search


keyboard_tab Digital Service Act 2022/2065 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2022/2065 EL cercato: 'Το' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index Το:


whereas Το:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 2063

 

Άρθρο 4

« Απλή_μετάδοση»

1.   Σε περίπτωση παροχής υπηρεσίας της κοινωνίας των πληροφοριών η οποία συνίσταται στη μετάδοση πληροφοριών που παρέχει ο αποδέκτης_της_υπηρεσίας σε δίκτυο επικοινωνιών ή στην παροχή πρόσβασης σε δίκτυο επικοινωνιών, ο πάροχος της υπηρεσίας δεν φέρει ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες που μεταδίδονται ή στις οποίες παρέχεται πρόσβαση, υπό τον όρο ότι ο πάροχος:

α)

δεν αποτελεί την αφετηρία της μετάδοσης των πληροφοριών·

β)

δεν επιλέγει τον αποδέκτη της μετάδοσης· και

γ)

δεν επιλέγει και δεν τροποποιεί τις μεταδιδόμενες πληροφορίες.

2.   Οι δραστηριότητες μετάδοσης και παροχής πρόσβασης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν την αυτόματη, ενδιάμεση και προσωρινή_αποθήκευση των μεταδιδόμενων πληροφοριών, στον βαθμό που η εν λόγω αποθήκευση εξυπηρετεί αποκλειστικά την πραγματοποίηση της μετάδοσης στο δίκτυο επικοινωνιών και η διάρκειά της δεν υπερβαίνει τον χρόνο που είναι ευλόγως απαραίτητος για τη μετάδοση.

3.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει τη δυνατότητα δικαστικής ή διοικητικής αρχής, σύμφωνα με το νομικό σύστημα ενός κράτους μέλους, να απαιτήσει από τον πάροχο υπηρεσιών την παύση ή αποτροπή της παράβασης.

Άρθρο 5

« Προσωρινή_αποθήκευση»

1.   Σε περίπτωση παροχής υπηρεσίας της κοινωνίας των πληροφοριών η οποία συνίσταται στη μετάδοση πληροφοριών που παρέχει ο αποδέκτης_της_υπηρεσίας σε δίκτυο επικοινωνιών, ο πάροχος της υπηρεσίας δεν φέρει ευθύνη όσον αφορά την αυτόματη, ενδιάμεση και προσωρινή_αποθήκευση των εν λόγω πληροφοριών η οποία πραγματοποιείται με αποκλειστικό σκοπό να καταστεί αποδοτικότερη ή ασφαλέστερη η μεταγενέστερη μετάδοση των πληροφοριών σε άλλους αποδέκτες της υπηρεσίας, κατόπιν αιτήματός τους, υπό τον όρο ότι ο πάροχος:

α)

δεν τροποποιεί τις πληροφορίες·

β)

τηρεί τους όρους πρόσβασης στις πληροφορίες·

γ)

τηρεί τους κανόνες που αφορούν την επικαιροποίηση των πληροφοριών, οι οποίοι καθορίζονται κατά τρόπο που αναγνωρίζεται και χρησιμοποιείται ευρέως από τον κλάδο·

δ)

δεν παρεμποδίζει τη νόμιμη χρήση της τεχνολογίας, η οποία αναγνωρίζεται ευρέως και χρησιμοποιείται από τον κλάδο, προκειμένου να αποκτήσει δεδομένα σχετικά με τη χρήση των πληροφοριών· και

ε)

ενεργεί άμεσα προκειμένου να αποσύρει τις πληροφορίες που αποθήκευσε ή να απενεργοποιήσει την πρόσβαση σε αυτές, μόλις λάβει πραγματική γνώση του γεγονότος ότι οι πληροφορίες έχουν αποσυρθεί από το σημείο του δικτύου στο οποίο βρίσκονταν αρχικά ή η πρόσβαση στις πληροφορίες έχει απενεργοποιηθεί ή μια δικαστική ή διοικητική αρχή διέταξε την απόσυρση των πληροφοριών ή την απενεργοποίηση της πρόσβασης σε αυτές.

2.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει τη δυνατότητα δικαστικής ή διοικητικής αρχής, σύμφωνα με το νομικό σύστημα ενός κράτους μέλους, να απαιτήσει από τον πάροχο υπηρεσιών την παύση ή αποτροπή της παράβασης.

Άρθρο 6

Φιλοξενία

1.   Σε περίπτωση παροχής υπηρεσίας της κοινωνίας των πληροφοριών η οποία συνίσταται στην αποθήκευση πληροφοριών που παρέχει ο αποδέκτης_της_υπηρεσίας, ο πάροχος της υπηρεσίας δεν φέρει ευθύνη όσον αφορά τις πληροφορίες που αποθηκεύονται κατόπιν αιτήματος του αποδέκτη της υπηρεσίας, υπό τον όρο ότι ο πάροχος:

α)

δεν γνωρίζει πραγματικά ότι πρόκειται για παράνομη δραστηριότητα ή παράνομο_περιεχόμενο και, όσον αφορά αξιώσεις αποζημίωσης, δεν έχει αντίληψη των γεγονότων ή των περιστάσεων από τις οποίες προκύπτει η παράνομη δραστηριότητα ή το παράνομο_περιεχόμενο· ή

β)

μόλις λάβει γνώση ή αντιληφθεί τα ανωτέρω, αποσύρει αμέσως το παράνομο_περιεχόμενο ή απενεργοποιεί την πρόσβαση σε αυτό.

2.   Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις στις οποίες ο αποδέκτης_της_υπηρεσίας ενεργεί υπό την εξουσία ή υπό τον έλεγχο του παρόχου υπηρεσιών.

3.   Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται όσον αφορά την ευθύνη, βάσει του δικαίου για την προστασία των καταναλωτών, των επιγραμμικών πλατφορμών που δίνουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους, όταν η εν λόγω επιγραμμική_πλατφόρμα παρουσιάζει το συγκεκριμένο πληροφοριακό στοιχείο ή καθιστά διαφορετικά δυνατή τη συγκεκριμένη συναλλαγή κατά τρόπο που θα είχε ως αποτέλεσμα ένας μέσος καταναλωτής να πιστέψει ότι οι πληροφορίες ή το προϊόν ή η υπηρεσία που αποτελεί αντικείμενο της συναλλαγής παρέχονται είτε από την ίδια την επιγραμμική_πλατφόρμα είτε από αποδέκτη της υπηρεσίας που ενεργεί υπό την εξουσία ή τον έλεγχό της.

4.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει τη δυνατότητα δικαστικής ή διοικητικής αρχής, σύμφωνα με το νομικό σύστημα ενός κράτους μέλους, να απαιτήσει από τον πάροχο υπηρεσιών την παύση ή αποτροπή της παράβασης.

Άρθρο 9

Εντολές ανάληψης δράσης κατά παράνομου περιεχομένου

1.   Κατόπιν παραλαβής εντολής ανάληψης δράσης κατά ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων παράνομου περιεχομένου, η οποία εκδίδεται από τις αρμόδιες εθνικές δικαστικές ή διοικητικές αρχές βάσει του εφαρμοστέου ενωσιακού δικαίου ή εθνικού δικαίου σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο, οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενημερώνουν την αρχή που εκδίδει την εντολή, ή οποιαδήποτε άλλη αρχή προσδιορίζεται στην εντολή, σχετικά με οποιαδήποτε εκτέλεση της εντολής, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, διευκρινίζοντας αν και πότε εκτελέστηκε η εντολή.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η διαβιβαζόμενη στον πάροχο εντολή της παραγράφου 1 πληροί τουλάχιστον τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η εν λόγω εντολή περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:

i)

παραπομπή στη νομική βάση της εντολής βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου·

ii)

παρουσίαση των λόγων για τους οποίους οι πληροφορίες αποτελούν παράνομο_περιεχόμενο, με αναφορά σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες διατάξεις του ενωσιακού δικαίου ή του εθνικού δικαίου σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο·

iii)

πληροφορίες για τον προσδιορισμό της εκδίδουσας αρχής·

iv)

σαφείς πληροφορίες που επιτρέπουν στον πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών να προσδιορίζει και να εντοπίζει το σχετικό παράνομο_περιεχόμενο, όπως έναν ή περισσότερους ακριβείς ενιαίους εντοπιστές πόρου και, όπου κρίνεται σκόπιμο, πρόσθετες πληροφορίες·

v)

πληροφορίες σχετικά με τους μηχανισμούς έννομης προστασίας που διατίθενται στον πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών και στον αποδέκτη της υπηρεσίας που παρείχε το περιεχόμενο·

vi)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με την αρχή η οποία πρέπει να λαμβάνει τις σχετικές με την εκτέλεση των εντολών πληροφορίες·

β)

το εδαφικό πεδίο εφαρμογής της εν λόγω εντολής, βάσει των εφαρμοστέων κανόνων του ενωσιακού και του εθνικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του Χάρτη, και, κατά περίπτωση, των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου, περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου της·

γ)

η εν λόγω εντολή διαβιβάζεται σε μία από τις γλώσσες που δήλωσε ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 3 ή σε άλλη επίσημη γλώσσα κράτους μέλους, η οποία έχει συμφωνηθεί από την αρχή που εκδίδει την εντολή και τον πάροχο, και αποστέλλεται στο ηλεκτρονικό σημείο επαφής που έχει οριστεί από τον εν λόγω πάροχο, σύμφωνα με το άρθρο 11· όταν η εντολή δεν έχει συνταχθεί στη γλώσσα που δήλωσε ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών ή σε άλλη γλώσσα που έχει συμφωνηθεί διμερώς, η εντολή μπορεί να διαβιβαστεί στη γλώσσα της αρχής που την εκδίδει, υπό τον όρο ότι συνοδεύεται από μετάφραση στη γλώσσα που έχει δηλωθεί ή συμφωνηθεί διμερώς τουλάχιστον των στοιχείων της εντολής που καθορίζονται στα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου.

3.   Η αρχή που εκδίδει την εντολή ή, κατά περίπτωση, η αρχή που προσδιορίζεται στην εντολή, τη διαβιβάζει μαζί με οποιεσδήποτε πληροφορίες που έλαβε από τον πάροχο των ενδιάμεσων υπηρεσιών όσον αφορά την εκτέλεση της εν λόγω εντολής προς τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών από το κράτος μέλος της εκδίδουσας αρχής.

4.   Αφού λάβει την εντολή από τη δικαστική ή τη διοικητική αρχή, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους διαβιβάζει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, αντίγραφο της εντολής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σε όλους τους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών μέσω του συστήματος που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 85.

5.   Το αργότερο τη χρονική στιγμή της εκτέλεσης της εντολής ή, κατά περίπτωση, τη χρονική στιγμή που ορίζεται από την εκδίδουσα αρχή στο πλαίσιο της εντολής της, οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενημερώνουν τον αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας σχετικά με την παραλαβή και την εκτέλεση της εντολής. Η εν λόγω ενημέρωση προς τον αποδέκτη της υπηρεσίας περιλαμβάνει αιτιολογία, τις υπάρχουσες δυνατότητες έννομης προστασίας και περιγραφή του εδαφικού πεδίου εφαρμογής της εντολής, σύμφωνα με την παράγραφο 2.

6.   Οι όροι και οι απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο δεν θίγουν την εθνική πολιτική και ποινική δικονομία.

Άρθρο 10

Εντολές παροχής πληροφοριών

1.   Κατόπιν παραλαβής εντολής παροχής συγκεκριμένων πληροφοριών σχετικά με έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους μεμονωμένους αποδέκτες της υπηρεσίας, η οποία εκδίδεται από τις αρμόδιες εθνικές δικαστικές ή διοικητικές αρχές βάσει του εφαρμοστέου ενωσιακού δικαίου ή εθνικού δικαίου σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο, οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενημερώνουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, την αρχή που εκδίδει την εντολή, ή οποιαδήποτε άλλη αρχή προσδιορίζεται στην εντολή, σχετικά με την παραλαβή της και την εκτέλεσή της, διευκρινίζοντας αν και πότε εκτελέστηκε η εντολή.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η εντολή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 όταν διαβιβάζεται στον πάροχο, πληροί τουλάχιστον τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η εν λόγω εντολή περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:

i)

παραπομπή στη νομική βάση της εντολής δυνάμει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου·

ii)

πληροφορίες για την εκδίδουσα αρχή·

iii)

σαφείς πληροφορίες που επιτρέπουν στον πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών να προσδιορίσει τον συγκεκριμένο αποδέκτη ή αποδέκτες για τους οποίους ζητούνται πληροφορίες, όπως ένα ή περισσότερα ονόματα λογαριασμού ή μοναδικά αναγνωριστικά·

iv)

παρουσίαση των λόγων που τεκμηριώνουν τον σκοπό για τον οποίο ζητούνται οι πληροφορίες και για τους οποίους είναι απαραίτητη και αναλογική η απαίτηση παροχής των πληροφοριών για τον προσδιορισμό της συμμόρφωσης των αποδεκτών των ενδιάμεσων υπηρεσιών με το εφαρμοστέο ενωσιακό δίκαιο ή εθνικό δίκαιο σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο, εκτός εάν η εν λόγω παρουσίαση δεν είναι δυνατό να παρασχεθεί για λόγους που αφορούν την πρόληψη, τη διερεύνηση, την ανίχνευση και τη δίωξη ποινικών αδικημάτων·

v)

πληροφορίες σχετικά με τους μηχανισμούς προσφυγής που διατίθενται στον πάροχο και στους αποδέκτες της οικείας υπηρεσίας·

vi)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με την αρχή η οποία πρέπει να λαμβάνει τις σχετικές με την εκτέλεση των εντολών πληροφορίες·

β)

η εν λόγω εντολή ζητεί από τον πάροχο να παράσχει μόνο πληροφορίες που έχουν ήδη συλλεγεί για τους σκοπούς της παροχής της υπηρεσίας και οι οποίες εμπίπτουν στον έλεγχό του·

γ)

η εν λόγω εντολή διαβιβάζεται σε μία από τις γλώσσες που δήλωσε ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 ή σε άλλη επίσημη γλώσσα των κρατών μελών, η οποία έχει συμφωνηθεί από την αρχή που εκδίδει την εντολή και τον πάροχο, και αποστέλλεται στο ηλεκτρονικό σημείο επαφής που έχει οριστεί από τον εν λόγω πάροχο, σύμφωνα με το άρθρο 11. Όταν η εντολή δεν έχει συνταχθεί στη γλώσσα που δήλωσε ο πάροχος των ενδιάμεσων υπηρεσιών ή σε άλλη γλώσσα που έχει συμφωνηθεί διμερώς, η εντολή μπορεί να διαβιβαστεί στη γλώσσα της αρχής που την εκδίδει, υπό τον όρο ότι συνοδεύεται από μετάφραση στη γλώσσα που έχει δηλωθεί ή συμφωνηθεί διμερώς τουλάχιστον των στοιχείων της εντολής που καθορίζονται στα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου.

3.   Η αρχή που εκδίδει την εντολή ή, κατά περίπτωση, η αρχή που προσδιορίζεται στην εντολή, τη διαβιβάζει μαζί με τυχόν πληροφορίες που έλαβε από τον πάροχο των ενδιάμεσων υπηρεσιών όσον αφορά την εκτέλεση της εν λόγω εντολής προς τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών από το κράτος μέλος της εκδίδουσας αρχής.

4.   Αφού λάβει την εντολή από τη δικαστική ή τη διοικητική αρχή, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του οικείου κράτους μέλους διαβιβάζει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, αντίγραφο της εντολής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σε όλους τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών μέσω του συστήματος που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 85.

5.   Το αργότερο τη χρονική στιγμή της εκτέλεσης της εντολής ή, κατά περίπτωση, τη χρονική στιγμή που ορίζεται από την εκδίδουσα αρχή στο πλαίσιο της εντολής της, οι πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών ενημερώνουν τον αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας σχετικά με την παραλαβή και την εκτέλεση της εντολής. Η εν λόγω ενημέρωση προς τον αποδέκτη της υπηρεσίας περιλαμβάνει αιτιολογία και τις υπάρχουσες δυνατότητες προσφυγής, σύμφωνα με την παράγραφο 2.

6.   Οι όροι και οι απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο δεν θίγουν την εθνική πολιτική και ποινική δικονομία.

ΚΕΦΆΛΑΙΟ III

ΥΠΟΧΡΕΏΣΕΙΣ ΔΈΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΈΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΈΝΑ ΔΙΑΦΑΝΈΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΈΣ ΕΠΙΓΡΑΜΜΙΚΌ ΠΕΡΙΒΆΛΛΟΝ

ΤΜΉΜΑ 1

Διατάξεις που εφαρμόζονται σε όλους τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών

Άρθρο 17

Αιτιολογία

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας παρέχουν σαφή και συγκεκριμένη αιτιολόγηση στους θιγόμενους αποδέκτες της υπηρεσίας για οποιονδήποτε από τους ακόλουθους περιορισμούς που επιβάλλονται με την αιτιολογία ότι οι πληροφορίες που παρέχονται από τον αποδέκτη της υπηρεσίας αποτελούν παράνομο_περιεχόμενο ή είναι ασύμβατες με τους όρους και προϋποθέσεις τους:

α)

τυχόν περιορισμούς της προβολής συγκεκριμένων πληροφοριακών στοιχείων που παρέχονται από τον αποδέκτη της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων της απόσυρσης περιεχομένου, της απενεργοποίησης της πρόσβασης σε περιεχόμενο, ή του υποβιβασμού περιεχομένου·

β)

την αναστολή, παύση ή άλλο περιορισμό των χρηματικών πληρωμών·

γ)

την αναστολή ή παύση της παροχής της υπηρεσίας εν όλω ή εν μέρει·

δ)

την αναστολή ή κατάργηση του λογαριασμού του αποδέκτη της υπηρεσίας.

2.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνο όταν ο πάροχος γνωρίζει τα σχετικά ηλεκτρονικά στοιχεία επικοινωνίας. Εφαρμόζεται το αργότερο από την ημερομηνία επιβολής του περιορισμού και ανεξάρτητα από τον λόγο ή τον τρόπο επιβολής του.

Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται όταν οι πληροφορίες είναι παραπλανητικό εμπορικό περιεχόμενο μεγάλου όγκου.

3.   Η αιτιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής πληροφοριακά στοιχεία:

α)

πληροφορίες κατά πόσον η απόφαση συνεπάγεται την απόσυρση των πληροφοριών, την απενεργοποίηση της πρόσβασης σε αυτές, τον υποβιβασμό ή τον περιορισμό της προβολής τους, ή την αναστολή ή παύση των χρηματικών πληρωμών που σχετίζονται με τις εν λόγω πληροφορίες, ή επιβάλλει άλλα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 όσον αφορά τις πληροφορίες, και, κατά περίπτωση, το εδαφικό πεδίο εφαρμογής της απόφασης και τη διάρκεια ισχύος της·

β)

τα γεγονότα και τις περιστάσεις στις οποίες βασίστηκε η λήψη της απόφασης, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, πληροφοριών σχετικά με το εάν η απόφαση ελήφθη βάσει ειδοποίησης που υποβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 16 ή βάσει εθελοντικών αυτεπάγγελτων ερευνών, και, εφόσον είναι απολύτως αναγκαίο, την ταυτότητα του κοινοποιούντος·

γ)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων κατά τη λήψη της απόφασης, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με το εάν η απόφαση ελήφθη σε σχέση με περιεχόμενο που ανιχνεύθηκε ή εντοπίστηκε με τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων·

δ)

όταν η απόφαση αφορά εικαζόμενο παράνομο_περιεχόμενο, αναφέρεται η νομική βάση στην οποία βασίζεται και εξηγείται γιατί οι πληροφορίες θεωρούνται παράνομο_περιεχόμενο επί αυτής της βάσης·

ε)

όταν η απόφαση βασίζεται στην εικαζόμενη ασυμβατότητα των πληροφοριών με τους όρους και τις προϋποθέσεις του παρόχου υπηρεσιών φιλοξενίας, αναφέρεται η συμβατική διάταξη στην οποία βασίζεται και εξηγείται γιατί θεωρείται ότι οι πληροφορίες δεν συνάδουν με την εν λόγω διάταξη·

στ)

σαφείς και φιλικές προς τον χρήστη πληροφορίες σχετικά με τις δυνατότητες προσφυγής που διατίθενται στον αποδέκτη της υπηρεσίας σε σχέση με την απόφαση, ιδίως, κατά περίπτωση, μέσω εσωτερικών μηχανισμών διαχείρισης καταγγελιών, εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών και δικαστικής προσφυγής.

4.   Οι πληροφορίες που παρέχονται από τους παρόχους υπηρεσιών φιλοξενίας σύμφωνα με το παρόν άρθρο είναι σαφείς και εύκολα κατανοητές και όσο το δυνατόν πιο ακριβείς και συγκεκριμένες υπό τις δεδομένες συνθήκες. Οι πληροφορίες είναι, ειδικότερα, τέτοιες που να επιτρέπουν εύλογα στον αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας να ασκήσει αποτελεσματικά τις δυνατότητες προσφυγής που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο στ).

5.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε εντολές που αναφέρονται στο άρθρο 9.

Άρθρο 19

Εξαίρεση πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων

1.   Το παρόν τμήμα, με εξαίρεση το άρθρο 24 παράγραφος 3 αυτού, δεν εφαρμόζεται σε παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις για να θεωρούνται πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις όπως ορίζονται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ.

Το παρόν τμήμα, με εξαίρεση το άρθρο 24 παράγραφος 3 αυτού, δεν εφαρμόζεται σε παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών που πληρούσαν προηγουμένως τις προϋποθέσεις για να θεωρούνται πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις όπως ορίζεται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ κατά τη διάρκεια των 12 μηνών από την απώλεια αυτής της ιδιότητας σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 αυτής, εκτός εάν είναι πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες σύμφωνα με το άρθρο 33.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, το παρόν τμήμα εφαρμόζεται στους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών που έχουν χαρακτηριστεί ως πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες σύμφωνα με το άρθρο 33, ανεξάρτητα από το αν πληρούν τις προϋποθέσεις για να θεωρούνται πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις.

Άρθρο 21

Εξωδικαστική επίλυση διαφορών

1.   Οι αποδέκτες της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων φυσικών προσώπων ή οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποιήσεις, στους οποίους απευθύνονται οι αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 έχουν δικαίωμα να επιλέξουν οποιοδήποτε όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχει πιστοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, για την επίλυση των διαφορών που αφορούν τις αποφάσεις αυτές, συμπεριλαμβανομένων καταγγελιών που δεν κατέστη εφικτό να επιλυθούν μέσω του εσωτερικού συστήματος διαχείρισης καταγγελιών που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο.

Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα των αποδεκτών της υπηρεσίας να έχουν πρόσβαση σε εξωδικαστική επίλυση διαφορών, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, είναι εύκολα προσβάσιμες στην επιγραμμική_διεπαφή τους, με σαφή και φιλικό προς τον χρήστη τρόπο.

Το πρώτο εδάφιο δεν θίγει το δικαίωμα του αποδέκτη της οικείας υπηρεσίας να κινήσει, σε οποιοδήποτε στάδιο, διαδικασία προσβολής των εν λόγω αποφάσεων των παρόχων επιγραμμικών πλατφορμών ενώπιον δικαστηρίου σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο.

2.   Αμφότερα τα μέρη συνεργάζονται καλόπιστα με το επιλεγμένο πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών με σκοπό την επίλυση της διαφοράς.

Οι πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών μπορούν να αρνηθούν να συνεργαστούν με τέτοιο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, εάν έχει ήδη επιλυθεί διαφορά που αφορά τις ίδιες πληροφορίες και τους ίδιους λόγους εικαζόμενης παρανομίας ή ασυμβατότητας του περιεχομένου.

Το πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δεν έχει την εξουσία να διευθετήσει, κατά τρόπο δεσμευτικό για τα μέρη, τη διαφορά.

3.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, το πιστοποιεί κατόπιν αιτήματός του, για μέγιστη περίοδο πέντε ετών, η οποία μπορεί να ανανεωθεί, όταν αυτό αποδεικνύει ότι πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

είναι αμερόληπτο και ανεξάρτητο, μεταξύ άλλων και οικονομικά ανεξάρτητο, από τους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών και από τους αποδέκτες της υπηρεσίας που παρέχεται από παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών προσώπων ή των οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποιήσεις·

β)

διαθέτει την αναγκαία τεχνογνωσία όσον αφορά τα ζητήματα που προκύπτουν σε έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους τομείς παράνομου περιεχομένου ή όσον αφορά την εφαρμογή και επιβολή των όρων και προϋποθέσεων ενός ή περισσότερων τύπων επιγραμμικών πλατφορμών, η οποία δίνει τη δυνατότητα στο όργανο να μπορεί να συνεισφέρει αποτελεσματικά στην επίλυση της διαφοράς·

γ)

τα μέλη του αμείβονται με τρόπο που δεν συνδέεται με το αποτέλεσμα της διαδικασίας·

δ)

η εξωδικαστική επίλυση διαφορών που προσφέρει είναι εύκολα προσβάσιμη, μέσω τεχνολογίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και προβλέπεται η δυνατότητα να κινηθεί η διαδικασία επίλυσης διαφορών και να υποβληθούν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά με ηλεκτρονικό τρόπο·

ε)

είναι σε θέση να επιλύει διαφορές με ταχύ, αποτελεσματικό και οικονομικά αποδοτικό τρόπο και τουλάχιστον σε μία από τις επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης·

στ)

η εξωδικαστική επίλυση διαφορών που προσφέρει πραγματοποιείται σύμφωνα με σαφείς και δίκαιους διαδικαστικούς κανόνες που είναι εύκολα και δημόσια προσβάσιμοι, και σε συμμόρφωση με το εφαρμοστέο δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του παρόντος άρθρου.

Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών προσδιορίζει, κατά περίπτωση, στο πιστοποιητικό:

α)

τα ειδικά ζητήματα με τα οποία σχετίζεται η τεχνογνωσία του οργάνου, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β), και

β)

την επίσημη γλώσσα ή γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης στις οποίες το όργανο είναι σε θέση να επιλύει διαφορές, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο ε).

4.   Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών υποβάλλουν έκθεση στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που τα πιστοποίησε, σε ετήσια βάση, σχετικά με τη λειτουργία τους, προσδιορίζοντας τουλάχιστον τον αριθμό των διαφορών που διαχειρίστηκαν, τις πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα των εν λόγω διαφορών, τον μέσο χρόνο που απαιτήθηκε για την επίλυσή τους και τυχόν ελλείψεις ή δυσκολίες που προέκυψαν. Παρέχουν πρόσθετες πληροφορίες κατόπιν αιτήματος του εν λόγω συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών.

Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συντάσσουν ανά διετία έκθεση σχετικά με τη λειτουργία των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχουν πιστοποιήσει. Ειδικότερα, η έκθεση αυτή:

α)

παραθέτει τον αριθμό των διαφορών που διαχειρίστηκε ετησίως κάθε πιστοποιημένος φορέας εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών·

β)

αναφέρει τα αποτελέσματα των υποθέσεων που εισήχθησαν ενώπιον των εν λόγω οργάνων και τον μέσο χρόνο που απαιτήθηκε για την επίλυση των διαφορών·

γ)

προσδιορίζει και εξηγεί τυχόν συστηματικές ή τομεακές ελλείψεις ή δυσκολίες που προέκυψαν σε σχέση με τη λειτουργία των εν λόγω οργάνων·

δ)

προσδιορίζει βέλτιστες πρακτικές σχετικά με την εν λόγω λειτουργία·

ε)

διατυπώνει, κατά περίπτωση, συστάσεις σχετικά με τον τρόπο βελτίωσης της εν λόγω λειτουργίας.

Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών θέτουν τις αποφάσεις τους στη διάθεση των μερών εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και το αργότερο 90 ημερολογιακές ημέρες από την παραλαβή της καταγγελίας. Σε περίπτωση που η διαφορά είναι εξαιρετικά περίπλοκη, το πιστοποιημένο όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δύναται, κατά την κρίση του, να παρατείνει την προθεσμία των 90 ημερολογιακών ημερών για πρόσθετη περίοδο που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες, με μέγιστη συνολική διάρκεια τις 180 ημέρες.

5.   Εάν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών αποφανθεί υπέρ του αποδέκτη της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας που έχει υποβάλει ειδοποίηση, ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας βαρύνεται με το σύνολο των αμοιβών που επιβάλλει το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών και αποζημιώνει τον εν λόγω αποδέκτη, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας, για τυχόν άλλα εύλογα έξοδα τα οποία έχει καταβάλει σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς. Εάν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών αποφανθεί υπέρ του παρόχου της επιγραμμικής πλατφόρμας, ο αποδέκτης_της_υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού προσώπου ή της οντότητας, δεν απαιτείται να αποζημιώσει τον πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας για τις αμοιβές ή άλλα έξοδα που έχει καταβάλει ή πρόκειται να καταβάλλει σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς, εκτός αν το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών κρίνει ότι ο εν λόγω αποδέκτης ενήργησε προδήλως κακόπιστα.

Τα τέλη που επιβάλλει το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών στους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών για την επίλυση διαφορών είναι εύλογα και σε κάθε περίπτωση δεν υπερβαίνουν το κόστος του οργάνου. Για τους αποδέκτες της υπηρεσίας, η επίλυση διαφορών παρέχεται δωρεάν ή έναντι συμβολικού αντιτίμου.

Τα πιστοποιημένα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών γνωστοποιούν στον αποδέκτη της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών προσώπων ή των οντοτήτων που έχουν υποβάλει ειδοποίηση, και στον οικείο πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας τα τέλη ή τους μηχανισμούς που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των αμοιβών, πριν από την έναρξη της διαδικασίας επίλυσης της διαφοράς.

6.   Τα κράτη μέλη δύνανται να συγκροτούν όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών για τους σκοπούς της παραγράφου 1 ή να στηρίζουν τις δραστηριότητες ορισμένων ή όλων των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που έχουν πιστοποιήσει σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι καμία από τις δραστηριότητες που αναλαμβάνουν βάσει του πρώτου εδαφίου δεν επηρεάζει την ικανότητα των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών τους να πιστοποιούν τα οικεία όργανα σύμφωνα με την παράγραφο 3.

7.   Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που πιστοποίησε όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, ανακαλεί την πιστοποίηση αυτή, εάν διαπιστώσει, έπειτα από έρευνα είτε με δική του πρωτοβουλία είτε βάσει πληροφοριών που έλαβε από τρίτους, ότι το όργανο εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 3. Πριν ανακαλέσει την πιστοποίηση, ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών παρέχει στο εν λόγω όργανο τη δυνατότητα να αντικρούσει τα πορίσματα της έρευνάς του και την πρόθεσή του να ανακαλέσει την πιστοποίηση του οργάνου εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών.

8.   Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών γνωστοποιούν στην Επιτροπή τα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών τα οποία έχουν πιστοποιήσει σύμφωνα με την παράγραφο 3, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των προδιαγραφών που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της εν λόγω παραγράφου, καθώς και τα όργανα εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών των οποίων την πιστοποίηση έχουν ανακαλέσει. Η Επιτροπή δημοσιεύει κατάλογο των οργάνων αυτών, συμπεριλαμβανομένων των εν λόγω προδιαγραφών, σε ειδικό ιστότοπο που είναι εύκολα προσβάσιμος, και τον διατηρεί επικαιροποιημένο.

9.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει την οδηγία 2013/11/ΕΕ και τις διαδικασίες και τους φορείς εναλλακτικής επίλυσης καταναλωτικών διαφορών που θεσπίζονται στο πλαίσιο της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 29

Εξαίρεση πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων

1.   Το παρόν τμήμα δεν εφαρμόζεται σε παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών που δίνουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους και οι οποίοι θεωρούνται πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις όπως ορίζεται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ.

Το παρόν τμήμα δεν εφαρμόζεται σε παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών που δίνουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους και οι οποίοι πληρούσαν προηγουμένως τις προϋποθέσεις για να θεωρούνται πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις όπως ορίζεται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ κατά τη διάρκεια των 12 μηνών από την απώλεια αυτής της ιδιότητας σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 αυτής, εκτός εάν είναι πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες σύμφωνα με το άρθρο 33.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, το παρόν τμήμα εφαρμόζεται στους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών που δίνουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με εμπόρους και οι οποίοι έχουν χαρακτηριστεί ως πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες σύμφωνα με το άρθρο 33, ανεξάρτητα από το αν πληρούν τις προϋποθέσεις για να θεωρούνται πολύ μικρές ή μικρές επιχειρήσεις.

Άρθρο 33

Πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες και πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης

1.   Το παρόν τμήμα εφαρμόζεται σε επιγραμμικές πλατφόρμες και επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης οι οποίες συγκεντρώνουν έναν αριθμό μέσων μηνιαίων ενεργών αποδεκτών της υπηρεσίας στην Ένωση ίσο ή υψηλότερο από 45 εκατομμύρια και οι οποίες χαρακτηρίζονται ως πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες ή πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης σύμφωνα με την παράγραφο 4.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 87 για να προσαρμόσει τον αριθμό των μέσων μηνιαίων ενεργών αποδεκτών της υπηρεσίας στην Ένωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, όταν ο πληθυσμός της Ένωσης αυξάνεται ή μειώνεται τουλάχιστον έως 5 % σε σχέση με τον πληθυσμό της το 2020 ή, σε σχέση με τον πληθυσμό της έπειτα από προσαρμογή μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξης το έτος κατά το οποίο εκδόθηκε η πλέον πρόσφατη κατ’ εξουσιοδότηση πράξη. Στην περίπτωση αυτή, προσαρμόζει τον αριθμό έτσι ώστε να αντιστοιχεί στο 10 % του πληθυσμού της Ένωσης το έτος κατά το οποίο εκδίδει την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, με στρογγυλοποίηση προς τα πάνω ή προς τα κάτω ώστε ο αριθμός να εκφράζεται σε εκατομμύρια.

3.   Η Επιτροπή δύναται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 87, έπειτα από διαβούλευση με το Συμβούλιο, για να συμπληρώνει τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού ορίζοντας τη μεθοδολογία για τον υπολογισμό του αριθμού των μέσων μηνιαίων ενεργών αποδεκτών της υπηρεσίας στην Ένωση, για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 24 παράγραφος 2, προκειμένου να εξασφαλίζει ότι η μεθοδολογία λαμβάνει υπόψη τις εξελίξεις στην αγορά και στις τεχνολογικές εξελίξεις.

4.   Η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με το κράτος μέλος εγκατάστασης ή αφού λάβει υπόψη τις πληροφορίες που παρέχονται από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 4, εκδίδει απόφαση που ορίζει ως πολύ μεγάλη επιγραμμική_πλατφόρμα ή πολύ μεγάλη επιγραμμική_μηχανή_αναζήτησης για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού την επιγραμμική_πλατφόρμα ή την επιγραμμική_μηχανή_αναζήτησης η οποία έχει αριθμό μέσων μηνιαίων ενεργών αποδεκτών της υπηρεσίας ίσο ή μεγαλύτερο από τον αριθμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή λαμβάνει την απόφασή της βάσει στοιχείων που κοινοποιεί ο πάροχος της επιγραμμικής πλατφόρμας ή της επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2, ή πληροφοριών που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 3 ή οποιωνδήποτε άλλων πληροφοριών είναι διαθέσιμες στην Επιτροπή.

Η μη συμμόρφωση του παρόχου της επιγραμμικής πλατφόρμας ή της επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης με το άρθρο 24 παράγραφος 2 ή με το αίτημα του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης ή της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 3 δεν εμποδίζει την Επιτροπή να ορίσει τον εν λόγω πάροχο ως πάροχο πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.

Όταν η Επιτροπή βασίζει την απόφασή της σε άλλες πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου ή βάσει των πρόσθετων πληροφοριών που ζητούνται σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 3, η Επιτροπή δίνει προθεσμία 10 εργασίμων ημερών στον οικείο πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας ή της επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης να διατυπώσει τις απόψεις του σχετικά με τα προκαταρκτικά πορίσματα της Επιτροπής ότι προτίθεται να χαρακτηρίσει την επιγραμμική_πλατφόρμα ή την επιγραμμική_μηχανή_αναζήτησης ως πολύ μεγάλη επιγραμμική_πλατφόρμα ή ως πολύ μεγάλη επιγραμμική_μηχανή_αναζήτησης, αντίστοιχα. Η Επιτροπή λαμβάνει δεόντως υπόψη τις απόψεις που διατυπώνει ο οικείος πάροχος.

Παράλειψη του παρόχου της επιγραμμικής πλατφόρμας ή της επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης να διατυπώσει τις απόψεις του σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο δεν εμποδίζει την Επιτροπή να χαρακτηρίσει την εν λόγω επιγραμμική_πλατφόρμα ή την εν λόγω επιγραμμική_μηχανή_αναζήτησης ως πολύ μεγάλη επιγραμμική_πλατφόρμα ή ως πολύ μεγάλη επιγραμμική_μηχανή_αναζήτησης, αντίστοιχα, βάσει άλλων πληροφοριών που έχει στη διάθεσή της.

5.   Η Επιτροπή αποσύρει τον χαρακτηρισμό εάν, επί αδιάλειπτο χρονικό διάστημα ενός έτους, η επιγραμμική_πλατφόρμα ή η επιγραμμική_μηχανή_αναζήτησης δεν έχει αριθμό μέσων μηνιαίων ενεργών αποδεκτών της υπηρεσίας ίσο ή μεγαλύτερο από τον αριθμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

6.   Η Επιτροπή κοινοποιεί τις αποφάσεις της δυνάμει των παραγράφων 4 και 5, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στον οικείο πάροχο της επιγραμμικής πλατφόρμας ή της επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, στο Συμβούλιο και στον συντονιστή ψηφιακών υποθέσεων της χώρας εγκατάστασης.

Η Επιτροπή διασφαλίζει ότι ο κατάλογος των χαρακτηρισμένων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και των πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τηρεί τον κατάλογο επικαιροποιημένο. Οι υποχρεώσεις του παρόντος τμήματος εφαρμόζονται ή παύουν να εφαρμόζονται στις οικείες πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες και πολύ μεγάλες επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης τέσσερις μήνες μετά την κοινοποίηση στον οικείο πάροχο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

Άρθρο 35

Περιορισμός των κινδύνων

1.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης εφαρμόζουν εύλογα, αναλογικά και αποτελεσματικά μέτρα περιορισμού, τα οποία προσαρμόζονται στους ειδικούς συστημικούς κινδύνους που εντοπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 34, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις επιπτώσεις αυτών των μέτρων στα θεμελιώδη δικαιώματα. Τα μέτρα αυτά είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, τα εξής:

α)

προσαρμογή του σχεδιασμού, των χαρακτηριστικών ή της λειτουργίας των υπηρεσιών τους, συμπεριλαμβανομένων των επιγραμμικών διεπαφών τους·

β)

προσαρμογή των όρων και προϋποθέσεών τους και της επιβολής τους·

γ)

προσαρμογή των διαδικασιών ελέγχου περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένων της ταχύτητας και της ποιότητας της διεκπεραίωσης των ειδοποιήσεων που αφορούν συγκεκριμένους τύπους παράνομου περιεχομένου και, κατά περίπτωση, της ταχείας αφαίρεσης του αναφερόμενου περιεχομένου ή της απενεργοποίησης της πρόσβασης σε αυτό, ιδίως όσον αφορά την παράνομη ρητορική μίσους ή την κυβερνοβία· καθώς και προσαρμογή όλων των σχετικών διαδικασιών λήψης αποφάσεων και των πόρων που προορίζονται για τον έλεγχο του περιεχομένου·

δ)

δοκιμή και προσαρμογή των αλγοριθμικών συστημάτων τους, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων συστάσεών τους·

ε)

προσαρμογή των συστημάτων διαφήμισής τους και θέσπιση στοχευμένων μέτρων με σκοπό τον περιορισμό ή την προσαρμογή της παρουσίασης διαφημίσεων συνδεόμενων με την υπηρεσία που παρέχουν·

στ)

ενίσχυση των εσωτερικών διαδικασιών και πόρων, του ελέγχου, της τεκμηρίωσης ή της επίβλεψης οποιασδήποτε από τις δραστηριότητές τους, ιδίως όσον αφορά την ανίχνευση συστημικού κινδύνου·

ζ)

έναρξη ή προσαρμογή της συνεργασίας με αξιόπιστες πηγές επισήμανσης παράνομου περιεχομένου σύμφωνα με το άρθρο 22 και υλοποίηση των αποφάσεων των οργάνων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών σύμφωνα με το άρθρο 21·

η)

έναρξη ή προσαρμογή της συνεργασίας με άλλους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών ή επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης με τη χρήση κωδίκων δεοντολογίας και πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων που προβλέπονται στα άρθρα 45 και 48, αντίστοιχα·

θ)

λήψη μέτρων ευαισθητοποίησης και προσαρμογή της επιγραμμικής διεπαφής τους προκειμένου να παράσχουν στους αποδέκτες της υπηρεσίες περισσότερες πληροφορίες·

ι)

λήψη στοχευμένων μέτρων για την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού, συμπεριλαμβανομένων εργαλείων εξακρίβωσης της ηλικίας και γονικού ελέγχου, εργαλείων που βοηθούν τους ανηλίκους να γνωστοποιούν περιστατικά κακοποίησης ή να λαμβάνουν στήριξη, ανάλογα με την περίπτωση·

ια)

εξασφάλιση του ότι ένα στοιχείο πληροφορίας, ανεξάρτητα από το αν αποτελεί εικόνα, ήχο ή βίντεο που έχει παραχθεί ή τροποποιηθεί, το οποίο παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με υπαρκτά πρόσωπα, αντικείμενα, μέρη ή άλλες οντότητες ή γεγονότα, και δίνει την ψευδή εντύπωση ότι είναι αυθεντικό ή αληθινό, θα διακρίνεται μέσω ευδιάκριτης σήμανσης όταν παρουσιάζεται στις επιγραμμικές διεπαφές τους, και, επιπλέον, παροχή μιας εύχρηστης λειτουργίας η οποία δίνει στους αποδέκτες της υπηρεσίας τη δυνατότητα να υποδεικνύουν μία τέτοια πληροφορία.

2.   Το Συμβούλιο, σε συνεργασία με την Επιτροπή, δημοσιεύει αναλυτικές εκθέσεις, μία φορά ανά έτος. Οι εκθέσεις περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

προσδιορισμό και εκτίμηση των πλέον σημαντικών και επαναλαμβανόμενων συστημικών κινδύνων που αναφέρονται από παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης ή εντοπίζονται από άλλες πηγές πληροφοριών, ιδίως εκείνων που παρέχονται σύμφωνα με τα άρθρα 39, 40 και 42·

β)

βέλτιστες πρακτικές για τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης με σκοπό τον περιορισμό των συστημικών κινδύνων που εντοπίζονται.

Οι εν λόγω εκθέσεις παρουσιάζουν τους συστημικούς κινδύνους ανά κράτος μέλος στο οποίο εμφανίζονται και στο σύνολο της Ένωσης, κατά περίπτωση.

3.   Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή της παραγράφου 1 σε σχέση με συγκεκριμένους κινδύνους, και ιδίως για να παρουσιάσει βέλτιστες πρακτικές και να προτείνει πιθανά μέτρα, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις πιθανές επιπτώσεις των μέτρων στα θεμελιώδη δικαιώματα όλων των εμπλεκόμενων μερών, τα οποία κατοχυρώνονται στον Χάρτη. Κατά την κατάρτιση των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών, η Επιτροπή οργανώνει δημόσιες διαβουλεύσεις.

Άρθρο 39

Πρόσθετη διαφάνεια επιγραμμικών διαφημίσεων

1.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης που παρουσιάζουν διαφημίσεις στις επιγραμμικές διεπαφές τους συγκεντρώνουν και δημοσιοποιούν, σε ειδικό τμήμα της επιγραμμικής επαφής τους, μέσω αξιόπιστου εργαλείου που παρέχει δυνατότητα αναζήτησης και επιτρέπει αναζητήσεις πολλαπλών κριτηρίων, και μέσω διεπαφών προγραμματισμού εφαρμογών, ένα αποθετήριο το οποίο περιέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2, για ολόκληρη την περίοδο κατά την οποία παρουσιάζουν μία διαφήμιση και έως ένα έτος μετά την τελευταία παρουσίαση της διαφήμισης στις επιγραμμικές διεπαφές τους. Μεριμνούν ώστε το αποθετήριο να μην περιέχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των αποδεκτών της υπηρεσίας στους οποίους προβαλλόταν ή μπορούσε να έχει παρουσιαστεί η διαφήμιση και καταβάλλουν εύλογες προσπάθειες για να διασφαλίσουν ότι οι πληροφορίες είναι ακριβείς και πλήρεις.

2.   Το αποθετήριο περιλαμβάνει τουλάχιστον όλες τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

το περιεχόμενο της διαφήμισης, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος του προϊόντος, της υπηρεσίας ή της επωνυμίας, καθώς και του αντικειμένου της διαφήμισης·

β)

το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου παρουσιάζεται η διαφήμιση·

γ)

το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που πλήρωσε για τη διαφήμιση, εάν αυτό το πρόσωπο είναι διαφορετικό από εκείνο που αναφέρεται στο στοιχείο β)·

δ)

την περίοδο κατά την οποία παρουσιαζόταν η διαφήμιση·

ε)

εάν η διαφήμιση προοριζόταν για παρουσίαση ειδικά σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες ομάδες αποδεκτών της υπηρεσίας και, εάν ναι, τις κύριες παραμέτρους που χρησιμοποιούνταν για τον σκοπό αυτόν, συμπεριλαμβανομένων, όπου αρμόζει, των βασικών παραμέτρων που χρησιμοποιήθηκαν για την εξαίρεση συμπερίληψης μίας ή περισσότερων τέτοιων συγκεκριμένων ομάδων·

στ)

τις εμπορικές ανακοινώσεις που δημοσιεύτηκαν στην πολύ μεγάλη επιγραμμική_πλατφόρμα και προσδιορίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2·

ζ)

τον συνολικό αριθμό αποδεκτών της υπηρεσίας που έχει επιτευχθεί και, κατά περίπτωση, το άθροισμα, ανά κάθε κράτος μέλος, για την ομάδα ή τις ομάδες αποδεκτών στους οποίους στόχευε συγκεκριμένα η διαφήμιση.

3.   Όσον αφορά την παράγραφο 2 στοιχεία α), β) και γ), όταν ένας πάροχος πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης αφαίρεσε ή απενεργοποίησε την πρόσβαση σε συγκεκριμένη διαφήμιση λόγω εικαζόμενης παρανομίας ή ασυμβατότητας με τους όρους και τις προϋποθέσεις της, το αποθετήριο δεν περιλαμβάνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στα εν λόγω στοιχεία. Σε μία τέτοια περίπτωση, το αποθετήριο περιλαμβάνει, για τη συγκεκριμένη διαφήμιση, τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 3 στοιχεία α) έως ε) ή στο άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο i), κατά περίπτωση.

Η Επιτροπή δύναται, κατόπιν διαβούλευσης με το συμβούλιο, τους σχετικούς διαπιστευμένους ερευνητές που αναφέρονται στο άρθρο 40 και το κοινό, να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη δομή, την οργάνωση και τις λειτουργίες των αποθετηρίων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 41

Υπηρεσία συμμόρφωσης

1.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης συστήνουν υπηρεσία συμμόρφωσης η οποία είναι ανεξάρτητη από τις επιχειρησιακές υπηρεσίες τους και απαρτίζεται από έναν ή περισσότερους υπεύθυνους συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένου του προϊσταμένου της υπηρεσίας συμμόρφωσης. Η εν λόγω υπηρεσία συμμόρφωσης διαθέτει επαρκείς εξουσίες, κύρος και πόρους, καθώς και πρόσβαση στο διοικητικό όργανο του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης με σκοπό την παρακολούθηση της συμμόρφωσης του εν λόγω παρόχου με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Το διοικητικό όργανο του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης διασφαλίζει ότι οι υπεύθυνοι συμμόρφωσης διαθέτουν τα επαγγελματικά προσόντα, τις γνώσεις, την πείρα και την ικανότητα που απαιτούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

Το διοικητικό όργανο του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης διασφαλίζει ότι ο προϊστάμενος της υπηρεσίας συμμόρφωσης είναι ανεξάρτητο ανώτερο διοικητικό στέλεχος με διακριτή αρμοδιότητα στην υπηρεσία συμμόρφωσης.

Ο προϊστάμενος της υπηρεσίας συμμόρφωσης λογοδοτεί απευθείας στο διοικητικό όργανο του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης και μπορεί να διατυπώνει ανησυχίες και να προειδοποιεί το διοικητικό όργανο όταν οι κίνδυνοι που αναφέρονται στο άρθρο 34 ή η μη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό θίγουν ή δύνανται να θίξουν τον οικείο πάροχο της μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του διοικητικού οργάνου στο πλαίσιο των εποπτικών και διευθυντικών του καθηκόντων.

Ο προϊστάμενος της υπηρεσίας συμμόρφωσης μπορεί να παυθεί από τα καθήκοντά του μόνον κατόπιν προηγούμενης έγκρισης του διοικητικού οργάνου του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης.

3.   Οι υπεύθυνοι συμμόρφωσης έχουν τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

συνεργάζονται με τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης και την Επιτροπή για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού·

β)

διασφαλίζουν ότι όλοι οι κίνδυνοι στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 34 αναγνωρίζονται και αναφέρονται δεόντως και ότι έχουν ληφθεί εύλογα, αναλογικά και αποτελεσματικά μέτρα περιορισμού των κινδύνων σύμφωνα με το άρθρο 35·

γ)

οργανώνουν και επιβλέπουν τις δραστηριότητες του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης που αφορούν τον ανεξάρτητο έλεγχο βάσει του άρθρου 37·

δ)

ενημερώνουν και παρέχουν συμβουλές στη διοίκηση και τους υπαλλήλους του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης όσον αφορά τις σχετικές υποχρεώσεις στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού·

ε)

παρακολουθούν τη συμμόρφωση του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης με τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει του παρόντος κανονισμού·

στ)

κατά περίπτωση, παρακολουθούν τη συμμόρφωση του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει σύμφωνα με τους κώδικες δεοντολογίας δυνάμει των άρθρων 45 και 46 ή με τα πρωτόκολλα διαχείρισης κρίσεων δυνάμει του άρθρου 48.

4.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης κοινοποιούν το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου επικεφαλής συμμόρφωσης στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης και στην Επιτροπή.

5.   Το διοικητικό όργανο του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης καθορίζει τις ρυθμίσεις διακυβέρνησης του παρόχου οι οποίες διασφαλίζουν την ανεξαρτησία της υπηρεσίας συμμόρφωσης, ενώ επίσης επιβλέπει και λογοδοτεί για την εφαρμογή των ρυθμίσεων διακυβέρνησης, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται ο διαχωρισμός των ευθυνών στο οργανωτικό πλαίσιο του παρόχου πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, η πρόληψη συγκρούσεων συμφερόντων, καθώς και η χρηστή διαχείριση των συστημικών κινδύνων που εντοπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 34.

6.   Το διοικητικό όργανο εγκρίνει και επανεξετάζει τακτικά, τουλάχιστον άπαξ ετησίως, τις στρατηγικές και τις πολιτικές για την ανάληψη, τη διαχείριση, την παρακολούθηση και τον περιορισμό των κινδύνων που εντοπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 34 και στους οποίους εκτίθεται ή ενδέχεται να εκτεθεί η πολύ μεγάλη επιγραμμική_πλατφόρμα ή η πολύ μεγάλη επιγραμμική_μηχανή_αναζήτησης.

7.   Το διοικητικό όργανο αφιερώνει επαρκή χρόνο στην εξέταση των μέτρων που σχετίζονται με τη διαχείριση των κινδύνων. Συμμετέχει ενεργά στη λήψη αποφάσεων που σχετίζονται με τη διαχείριση κινδύνων και μεριμνά ώστε να διατίθενται επαρκείς πόροι για τη διαχείριση των κινδύνων που εντοπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 34.

Άρθρο 43

Εποπτικό τέλος

1.   Η Επιτροπή επιβάλλει στους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης ετήσιο εποπτικό τέλος κατά τον ορισμό τους σύμφωνα με το άρθρο 33.

2.   Το συνολικό ποσό των ετήσιων εποπτικών τελών καλύπτει τις εκτιμώμενες δαπάνες στις οποίες υποβάλλεται η Επιτροπή σε σχέση με τα εποπτικά της καθήκοντα δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ιδίως τις δαπάνες που σχετίζονται με τον ορισμό σύμφωνα με το άρθρο 33, τη δημιουργία, τη συντήρηση και τη λειτουργία της βάσης δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 5 και το σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 85, τις παραπομπές δυνάμει του άρθρου 59, τη στήριξη του συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 62 και τα εποπτικά καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 56 και το κεφάλαιο IV τμήμα 4.

3.   Στους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης επιβάλλεται ετήσιο εποπτικό τέλος για κάθε υπηρεσία για την οποία έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 33.

Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό του ποσού του ετήσιου εποπτικού τέλους για κάθε πάροχο πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης. Κατά την έκδοση των εν λόγω εκτελεστικών πράξεων, η Επιτροπή εφαρμόζει τη μεθοδολογία που ορίζεται στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, και τηρεί τις αρχές που ορίζονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 88.

4.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 87, για τον καθορισμό της λεπτομερούς μεθοδολογίας και τις διαδικασίες για:

α)

τον προσδιορισμό των εκτιμώμενων δαπανών που αναφέρονται στην παράγραφο 2·

β)

τον προσδιορισμό των επιμέρους ετήσιων εποπτικών τελών που αναφέρονται στην παράγραφο 5 στοιχεία β) και γ)·

γ)

τον προσδιορισμό του μέγιστου συνολικού ορίου που ορίζεται στην παράγραφο 5 στοιχείο γ)· και

δ)

τις λεπτομερείς ρυθμίσεις για την καταβολή πληρωμών.

Κατά την έκδοση των εν λόγω εκτελεστικών πράξεων, η Επιτροπή τηρεί τις αρχές που ορίζονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.

5.   Η εκτελεστική πράξη που αναφέρεται στην παράγραφο 3 και η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που αναφέρεται στην παράγραφο 4 τηρούν τις ακόλουθες αρχές:

α)

κατά την εκτίμηση του συνολικού ποσού του ετήσιου εποπτικού τέλους λαμβάνονται υπόψη οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν κατά το προηγούμενο έτος·

β)

το ετήσιο εποπτικό τέλος είναι ανάλογο προς τον αριθμό των μέσων μηνιαίων ενεργών αποδεκτών στην Ένωση για κάθε πολύ μεγάλη επιγραμμική_πλατφόρμα ή κάθε πολύ μεγάλη επιγραμμική_μηχανή_αναζήτησης που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 33·

γ)

το συνολικό ποσό του ετήσιου εποπτικού τέλους που επιβάλλεται σε συγκεκριμένο πάροχο πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης μηχανής αναζήτησης δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση το 0,05 % του παγκόσμιου ετήσιου καθαρού εισοδήματός του κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος.

6.   Τα επιμέρους ετήσια εποπτικά τέλη που επιβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου συνιστούν εξωτερικά έσοδα για ειδικό προορισμό σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (41).

7.   Η Επιτροπή υποβάλλει ετήσια έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με το συνολικό ποσό των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν για την εκπλήρωση των καθηκόντων δυνάμει του παρόντος κανονισμού και το συνολικό ποσό των επιμέρους ετήσιων εποπτικών τελών που επιβλήθηκαν κατά το προηγούμενο έτος.

ΤΜΉΜΑ 6

Αλλες διατάξεις που αφορούν τις υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας

Άρθρο 48

Πρωτόκολλα διαχείρισης κρίσεων

1.   Το συμβούλιο δύναται να συστήσει στην Επιτροπή να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες για την εκπόνηση, σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3 και 4, εθελοντικών πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων για την αντιμετώπιση καταστάσεων κρίσης. Οι εν λόγω καταστάσεις κρίσης περιορίζονται αυστηρά σε έκτακτες περιστάσεις οι οποίες επηρεάζουν τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία.

2.   Η Επιτροπή ενθαρρύνει και διευκολύνει τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών, πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, και, κατά περίπτωση, τους παρόχους άλλων επιγραμμικών πλατφορμών ή άλλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, να συμμετάσχουν στην εκπόνηση, τη δοκιμή και την εφαρμογή των εν λόγω πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων. Η Επιτροπή στοχεύει να διασφαλίσει ότι τα εν λόγω πρωτόκολλα διαχείρισης κρίσεων περιλαμβάνουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:

α)

προβολή ευδιάκριτων πληροφοριών σχετικά με την κατάσταση κρίσης οι οποίες παρέχονται από αρχές των κρατών μελών ή σε επίπεδο Ένωσης ή, ανάλογα με το πλαίσιο της κρίσης, από άλλους σχετικούς αξιόπιστους φορείς·

β)

διασφάλιση ότι ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών ορίζει συγκεκριμένο σημείο επαφής για τη διαχείριση κρίσεων· κατά περίπτωση, μπορεί να πρόκειται για ηλεκτρονικό σημείο επαφής που αναφέρεται στο άρθρο 11 ή, στην περίπτωση των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών ή πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, για τον υπεύθυνο συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 41·

γ)

κατά περίπτωση, προσαρμογή των πόρων που διατίθενται για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 16, 20, 22, 23 και 35 στις ανάγκες που δημιουργούνται από την κατάσταση κρίσης.

3.   Η Επιτροπή ζητεί τη συμμετοχή των, κατά περίπτωση, αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και μπορεί επίσης να ζητεί τη συμμετοχή οργάνων, οργανισμών και υπηρεσιών της Ένωσης στην εκπόνηση, τη δοκιμή και την εποπτεία της εφαρμογής των πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων. Η Επιτροπή μπορεί, όταν κρίνεται απαραίτητο και σκόπιμο, να ζητεί επίσης τη συμμετοχή οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών ή άλλων σχετικών οργανισμών στην εκπόνηση των πρωτοκόλλων διαχείρισης κρίσεων.

4.   Η Επιτροπή έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι τα πρωτόκολλα διαχείρισης κρίσεων ορίζουν σαφώς όλα τα ακόλουθα:

α)

τις συγκεκριμένες παραμέτρους που καθορίζουν τι συνιστά την ειδική έκτακτη περίσταση την οποία επιδιώκει να αντιμετωπίσει το πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων και τους επιδιωκόμενους στόχους·

β)

τον ρόλο κάθε συμμετέχοντος και τα μέτρα που πρέπει να εφαρμόζονται κατά την εκπόνηση και μετά την ενεργοποίηση του πρωτοκόλλου διαχείρισης κρίσεων·

γ)

σαφή διαδικασία για τον προσδιορισμό του χρόνου ενεργοποίησης του πρωτοκόλλου διαχείρισης κρίσεων·

δ)

σαφή διαδικασία για τον προσδιορισμό της περιόδου κατά την οποία πρέπει να ληφθούν τα προς λήψη μέτρα μόλις ενεργοποιηθεί το πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων, η οποία περιορίζεται αυστηρά σε ό,τι είναι αναγκαίο για την αντιμετώπιση των οικείων ειδικών έκτακτων περιστάσεων·

ε)

διασφαλίσεις για την αντιμετώπιση τυχόν αρνητικών επιπτώσεων ως προς την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στον Χάρτη, ιδίως της ελευθερίας έκφρασης και πληροφόρησης και του δικαιώματος στην απαγόρευση των διακρίσεων·

στ)

διαδικασία για τη δημοσίευση έκθεσης σχετικά με τυχόν ληφθέντα μέτρα, τη διάρκεια και τα αποτελέσματά τους, μετά τον τερματισμό της κατάστασης κρίσης.

5.   Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι ένα πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων δεν αντιμετωπίζει αποτελεσματικά την κατάσταση κρίσης ή προκειμένου να διασφαλίσει την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως αναφέρεται στην παράγραφο 4 στοιχείο ε), ζητεί από τους συμμετέχοντες να αναθεωρήσουν το πρωτόκολλο διαχείρισης κρίσεων και να λάβουν πρόσθετα μέτρα.

ΚΕΦΆΛΑΙΟ IV

ΕΦΑΡΜΟΓΉ, ΣΥΝΕΡΓΑΣΊΑ, ΚΥΡΏΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΉ

ΤΜΉΜΑ 1

Αρμόδιες αρχές και εθνικοί συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών

Άρθρο 49

Αρμόδιες αρχές και συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές ως υπεύθυνες για την επίβλεψη των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών και την επιβολή του παρόντος κανονισμού («αρμόδιες αρχές»).

2.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία από τις αρμόδιες αρχές ως τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών τους. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών είναι υπεύθυνος για όλα τα ζητήματα που αφορούν την επίβλεψη και την επιβολή του παρόντος κανονισμού στο εν λόγω κράτος μέλος, εκτός εάν το οικείο κράτος μέλος έχει αναθέσει ορισμένα ειδικά καθήκοντα ή τομείς σε άλλες αρμόδιες αρχές. Ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών είναι σε κάθε περίπτωση υπεύθυνος για τη διασφάλιση του συντονισμού σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά τα ζητήματα αυτά και για τη συμβολή στην αποτελεσματική και συνεπή επίβλεψη και επιβολή του παρόντος κανονισμού σε ολόκληρη την Ένωση.

Για τον σκοπό αυτόν, οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συνεργάζονται μεταξύ τους, με άλλες εθνικές αρμόδιες αρχές, το συμβούλιο και την Επιτροπή, με την επιφύλαξη της δυνατότητας των κρατών μελών να προβλέπουν μηχανισμούς συνεργασίας και τακτικές ανταλλαγές απόψεων μεταξύ του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών και άλλων εθνικών αρχών, κατά περίπτωση, για την εκτέλεση των αντίστοιχων καθηκόντων τους.

Όταν ένα κράτος μέλος ορίζει μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές επιπροσθέτως του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, διασφαλίζει τον σαφή καθορισμό των αντίστοιχων καθηκόντων των εν λόγω αρχών και του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, καθώς και τη στενή και αποτελεσματική συνεργασία τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

3.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών έως τις 17 Φεβρουαρίου 2024.

Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν και κοινοποιούν στην Επιτροπή και το συμβούλιο την ονομασία της αρμόδιας αρχής τους που ορίζεται ως συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών και πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο επικοινωνίας με αυτήν. Το οικείο κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή και το συμβούλιο την ονομασία των άλλων αρμόδιων αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 καθώς και τα αντίστοιχα καθήκοντά τους.

4.   Οι εφαρμοστέες διατάξεις για τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, όπως ορίζονται στα άρθρα 50, 51 και 56, εφαρμόζονται επίσης σε κάθε άλλη αρμόδια αρχή που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 56

Αρμοδιότητες

1.   Το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η κύρια εγκατάσταση του παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών είναι αποκλειστικώς αρμόδιο για την εποπτεία και την επιβολή του παρόντος κανονισμού, με εξαίρεση τις εξουσίες που προβλέπονται στις παραγράφους 2, 3 και 4.

2.   Η Επιτροπή είναι αποκλειστικώς αρμόδια για την επίβλεψη και την επιβολή του τμήματος 5 του κεφαλαίου ΙΙΙ.

3.   Η Επιτροπή είναι αρμόδια για την επίβλεψη και την επιβολή του παρόντος κανονισμού, εκτός αυτών που προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ τμήμα 5, όσον αφορά τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης.

4.   Όταν η Επιτροπή δεν έχει κινήσει διαδικασία για την ίδια παράβαση, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η κύρια εγκατάσταση του παρόχου πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης είναι αρμόδιο για την επίβλεψη και την επιβολή των υποχρεώσεων δυνάμει του παρόντος κανονισμού, εκτός αυτών που προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ τμήμα 5, όσον αφορά τους εν λόγω παρόχους.

5.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συνεργάζονται στενά κατά την επίβλεψη και την επιβολή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

6.   Όταν πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν διαθέτει εγκατάσταση στην Ένωση, το κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ή είναι εγκατεστημένος ο νόμιμος εκπρόσωπός του ή η Επιτροπή έχουν αρμοδιότητα, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4 του παρόντος άρθρου, για την επίβλεψη και την επιβολή των σχετικών υποχρεώσεων δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

7.   Όταν ένας πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών δεν έχει ορίσει νόμιμο εκπρόσωπο σύμφωνα με το άρθρο 13, όλα τα κράτη μέλη και, στην περίπτωση των παρόχων πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, η Επιτροπή έχει αρμοδιότητα για την επίβλεψη και την επιβολή σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Στην περίπτωση που ένας συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών προτίθεται να ασκήσει την αρμοδιότητά του δυνάμει της παρούσας παραγράφου, ενημερώνει όλους τους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και την Επιτροπή, και διασφαλίζει ότι τηρούνται οι εφαρμοστέες διασφαλίσεις που κατοχυρώνει ο Χάρτης, ιδίως για να αποφευχθεί η επιβολή πλειόνων κυρώσεων για την ίδια και αυτή συμπεριφορά, η οποία συνίσταται στην παράβαση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Στην περίπτωση που η Επιτροπή προτίθεται να ασκήσει την αρμοδιότητά της δυνάμει της παρούσας παραγράφου, ενημερώνει όλους τους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών για την εν λόγω πρόθεση. Κατόπιν της κοινοποίησης δυνάμει της παρούσας παραγράφου, τα άλλα κράτη μέλη δεν κινούν διαδικασίες για την ίδια παράβαση με εκείνη που αφορά η κοινοποίηση.

Άρθρο 58

Διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Πλην των περιπτώσεων στις οποίες η Επιτροπή έχει κινήσει έρευνα για την ίδια εικαζόμενη παράβαση, όταν ένας συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_προορισμού έχει λόγο να εικάζει ότι πάροχος ενδιάμεσης υπηρεσίας παραβίασε τον παρόντα κανονισμό κατά τρόπο που θίγει τους αποδέκτες της υπηρεσίας στο κράτος μέλος του εν λόγω συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, δύναται να ζητήσει από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης να αξιολογήσει το ζήτημα και να λάβει τα αναγκαία μέτρα έρευνας και επιβολής για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Πλην των περιπτώσεων στις οποίες η Επιτροπή έχει κινήσει έρευνα για την ίδια εικαζόμενη παράβαση, και κατόπιν αιτήματος τουλάχιστον τριών συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών χωρών προορισμού οι οποίοι έχουν λόγους να εικάζουν ότι συγκεκριμένος πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών παραβίασε τον παρόντα κανονισμό κατά τρόπο που θίγει αποδέκτες της υπηρεσίας στα κράτη μέλη τους, το συμβούλιο μπορεί να ζητήσει από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης να αξιολογήσει το ζήτημα και να λάβει τα αναγκαία μέτρα έρευνας και επιβολής προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Το αίτημα δυνάμει της παραγράφου 1 ή 2 είναι δεόντως αιτιολογημένο και αναφέρει τουλάχιστον τα εξής:

α)

το σημείο επαφής του οικείου παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών όπως προβλέπεται στο άρθρο 11·

β)

περιγραφή των σχετικών γεγονότων, των σχετικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού και των λόγων για τους οποίους ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα ή το συμβούλιο εικάζει ότι ο πάροχος παραβίασε τον παρόντα κανονισμό, περιλαμβανομένης της περιγραφής των αρνητικών επιπτώσεων της εικαζόμενης παράβασης·

γ)

κάθε άλλη πληροφορία την οποία θεωρεί συναφή ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα ή το συμβούλιο, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, πληροφοριών που συλλέγονται με δική του πρωτοβουλία ή προτάσεων για τη λήψη ειδικών μέτρων έρευνας ή επιβολής, συμπεριλαμβανομένων προσωρινών μέτρων.

4.   Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη το αίτημα ή τη σύσταση δυνάμει της παραγράφου 1 ή 2 του παρόντος άρθρου. Όταν θεωρεί ότι δεν διαθέτει επαρκείς πληροφορίες για να ανταποκριθεί στο αίτημα ή τη σύσταση και έχει λόγους να θεωρεί ότι ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα ή το συμβούλιο θα μπορούσαν να παράσχουν πρόσθετες πληροφορίες, ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης δύναται είτε να ζητήσει τις πληροφορίες αυτές σύμφωνα με το άρθρο 57 είτε, εναλλακτικά, να δρομολογήσει κοινή έρευνα βάσει του άρθρου 60 παράγραφος 1, εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή τουλάχιστον του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που υπέβαλε το αίτημα. Η προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου αναστέλλεται έως ότου παρασχεθούν οι εν λόγω πρόσθετες πληροφορίες ή έως ότου απορριφθεί η πρόσκληση συμμετοχής στην κοινή έρευνα.

5.   Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση το αργότερο δύο μήνες από την παραλαβή του αιτήματος δυνάμει της παραγράφου 1 ή 2, κοινοποιεί στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα, και στο συμβούλιο, την αξιολόγηση σχετικά με την εικαζόμενη παράβαση και επεξήγηση τυχόν μέτρων έρευνας ή επιβολής που έχουν ληφθεί ή προβλέπονται σε σχέση με την παράβαση με σκοπό να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 60

Κοινές έρευνες

1.   Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης μπορεί να κινεί και να διευθύνει κοινές έρευνες με τη συμμετοχή ενός ή περισσότερων άλλων οικείων συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών:

α)

με δική του πρωτοβουλία, για τη διερεύνηση εικαζόμενης παράβασης του παρόντος κανονισμού από συγκεκριμένο πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών σε πολλά κράτη μέλη· ή

β)

κατόπιν σύστασης του συμβουλίου, την οποία διατυπώνει κατόπιν αιτήματος τουλάχιστον τριών συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, που ισχυρίζονται, βάσει εύλογης υποψίας, παράβαση συγκεκριμένου παρόχου ενδιάμεσων υπηρεσιών η οποία θίγει αποδέκτες της υπηρεσίας στα κράτη μέλη τους.

2.   Κάθε συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που αποδεικνύει έννομο συμφέρον δύναται να ζητήσει να συμμετάσχει στην κοινή έρευνα της παραγράφου 1. Η κοινή έρευνα ολοκληρώνεται εντός τριών μηνών από τη στιγμή της έναρξής της, εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετική προθεσμία μεταξύ των συμμετεχόντων.

Ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης κοινοποιεί την προκαταρκτική του θέση σχετικά με την διισχυριζόμενη παράβαση το αργότερο έναν μήνα μετά τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο σε όλους τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, στην Επιτροπή και στο συμβούλιο. Στην προκαταρκτική θέση συνεκτιμώνται οι απόψεις όλων των άλλων συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών που συμμετέχουν στην κοινή έρευνα. Κατά περίπτωση, στην εν λόγω προκαταρκτική θέση καθορίζονται επίσης τα προβλεπόμενα μέτρα επιβολής.

3.   Το συμβούλιο μπορεί να παραπέμψει το ζήτημα στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 59, όταν:

α)

ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης δεν έχει κοινοποιήσει την προκαταρκτική του θέση εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 2·

β)

το συμβούλιο διαφωνεί ουσιαστικά με την προκαταρκτική θέση που κοινοποιήθηκε από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης· ή

γ)

ο συντονιστής_ψηφιακών_υπηρεσιών_της_χώρας_εγκατάστασης δεν κίνησε αμέσως την κοινή έρευνα έπειτα από τη σύσταση του συμβουλίου σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β).

4.   Κατά τη διεξαγωγή της κοινής έρευνας, οι συμμετέχοντες συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών συνεργάζονται σε πνεύμα καλής πίστης, λαμβάνοντας υπόψη, κατά περίπτωση, τις υποδείξεις του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης και τη σύσταση του συμβουλίου. Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών των χωρών προορισμού που συμμετέχουν στην κοινή έρευνα έχουν το δικαίωμα, κατόπιν αιτήματος του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης ή έπειτα από διαβούλευση μαζί του, να ασκήσουν τις εξουσίες έρευνας που αναφέρονται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 όσον αφορά τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών τους οποίους αφορά η διισχυριζόμενη παράβαση, σε σχέση με τις πληροφορίες και τους χώρους που βρίσκονται στην επικράτεια της χώρας τους.

ΤΜΉΜΑ 3

Ευρωπαϊκό συμβούλιο ψηφιακών υπηρεσιών

Άρθρο 61

Ευρωπαϊκό συμβούλιο ψηφιακών υπηρεσιών

1.   Συγκροτείται ανεξάρτητη συμβουλευτική ομάδα συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών για την επίβλεψη παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών με την ονομασία «ευρωπαϊκό συμβούλιο ψηφιακών υπηρεσιών» («συμβούλιο»).

2.   Το συμβούλιο συμβουλεύει τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και την Επιτροπή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό με σκοπό την επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

α)

τη συμβολή στη συνεπή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και στην αποτελεσματική συνεργασία των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών και της Επιτροπής για θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό·

β)

το συντονισμό και την συμβολή στην κατάρτιση κατευθυντηρίων γραμμών και αναλύσεων για λογαριασμό της Επιτροπής, των Συντονιστών Ψηφιακών Υπηρεσιών και άλλων αρμοδίων αρχών όσον αφορά αναδυόμενα ζητήματα στην εσωτερική αγορά σχετικά με θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό·

γ)

τη βοήθεια των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών και της Επιτροπής στην επίβλεψη πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών.

Άρθρο 62

Δομή του συμβουλίου

1.   Το συμβούλιο απαρτίζεται από τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών, οι οποίοι εκπροσωπούνται από υψηλόβαθμους υπαλλήλους. Η παράλειψη ενός ή περισσότερων κρατών μελών να ορίσουν συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών δεν εμποδίζει το συμβούλιο να εκτελεί τα καθήκοντά του βάσει του παρόντος κανονισμού. Όταν προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, στο συμβούλιο δύνανται να συμμετέχουν άλλες αρμόδιες αρχές στις οποίες έχουν ανατεθεί συγκεκριμένες επιχειρησιακές αρμοδιότητες για την εφαρμογή και την επιβολή του παρόντος κανονισμού μαζί με τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών. Στις συνεδριάσεις μπορεί να προσκαλούνται άλλες εθνικές αρχές, όταν τις αφορούν τα ζητήματα που συζητούνται.

2.   Η προεδρία του συμβουλίου ασκείται από την Επιτροπή. Η Επιτροπή συγκαλεί τις συνεδριάσεις και καταρτίζει την ημερήσια διάταξη σύμφωνα με τα καθήκοντα του συμβουλίου δυνάμει του παρόντος κανονισμού και με βάση τον εσωτερικό κανονισμό του. Όταν ζητείται από το συμβούλιο να διατυπώσει σύσταση βάσει του παρόντος κανονισμού, το συμβούλιο καθιστά το αίτημα αυτό αμέσως διαθέσιμο στους άλλους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών μέσω του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που θεσπίζεται με το άρθρο 85.

3.   Κάθε κράτος μέλος έχει μία ψήφο. Η Επιτροπή δεν έχει δικαιώματα ψήφου.

Το συμβούλιο εγκρίνει τις πράξεις του με απλή πλειοψηφία. Όσον αφορά την έκδοση της αναφερόμενης στο άρθρο 36 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο σύστασης προς την Επιτροπή, το συμβούλιο πραγματοποιεί ψηφοφορία εντός 48 ωρών από το αίτημα του προέδρου του συμβουλίου.

4.   Η Επιτροπή παρέχει διοικητική και αναλυτική υποστήριξη για τις δραστηριότητες του συμβουλίου σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

5.   Το συμβούλιο μπορεί να προσκαλεί στις συνεδριάσεις του εμπειρογνώμονες και παρατηρητές και μπορεί να συνεργάζεται με άλλα όργανα, οργανισμούς, υπηρεσίες και συμβουλευτικές ομάδες της Ένωσης, καθώς και με εξωτερικούς εμπειρογνώμονες, κατά περίπτωση. Το συμβούλιο δημοσιεύει τα αποτελέσματα αυτής της συνεργασίας.

6.   Το συμβούλιο δύναται να διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη και δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα της εν λόγω διαβούλευσης.

7.   Το συμβούλιο θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό του, κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Επιτροπής.

Άρθρο 65

Επιβολή των υποχρεώσεων των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης

1.   Προκειμένου να διερευνήσει τη συμμόρφωση των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και πολύ μεγάλων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης με τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό, η Επιτροπή δύναται να ασκήσει τις ελεγκτικές εξουσίες που θεσπίζονται στο παρόν τμήμα ήδη πριν κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 66 παράγραφος 2. Δύναται να ασκήσει τις εν λόγω εξουσίες είτε με δική της πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήματος που υποβάλλεται δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

2.   Σε περίπτωση που συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών έχει λόγο να υποψιάζεται ότι ένας πάροχος πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης παραβίασε τις διατάξεις του κεφαλαίου ΙΙΙ τμήμα 5 ή παραβίασε συστηματικά οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού κατά τρόπο που θίγει σοβαρά αποδέκτες της υπηρεσίας στο κράτος μέλος του, μπορεί, μέσω του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 85, να υποβάλει αίτημα στην Επιτροπή για την αξιολόγηση του ζητήματος.

3.   Το αίτημα που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 είναι δεόντως αιτιολογημένο και αναφέρει τουλάχιστον τα εξής:

α)

το σημείο επαφής του οικείου παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 11·

β)

περιγραφή των σχετικών γεγονότων, των σχετικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού και των λόγων για τους οποίους ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα υποπτεύεται ότι ο οικείος πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης παραβίασε τον παρόντα κανονισμό, περιλαμβανομένης περιγραφής των γεγονότων που καταδεικνύουν ότι η εικαζόμενη παράβαση έχει συστημικό χαρακτήρα·

γ)

κάθε άλλη πληροφορία την οποία θεωρεί συναφή ο συντονιστής ψηφιακών υπηρεσιών που έστειλε το αίτημα, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, πληροφοριών που συλλέγονται με δική του πρωτοβουλία.

Άρθρο 66

Κίνηση διαδικασίας από την Επιτροπή και συνεργασία στην έρευνα

1.   Η Επιτροπή μπορεί να κινήσει διαδικασία ενόψει της πιθανής έκδοσης αποφάσεων δυνάμει των άρθρων 73 και 74 όσον αφορά τη σχετική συμπεριφορά του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης για τον οποίο η Επιτροπή υποπτεύεται ότι έχει παραβιάσει κάποια από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

2.   Εάν η Επιτροπή αποφασίσει να κινήσει τη διαδικασία της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ενημερώνει σχετικά όλους τους συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών και το συμβούλιο μέσω του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 85, καθώς και τον οικείο πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης.

Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών διαβιβάζουν στην Επιτροπή, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση αφότου ενημερωθούν ότι έχει κινηθεί διαδικασία, κάθε πληροφορία που έχουν στην κατοχή τους σχετικά με την επίμαχη παράβαση.

Η κίνηση της διαδικασίας δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου από την Επιτροπή απαλλάσσει τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών ή κάθε τυχόν αρμόδια αρχή, κατά περίπτωση, από τις αρμοδιότητες της εποπτείας και επιβολής που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό δυνάμει του άρθρου 56 παράγραφος 4.

3.   Κατά την άσκηση των ελεγκτικών εξουσιών που διαθέτει δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη μεμονωμένη ή κοινή στήριξη των τυχόν συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών τους οποίους αφορά η εικαζόμενη παράβαση, συμπεριλαμβανομένου του συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης. Οι συντονιστές ψηφιακών υπηρεσιών που λαμβάνουν τέτοιο αίτημα, καθώς και οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή της οποίας η συμμετοχή ζητείται από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, συνεργάζονται καλόπιστα και εγκαίρως με την Επιτροπή και έχουν το δικαίωμα να ασκήσουν τις ελεγκτικές εξουσίες που διαθέτουν σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 όσον αφορά τον πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης, σε σχέση με τις πληροφορίες, τα πρόσωπα και τους χώρους που βρίσκονται στην επικράτεια του κράτους μέλους τους και σύμφωνα με το σχετικό αίτημα.

4.   Η Επιτροπή παρέχει στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης και στο συμβούλιο όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν στην άσκηση των εξουσιών που αναφέρονται στα άρθρα 67 έως 72, καθώς και τα αναφερόμενα στο άρθρο 79 παράγραφος 1 προκαταρκτικά πορίσματά της. Το συμβούλιο υποβάλλει στην Επιτροπή τις απόψεις του σχετικά με τα εν λόγω προκαταρκτικά πορίσματα εντός προθεσμίας που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 2. Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τις απόψεις του συμβουλίου κατά τη λήψη της απόφασής της.

Άρθρο 79

Δικαίωμα ακρόασης και πρόσβασης στον φάκελο

1.   Πριν από την έκδοση απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 73 παράγραφος 1, το άρθρο 74 ή το άρθρο 76, η Επιτροπή παρέχει στον οικείο πάροχο της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή σε άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1 τη δυνατότητα ακρόασης σχετικά με:

α)

τα προκαταρκτικά πορίσματα της Επιτροπής, συμπεριλαμβανομένων τυχόν αιτιάσεων της Επιτροπής· και

β)

μέτρα που ενδεχομένως προτίθεται να λάβει η Επιτροπή ενόψει των προκαταρκτικών πορισμάτων που αναφέρονται στο στοιχείο α).

2.   Ο οικείος πάροχος της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1 μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τα προκαταρκτικά πορίσματα της Επιτροπής εντός εύλογης προθεσμίας που ορίζει η Επιτροπή στα προκαταρκτικά της πορίσματα, ελάχιστης διάρκειας 14 ημερών.

3.   Η Επιτροπή θεμελιώνει τις αποφάσεις της μόνον στις αντιρρήσεις για τις οποίες δόθηκε στα ενδιαφερόμενα μέρη η δυνατότητα να διατυπώσουν τις απόψεις τους.

4.   Κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας διασφαλίζονται πλήρως τα δικαιώματα υπεράσπισης των ενδιαφερόμενων μερών. Έχουν δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο της Επιτροπής υπό τους όρους γνωστοποίησης στοιχείων κατόπιν διαπραγμάτευσης, με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος του παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης ή άλλου ενδιαφερόμενου προσώπου για την προστασία των επιχειρηματικών τους απορρήτων. Η Επιτροπή έχει την εξουσία να εκδίδει αποφάσεις που καθορίζουν τους εν λόγω όρους γνωστοποίησης σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των μερών. Το δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο της Επιτροπής δεν καλύπτει τις εμπιστευτικές πληροφορίες και τα εσωτερικά έγγραφα της Επιτροπής, του συμβουλίου, των συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, άλλων αρμόδιων αρχών ή άλλων δημόσιων αρχών των κρατών μελών. Ειδικότερα, το δικαίωμα πρόσβασης δεν καλύπτει την αλληλογραφία μεταξύ της Επιτροπής και των εν λόγω αρχών. Καμία διάταξη της παρούσας παραγράφου δεν εμποδίζει την Επιτροπή να γνωστοποιεί και να χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που απαιτούνται για να αποδειχθεί μια παράβαση.

5.   Οι πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με τα άρθρα 67, 68 και 69 χρησιμοποιούνται μόνον για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 82

Αιτήματα περιορισμού της πρόσβασης και συνεργασίας με τα εθνικά δικαστήρια

1.   Όταν έχουν εξαντληθεί όλες οι εξουσίες σύμφωνα με το παρόν τμήμα για την παύση παράβασης του παρόντος κανονισμού, η παράβαση συνεχίζεται και προκαλεί σοβαρές επιβλαβείς συνέπειες οι οποίες δεν μπορούν να αποφευχθούν μέσω της άσκησης άλλων εξουσιών που είναι διαθέσιμες βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών της χώρας εγκατάστασης του οικείου παρόχου της πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ή της πολύ μεγάλης επιγραμμικής μηχανής αναζήτησης να αναλάβει δράση σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 3.

Πριν από την υποβολή του εν λόγω αιτήματος στον συντονιστή ψηφιακών υπηρεσιών, η Επιτροπή καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις εντός προθεσμίας τουλάχιστον 14 εργάσιμων ημερών, περιγράφοντας τα μέτρα που προτίθεται να ζητήσει και προσδιορίζοντας τον σκοπούμενο αποδέκτη ή αποδέκτες αυτών.

2.   Όταν απαιτείται για τη συνεπή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή, ενεργώντας με δική της πρωτοβουλία, δύναται να υποβάλει γραπτές παρατηρήσεις στην αρμόδια δικαστική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 3. Με την άδεια της εν λόγω δικαστικής αρχής δύναται επίσης να υποβάλει προφορικές παρατηρήσεις.

Για τον σκοπό της προετοιμασίας των παρατηρήσεών της και μόνο, η Επιτροπή δύναται να ζητήσει από την εν λόγω δικαστική αρχή να διαβιβάσει ή να μεριμνήσει για τη διαβίβαση τυχόν εγγράφων που είναι αναγκαία για την αξιολόγηση της υπόθεσης.

3.   Όταν ένα εθνικό δικαστήριο αποφαίνεται επί ζητήματος το οποίο αποτελεί ήδη αντικείμενο απόφασης που έχει εκδοθεί από την Επιτροπή δυνάμει του παρόντος κανονισμού, το εν λόγω εθνικό δικαστήριο απέχει από τη λήψη απόφασης που αντιβαίνει στην εν λόγω απόφαση της Επιτροπής. Τα εθνικά δικαστήρια αποφεύγουν επίσης να λαμβάνουν αποφάσεις που ενδέχεται να συγκρούονται με υπό έκδοση απόφασης της Επιτροπής στο πλαίσιο διαδικασίας που έχει κινήσει δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Προς τον σκοπό αυτό, ένα εθνικό δικαστήριο δύναται να εξετάσει εάν είναι αναγκαίο να αναστείλει τη διαδικασία του. Τούτο δεν θίγει την εφαρμογή του άρθρου 267 ΣΛΕΕ.

Άρθρο 93

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την 17η Φεβρουαρίου 2024.

Ωστόσο, το άρθρο 24 παράγραφοι 2, 3 και 6, το άρθρο 33 παράγραφοι 3 έως 6, το άρθρο 37 παράγραφος 7, το άρθρο 40 παράγραφος 13, το άρθρο 43 και το κεφάλαιο IV τμήματα 4, 5 και 6 εφαρμόζονται από την 16η Νοεμβρίου 2022.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 19 Οκτωβρίου 2022.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

H Πρόεδρος

R. METSOLA

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. BEK


(1)  ΕΕ C 286 της 16.7.2021, σ. 70.

(2)  ΕΕ C 440 της 29.10.2021, σ. 67.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Ιουλίου 2022 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 4ης Οκτωβρίου 2022.

(4)  Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (EE L 178 της 17.7.2000, σ. 1).

(5)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Σεπτεμβρίου 2015, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (ΕΕ L 241 της 17.9.2015, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 351 της 20.12.2012, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1148 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, σχετικά με την κυκλοφορία στην αγορά και τη χρήση πρόδρομων ουσιών εκρηκτικών υλών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 98/2013 (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 57).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2021, σχετικά με την πρόληψη της διάδοσης τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο (ΕΕ L 172 της 17.5.2021, σ. 79).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1232 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουλίου 2021, περί προσωρινής παρεκκλίσεως από ορισμένες διατάξεις της οδηγίας 2002/58/ΕΚ όσον αφορά τη χρήση τεχνολογιών από παρόχους υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών για την επεξεργασία προσωπικών και άλλων δεδομένων, προς καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο (ΕΕ L 274 της 30.7.2021, σ. 41).

(12)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 345 της 27.12.2017, σ. 1).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1020 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την εποπτεία της αγοράς και τη συμμόρφωση των προϊόντων και για την τροποποίηση της οδηγίας 2004/42/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και (ΕΕ) αριθ. 305/2011 (ΕΕ L 169 της 25.6.2019, σ. 1).

(15)  Οδηγία 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 2001, για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (ΕΕ L 11 της 15.1.2002, σ. 4).

(16)  Οδηγία 2005/29/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22).

(17)  Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64).

(18)  Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 63).

(19)  Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ L 95 της 21.4.1993, σ. 29).

(20)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(21)  Οδηγία 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (ΕΕ L 167 της 22.6.2001, σ. 10).

(22)  Οδηγία 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 45).

(23)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/790 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα συγγενικά δικαιώματα στην ψηφιακή ενιαία αγορά και την τροποποίηση των οδηγιών 96/9/ΕΚ και 2001/29/ΕΚ (ΕΕ L 130 της 17.5.2019, σ. 92).

(24)  Οδηγία (ΕΕ) 2018/1972 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (ΕΕ L 321 της 17.12.2018, σ. 36).

(25)  Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

(26)  Οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1).

(27)  Οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, καθώς και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 101 της 15.4.2011, σ. 1).

(28)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017, σ. 6).

(29)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 53).

(30)  Οδηγία (ΕΕ) 2021/514 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2021, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (ΕΕ L 104 της 25.3.2021, σ. 1).

(31)  Οδηγία 98/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, περί της προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά την αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές (ΕΕ L 80 της 18.3.1998, σ. 27).

(32)  Οδηγία (EE) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, περί προστασίας της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (ΕΕ L 157 της 15.6.2016, σ. 1).

(33)  Οδηγία (ΕΕ) 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 409 της 4.12.2020, σ. 1).

(34)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(35)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(36)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(37)  ΕΕ C 149 της 27.4.2021, σ. 3.

(38)  Οδηγία (EE) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 70).

(39)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1).

(40)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73).

(41)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).



whereas









keyboard_arrow_down