search


keyboard_tab Data Act 2023/2854 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2023/2854 EL cercato: 'λαμβάνοντας' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index λαμβάνοντας:


whereas λαμβάνοντας:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 1010

 

Άρθρο 9

Αποζημίωση για να καθίστανται δεδομένα διαθέσιμα

1.   Κάθε αποζημίωση που συμφωνείται μεταξύ κατόχου δεδομένων και αποδέκτη δεδομένων για να καθίστανται δεδομένα διαθέσιμα στο πλαίσιο σχέσεων μεταξύ επιχειρήσεων δεν εισάγει διακρίσεις, είναι εύλογη και δύναται να περιλαμβάνει περιθώριο.

2.   Κατά την συμφωνία για οποιαδήποτε αποζημίωση, ο κάτοχος_δεδομένων και ο αποδέκτης_δεδομένων λαμβάνουν ιδίως υπόψη:

α)

δαπάνες που πραγματοποιούνται για τη διάθεση των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων, ιδίως, των δαπανών που απαιτούνται για τη μορφοποίηση των δεδομένων, τη διάδοση με ηλεκτρονικά μέσα και την αποθήκευση·

β)

επενδύσεις στη συλλογή και την παραγωγή δεδομένων, κατά περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη το κατά πόσον άλλα μέρη συνέβαλαν στην απόκτηση, τη δημιουργία ή τη συλλογή των εν λόγω δεδομένων.

3.   Η αποζημίωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί επίσης να εξαρτάται από τον όγκο, το μορφότυπο και τη φύση των δεδομένων.

4.   Όταν ο αποδέκτης_δεδομένων είναι ΜΜΕ ή μη κερδοσκοπικός ερευνητικός οργανισμός και όταν ο εν λόγω αποδέκτης_δεδομένων δεν έχει συνεργαζόμενες επιχειρήσεις ή συνδεδεμένες επιχειρήσεις οι οποίες δεν χαρακτηρίζονται ως ΜΜΕ, οποιαδήποτε συμφωνηθείσα αποζημίωση δεν υπερβαίνει τις δαπάνες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α).

5.   Η Επιτροπή εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό της εύλογης αποζημίωσης, λαμβάνοντας υπόψη τις συμβουλές του ευρωπαϊκού συμβουλίου καινοτομίας δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 42.

6.   Το παρόν άρθρο δεν αποκλείει την ύπαρξη άλλου κανόνα ενωσιακού δικαίου ή θεσπιζόμενης με βάση το ενωσιακό δίκαιο εθνικής νομοθεσίας που να εμποδίζει την αποζημίωση για να καθίστανται δεδομένα διαθέσιμα ή να προβλέπει χαμηλότερη αποζημίωση.

7.   Ο κάτοχος_δεδομένων παρέχει στον αποδέκτη δεδομένων πληροφορίες που καθορίζουν τη βάση υπολογισμού της αποζημίωσης με επαρκείς λεπτομέρειες, ώστε ο αποδέκτης_δεδομένων να μπορεί να εκτιμά αν πληρούνται οι απαιτήσεις των παραγράφων 1 έως 4.

Άρθρο 13

Καταχρηστικές συμβατικές ρήτρες που επιβάλλονται μονομερώς σε άλλη επιχείρηση

1.   Συμβατική ρήτρα που αφορά την πρόσβαση στα δεδομένα και τη χρήση τους ή την ευθύνη και τα μέσα έννομης προστασίας σε περίπτωση παραβίασης ή καταγγελίας των υποχρεώσεων που σχετίζονται με τα δεδομένα η οποία έχει επιβληθεί μονομερώς από μια επιχείρηση σε άλλη επιχείρηση, δεν είναι δεσμευτική για την άλλη αυτή επιχείρηση, εάν είναι καταχρηστική.

2.   Συμβατική ρήτρα η οποία αποτυπώνει αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του δικαίου της Ένωσης ή διατάξεις του δικαίου της Ένωσης που θα εφαρμόζονταν εάν οι συμβατικές ρήτρες δεν ρύθμιζαν το θέμα, δεν θεωρείται καταχρηστική.

3.   Μια συμβατική ρήτρα είναι καταχρηστική εάν είναι τέτοιας φύσης ώστε η χρήση της να αποκλίνει κατάφωρα από την ορθή εμπορική πρακτική όσον αφορά την πρόσβαση στα δεδομένα και τη χρήση τους, αντίθετα προς την καλή πίστη και τη συναλλακτική δεοντολογία.

4.   Ειδικότερα, για τους σκοπούς της παραγράφου 3, μια συμβατική ρήτρα είναι καταχρηστική εάν το αντικείμενο ή το αποτέλεσμά της είναι:

α)

να αποκλείει ή να περιορίζει την ευθύνη του μέρους που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα για εκ προθέσεως πράξεις ή βαριά αμέλεια·

β)

να αποκλείει τα μέσα έννομης προστασίας που έχει στη διάθεσή του το μέρος στο οποίο έχει επιβληθεί μονομερώς στην περίπτωση της μη εκπλήρωσης των συμβατικών υποχρεώσεων, ή την ευθύνη του μέρους που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα στην περίπτωση της αθέτησης των εν λόγω υποχρεώσεων·

γ)

να παρέχει στο μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα το αποκλειστικό δικαίωμα να καθορίζει αν τα παρεχόμενα δεδομένα είναι σύμφωνα με τη σύμβαση ή να ερμηνεύσει οποιαδήποτε συμβατική ρήτρα.

5.   Μια συμβατική ρήτρα τεκμαίρεται ότι είναι καταχρηστική για τους σκοπούς της παραγράφου 3, εάν το αντικείμενο ή το αποτέλεσμά της είναι:

α)

να περιορίζει με αθέμιτο τρόπο τα μέσα έννομης προστασίας στην περίπτωση της μη εκπλήρωσης των συμβατικών υποχρεώσεων ή την ευθύνη στην περίπτωση της αθέτησης των εν λόγω υποχρεώσεων ή να επεκτείνει την ευθύνη της επιχείρησης στην οποία έχει επιβληθεί μονομερώς η ρήτρα·

β)

να επιτρέπει στο μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα να έχει πρόσβαση και να χρησιμοποιεί τα δεδομένα του άλλου συμβαλλόμενου μέρους κατά τρόπο που να θίγει σημαντικά τα έννομα συμφέροντα του άλλου συμβαλλόμενου μέρους, ιδίως όταν τα εν λόγω δεδομένα περιέχουν εμπορικά ευαίσθητα δεδομένα ή προστατεύονται από το εμπορικό_απόρρητο ή από δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας·

γ)

να εμποδίζει το μέρος στο οποίο έχει επιβληθεί μονομερώς η ρήτρα να χρησιμοποιεί τα δεδομένα που έχουν παρασχεθεί ή παραχθεί από το εν λόγω μέρος κατά τη διάρκεια της σύμβασης ή να περιορίζει τη χρήση των εν λόγω δεδομένων στον βαθμό που το εν λόγω μέρος δεν δικαιούται να χρησιμοποιεί, να συλλέγει, να έχει πρόσβαση ή να ελέγχει τα εν λόγω δεδομένα ή να εκμεταλλεύεται την αξία τους επαρκώς·

δ)

να εμποδίζει το μέρος στο οποίο έχει επιβληθεί μονομερώς η ρήτρα να καταγγέλλει τη συμφωνία εντός εύλογου χρονικού διαστήματος·

ε)

να εμποδίζει το μέρος στο οποίο έχει επιβληθεί μονομερώς η ρήτρα να λαμβάνει αντίγραφο των δεδομένων που παρασχέθηκαν ή παρήχθησαν από το εν λόγω μέρος κατά τη διάρκεια της περιόδου ισχύος της σύμβασης ή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την καταγγελία της σύμβασης·

στ)

να επιτρέπει στο μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα να καταγγέλλει τη σύμβαση με αδικαιολόγητα σύντομη προθεσμία, λαμβάνοντας υπόψη κάθε εύλογη δυνατότητα του άλλου συμβαλλόμενου μέρους να στραφεί σε εναλλακτική και συγκρίσιμη υπηρεσία, καθώς και την οικονομική ζημία που προκαλείται από την εν λόγω καταγγελία, εκτός εάν συντρέχουν σοβαροί λόγοι να το πράξει·

ζ)

να επιτρέπει στο μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα να τροποποιεί ουσιωδώς την τιμή που ορίζεται στη σύμβαση ή οποιονδήποτε άλλο ουσιώδη όρο σχετικό με τη φύση, τον μορφότυπο, την ποιότητα ή την ποσότητα των προς κοινοχρησία δεδομένων, χωρίς να υπάρχει βάσιμος λόγος και χωρίς το άλλο μέρος να έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση σε περίπτωση που τέτοια τροποποίηση ορίζεται στη σύμβαση.

Το πρώτο εδάφιο στοιχείο ζ) δεν θίγει τους όρους με τους οποίους το μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα επιφυλάσσεται του δικαιώματος να τροποποιεί μονομερώς τους όρους σύμβασης αορίστου χρόνου, υπό την προϋπόθεση ότι η σύμβαση ορίζει βάσιμο λόγο για τέτοιου είδους μονομερείς τροποποιήσεις, ότι το μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα υποχρεούται να παράσχει στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος οποιαδήποτε τέτοιου είδους σκοπούμενη τροποποίηση σε εύλογο χρόνο και ότι το άλλο συμβαλλόμενο μέρος είναι ελεύθερο να καταγγείλει τη σύμβαση χωρίς κόστος σε περίπτωση τροποποίησης.

6.   Μια συμβατική ρήτρα θεωρείται ότι έχει επιβληθεί μονομερώς κατά την έννοια του παρόντος άρθρου εάν έχει υποβληθεί από ένα συμβαλλόμενο μέρος και το άλλο συμβαλλόμενο μέρος δεν μπόρεσε να επηρεάσει το περιεχόμενό της παρά την προσπάθεια διαπραγμάτευσης. Το συμβαλλόμενο μέρος που υπέβαλε τη συμβατική ρήτρα φέρει το βάρος της απόδειξης ότι η ρήτρα αυτή δεν επιβλήθηκε μονομερώς. Το συμβαλλόμενο μέρος που υπέβαλε την επίμαχη συμβατική ρήτρα δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η συμβατική ρήτρα είναι καταχρηστική.

7.   Εάν η καταχρηστική συμβατική ρήτρα μπορεί να διαχωριστεί από τις υπόλοιπες ρήτρες της σύμβασης, οι εν λόγω υπόλοιπες ρήτρες παραμένουν δεσμευτικές.

8.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε συμβατικές ρήτρες που καθορίζουν το κύριο αντικείμενο της σύμβασης ή στο ανάλογο ή μη μεταξύ της τιμής και των δεδομένων που παρέχονται σε αντάλλαγμα.

9.   Τα μέρη σύμβασης που καλύπτεται από την παράγραφο 1 δεν αποκλείουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, δεν παρεκκλίνουν από αυτό ούτε μεταβάλλουν τα αποτελέσματά του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΘΕΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΦΟΡΕΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ, ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ, ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΒΑΣΕΙ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ

Άρθρο 17

Αιτήματα για τη διάθεση δεδομένων

1.   Όταν ζητούνται δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 14, ο φορέας_του_δημόσιου_τομέα, η Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή ο οργανισμός της Ένωσης:

α)

προσδιορίζει τα δεδομένα που απαιτούνται, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών μεταδεδομένων που είναι αναγκαία για την ερμηνεία και τη χρήση των εν λόγω δεδομένων·

β)

αποδεικνύει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για την ύπαρξη εξαιρετικής ανάγκης που αναφέρεται στο άρθρο 15, για τον σκοπό της οποίας ζητούνται τα δεδομένα·

γ)

εξηγεί τον σκοπό του αιτήματος, την προβλεπόμενη χρήση των ζητούμενων δεδομένων, μεταξύ άλλων, κατά περίπτωση, από τρίτον σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, τη διάρκεια της εν λόγω χρήσης και, κατά περίπτωση, τον τρόπο με τον οποίον η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρόκειται να συμβάλλει στην αντιμετώπιση της εξαιρετικής ανάγκης·

δ)

προσδιορίζει, στο μέτρο του δυνατού, πότε αναμένεται να διαγραφούν τα δεδομένα από όλα τα μέρη που έχουν πρόσβαση σε αυτά·

ε)

αιτιολογεί την επιλογή του κατόχου δεδομένων στον οποίον απευθύνεται το αίτημα·

στ)

προσδιορίζει τους άλλους φορείς του δημόσιου τομέα ή την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή τον οργανισμό της Ένωσης και τους τρίτους με τους οποίους αναμένεται κοινοχρησία των ζητούμενων δεδομένων·

ζ)

όταν ζητούνται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, προσδιορίζει τυχόν τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που είναι αναγκαία και αναλογικά για την εφαρμογή των αρχών και απαραίτητες εγγυήσεις προστασίας των δεδομένων, όπως η ψευδωνυμοποίηση, και αν μπορεί να εφαρμοστεί ανωνυμοποίηση από τον κάτοχο δεδομένων πριν από τη διάθεσή τους·

η)

αναφέρει τη νομική διάταξη με την οποία ανατίθεται στον αιτούντα φορέα του δημόσιου τομέα, την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή τον οργανισμό της Ένωσης το ειδικό καθήκον δημόσιου συμφέροντος που σχετίζεται με το αίτημα για δεδομένα·

θ)

προσδιορίζει την προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να καταστούν διαθέσιμα τα δεδομένα και την προθεσμία που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 εντός της οποίας ο κάτοχος_δεδομένων μπορεί να απορρίψει ή να επιδιώξει τροποποίηση του αιτήματος·

ι)

καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποφύγει τη συμμόρφωση με το αίτημα παροχής δεδομένων που έχει ως αποτέλεσμα την ευθύνη των κατόχων δεδομένων για παραβίαση του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου.

2.   Το αίτημα για δεδομένα που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου:

α)

είναι διατυπωμένο γραπτώς και σε σαφή, συνοπτική και απλή γλώσσα κατανοητή από τον κάτοχο δεδομένων·

β)

είναι συγκεκριμένο ως προς το είδος των δεδομένων που ζητούνται και αφορά δεδομένα των οποίων ο κάτοχος έχει τον έλεγχο κατά τον χρόνο υποβολής του αιτήματος·

γ)

είναι ανάλογο προς την εξαιρετική ανάγκη και επαρκώς δικαιολογημένο όσον αφορά τον βαθμό της λεπτομέρειας και τον όγκο των ζητούμενων δεδομένων, καθώς και τη συχνότητα πρόσβασης στα ζητούμενα δεδομένα·

δ)

διατυπώνεται με σεβασμό στους νόμιμους σκοπούς του κατόχου δεδομένων και με τη δέσμευση ότι εξασφαλίζεται η προστασία του εμπορικού απορρήτου, σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3, λαμβάνοντας υπόψη το κόστος και την προσπάθεια που απαιτείται για τη διάθεση των δεδομένων·

ε)

αφορά δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα και μόνον εάν αποδειχθεί ότι αυτό δεν επαρκεί για την αντιμετώπιση της εξαιρετικής ανάγκης χρήσης δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο α), ζητεί δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε ψευδωνυμοποιημένη μορφή και θεσπίζει τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που θα ληφθούν για την προστασία των δεδομένων·

στ)

ενημερώνει τον κάτοχο δεδομένων σχετικά με τις κυρώσεις που πρόκειται να επιβληθούν σύμφωνα με το άρθρο 40 από την αρμόδια αρχή που ορίζεται δυνάμει του άρθρου 37 σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με το αίτημα·

ζ)

όταν το αίτημα υποβάλλεται από φορέα του δημόσιου τομέα διαβιβάζεται στον συντονιστή δεδομένων, που αναφέρεται στο άρθρο 37, του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο αιτών φορέας_του_δημόσιου_τομέα, ο οποίος δημοσιοποιεί το αίτημα στο διαδίκτυο χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, εκτός εάν ο συντονιστής δεδομένων θεωρεί ότι η εν λόγω δημοσίευση θα δημιουργούσε κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια·

η)

όταν το αίτημα υποβάλλεται από την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή οργανισμό της Ένωσης καθίσταται διαθέσιμο στο διαδίκτυο χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση·

θ)

όταν ζητούνται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, κοινοποιείται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην εποπτική αρχή που είναι υπεύθυνη για την παρακολούθηση της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο φορέας_του_δημόσιου_τομέα.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι οργανισμοί_της_Ένωσης πληροφορούν την Επιτροπή για τα αιτήματά τους.

3.   Ο φορέας_του_δημόσιου_τομέα. η Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή οργανισμός της Ένωσης δεν καθιστά δεδομένα που λαμβάνονται σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο διαθέσιμα για περαιτέρω χρήση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2) του κανονισμού (ΕΕ) 2022/868 ή το άρθρο 2 σημείο 11) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/1024. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2022/868 και η οδηγία (ΕΕ) 2019/1024 δεν εφαρμόζονται στα δεδομένα που τηρούνται από φορείς του δημόσιου τομέα τα οποία λαμβάνονται σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο.

4.   Η παράγραφος 3 του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζει φορέα του δημόσιου τομέα, την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή οργανισμό της Ένωσης να ανταλλάσσει δεδομένα που λαμβάνει δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου με άλλον φορέα του δημόσιου τομέα ή την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή οργανισμό της Ένωσης, με σκοπό την εκπλήρωση των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 15, όπως προσδιορίζονται στο αίτημα σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο στ) του παρόντος άρθρου, ή να θέτει τα δεδομένα στη διάθεση τρίτου σε περίπτωση που έχει αναθέσει, μέσω δημόσια διαθέσιμης συμφωνίας, τεχνικές επιθεωρήσεις ή άλλες εργασίες στον εν λόγω τρίτο. Οι υποχρεώσεις των φορέων του δημόσιου τομέα σύμφωνα με το άρθρο 19, ιδίως οι διασφαλίσεις για τη διαφύλαξη της εμπιστευτικότητας του εμπορικού απορρήτου, ισχύουν και για τους εν λόγω τρίτους. Όταν φορέας_του_δημόσιου_τομέα, η Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή οργανισμός της Ένωσης διαβιβάζει ή καθιστά διαθέσιμα δεδομένα βάσει της παρούσας παραγράφου, ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση τον κάτοχο δεδομένων από τον οποίο ελήφθησαν τα δεδομένα.

5.   Όταν ο κάτοχος_δεδομένων θεωρεί ότι τα δικαιώματά του βάσει του παρόντος κεφαλαίου έχουν παραβιαστεί από τη διαβίβαση ή τη διάθεση δεδομένων, μπορεί να υποβάλει καταγγελία στην οριζόμενη δυνάμει του άρθρου 37 αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο κάτοχος_δεδομένων.

6.   Η Επιτροπή καταρτίζει υπόδειγμα αιτήματος σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Άρθρο 18

Συμμόρφωση με αιτήματα για δεδομένα

1.   Ο κάτοχος_δεδομένων που λαμβάνει αίτημα να καταστήσει δεδομένα διαθέσιμα βάσει του παρόντος κεφαλαίου θέτει τα δεδομένα στη διάθεση του αιτούντος φορέα του δημόσιου τομέα ή της Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή οργανισμού της Ένωσης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, λαμβάνοντας υπόψη τα απαραίτητα τεχνικά, οργανωτικά και νομικά μέτρα.

2.   Με την επιφύλαξη των ειδικών αναγκών όσον αφορά τη διαθεσιμότητα των δεδομένων που ορίζονται στο ενωσιακό και στο εθνικό δίκαιο, ο κάτοχος_δεδομένων μπορεί να αρνηθεί αίτημα πρόσβασης σε δεδομένα ή να ζητήσει την τροποποίησή του αιτήματος να καταστούν δεδομένα διαθέσιμα βάσει του παρόντος κεφαλαίου χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή αιτήματος για δεδομένα που είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση κατάστασης έκτακτης ανάγκης σε τομείς δημόσιου συμφέροντος και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός 30 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του εν λόγω αιτήματος σε άλλες περιπτώσεις εξαιρετικής ανάγκης, για οποιονδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:

α)

ο κάτοχος_δεδομένων δεν έχει τον έλεγχο των ζητούμενων δεδομένων·

β)

παρόμοιο αίτημα για τον ίδιο σκοπό έχει υποβληθεί προηγουμένως από άλλον φορέα του δημόσιου τομέα ή την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή οργανισμό της Ένωσης και ο κάτοχος_δεδομένων δεν έχει ενημερωθεί για την εξάλειψη των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 στοιχείο γ)·

γ)

το αίτημα δεν πληροί τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 17 παράγραφοι 1 και 2.

3.   Εάν ο κάτοχος_δεδομένων αποφασίσει να απορρίψει το αίτημα ή να ζητήσει την τροποποίησή του σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο β), αναφέρει την ταυτότητα του φορέα του δημόσιου τομέα ή της Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή του οργανισμού της Ένωσης που είχε υποβάλει προηγουμένως αίτημα για τον ίδιο σκοπό.

4.   Όταν τα ζητούμενα δεδομένα περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, ο κάτοχος_δεδομένων ανωνυμοποιεί δεόντως τα δεδομένα, εκτός εάν η συμμόρφωση με το αίτημα να καταστούν δεδομένα διαθέσιμα σε φορέα του δημόσιου τομέα, στην Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή σε οργανισμό της Ένωσης απαιτεί τη γνωστοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Στις περιπτώσεις αυτές, ο κάτοχος_δεδομένων ψευδωνυμοποιεί τα δεδομένα.

5.   Όταν ο φορέας_του_δημόσιου_τομέα, η Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή ο οργανισμός της Ένωσης επιθυμεί να αμφισβητήσει την άρνηση κατόχου δεδομένων να παράσχει τα ζητούμενα δεδομένα ή όταν ο κάτοχος_δεδομένων επιθυμεί να αμφισβητήσει το αίτημα και το ζήτημα δεν μπορεί να επιλυθεί με κατάλληλη τροποποίηση του αιτήματος, το ζήτημα αναφέρεται στην οριζόμενη δυνάμει του άρθρου 37 αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο κάτοχος_δεδομένων.

Άρθρο 33

Βασικές απαιτήσεις σχετικά με τη διαλειτουργικότητα δεδομένων, μηχανισμών και υπηρεσιών κοινοχρησίας δεδομένων καθώς και των Ευρωπαϊκών κοινών χώρων δεδομένων

1.   Οι συμμετέχοντες σε χώρους δεδομένων που προσφέρουν δεδομένα ή υπηρεσίες δεδομένων σε άλλους συμμετέχοντες συμμορφώνονται με τις ακόλουθες βασικές απαιτήσεις για τη διευκόλυνση της διαλειτουργικότητας των δεδομένων, των μηχανισμών και υπηρεσιών κοινοχρησίας δεδομένων καθώς και των κοινών Ευρωπαϊκών χώρων δεδομένων, οι οποίοι αποτελούν ειδικά για τον σκοπό ή τον τομέα ή διατομεακά διαλειτουργικά πλαίσια κοινών προτύπων και πρακτικών για την κοινοχρησία ή την από κοινού επεξεργασία δεδομένων για, μεταξύ άλλων, την ανάπτυξη νέων προϊόντων και υπηρεσιών, την επιστημονική έρευνα ή πρωτοβουλίες της κοινωνίας των πολιτών:

α)

το περιεχόμενο του συνόλου δεδομένων, οι περιορισμοί χρήσης, οι άδειες, η μεθοδολογία συλλογής δεδομένων, η ποιότητα των δεδομένων και η αβεβαιότητα περιγράφονται επαρκώς, κατά περίπτωση, σε μηχαναγνώσιμο μορφότυπο, ώστε ο αποδέκτης να μπορεί να βρίσκει τα δεδομένα, να έχει πρόσβαση σε αυτά και να τα χρησιμοποιεί·

β)

οι δομές δεδομένων, οι μορφότυποι δεδομένων, τα λεξιλόγια, τα συστήματα ταξινόμησης, οι ταξινομίες και οι κατάλογοι κωδικών, κατά περίπτωση, περιγράφονται με διαθέσιμο στο κοινό και συνεπή τρόπο·

γ)

τα τεχνικά μέσα πρόσβασης στα δεδομένα, όπως οι διεπαφές προγραμματισμού εφαρμογών, καθώς και οι όροι χρήσης και η ποιότητα των υπηρεσιών τους περιγράφονται επαρκώς ώστε να καθίσταται δυνατή η αυτόματη πρόσβαση και διαβίβαση δεδομένων μεταξύ των μερών, μεταξύ άλλων συνεχώς, σε μαζική τηλεφόρτωση ή σε πραγματικό χρόνο σε μηχαναγνώσιμο μορφότυπο, όταν αυτό είναι τεχνικά εφικτό και δεν παρεμποδίζει την εύρυθμη λειτουργία του συνδεδεμένου προϊόντος·

δ)

κατά περίπτωση, παρέχονται τα μέσα που επιτρέπουν τη διαλειτουργικότητα των εργαλείων αυτοματοποίησης της εκτέλεσης συμφωνιών κοινοχρησίας δεδομένων, όπως οι έξυπνες συμβάσεις.

Οι απαιτήσεις μπορεί να έχουν γενικό χαρακτήρα ή να αφορούν συγκεκριμένους τομείς, λαμβανομένης πλήρως υπόψη της διασύνδεσης με απαιτήσεις που απορρέουν από άλλες διατάξεις ενωσιακού ή εθνικού δικαίου.

2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 45 του παρόντος κανονισμού, για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού προσδιορίζοντας περαιτέρω τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, σε σχέση με τις απαιτήσεις οι οποίες, από τη φύση τους, δεν μπορούν να παραγάγουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, εκτός εάν προσδιορίζονται περαιτέρω σε δεσμευτικές νομικές πράξεις της Ένωσης και προκειμένου να αποτυπώνονται δεόντως οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι εξελίξεις της αγοράς.

Η Επιτροπή, κατά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, λαμβάνει υπόψη τις συμβουλές του ευρωπαϊκού συμβουλίου καινοτομίας δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 42 στοιχείο γ) σημείο iii).

3.   Οι συμμετέχοντες σε χώρους δεδομένων οι οποίοι παρέχουν δεδομένα ή υπηρεσίες δεδομένων σε άλλους συμμετέχοντες σε χώρους δεδομένων που πληρούν τα εναρμονισμένα πρότυπα ή μέρη αυτών οι παραπομπές των οποίων δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται με τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1, στον βαθμό που οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από τέτοιου είδους εναρμονισμένα πρότυπα ή μέρη αυτών.

4.   Η Επιτροπή ζητεί, δυνάμει του άρθρου 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012, από έναν ή περισσότερους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης να καταρτίσουν εναρμονισμένα πρότυπα που πληρούν τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

5.   Η Επιτροπή μπορεί, με εκτελεστικές πράξεις, να θεσπίζει κοινές_προδιαγραφές που να καλύπτουν οποιαδήποτε βασική απαίτηση ή το σύνολο αυτών που ορίζονται στην παράγραφο 1, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

Η Επιτροπή έχει ζητήσει, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012, από έναν ή περισσότερους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης να καταρτίσουν εναρμονισμένο_πρότυπο που πληροί τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και:

i)

το αίτημα δεν έχει γίνει δεκτό·

ii)

τα εναρμονισμένα πρότυπα που αφορούν το εν λόγω αίτημα δεν παραδίδονται εντός της προθεσμίας που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012· ή

iii)

τα εναρμονισμένα πρότυπα δεν συνάδουν με το αίτημα· και

β)

δεν δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφορά σε εναρμονισμένα πρότυπα που καλύπτουν τις σχετικές βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ούτε αναμένεται να δημοσιευτεί τέτοια αναφορά σε εύλογο χρονικό διάστημα.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 46 παράγραφος 2.

6.   Πριν από την κατάρτιση σχεδίου εκτελεστικής πράξης που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή ενημερώνει την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ότι θεωρεί ότι έχουν πληρωθεί οι προϋποθέσεις της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.

7.   Κατά την κατάρτιση του σχεδίου εκτελεστικής πράξης που αναφέρεται στην παράγραφο 5, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις συμβουλές του ευρωπαϊκού συμβουλίου καινοτομίας δεδομένων και τις απόψεις άλλων σχετικών φορέων ή ομάδων εμπειρογνωμόνων και διαβουλεύεται δεόντως με όλα τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη.

8.   Οι συμμετέχοντες σε χώρους δεδομένων που προσφέρουν δεδομένα ή υπηρεσίες δεδομένων σε άλλους συμμετέχοντες σε χώρους δεδομένων που πληρούν τις κοινές_προδιαγραφές οι οποίες θεσπίζονται με εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5 ή μέρη αυτών τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται με τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 στο βαθμό που οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από τις εν λόγω κοινές_προδιαγραφές ή τα μέρη αυτών.

9.   Όταν ένα εναρμονισμένο_πρότυπο θεσπίζεται από ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης και υποβάλλεται στην Επιτροπή με σκοπό τη δημοσίευση των στοιχείων αναφοράς του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή αξιολογεί το εναρμονισμένο_πρότυπο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012. Όταν τα στοιχεία αναφοράς εναρμονισμένου προτύπου δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή καταργεί τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου ή μέρη αυτών που καλύπτουν τις ίδιες βασικές απαιτήσεις που καλύπτονται από το εν λόγω εναρμονισμένο_πρότυπο.

10.   Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι μια κοινή προδιαγραφή δεν πληροί πλήρως τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή υποβάλλοντας λεπτομερή εξήγηση. Η Επιτροπή προβαίνει σε εκτίμηση της εν λόγω λεπτομερούς εξήγησης και μπορεί, κατά περίπτωση, να τροποποιήσει την εκτελεστική πράξη για τη θέσπιση της εν λόγω κοινής προδιαγραφής.

11.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές λαμβάνοντας υπόψη την πρόταση του ευρωπαϊκού συμβουλίου καινοτομίας δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 30 στοιχείο η) του κανονισμού (ΕΕ) 2022/868 σχετικά με τον καθορισμό διαλειτουργικών πλαισίων κοινών προτύπων και πρακτικών για τη λειτουργία κοινών ευρωπαϊκών χώρων δεδομένων.

Άρθρο 49

Αξιολόγηση και επανεξέταση

1.   Έως τις 12 Σεπτεμβρίου 2028, η Επιτροπή προβαίνει σε αξιολόγηση του παρόντος κανονισμού και υποβάλλει έκθεση για τα κύρια πορίσματά της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή. Στο πλαίσιο της αξιολόγησης εκτιμώνται συγκεκριμένα:

α)

καταστάσεις που θεωρούνται καταστάσεις εξαιρετικής ανάγκης για τους σκοπούς του άρθρου 15 και την εφαρμογή του κεφαλαίου V του παρόντος κανονισμού στην πράξη, ιδίως η πείρα από την εφαρμογή του κεφαλαίου V του παρόντος κανονισμού από τους φορείς του δημόσιου τομέα, την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τους οργανισμούς της Ένωσης· ο αριθμός και η έκβαση των διαδικασιών που κινήθηκαν ενώπιον της αρμόδιας αρχής δυνάμει του άρθρου 18 παράγραφος 5 σχετικά με την εφαρμογή του κεφαλαίου V του παρόντος κανονισμού, όπως αναφέρονται από τις αρμόδιες αρχές· ο αντίκτυπος άλλων υποχρεώσεων που προβλέπονται στο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο για τους σκοπούς της συμμόρφωσης με αιτήματα πρόσβασης σε πληροφορίες· ο αντίκτυπος των εθελοντικών μηχανισμών κοινοχρησίας δεδομένων, όπως αυτοί που συστήνονται από οργανώσεις αλτρουισμού δεδομένων που αναγνωρίζονται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2022/868, στην επίτευξη των στόχων του κεφαλαίου V του παρόντος κανονισμού, και ο ρόλος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο του άρθρου 15 του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της εξέλιξης των τεχνολογιών ενίσχυσης της ιδιωτικότητας·

β)

ο αντίκτυπος του παρόντος κανονισμού στη χρήση δεδομένων στην οικονομία, μεταξύ άλλων στην καινοτομία δεδομένων, τις πρακτικές χρηματικής αποτίμησης δεδομένων και τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης δεδομένων, καθώς και στην κοινοχρησία δεδομένων εντός των κοινών ευρωπαϊκών χώρων δεδομένων·

γ)

η προσβασιμότητα και η χρήση διαφορετικών κατηγοριών και τύπων δεδομένων·

δ)

ο αποκλεισμός ορισμένων κατηγοριών επιχειρήσεων ως δικαιούχων βάσει του άρθρου 5·

ε)

η απουσία επιπτώσεων στα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας·

στ)

ο αντίκτυπος στο εμπορικό_απόρρητο, μεταξύ άλλων στην προστασία από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή του, καθώς και ο αντίκτυπος του μηχανισμού που επιτρέπει στον κάτοχο των δεδομένων να απορρίπτει το αίτημα του χρήστη σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 8 και το άρθρο 5 παράγραφος 11, λαμβάνοντας υπόψη, στο μέτρο του δυνατού, τυχόν αναθεώρηση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/943·

ζ)

αν ο κατάλογος των καταχρηστικών συμβατικών ρητρών που αναφέρεται στο άρθρο 13 είναι επικαιροποιημένος υπό το πρίσμα των νέων επιχειρηματικών πρακτικών και του ταχέος ρυθμού καινοτομίας στην αγορά·

η)

οι αλλαγές στις συμβατικές πρακτικές των παρόχων υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων και αν αυτό οδηγεί σε επαρκή συμμόρφωση με το άρθρο 25·

θ)

η μείωση των χρεώσεων που επιβάλλονται από τους παρόχους υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων για τη διαδικασία αλλαγής, σύμφωνα με τη σταδιακή κατάργηση των χρεώσεων αλλαγής που προβλέπεται στο άρθρο 29·

ι)

η αλληλεπίδραση του παρόντος κανονισμού με άλλες νομικές πράξεις της Ένωσης που αφορούν την οικονομία των δεδομένων·

ια)

η πρόληψη της παράνομης κυβερνητικής πρόσβασης σε δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα·

ιβ)

η αποτελεσματικότητα του καθεστώτος επιβολής που απαιτείται βάσει του άρθρου 37·

ιγ)

τις επιπτώσεις του παρόντος κανονισμού στις ΜΜΕ όσον αφορά την ικανότητά τους να καινοτομούν και τη διαθεσιμότητα υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων για χρήστες εντός της Ένωσης και την επιβάρυνση από τη συμμόρφωση με νέες υποχρεώσεις.

2.   Έως τις 12 Σεπτεμβρίου 2028, η Επιτροπή προβαίνει σε αξιολόγηση του παρόντος κανονισμού και υποβάλλει έκθεση για τα κύρια πορίσματά της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή. Με την εν λόγω αξιολόγηση εκτιμάται ο αντίκτυπος των άρθρων 23 έως 31 και των άρθρων 34 και 35, ιδίως όσον αφορά την τιμολόγηση και την ποικιλομορφία των υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων που προσφέρονται εντός της Ένωσης, με ιδιαίτερη έμφαση στους παρόχους που είναι ΜΜΕ.

3.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τις αναγκαίες πληροφορίες για την εκπόνηση των εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.

4.   Βάσει των εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, η Επιτροπή μπορεί να υποβάλλει, κατά περίπτωση, νομοθετική πρόταση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού.


whereas









keyboard_arrow_down