οι αποδέκτες της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων φυσικών προσώπων ή οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποιήσεις, στους οποίους απευθύνονται οι αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 έχουν δικαίωμα να επιλέξουν οποιοδήποτε όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχει πιστοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, για την επίλυση των διαφορών που αφορούν τις αποφάσεις αυτές, συμπεριλαμβανομένων καταγγελιών που δεν κατέστη εφικτό να επιλυθούν μέσω του εσωτερικού συστήματος διαχείρισης καταγγελιών που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο.

Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα των αποδεκτών της υπηρεσίας να έχουν πρόσβαση σε εξωδικαστική επίλυση διαφορών, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, είναι εύκολα προσβάσιμες στην επιγραμμική_διεπαφή τους, με σαφή και φιλικό προς τον χρήστη τρόπο.

Το πρώτο εδάφιο δεν θίγει το δικαίωμα του αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας να κινήσει, σε οποιοδήποτε στάδιο, διαδικασία προσβολής των εν λόγω αποφάσεων των παρόχων επιγραμμικών πλατφορμών ενώπιον δικαστηρίου σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο.

2.   Αμφότερα τα μέρη συνεργάζονται καλόπιστα με το επιλεγμένο πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών με σκοπό την επίλυση της διαφοράς.

Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών μπορούν να αρνηθούν να συνεργαστούν με τέτοιο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, εάν έχει ήδη επιλυθεί διαφορά που αφορά τις ίδιες πληροφορίες και τους ίδιους λόγους εικαζόμενης παρανομίας ή ασυμβατότητας του περιεχομένου.

Το πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δεν έχει την εξουσία να διευθετήσει, κατά τρόπο δεσμευτικό για τα μέρη, τη διαφορά.

3.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, το πιστοποιεί κατόπιν αιτήματός του, για μέγιστη περίοδο πέντε ετών, η οποία μπορεί να ανανεωθεί, όταν αυτό αποδεικνύει ότι πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

είναι αμερόληπτο και ανεξάρτητο, μεταξύ άλλων και οικονομικά ανεξάρτητο, από τους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών και από τους αποδέκτες της υπηρεσίας που παρέχεται από παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών προσώπων ή των οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποιήσεις·

β)

διαθέτει την αναγκαία τεχνογνωσία όσον αφορά τα ζητήματα που προκύπτουν σε έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους τομείς παράνομου περιεχομένου ή όσον αφορά την εφαρμογή και επιβολή των όρων και προϋποθέσεων ενός ή περισσότερων τύπων επιγραμμικών πλατφορμών, η οποία δίνει τη δυνατότητα στο όργανο να μπορεί να συνεισφέρει αποτελεσματικά στην επίλυση της διαφοράς·

γ)

τα μέλη του αμείβονται με τρόπο που δεν συνδέεται με το αποτέλεσμα της διαδικασίας·

δ)

η εξωδικαστική επίλυση διαφορών που προσφέρει είναι εύκολα προσβάσιμη, μέσω τεχνολογίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και προβλέπεται η δυνατότητα να κινηθεί η διαδικασία επίλυσης διαφορών και να υποβληθούν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά με ηλεκτρονικό τρόπο·

ε)

είναι σε θέση να επιλύει διαφορές με ταχύ, αποτελεσματικό και οικονομικά αποδοτικό τρόπο και τουλάχιστον σε μία από τις επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης·

στ)

η εξωδικαστική επίλυση διαφορών που προσφέρει πραγματοποιείται σύμφωνα με σαφείς και δίκαιους διαδικαστικούς κανόνες που είναι εύκολα και δημόσια προσβάσιμοι, και σε συμμόρφωση με το εφαρμοστέο δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του παρόντος άρθρου.

Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών προσδιορίζει, κατά περίπτωση, στο πιστοποιητικό:

α)

τα ειδικά ζητήματα με τα οποία σχετίζεται η τεχνογνωσία του οργάνου, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β), και

β)

την επίσημη γλώσσα ή γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης στις οποίες το όργανο είναι σε θέση να επιλύει διαφορές, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο ε).

4.   Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών υποβάλλουν έκθεση στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που τα πιστοποίησε, σε ετήσια βάση, σχετικά με τη λειτουργία τους, προσδιορίζοντας τουλάχιστον τον αριθμό των διαφορών που διαχειρίστηκαν, τις πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα των εν λόγω διαφορών, τον μέσο χρόνο που απαιτήθηκε για την επίλυσή τους και τυχόν ελλείψεις ή δυσκολίες που προέκυψαν. Παρέχουν πρόσθετες πληροφορίες κατόπιν αιτήματος του εν λόγω συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών.

Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συντάσσουν ανά διετία έκθεση σχετικά με τη λειτουργία των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχουν πιστοποιήσει. Ειδικότερα, η έκθεση αυτή:

α)

παραθέτει τον αριθμό των διαφορών που διαχειρίστηκε ετησίως κάθε πιστοποιημένος φορέας εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών·

β)

αναφέρει τα αποτελέσματα των υποθέσεων που εισήχθησαν ενώπιον των εν λόγω οργάνων και τον μέσο χρόνο που απαιτήθηκε για την επίλυση των διαφορών·

γ)

προσδιορίζει και εξηγεί τυχόν συστηματικές ή τομεακές ελλείψεις ή δυσκολίες που προέκυψαν σε σχέση με τη λειτουργία των εν λόγω οργάνων·

δ)

προσδιορίζει βέλτιστες πρακτικές σχετικά με την εν λόγω λειτουργία·

ε)

διατυπώνει, κατά περίπτωση, συστάσεις σχετικά με τον τρόπο βελτίωσης της εν λόγω λειτουργίας.

Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών θέτουν τις αποφάσεις τους στη διάθεση των μερών εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και το αργότερο 90 ημερολογιακές ημέρες από την παραλαβή της καταγγελίας. Σε περίπτωση που η διαφορά είναι εξαιρετικά περίπλοκη, το πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δύναται, κατά την κρίση του, να παρατείνει την προθεσμία των 90 ημερολογιακών ημερών για πρόσθετη περίοδο που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες, με μέγιστη συνολική διάρκεια τις 180 ημέρες.

5.   Εάν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών αποφανθεί υπέρ του αποδέκτη της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας που έχει υποβάλει ειδοποίηση, ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας βαρύνεται με το σύνολο των αμοιβών που επιβάλλει το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών και αποζημιώνει τον εν λόγω αποδέκτη, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας, για τυχόν άλλα εύλογα έξοδα τα οποία έχει καταβάλει σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς. Εάν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών αποφανθεί υπέρ του παρόχου της επιγραμμικής πλατφόρμας, ο αποδέκτης_της_υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας, δεν απαιτείται να αποζημιώσει τον πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας για τις αμοιβές ή άλλα έξοδα που έχει καταβάλει ή πρόκειται να καταβάλλει σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς, εκτός αν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών κρίνει ότι ο εν λόγω αποδέκτης ενήργησε προδήλως κακόπιστα.

Τα τέλη που επιβάλλει το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών στους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών για την επίλυση διαφορών είναι εύλογα και σε κάθε περίπτωση δεν υπερβαίνουν το κόστος του οργάνου. Για τους αποδέκτες της υπηρεσίας, η επίλυση διαφορών παρέχεται δωρεάν ή έναντι συμβολικού αντιτίμου.

Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών γνωστοποιούν στον αποδέκτη της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών προσώπων ή των οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποίηση, και στον οικείο πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας τα τέλη ή τους μηχανισμούς που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των αμοιβών, πριν από την έναρξη της διαδικασίας επίλυσης της διαφοράς.

6.   Τα κράτη μέλη δύνανται να συγκροτούν όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών για τους σκοπούς της παραγράφου 1 ή να στηρίζουν τις δραστηριότητες ορισμένων ή όλων των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχουν πιστοποιήσει σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι καμία από τις δραστηριότητες που αναλαμβάνουν βάσει του πρώτου εδαφίου δεν επηρεάζει την ικανότητα των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών τους να πιστοποιούν τα οικεία όργανα σύμφωνα με την παράγραφο 3.

7.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που πιστοποίησε όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, ανακαλεί την πιστοποίηση αυτή, εάν διαπιστώσει, έπειτα από έρευνα είτε με δική του πρωτοβουλία είτε βάσει πληροφοριών που έλαβε από τρίτους, ότι το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 3. Πριν ανακαλέσει την πιστοποίηση, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρέχει στο εν λόγω όργανο τη δυνατότητα να αντικρούσει τα πορίσματα της έρευνάς του και την πρόθεσή του να ανακαλέσει την πιστοποίηση του οργάνου εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών.

8.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών γνωστοποιούν στην Επιτροπή τα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών τα οποία έχουν πιστοποιήσει σύμφωνα με την παράγραφο 3, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των προδιαγραφών που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της εν λόγω παραγράφου, καθώς και τα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών των οποίων την πιστοποίηση έχουν ανακαλέσει. Η Επιτροπή δημοσιεύει κατάλογο των οργάνων αυτών, συμπεριλαμβανομένων των εν λόγω προδιαγραφών, σε ειδικό ιστότοπο που είναι εύκολα προσβάσιμος, και τον διατηρεί επικαιροποιημένο.

9.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει την οδηγία 2013/11/ΕΕ και τις διαδικασίες και τους φορείς εναλλακτικής επίλυσης καταναλωτικών διαφορών που θεσπίζονται στο πλαίσιο της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 22

Αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου

1.   Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών λαμβάνουν τα αναγκαία τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι η επεξεργασία των ειδοποιήσεων που υποβάλλονται από αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου, στον καθορισμένο τομέα ειδίκευσής τους, μέσω των μηχανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 16, καθώς και η λήψη των σχετικών αποφάσεων πραγματοποιούνται κατά προτεραιότητα και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

2.   Η ιδιότητα της «αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου» βάσει του παρόντος κανονισμού αναγνωρίζεται, έπειτα από αίτηση οποιασδήποτε οντότητας, από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο αιτών, όταν ο αιτών αποδεικνύει ότι πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

διαθέτει ιδιαίτερη εμπειρογνωσία και ικανότητα για την ανίχνευση, τον εντοπισμό και την αναφορά παράνομου περιεχομένου·

β)

είναι ανεξάρτητος από κάθε πάροχο επιγραμμικών πλατφορμών·

γ)

ασκεί τις δραστηριότητές του για τους σκοπούς της υποβολής ειδοποιήσεων με επιμελή, ακριβή και αντικειμενικό τρόπο.

3.   Οι αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου δημοσιεύουν τουλάχιστον σε ετήσια βάση εύκολα κατανοητές και λεπτομερείς εκθέσεις σχετικά με τις ειδοποιήσεις που υποβάλλουν σύμφωνα με το άρθρο 16 κατά τη σχετική περίοδο. Στην έκθεση αναφέρεται τουλάχιστον ο αριθμός των ειδοποιήσεων, με κατηγοριοποίηση σύμφωνα με τα εξής κριτήρια:

α)

την ταυτότητα του παρόχου υπηρεσιών φιλοξενίας·

β)

το είδος του εικαζόμενου παράνομου περιεχομένου για το οποίο υποβλήθηκε ειδοποίηση·

γ)

τη δράση που ανέλαβε ο πάροχος.

Οι εν λόγω εκθέσεις περιλαμβάνουν επεξήγηση των διαδικασιών που εφαρμόζονται για να διασφαλιστεί ότι η αξιόπιστη πηγή επισήμανσης παράνομου περιεχομένου διατηρεί την ανεξαρτησία της.

Οι αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου αποστέλλουν τις εν λόγω εκθέσεις στον οικείο συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών και τις δημοσιοποιούν. Οι πληροφορίες των εν λόγω εκθέσεων δεν περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

4.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών κοινοποιούν στην Επιτροπή και το Συμβούλιο τα ονόματα, τις διευθύνσεις και τις διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των οντοτήτων στις οποίες έχουν αναγνωρίσει την ιδιότητα της αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή από τις οποίες έχουν αναστείλει σύμφωνα με την παράγραφο 6 ή ανακαλέσει την ιδιότητα της αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου σύμφωνα με την παράγραφο 7.

5.   Η Επιτροπή δημοσιεύει τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 4 σε δημόσια διαθέσιμη βάση δεδομένων σε εύκολα προσβάσιμο και μηχαναγνώσιμο μορφότυπο και διατηρεί τη βάση δεδομένων επικαιροποιημένη.

6.   Όταν ένας πάροχος επιγραμμικών πλατφορμών διαθέτει πληροφορίες που υποδηλώνουν ότι μια αξιόπιστη πηγή επισήμανσης παράνομου περιεχομένου υπέβαλε σημαντικό αριθμό ανεπαρκώς ακριβών, ανακριβών ή μη αρκούντως τεκμηριωμένων ειδοποιήσεων μέσω των μηχανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 16, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων που συγκεντρώνονται κατά την επεξεργασία καταγγελιών μέσω των εσωτερικών συστημάτων διαχείρισης καταγγελιών που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 4, κοινοποιεί τις πληροφορίες αυτές στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που την αναγνώρισε ως αξιόπιστη πηγή επισήμανσης περιεχομένου, παρέχοντας τις απαραίτητες επεξηγήσεις και δικαιολογητικά έγγραφα. Μετά τη λήψη των πληροφοριών από τον πάροχο επιγραμμικών πλατφορμών αν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι υπάρχουν θεμιτοί λόγοι για την έναρξη έρευνας, αναστέλλει την ιδιότητα της αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου αναστέλλεται κατά τη διάρκεια της έρευνας. Η εν λόγω έρευνα διενεργείται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

7.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που αναγνώρισε σε οντότητα την ιδιότητα της αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου ανακαλεί την ιδιότητα αυτή, εάν διαπιστώσει, έπειτα από έρευνα είτε με δική του πρωτοβουλία είτε βάσει πληροφοριών που έλαβε από τρίτους, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που παρέχουν οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών δυνάμει της παραγράφου 6, ότι η οντότητα δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2. Πριν ανακαλέσει την ιδιότητα, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρέχει στην οντότητα τη δυνατότητα να αντικρούσει τα πορίσματα της έρευνάς του και την πρόθεσή του να ανακαλέσει την ιδιότητα της οντότητας ως αξιόπιστης πηγής επισήμανσης παράνομου περιεχομένου.

8.   Η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με το συμβούλιο, εκδίδει, εφόσον είναι απαραίτητο, κατευθυντήριες γραμμές για να βοηθά τους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών και τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών στην εφαρμογή των παραγράφων 2, 6 και 7.

Άρθρο 36

Μηχανισμός αντιμετώπισης κρίσεων

1.   Σε περίπτωση κρίσης, η Επιτροπή, ενεργώντας κατόπιν σύστασης του συμβουλίου, δύναται να εκδώσει απόφαση με την οποία απαιτεί από έναν ή περισσότερους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης να προβούν σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)

να αξιολογήσουν κατά πόσον και εάν ναι, σε ποιον βαθμό και με ποιον τρόπο, η λειτουργία και η χρήση των υπηρεσιών τους συμβάλλουν σημαντικά ή ενδέχεται να συμβάλουν σημαντικά σε σοβαρή απειλή, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2·

β)

να προσδιορίσουν και να εφαρμόσουν ειδικά, αποτελεσματικά και αναλογικά μέτρα, όπως οποιοδήποτε από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 35 παράγραφος 1 ή στο άρθρο 48 παράγραφος 2, για την πρόληψη, την εξάλειψη ή τον περιορισμό οποιασδήποτε τέτοιας συμβολής στη σοβαρή απειλή που εντοπίζεται σύμφωνα με το στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου·

γ)

να υποβάλουν έκθεση στην Επιτροπή, έως συγκεκριμένη ημερομηνία ή σε τακτά χρονικά διαστήματα που καθορίζονται στην απόφαση, σχετικά με τις αξιολογήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α), με το ακριβές περιεχόμενο, την εφαρμογή και τον ποιοτικό και ποσοτικό αντίκτυπο των ειδικών μέτρων που ελήφθησαν σύμφωνα με το στοιχείο β), και με κάθε άλλο ζήτημα που σχετίζεται με τις εν λόγω αξιολογήσεις ή τα εν λόγω μέτρα, όπως ορίζεται στην απόφαση.

Κατά τον προσδιορισμό και την εφαρμογή μέτρων σύμφωνα με το στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου, ο πάροχος ή οι πάροχοι υπηρεσιών λαμβάνουν δεόντως υπόψη την βαρύτητα της σοβαρής απειλής που αναφέρεται στην παράγραφο 2, τον επείγοντα χαρακτήρα των μέτρων και τις πραγματικές ή δυνητικές επιπτώσεις στα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα όλων των ενδιαφερόμενων μερών, μεταξύ άλλων και της πιθανής αποτυχίας των μέτρων να σεβαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, θεωρείται ότι έχει επέλθει κρίση όταν έκτακτες περιστάσεις μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρή απειλή για τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία στην Ένωση ή σε σημαντικά μέρη της.

3.   Κατά τη λήψη της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

οι ενέργειες που απαιτούνται από την απόφαση είναι αυστηρά απαραίτητες, αιτιολογημένες και αναλογικές, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως την βαρύτητα της σοβαρής απειλής που αναφέρεται στην παράγραφο 2, τον επείγοντα χαρακτήρα των μέτρων και τις πραγματικές ή δυνητικές επιπτώσεις στα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα όλων των ενδιαφερόμενων μερών, μεταξύ άλλων και της πιθανής αποτυχίας των μέτρων να σεβαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη·

β)

η απόφαση ορίζει εύλογη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να ληφθούν τα συγκεκριμένα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τον επείγοντα χαρακτήρα των μέτρων αυτών και τον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία και την εφαρμογή τους·

γ)

οι ενέργειες που απαιτούνται από την απόφαση περιορίζονται σε χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

4.   Αφού εγκρίνει την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή, χωρίς περιττή καθυστέρηση, λαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα:

α)

κοινοποιεί την απόφαση στον πάροχο ή τους παρόχους στους οποίους απευθύνεται η απόφαση·

β)

δημοσιοποιεί την απόφαση· και

γ)

ενημερώνει το συμβούλιο για την απόφαση, το καλεί να διατυπώσει τις απόψεις του επ’ αυτού και το τηρεί ενήμερο για κάθε μεταγενέστερη εξέλιξη σχετικά με την απόφαση.

5.   Η επιλογή των ειδικών μέτρων που πρέπει να ληφθούν σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) και την παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο απόκειται στον πάροχο ή τους παρόχους στους οποίους απευθύνεται η απόφαση της Επιτροπής.

6.   Η Επιτροπή δύναται, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος του παρόχου, να ξεκινήσει διάλογο με τον πάροχο για να καθορίσει κατά πόσον, υπό το πρίσμα των ειδικών περιστάσεων του παρόχου, τα σχεδιαζόμενα ή εφαρμοζόμενα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) είναι αποτελεσματικά και αναλογικά για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων. Ειδικότερα, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι τα μέτρα που λαμβάνει ο πάροχος υπηρεσιών δυνάμει της παραγράφου 1 στοιχείο β) πληρούν τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α) και γ).

7.   Η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή των ειδικών μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, με βάση τις εκθέσεις που αναφέρονται στο στοιχείο γ) της εν λόγω παραγράφου και κάθε άλλη σχετική πληροφορία, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που μπορεί να ζητήσει σύμφωνα με το άρθρο 40 ή 67, λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της κρίσης. Η Επιτροπή υποβάλλει τακτικά έκθεση στο συμβούλιο σχετικά με την παρακολούθηση αυτή, τουλάχιστον σε μηνιαία βάση.

Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι τα σχεδιαζόμενα ή εφαρμοζόμενα ειδικά μέτρα σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) δεν είναι αποτελεσματικά ή αναλογικά, μπορεί, κατόπιν διαβούλευσης με το συμβούλιο, να εκδώσει απόφαση για να απαιτήσει από τον πάροχο να επανεξετάσει τον προσδιορισμό ή την εφαρμογή των εν λόγω ειδικών μέτρων.

8.   Εφόσον κρίνεται σκόπιμο λόγω της εξέλιξης της κρίσης, η Επιτροπή, ενεργώντας βάσει σύστασης του Συμβουλίου, μπορεί να τροποποιήσει την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή στην παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο:

α)

ανακαλώντας την απόφαση και, κατά περίπτωση, απαιτώντας από την πολύ μεγάλη επιγραμμική_πλατφόρμα ή πολύ μεγάλη επιγραμμική_μηχανή_αναζήτησης να παύσει να εφαρμόζει τα μέτρα που προσδιορίζονται και εφαρμόζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) ή την παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο, ιδίως όταν οι λόγοι για τα εν λόγω μέτρα δεν υφίστανται πλέον·

β)

παρατείνοντας την περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο γ) για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες·

γ)

συνεκτιμώντας την πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή των μέτρων, ιδίως την πιθανή αποτυχία των μέτρων να σεβαστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη.

9.   Οι απαιτήσεις των παραγράφων 1 έως 6 ισχύουν για την απόφαση και την τροποποίησή της που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

10.   Η Επιτροπή λαμβάνει όλως ιδιαιτέρως υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου που εκδίδεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

11.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σε ετήσια βάση μετά την έκδοση αποφάσεων σύμφωνα με το παρόν άρθρο και, σε κάθε περίπτωση, τρεις μήνες μετά το τέλος της κρίσης σχετικά με την εφαρμογή των ειδικών μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με τις εν λόγω αποφάσεις.

Άρθρο 40

Πρόσβαση και έλεγχος δεδομένων

1.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης παρέχουν στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης ή στην Επιτροπή, μετά από αιτιολογημένο αίτημά τους και εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, που ορίζεται στο εν λόγω αίτημα, πρόσβαση σε δεδομένα τα οποία είναι αναγκαία για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και η Επιτροπή χρησιμοποιούν τα δεδομένα στα οποία αποκτούν πρόσβαση σύμφωνα με την παράγραφο 1, αποκλειστικά για τον σκοπό παρακολούθησης και αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, λαμβάνουν δε δεόντως υπόψη τους τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης και των αποδεκτών της οικείας υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, της προστασίας των εμπιστευτικών πληροφοριών, και ιδίως των εμπορικών απορρήτων, διατηρώντας παράλληλα την ασφάλεια της υπηρεσίας τους.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, κατόπιν αιτήματος είτε από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης είτε από την Επιτροπή, εξηγούν τον σχεδιασμό, τη λογική, τη λειτουργία και τη δοκιμή των αλγοριθμικών συστημάτων τους, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων συστάσεών τους.

4.   Κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης, οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης παρέχουν, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος όπως ορίζεται στο αίτημα, πρόσβαση σε δεδομένα σε διαπιστευμένους ερευνητές οι οποίοι πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου, με μοναδικό σκοπό τη διεξαγωγή έρευνας που συμβάλλει στην ανίχνευση, τον εντοπισμό και την κατανόηση συστημικών κινδύνων στην Ένωση, όπως ορίζονται δυνάμει του άρθρου 34 παράγραφος 1, και στην αξιολόγηση της καταλληλότητας, της αποτελεσματικότητας και των επιπτώσεων των μέτρων περιορισμού των κινδύνων σύμφωνα με το άρθρο 35.

5.   Εντός 15 ημερών από την παραλαβή αιτήματος στο οποίο αναφέρεται η παράγραφος 4, οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης μπορούν να ζητήσουν από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης να τροποποιήσει το αίτημα, εφόσον θεωρήσουν ότι δεν είναι σε θέση να χορηγήσουν πρόσβαση στα ζητούμενα δεδομένα για έναν από τους ακόλουθους δύο λόγους:

α)

δεν έχουν πρόσβαση στα δεδομένα·

β)

η παροχή πρόσβασης στα δεδομένα θα έχει ως αποτέλεσμα να υπάρξουν σημαντικά τρωτά σημεία για την ασφάλεια της υπηρεσίας τους ή για την προστασία εμπιστευτικών πληροφοριών, ιδίως εμπορικών απορρήτων.

6.   Τα αιτήματα τροποποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 5 περιέχουν προτάσεις για ένα ή περισσότερα εναλλακτικά μέσα παροχής πρόσβασης στα ζητούμενα δεδομένα ή σε άλλα δεδομένα, που είναι κατάλληλα και επαρκή για τους σκοπούς του αιτήματος.

Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης αποφασίζει επί του αιτήματος τροποποίησης εντός 15 ημερών και κοινοποιεί στον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης την απόφασή του και, κατά περίπτωση, το τροποποιημένο αίτημα και τη νέα προθεσμία συμμόρφωσης με το αίτημα.

7.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης διευκολύνουν και παρέχουν πρόσβαση σε δεδομένα σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4 μέσω κατάλληλων διεπαφών που προσδιορίζονται στο αίτημα, συμπεριλαμβανομένων επιγραμμικών βάσεων δεδομένων ή διεπαφών προγραμματισμού εφαρμογών.

8.   Κατόπιν δεόντως τεκμηριωμένης αίτησης που υποβάλλεται από ερευνητές, ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης χορηγεί σε αυτούς τους ερευνητές καθεστώς «διαπιστευμένου ερευνητή» για την ειδική έρευνα που αναφέρεται στην αίτηση και εκδίδει αιτιολογημένο αίτημα πρόσβασης σε δεδομένα προς πάροχο πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης σύμφωνα με την παράγραφο 4, στα οποία οι ερευνητές αποδεικνύουν ότι πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

συνδέονται με ερευνητικό οργανισμό, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/790·

β)

είναι ανεξάρτητοι από εμπορικά συμφέροντα·

γ)

η αίτηση τους αποκαλύπτει τη χρηματοδότηση της έρευνας·

δ)

είναι σε θέση να τηρούν τις ειδικές απαιτήσεις ασφάλειας και εμπιστευτικότητας των δεδομένων που αντιστοιχούν σε κάθε αίτημα και να προστατεύουν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, ενώ επίσης περιγράφουν στο αίτημά τους τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που εφαρμόζουν για τον σκοπό αυτό·

ε)

με την αίτησή τους τεκμηριώνεται η αναγκαιότητα και η αναλογικότητα της πρόσβασής τους στα δεδομένα καθώς και τα χρονικά πλαίσια για τα οποία ζητούν πρόσβαση, για τους σκοπούς της έρευνάς τους, και η συμβολή των αναμενόμενων ερευνητικών αποτελεσμάτων στους σκοπούς που ορίζονται στην παράγραφο 4·

στ)

οι προγραμματισμένες ερευνητικές δραστηριότητες θα διεξάγονται για τους σκοπούς που ορίζονται στην παράγραφο 4·

ζ)

δεσμεύονται να δημοσιοποιήσουν τα ερευνητικά τους αποτελέσματα δωρεάν, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την ολοκλήρωση της έρευνας και λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των αποδεκτών της οικείας υπηρεσίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

Μετά την παραλαβή της αίτησης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης ενημερώνει την Επιτροπή και το συμβούλιο.

9.   Οι ερευνητές μπορούν επίσης να υποβάλουν την αίτησή τους στον συντονιστή των ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται οι ερευνητικός οργανισμός με τον οποίο συνδέονται. Μετά την παραλαβή της αίτησης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών διενεργεί αρχική αξιολόγηση του κατά πόσον οι αντίστοιχοι ερευνητές πληρούν όλες τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 8. Ο εν λόγω συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών στη συνέχεια αποστέλλει την αίτηση, μαζί με τα δικαιολογητικά έγγραφα που υπέβαλαν οι αντίστοιχοι ερευνητές και την αρχική αξιολόγηση, στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης. Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης αποφασίζει να απονείμει καθεστώς «διαπιστευμένου ερευνητή» χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

Αρμόδιος να λάβει την τελική απόφαση για την απονομή του καθεστώτος «διαπιστευμένου ερευνητή», έχοντας λάβει δεόντως υπόψη την παρασχεθείσα αρχική αξιολόγηση, είναι ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 8.

10.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που χορήγησε το καθεστώς του διαπιστευμένου ερευνητή και εξέδωσε το αιτιολογημένο αίτημα πρόσβασης προς τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης υπέρ διαπιστευμένου ερευνητή, εκδίδει απόφαση για τον τερματισμό της πρόσβασης εάν διαπιστώσει, κατόπιν έρευνας είτε με δική του πρωτοβουλία είτε βάσει πληροφοριών που ελήφθησαν από τρίτα μέρη, ότι ο διαπιστευμένος ερευνητής δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 8 και ενημερώνει τον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης σχετικά με την απόφαση. Πριν από τον τερματισμό της πρόσβασης, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρέχει στον διαπιστευμένο ερευνητή τη δυνατότητα να σχολιάσει τα πορίσματα της έρευνάς του και την πρόθεσή του να άρει την πρόσβαση.

11.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης κοινοποιούν στο συμβούλιο τα ονόματα και τα στοιχεία επικοινωνίας των φυσικών προσώπων ή οντοτήτων στις οποίες έχουν χορηγήσει το καθεστώς του «διαπιστευμένου ερευνητή» σύμφωνα με την παράγραφο 8, καθώς και τον ερευνητικό σκοπό που θεμελιώνει το αίτημα, ή ενημερώνουν το συμβούλιο ότι έχουν άρει την πρόσβαση στα δεδομένα σύμφωνα με την παράγραφο 10.

12.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης παρέχουν πρόσβαση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση σε δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων, όπου αυτό είναι τεχνικά εφικτό, δεδομένων σε πραγματικό χρόνο, υπό την προϋπόθεση ότι τα δεδομένα είναι δημοσίως προσβάσιμα στην επιγραμμική_διεπαφή τους για ερευνητές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνδέονται με μη κερδοσκοπικούς φορείς, οργανισμούς και ενώσεις, οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 8 στοιχεία β), γ), δ) και ε), και οι οποίοι χρησιμοποιούν τα δεδομένα αποκλειστικά για τη διεξαγωγή έρευνας που συμβάλλει στον εντοπισμό, την αναγνώριση και την κατανόηση συστημικών κινδύνων στην Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 1.

13.   Η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με το συμβούλιο, εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που συμπληρώνουν τον παρόντα κανονισμό με τον καθορισμό των τεχνικών προϋποθέσεων υπό τις οποίες οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης ανταλλάσσουν δεδομένα σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4, καθώς και των σκοπών για τους οποίους μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα δεδομένα. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ορίζουν τις ειδικές προϋποθέσεις βάσει των οποίων διεξάγεται αυτή η ανταλλαγή δεδομένων με ερευνητές σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, καθώς και σχετικούς αντικειμενικούς δείκτες, τις διαδικασίες και, όπου υπάρχει ανάγκη, ανεξάρτητους συμβουλευτικούς μηχανισμούς για την υποστήριξη της ανταλλαγής δεδομένων, λαμβανομένων υπόψη των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης και των αποδεκτών της σχετικής υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των εμπιστευτικών πληροφοριών, και ιδίως των εμπορικών απορρήτων, και με παράλληλη διατήρηση της ασφάλειας της υπηρεσίας τους.

Άρθρο 48

Πρωτόκολλα διαχείρισης κρίσεων

1.   Το συμβούλιο δύναται να συστήσει στην Επιτροπή να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες για την εκπόνηση, σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3 και 4, εθελοντικών πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων για την αντιμετώπιση καταστάσεων κρίσης. Οι εν λόγω καταστάσεις κρίσης περιορίζονται αυστηρά σε έκτακτες περιστάσεις οι οποίες επηρεάζουν τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία.

2.   Η Επιτροπή ενθαρρύνει και διευκολύνει τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών, πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, και, κατά περίπτωση, τους παρόχους άλλων επιγραμμικών πλατφορμών ή άλλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, να συμμετάσχουν στην εκπόνηση, τη δοκιμή και την εφαρμογή των εν λόγω πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων. Η Επιτροπή στοχεύει να διασφαλίσει ότι τα εν λόγω πρωτόκολλα διαχείρισης κρίσεων περιλαμβάνουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:

α)

προβολή ευδιάκριτων πληροφοριών σχετικά με την κατάσταση κρίσης οι οποίες παρέχονται από αρχές των κρατών μελών ή σε επίπεδο Ένωσης ή, ανάλογα με το πλαίσιο της κρίσης, από άλλους σχετικούς αξιόπιστους φορείς·

β)

διασφάλιση ότι ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών ορίζει συγκεκριμένο σημείο επαφής για τη διαχείριση κρίσεων· κατά περίπτωση, μπορεί να πρόκειται για ηλεκτρονικό σημείο επαφής που αναφέρεται στο άρθρο 11 ή, στην περίπτωση των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, για τον υπεύθυνο συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 41·

γ)

κατά περίπτωση, προσαρμογή των πόρων που διατίθενται για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 16, 20, 22, 23 και 35 στις ανάγκες που δημιουργούνται από την κατάσταση κρίσης.

3.   Η Επιτροπή ζητεί τη συμμετοχή των, κατά περίπτωση, αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και μπορεί επίσης να ζητεί τη συμμετοχή οργάνων, οργανισμών και υπηρεσιών της Ένωσης στην εκπόνηση, τη δοκιμή και την εποπτεία της εφαρμογής των πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων. Η Επιτροπή μπορεί, όταν κρίνεται απαραίτητο και σκόπιμο, να ζητεί επίσης τη συμμετοχή οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών ή άλλων σχετικών οργανισμών στην εκπόνηση των πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων.

4.   Η Επιτροπή έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι τα πρωτόκολλα διαχείρισης κρίσεων ορίζουν σαφώς όλα τα ακόλουθα:

α)

τις συγκεκριμένες παραμέτρους που καθορίζουν τι συνιστά την ειδική έκτακτη περίσταση την οποία επιδιώκει να αντιμετωπίσει το πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων και τους επιδιωκόμενους στόχους·

β)

τον ρόλο κάθε συμμετέχοντος και τα μέτρα που πρέπει να εφαρμόζονται κατά την εκπόνηση και μετά την ενεργοποίηση του πρωτοκόλλου διαχείρισης κρίσεων·

γ)

σαφή διαδικασία για τον προσδιορισμό του χρόνου ενεργοποίησης του πρωτοκόλλου διαχείρισης κρίσεων·

δ)

σαφή διαδικασία για τον προσδιορισμό της περιόδου κατά την οποία πρέπει να ληφθούν τα προς λήψη μέτρα μόλις ενεργοποιηθεί το πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων, η οποία περιορίζεται αυστηρά σε ό,τι είναι αναγκαίο για την αντιμετώπιση των οικείων ειδικών έκτακτων περιστάσεων·

ε)

διασφαλίσεις για την αντιμετώπιση τυχόν αρνητικών επιπτώσεων ως προς την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στον Χάρτη, ιδίως της ελευθερίας έκφρασης και πληροφόρησης και του δικαιώματος στην απαγόρευση των διακρίσεων·

στ)

διαδικασία για τη δημοσίευση έκθεσης σχετικά με τυχόν ληφθέντα μέτρα, τη διάρκεια και τα αποτελέσματά τους, μετά τον τερματισμό της κατάστασης κρίσης.

5.   Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι ένα πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων δεν αντιμετωπίζει αποτελεσματικά την κατάσταση κρίσης ή προκειμένου να διασφαλίσει την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως αναφέρεται στην παράγραφο 4 στοιχείο ε), ζητεί από τους συμμετέχοντες να αναθεωρήσουν το πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων και να λάβουν πρόσθετα μέτρα.

ΚΕΦΆΛΑΙΟ IV

ΕΦΑΡΜΟΓΉ, ΣΥΝΕΡΓΑΣΊΑ, ΚΥΡΏΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΉ

ΤΜΉΜΑ 1

Αρμόδιες αρχές και εθνικοί συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών

Άρθρο 51

Εξουσίες των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Όταν απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους βάσει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαθέτουν τις ακόλουθες εξουσίες έρευνας, όσον αφορά τη συμπεριφορά παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους:

α)

την εξουσία να ζητούν από αυτούς τους παρόχους, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο που ενεργεί για σκοπούς που αφορούν τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές του δραστηριότητες, το οποίο μπορεί εύλογα να γνωρίζει πληροφορίες σχετικά με εικαζόμενη παράβαση του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών που διενεργούν τους ελέγχους που αναφέρονται στο άρθρο 37 και στο άρθρο 75 παράγραφος 2, να παράσχουν τις εν λόγω πληροφορίες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση·

β)

την εξουσία να διενεργούν ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να διατάσσει τη διενέργεια επιθεωρήσεων οποιωνδήποτε εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούν οι εν λόγω πάροχοι ή τα εν λόγω πρόσωπα για σκοπούς που αφορούν τις εμπορικές, επιχειρηματικές, βιοτεχνικές ή επαγγελματικές τους δραστηριότητες ή να ζητούν από άλλες δημόσιες αρχές τη διενέργειά τους, προκειμένου να εξετάσουν, να κατάσχουν, να λάβουν ή να αποκτήσουν αντίγραφα πληροφοριών σχετικών με εικαζόμενη παράβαση σε οποιαδήποτε μορφή, ανεξάρτητα από το μέσο αποθήκευσης·

γ)

την εξουσία να ζητούν από οποιοδήποτε μέλος του προσωπικού ή εκπρόσωπο των εν λόγω παρόχων ή των εν λόγω προσώπων να παράσχει εξηγήσεις όσον αφορά κάθε πληροφορία σχετική με εικαζόμενη παράβαση και να καταγράφουν τις απαντήσεις κατόπιν συγκατάθεσής τους με κάθε τεχνικό μέσο.

2.   Όταν απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαθέτουν τις ακόλουθες εξουσίες επιβολής, όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους:

α)

την εξουσία να αποδέχονται τις δεσμεύσεις που παρέχουν οι εν λόγω πάροχοι σε σχέση με τη συμμόρφωσή τους με τον παρόντα κανονισμό και να καθιστούν τις δεσμεύσεις αυτές υποχρεωτικές·

β)

την εξουσία να διατάσσουν την παύση των παραβάσεων και να επιβάλλουν, κατά περίπτωση, διορθωτικά μέτρα αναλογικά με την παράβαση και αναγκαία για την παύση της παράβασης, ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να διατάξει την παύση ή να επιβάλει τα σχετικά μέτρα·

γ)

την εξουσία να επιβάλλουν πρόστιμα, ή να ζητούν την επιβολή τους από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους, σύμφωνα με το άρθρο 52 λόγω μη συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε από τις εντολές έρευνας που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

δ)

την εξουσία να επιβάλλουν περιοδική χρηματική ποινή ή να ζητούν την επιβολή της από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους, σύμφωνα με το άρθρο 52 για να διασφαλιστεί η παύση της παράβασης σε συμμόρφωση με εντολή που εκδίδεται σύμφωνα με το στοιχείο β) του παρόντος εδαφίου ή λόγω μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις εντολές έρευνας που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

ε)

την εξουσία να θεσπίζουν αναλογικά προσωρινά μέτρα ή να ζητούν από δικαστική αρχή του κράτους μέλους τους να το πράξει, για την αποφυγή κινδύνου σοβαρής βλάβης.

Όσον αφορά τα στοιχεία γ) και δ) του πρώτου εδαφίου, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών έχουν επίσης τις εξουσίες επιβολής που ορίζονται στα στοιχεία αυτά σε σχέση με τα άλλα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 λόγω μη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε από τις εντολές που εκδίδονται προς αυτά σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο. Ασκούν τις εν λόγω εξουσίες επιβολής μόνον αφού παράσχουν εγκαίρως στα εν λόγω άλλα πρόσωπα όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τις εντολές αυτές, συμπεριλαμβανομένων της τεθείσας προθεσμίας, των προστίμων ή των περιοδικών χρηματικών ποινών που ενδέχεται να επιβληθούν λόγω μη συμμόρφωσης και των δυνατοτήτων προσφυγής.

3.   Όταν απαιτείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους, όταν έχουν εξαντληθεί όλες οι άλλες εξουσίες σύμφωνα με το παρόν άρθρο για την παύση της παράβασης και η παράβαση δεν έχει αποκατασταθεί ή συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες οι οποίες δεν μπορούν να αποφευχθούν μέσω της άσκησης άλλων εξουσιών που είναι διαθέσιμες βάσει του ενωσιακού δικαίου ή του εθνικού δικαίου, διαθέτουν επίσης την εξουσία να λαμβάνουν τα ακόλουθα μέτρα:

α)

να ζητούν από το διοικητικό όργανο των εν λόγω παρόχων, χωρίς περιττή καθυστέρηση, να εξετάσει την κατάσταση, να εγκρίνει και να υποβάλει σχέδιο δράσης που να καθορίζει τα αναγκαία μέτρα για την παύση της παράβασης, να διασφαλίσει ότι ο πάροχος λαμβάνει τα μέτρα αυτά και να υποβάλει έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί·

β)

όταν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι ένας πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν συμμορφώνεται επαρκώς με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α), ότι η παράβαση δεν έχει αποκατασταθεί ή συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες και ότι η εν λόγω παράβαση συνεπάγεται ποινικό αδίκημα που συνιστά απειλή για τη ζωή ή την ασφάλεια ατόμων, να ζητά από την αρμόδια δικαστική αρχή του κράτους μέλους του να διατάξει τον προσωρινό περιορισμό της πρόσβασης των αποδεκτών της υπηρεσίας που αφορά η παράβαση ή, μόνον όταν αυτό δεν είναι τεχνικά εφικτό, της πρόσβασης στην επιγραμμική_διεπαφή του παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών στην οποία πραγματοποιείται η παράβαση.

Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών, προτού υποβάλει το αίτημα που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις εντός προθεσμίας δύο εβδομάδων τουλάχιστον, περιγράφοντας τα μέτρα που προτίθεται να ζητήσει και προσδιορίζοντας τον σκοπούμενο αποδέκτη ή αποδέκτες αυτών, εκτός εάν ενεργεί κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 82. Ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών, ο σκοπούμενος αποδέκτης ή αποδέκτες και κάθε άλλος τρίτος που διαθέτει αποδεδειγμένο έννομο συμφέρον έχει δικαίωμα να συμμετέχει στη διαδικασία ενώπιον της αρμόδιας δικαστικής αρχής. Κάθε μέτρο που διατάσσεται είναι αναλογικό με τη φύση, τη βαρύτητα, την επανάληψη και τη διάρκεια της παράβασης, χωρίς να περιορίζει αδικαιολόγητα την πρόσβαση αποδεκτών της οικείας υπηρεσίας σε νόμιμες πληροφορίες.

Ο περιορισμός πρόσβασης ισχύει για περίοδο τεσσάρων εβδομάδων, με την επιφύλαξη της δυνατότητας της αρμόδιας δικαστικής αρχής να επιτρέψει, με την εντολή της, στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών να παρατείνει την εν λόγω περίοδο για περαιτέρω περιόδους ίδιας διάρκειας, με την επιφύλαξη μέγιστου αριθμού παρατάσεων τον οποίο ορίζει η εν λόγω δικαστική αρχή. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρατείνει την περίοδο μόνον όταν θεωρεί ότι πληρούνται και οι δύο ακόλουθες προϋποθέσεις, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα όλων των μερών που θίγονται από τον εν λόγω περιορισμό και όλες τις σχετικές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων τυχόν πληροφοριών που μπορεί να του παράσχει ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών, ο αποδέκτης ή οι αποδέκτες και κάθε άλλος τρίτος που διαθέτει αποδεδειγμένο έννομο συμφέρον:

α)

ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα για την παύση της παράβασης·

β)

ο προσωρινός περιορισμός δεν περιορίζει αδικαιολόγητα την πρόσβαση των αποδεκτών της υπηρεσίας σε νόμιμες πληροφορίες, λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των αποδεκτών που θίγονται και κατά πόσον υπάρχουν επαρκείς και εύκολα προσβάσιμες εναλλακτικές.

Όταν ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών θεωρεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο τρίτο εδάφιο στοιχεία α) και β), αλλά δεν μπορεί να παρατείνει περαιτέρω την περίοδο σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο, υποβάλλει στην αρμόδια δικαστική αρχή νέο αίτημα, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β).

4.   Οι εξουσίες που παρατίθενται στις παραγράφους 1, 2 και 3 δεν θίγουν το τμήμα 3.

5.   Τα μέτρα που λαμβάνονται από τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών κατά την άσκηση των εξουσιών τους που παρατίθενται στις παραγράφους 1, 2 και 3 είναι αποτελεσματικά, αποτρεπτικά και αναλογικά, λαμβανομένων ιδίως υπόψη της φύσης, της βαρύτητας, της επανάληψης και της διάρκειας της παράβασης ή της υποπτευόμενης παράβασης την οποία αφορούν τα μέτρα αυτά, καθώς και της οικονομικής, τεχνικής και επιχειρησιακής ικανότητας του παρόχου των οικείων ενδιάμεσων υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση.

6.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν ειδικούς όρους και διαδικασίες για την άσκηση των εξουσιών σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 και διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε άσκηση των εν λόγω εξουσιών υπόκειται σε επαρκείς διασφαλίσεις που ορίζονται στο εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο σε συμμόρφωση με τον Χάρτη και τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου. Ειδικότερα, τα μέτρα αυτά λαμβάνονται μόνο εάν είναι σύμφωνα με το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και των δικαιωμάτων υπεράσπισης, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ακρόασης και πρόσβασης στον φάκελο, και με την επιφύλαξη του δικαιώματος αποτελεσματικής έννομης προστασίας όλων των θιγόμενων μερών.

Άρθρο 52

Κυρώσεις

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για την επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση παράβασης του παρόντος κανονισμού από παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν την εφαρμογή τους σύμφωνα με το άρθρο 51.

2.   Οι κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους εν λόγω κανόνες και τα εν λόγω μέτρα και την ενημερώνουν αμελλητί σχετικά με κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το μέγιστο ποσό προστίμου που μπορεί να επιβληθεί για μη συμμόρφωση με υποχρέωση που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό να ισοδυναμεί με το 6 % του ετήσιου παγκόσμιου κύκλου εργασιών του οικείου παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το μέγιστο ποσό προστίμου που μπορεί να επιβληθεί για την παροχή ανακριβών, ελλιπών ή παραπλανητικών πληροφοριών, την παράλειψη απάντησης ή διόρθωσης ανακριβών, ελλιπών ή παραπλανητικών πληροφοριών και τη μη υποβολή σε επιθεώρηση να ισοδυναμεί με το 1 % του ετήσιου εισοδήματος ή παγκόσμιου κύκλου εργασιών του οικείου παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών ή του οικείου προσώπου κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος.

4.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το μέγιστο ποσό περιοδικής χρηματικής ποινής να ισοδυναμεί με το 5 % του μέσου ημερήσιου παγκόσμιου κύκλου εργασιών ή εισοδήματος του οικείου παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος ανά ημέρα, υπολογιζόμενης από την ημερομηνία που ορίζεται στην οικεία απόφαση.

Άρθρο 58

Διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Πλην των περιπτώσεων στις οποίες η Επιτροπή έχει κινήσει έρευνα για την ίδια εικαζόμενη παράβαση, όταν ένας συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_προορισμού έχει λόγο να εικάζει ότι πάροχος ενδιάμεσης υπηρεσίας παραβίασε τον παρόντα κανονισμό κατά τρόπο που θίγει τους αποδέκτες της υπηρεσίας στο κράτος μέλος του εν λόγω συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, δύναται να ζητήσει από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης να αξιολογήσει το ζήτημα και να λάβει τα αναγκαία μέτρα έρευνας και επιβολής για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Πλην των περιπτώσεων στις οποίες η Επιτροπή έχει κινήσει έρευνα για την ίδια εικαζόμενη παράβαση, και κατόπιν αιτήματος τουλάχιστον τριών συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών χωρών προορισμού οι οποίοι έχουν λόγους να εικάζουν ότι συγκεκριμένος πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών παραβίασε τον παρόντα κανονισμό κατά τρόπο που θίγει αποδέκτες της υπηρεσίας στα κράτη μέλη τους, το συμβούλιο μπορεί να ζητήσει από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης να αξιολογήσει το ζήτημα και να λάβει τα αναγκαία μέτρα έρευνας και επιβολής προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Το αίτημα δυνάμει της παραγράφου 1 ή 2 είναι δεόντως αιτιολογημένο και αναφέρει τουλάχιστον τα εξής:

α)

το σημείο επαφής του οικείου παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών όπως προβλέπεται στο άρθρο 11·

β)

περιγραφή των σχετικών γεγονότων, των σχετικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού και των λόγων για τους οποίους ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα ή το συμβούλιο εικάζει ότι ο πάροχος παραβίασε τον παρόντα κανονισμό, περιλαμβανομένης της περιγραφής των αρνητικών επιπτώσεων της εικαζόμενης παράβασης·

γ)

κάθε άλλη πληροφορία την οποία θεωρεί συναφή ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα ή το συμβούλιο, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, πληροφοριών που συλλέγονται με δική του πρωτοβουλία ή προτάσεων για τη λήψη ειδικών μέτρων έρευνας ή επιβολής, συμπεριλαμβανομένων προσωρινών μέτρων.

4.   Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη το αίτημα ή τη σύσταση δυνάμει της παραγράφου 1 ή 2 του παρόντος άρθρου. Όταν θεωρεί ότι δεν διαθέτει επαρκείς πληροφορίες για να ανταποκριθεί στο αίτημα ή τη σύσταση και έχει λόγους να θεωρεί ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα ή το συμβούλιο θα μπορούσαν να παράσχουν πρόσθετες πληροφορίες, ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης δύναται είτε να ζητήσει τις πληροφορίες αυτές σύμφωνα με το άρθρο 57 είτε, εναλλακτικά, να δρομολογήσει κοινή έρευνα βάσει του άρθρου 60 παράγραφος 1, εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή τουλάχιστον του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που υπέβαλε το αίτημα. Η προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου αναστέλλεται έως ότου παρασχεθούν οι εν λόγω πρόσθετες πληροφορίες ή έως ότου απορριφθεί η πρόσκληση συμμετοχής στην κοινή έρευνα.

5.   Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση το αργότερο δύο μήνες από την παραλαβή του αιτήματος δυνάμει της παραγράφου 1 ή 2, κοινοποιεί στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα, και στο συμβούλιο, την αξιολόγηση σχετικά με την εικαζόμενη παράβαση και επεξήγηση τυχόν μέτρων έρευνας ή επιβολής που έχουν ληφθεί ή προβλέπονται σε σχέση με την παράβαση με σκοπό να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 60

Κοινές έρευνες

1.   Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης μπορεί να κινεί και να διευθύνει κοινές έρευνες με τη συμμετοχή ενός ή περισσότερων άλλων οικείων συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών:

α)

με δική του πρωτοβουλία, για τη διερεύνηση εικαζόμενης παράβασης του παρόντος κανονισμού από συγκεκριμένο πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών σε πολλά κράτη μέλη· ή

β)

κατόπιν σύστασης του συμβουλίου, την οποία διατυπώνει κατόπιν αιτήματος τουλάχιστον τριών συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, που ισχυρίζονται, βάσει εύλογης υποψίας, παράβαση συγκεκριμένου παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών η οποία θίγει αποδέκτες της υπηρεσίας στα κράτη μέλη τους.

2.   Κάθε συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που αποδεικνύει έννομο συμφέρον δύναται να ζητήσει να συμμετάσχει στην κοινή έρευνα της παραγράφου 1. Η κοινή έρευνα ολοκληρώνεται εντός τριών μηνών από τη στιγμή της έναρξής της, εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετική προθεσμία μεταξύ των συμμετεχόντων.

Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης κοινοποιεί την προκαταρκτική του θέση σχετικά με την διισχυριζόμενη παράβαση το αργότερο έναν μήνα μετά τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο σε όλους τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, στην Επιτροπή και στο συμβούλιο. Στην προκαταρκτική θέση συνεκτιμώνται οι απόψεις όλων των άλλων συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών που συμμετέχουν στην κοινή έρευνα. Κατά περίπτωση, στην εν λόγω προκαταρκτική θέση καθορίζονται επίσης τα προβλεπόμενα μέτρα επιβολής.

3.   Το συμβούλιο μπορεί να παραπέμψει το ζήτημα στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 59, όταν:

α)

ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης δεν έχει κοινοποιήσει την προκαταρκτική του θέση εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 2·

β)

το συμβούλιο διαφωνεί ουσιαστικά με την προκαταρκτική θέση που κοινοποιήθηκε από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης· ή

γ)

ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης δεν κίνησε αμέσως την κοινή έρευνα έπειτα από τη σύσταση του συμβουλίου σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β).

4.   Κατά τη διεξαγωγή της κοινής έρευνας, οι συμμετέχοντες συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συνεργάζονται σε πνεύμα καλής πίστης, λαμβάνοντας υπόψη, κατά περίπτωση, τις υποδείξεις του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης και τη σύσταση του συμβουλίου. Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών των χωρών προορισμού που συμμετέχουν στην κοινή έρευνα έχουν το δικαίωμα, κατόπιν αιτήματος του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης ή έπειτα από διαβούλευση μαζί του, να ασκήσουν τις εξουσίες έρευνας που αναφέρονται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών τους οποίους αφορά η διισχυριζόμενη παράβαση, σε σχέση με τις πληροφορίες και τους χώρους που βρίσκονται στην επικράτεια της χώρας τους.

ΤΜΉΜΑ 3

Ευρωπαϊκό συμβούλιο ψηφιακών υπηρεσιών

Άρθρο 65

Επιβολή των υποχρεώσεων των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης

1.   Προκειμένου να διερευνήσει τη συμμόρφωση των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης με τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό, η Επιτροπή δύναται να ασκήσει τις ελεγκτικές εξουσίες που θεσπίζονται στο παρόν τμήμα ήδη πριν κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 66 παράγραφος 2. Δύναται να ασκήσει τις εν λόγω εξουσίες είτε με δική της πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήματος που υποβάλλεται δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

2.   Σε περίπτωση που συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών έχει λόγο να υποψιάζεται ότι ένας πάροχος πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης παραβίασε τις διατάξεις του κεφαλαίου ΙΙΙ τμήμα 5 ή παραβίασε συστηματικά οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού κατά τρόπο που θίγει σοβαρά αποδέκτες της υπηρεσίας στο κράτος μέλος του, μπορεί, μέσω του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 85, να υποβάλει αίτημα στην Επιτροπή για την αξιολόγηση του ζητήματος.

3.   Το αίτημα που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 είναι δεόντως αιτιολογημένο και αναφέρει τουλάχιστον τα εξής:

α)

το σημείο επαφής του οικείου παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 11·

β)

περιγραφή των σχετικών γεγονότων, των σχετικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού και των λόγων για τους οποίους ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα υποπτεύεται ότι ο οικείος πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης παραβίασε τον παρόντα κανονισμό, περιλαμβανομένης περιγραφής των γεγονότων που καταδεικνύουν ότι η εικαζόμενη παράβαση έχει συστημικό χαρακτήρα·

γ)

κάθε άλλη πληροφορία την οποία θεωρεί συναφή ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, πληροφοριών που συλλέγονται με δική του πρωτοβουλία.

Άρθρο 71

Αναλήψεις δεσμεύσεων

1.   Εάν, κατά τη διάρκεια διαδικασίας βάσει του παρόντος τμήματος, ο οικείος πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης προσφερθεί να αναλάβει δεσμεύσεις για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις οικείες διατάξεις του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή μπορεί, με απόφασή της, να καταστήσει τις δεσμεύσεις αυτές υποχρεωτικές για τον οικείο πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης και να δηλώσει ότι δεν συντρέχουν περαιτέρω λόγοι για ανάληψη δράσης.

2.   Η Επιτροπή δύναται, κατόπιν αιτήματος ή με δική της πρωτοβουλία, να κινήσει εκ νέου τη διαδικασία:

α)

σε περίπτωση ουσιώδους μεταβολής των γεγονότων στα οποία βασίστηκε η απόφαση·

β)

σε περίπτωση που ο οικείος πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ενεργήσει αντίθετα προς τις δεσμεύσεις του· ή

γ)

σε περίπτωση που η απόφαση βασίστηκε σε ελλιπείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες τις οποίες παρείχε ο οικείος πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1.

3.   Όταν η Επιτροπή θεωρεί ότι οι δεσμεύσεις που προσφέρεται να αναλάβει ο οικείος πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης δεν μπορούν να διασφαλίσουν την αποτελεσματική συμμόρφωση με τις οικείες διατάξεις του παρόντος κανονισμού, απορρίπτει τις εν λόγω δεσμεύσεις με αιτιολογημένη απόφαση κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας.

Άρθρο 72

Δράσεις παρακολούθησης

1.   Για τους σκοπούς της εκτέλεσης των καθηκόντων που της ανατίθενται βάσει του παρόντος τμήματος, η Επιτροπή μπορεί να αναλάβει τις απαραίτητες δράσεις για την παρακολούθηση της αποτελεσματικής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και της συμμόρφωσης με αυτόν από παρόχους των πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και των πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης. Η Επιτροπή μπορεί επίσης να τους διατάξει να παράσχουν πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων και τους αλγορίθμους τους και επεξηγήσεις σχετικά με αυτά. Οι δράσεις αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν την επιβολή υποχρέωσης στον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης να φυλάσσει όλα τα έγγραφα που θεωρούνται απαραίτητα για την αξιολόγηση της εφαρμογής των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό και της συμμόρφωσης με αυτές.

2.   Οι δράσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορούν να περιλαμβάνουν τον διορισμό ανεξάρτητων εξωτερικών εμπειρογνωμόνων και ελεγκτών, καθώς και εμπειρογνωμόνων και ελεγκτών από αρμόδιες εθνικές αρχές, με τη σύμφωνη γνώμη της οικείας αρχής, με σκοπό να συνδράμουν την Επιτροπή στην παρακολούθηση αποτελεσματικής εφαρμογής των οικείων διατάξεων του παρόντος κανονισμού και τη συμμόρφωση με αυτές, και να παράσχουν στην Επιτροπή ειδική εμπειρογνωσία ή γνώσεις.

Άρθρο 76

Περιοδικές χρηματικές ποινές

1.   Η Επιτροπή δύναται, με απόφαση που εκδίδει να επιβάλλει στον οικείο πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή σε άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1, κατά περίπτωση, περιοδικές χρηματικές ποινές που δεν υπερβαίνουν το 5 % του μέσου ημερήσιου εισοδήματος ή του παγκόσμιου ετήσιου κύκλου εργασιών κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος ανά ημέρα, υπολογιζόμενες από την ημερομηνία που ορίζεται στην απόφασή της, προκειμένου να το αναγκάσει:

α)

να παράσχει ακριβείς και πλήρεις πληροφορίες σε απάντηση σε απόφαση με την οποία ζητείται η παροχή πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 67·

β)

να υποβληθεί σε επιθεώρηση που διατάχθηκε με απόφαση κατ’ εφαρμογή του άρθρου 69·

γ)

να συμμορφωθεί με απόφαση με την οποία διατάσσεται η λήψη προσωρινών μέτρων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 70 παράγραφος 1·

δ)

να συμμορφωθεί με τις δεσμεύσεις που έχουν καταστεί νομικά υποχρεωτικές με απόφαση κατ’ εφαρμογή του άρθρου 71 παράγραφος 1·

ε)

να συμμορφωθεί με απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 73 παράγραφος 1, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των απαιτήσεων που αυτή περιέχει όσον αφορά το σχέδιο δράσης που αναφέρεται στο άρθρο 75.

2.   Εάν ο οικείος πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1 συμμορφωθεί με την υποχρέωση για την εκπλήρωση της οποίας επιβλήθηκε η περιοδική χρηματική ποινή, η Επιτροπή δύναται να μειώσει το οριστικό ύψος της σε ποσό χαμηλότερο εκείνου της αρχικής απόφασης.

Άρθρο 77

Προθεσμία παραγραφής της επιβολής κυρώσεων

1.   Οι εξουσίες που ανατίθενται στην Επιτροπή δυνάμει των άρθρων 74 και 76 υπόκεινται σε πενταετή προθεσμία παραγραφής.

2.   Η προθεσμία αρχίζει να ισχύει από την ημέρα διάπραξης της παράβασης. Ωστόσο, στην περίπτωση διαρκούς ή επαναλαμβανόμενης παράβασης, η προθεσμία αρχίζει να ισχύει από την ημέρα παύσης της παράβασης.

3.   Η περίοδος παραγραφής που ισχύει για την επιβολή προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών διακόπτεται από κάθε δράση της Επιτροπής ή του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών η οποία αποβλέπει στη διερεύνηση της παράβασης ή σε διαδικασία επί παραβάσει. Ως δράσεις που διακόπτουν την περίοδο παραγραφής θεωρούνται ειδικότερα οι ακόλουθες:

α)

αιτήματα παροχής πληροφοριών από την Επιτροπή ή συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών·

β)

διενέργεια επιθεώρησης·

γ)

κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 1.

4.   Έπειτα από κάθε διακοπή, η προθεσμία αρχίζει να ισχύει εκ νέου. Ωστόσο, η περίοδος παραγραφής της επιβολής προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών λήγει το αργότερο την ημέρα παρέλευσης προθεσμίας ίσης με το διπλάσιο της προθεσμίας παραγραφής, υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή δεν έχει επιβάλει πρόστιμο ή περιοδική χρηματική ποινή. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά χρονικό διάστημα ίσο με τον χρόνο αναστολής της περιόδου παραγραφής κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 5.

5.   Η περίοδος παραγραφής που ισχύει για την επιβολή προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών αναστέλλεται για όσο διάστημα η απόφαση της Επιτροπής αποτελεί αντικείμενο εκκρεμούς διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 78

Περίοδος παραγραφής της εκτέλεσης κυρώσεων

1.   Η εξουσία της Επιτροπής να εκτελεί τις αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εφαρμογή των άρθρων 74 και 76 υπόκειται σε πενταετή προθεσμία παραγραφής.

2.   Η προθεσμία αρχίζει να ισχύει από την ημέρα κατά την οποία η απόφαση καθίσταται οριστική.

3.   Η προθεσμία παραγραφής της εκτέλεσης των κυρώσεων διακόπτεται:

α)

με κοινοποίηση απόφασης με την οποία τροποποιείται το αρχικό ποσό του προστίμου ή της περιοδικής χρηματικής ποινής ή απορρίπτεται αίτηση τροποποίησης του ποσού αυτού·

β)

με κάθε ενέργεια της Επιτροπής ή κράτους μέλους, που ενεργεί κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, η οποία αποβλέπει να εκτελέσει αναγκαστική είσπραξη του προστίμου ή της περιοδικής χρηματικής ποινής.

4.   Έπειτα από κάθε διακοπή, η προθεσμία αρχίζει να ισχύει εκ νέου.

5.   Η προθεσμία παραγραφής της εκτέλεσης των κυρώσεων αναστέλλεται για όσο διάστημα:

α)

παρέχεται προθεσμία για καταβολή πληρωμής·

β)

αναστέλλεται η εκτέλεση της πληρωμής βάσει απόφασης του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή απόφασης εθνικού δικαστηρίου.

Άρθρο 82

Αιτήματα περιορισμού της πρόσβασης και συνεργασίας με τα εθνικά δικαστήρια

1.   Όταν έχουν εξαντληθεί όλες οι εξουσίες σύμφωνα με το παρόν τμήμα για την παύση παράβασης του παρόντος κανονισμού, η παράβαση συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες οι οποίες δεν μπορούν να αποφευχθούν μέσω της άσκησης άλλων εξουσιών που είναι διαθέσιμες βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης του οικείου παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης να αναλάβει δράση σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 3.

Πριν από την υποβολή του εν λόγω αιτήματος στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, η Επιτροπή καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις εντός προθεσμίας τουλάχιστον 14 εργάσιμων ημερών, περιγράφοντας τα μέτρα που προτίθεται να ζητήσει και προσδιορίζοντας τον σκοπούμενο αποδέκτη ή αποδέκτες αυτών.

2.   Όταν απαιτείται για τη συνεπή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή, ενεργώντας με δική της πρωτοβουλία, δύναται να υποβάλει γραπτές παρατηρήσεις στην αρμόδια δικαστική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 3. Με την άδεια της εν λόγω δικαστικής αρχής δύναται επίσης να υποβάλει προφορικές παρατηρήσεις.

Για τον σκοπό της προετοιμασίας των παρατηρήσεών της και μόνο, η Επιτροπή δύναται να ζητήσει από την εν λόγω δικαστική αρχή να διαβιβάσει ή να μεριμνήσει για τη διαβίβαση τυχόν εγγράφων που είναι αναγκαία για την αξιολόγηση της υπόθεσης.

3.   Όταν ένα εθνικό δικαστήριο αποφαίνεται επί ζητήματος το οποίο αποτελεί ήδη αντικείμενο απόφασης που έχει εκδοθεί από την Επιτροπή δυνάμει του παρόντος κανονισμού, το εν λόγω εθνικό δικαστήριο απέχει από τη λήψη απόφασης που αντιβαίνει στην εν λόγω απόφαση της Επιτροπής. Τα εθνικά δικαστήρια αποφεύγουν επίσης να λαμβάνουν αποφάσεις που ενδέχεται να συγκρούονται με υπό έκδοση απόφασης της Επιτροπής στο πλαίσιο διαδικασίας που έχει κινήσει δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Προς τον σκοπό αυτό, ένα εθνικό δικαστήριο δύναται να εξετάσει εάν είναι αναγκαίο να αναστείλει τη διαδικασία του. Τούτο δεν θίγει την εφαρμογή του άρθρου 267 ΣΛΕΕ.

Άρθρο 93

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την 17η Φεβρουαρίου 2024.

Ωστόσο, το άρθρο 24 παράγραφοι 2, 3 και 6, το άρθρο 33 παράγραφοι 3 έως 6, το άρθρο 37 παράγραφος 7, το άρθρο 40 παράγραφος 13, το άρθρο 43 και το κεφάλαιο IV τμήματα 4, 5 και 6 εφαρμόζονται από την 16η Νοεμβρίου 2022.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 19 Οκτωβρίου 2022.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

H Πρόεδρος

R. METSOLA

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. BEK


(1)  ΕΕ C 286 της 16.7.2021, σ. 70.

(2)  ΕΕ C 440 της 29.10.2021, σ. 67.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Ιουλίου 2022 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 4ης Οκτωβρίου 2022.

(4)  Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (EE L 178 της 17.7.2000, σ. 1).

(5)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Σεπτεμβρίου 2015, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (ΕΕ L 241 της 17.9.2015, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 351 της 20.12.2012, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1148 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, σχετικά με την κυκλοφορία στην αγορά και τη χρήση πρόδρομων ουσιών εκρηκτικών υλών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 98/2013 (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 57).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2021, σχετικά με την πρόληψη της διάδοσης τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο (ΕΕ L 172 της 17.5.2021, σ. 79).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1232 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουλίου 2021, περί προσωρινής παρεκκλίσεως από ορισμένες διατάξεις της οδηγίας 2002/58/ΕΚ όσον αφορά τη χρήση τεχνολογιών από παρόχους υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών για την επεξεργασία προσωπικών και άλλων δεδομένων, προς καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο (ΕΕ L 274 της 30.7.2021, σ. 41).

(12)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 345 της 27.12.2017, σ. 1).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1020 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την εποπτεία της αγοράς και τη συμμόρφωση των προϊόντων και για την τροποποίηση της οδηγίας 2004/42/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και (ΕΕ) αριθ. 305/2011 (ΕΕ L 169 της 25.6.2019, σ. 1).

(15)  Οδηγία 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 2001, για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (ΕΕ L 11 της 15.1.2002, σ. 4).

(16)  Οδηγία 2005/29/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22).

(17)  Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64).

(18)  Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 63).

(19)  Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ L 95 της 21.4.1993, σ. 29).

(20)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(21)  Οδηγία 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (ΕΕ L 167 της 22.6.2001, σ. 10).

(22)  Οδηγία 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 45).

(23)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/790 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα συγγενικά δικαιώματα στην ψηφιακή ενιαία αγορά και την τροποποίηση των οδηγιών 96/9/ΕΚ και 2001/29/ΕΚ (ΕΕ L 130 της 17.5.2019, σ. 92).

(24)  Οδηγία (ΕΕ) 2018/1972 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (ΕΕ L 321 της 17.12.2018, σ. 36).

(25)  Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

(26)  Οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1).

(27)  Οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, καθώς και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 101 της 15.4.2011, σ. 1).

(28)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017, σ. 6).

(29)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 53).

(30)  Οδηγία (ΕΕ) 2021/514 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2021, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (ΕΕ L 104 της 25.3.2021, σ. 1).

(31)  Οδηγία 98/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, περί της προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά την αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές (ΕΕ L 80 της 18.3.1998, σ. 27).

(32)  Οδηγία (EE) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, περί προστασίας της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (ΕΕ L 157 της 15.6.2016, σ. 1).

(33)  Οδηγία (ΕΕ) 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 409 της 4.12.2020, σ. 1).

(34)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(35)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(36)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(37)  ΕΕ C 149 της 27.4.2021, σ. 3.

(38)  Οδηγία (EE) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 70).

(39)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1).

(40)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73).

(41)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).



whereas









keyboard_arrow_down