search


keyboard_tab Data Act 2023/2854 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2023/2854 EL cercato: 'θίγει' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index θίγει:


whereas θίγει:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 1168

 

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει εναρμονισμένους κανόνες, μεταξύ άλλων, για:

α)

τη διάθεση δεδομένων προϊόντος και συναφούς υπηρεσίας στον χρήστη του συνδεδεμένου προϊόντος ή της συναφούς υπηρεσίας·

β)

τη διάθεση δεδομένων από κατόχους δεδομένων σε αποδέκτες δεδομένων·

γ)

τη διάθεση δεδομένων από κατόχους δεδομένων σε φορείς του δημόσιου τομέα, στην Επιτροπή, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και σε οργανισμούς της Ένωσης, όταν υπάρχει εξαιρετική ανάγκη για τα εν λόγω δεδομένα, για την εκτέλεση συγκεκριμένου καθήκοντος δημόσιου συμφέροντος·

δ)

τη διευκόλυνση της αλλαγής μεταξύ υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων·

ε)

τη θέσπιση εγγυήσεων κατά της παράνομης πρόσβασης τρίτων σε δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα· και

στ)

την ανάπτυξη προτύπων διαλειτουργικότητας για τα δεδομένα που πρόκειται να προσπελαστούν, να διαβιβαστούν και να χρησιμοποιηθούν.

2.   Ο παρών κανονισμός καλύπτει δεδομένα προσωπικού και μη προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων τύπων δεδομένων στα ακόλουθα πλαίσια:

α)

το κεφάλαιο II εφαρμόζεται στα δεδομένα, εξαιρουμένου του περιεχομένου, που αφορούν τις επιδόσεις, τη χρήση και το περιβάλλον των συνδεδεμένων προϊόντων και των συναφών υπηρεσιών·

β)

το κεφάλαιο V εφαρμόζεται σε όλα τα δεδομένα του ιδιωτικού τομέα με έμφαση στα δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα·

γ)

το κεφάλαιο III εφαρμόζεται σε όλα τα δεδομένα του ιδιωτικού τομέα στα οποία παρέχεται πρόσβαση και τα οποία χρησιμοποιούνται βάσει συμβάσεων μεταξύ επιχειρήσεων·

δ)

το κεφάλαιο V εφαρμόζεται σε όλα τα δεδομένα του ιδιωτικού τομέα με έμφαση στα δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα·

ε)

το κεφάλαιο VI εφαρμόζεται σε όλα τα δεδομένα και τις υπηρεσίες που υποβάλλονται σε επεξεργασία από παρόχους υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων·

στ)

το κεφάλαιο VII εφαρμόζεται σε όλα τα δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα που τηρούνται στην Ένωση από παρόχους υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων.

3.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται:

α)

στους κατασκευαστές συνδεδεμένων προϊόντων που τίθενται σε κυκλοφορία στην αγορά στην Ένωση και στους παρόχους συναφών υπηρεσιών, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασής των εν λόγω κατασκευαστών και παρόχων·

β)

στους χρήστες στην Ένωση των συνδεδεμένων προϊόντων ή συναφών υπηρεσιών, όπως αναφέρονται στο στοιχείο α)·

γ)

στους κατόχους δεδομένων, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασής τους, που καθιστούν δεδομένα διαθέσιμα σε αποδέκτες δεδομένων στην Ένωση·

δ)

στους αποδέκτες δεδομένων στην Ένωση στους οποίους διατίθενται δεδομένα·

ε)

στους φορείς του δημόσιου τομέα, στην Επιτροπή, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και σε οργανισμούς της Ένωσης που ζητούν από τους κατόχους δεδομένων να καθιστούν δεδομένα διαθέσιμα, όταν υπάρχει εξαιρετική ανάγκη για τα εν λόγω δεδομένα με σκοπό την εκτέλεση συγκεκριμένου καθήκοντος δημόσιου συμφέροντος και στους κατόχους δεδομένων που παρέχουν τα εν λόγω δεδομένα ως απάντηση στο εν λόγω αίτημα·

στ)

στους παρόχους υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασής τους, που παρέχουν τέτοιες υπηρεσίες σε πελάτες στην Ένωση·

ζ)

στους συμμετέχοντες σε χώρους δεδομένων και τους προμηθευτές εφαρμογών που χρησιμοποιούν έξυπνες συμβάσεις και σε πρόσωπα των οποίων η εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα συνεπάγεται τη χρήση έξυπνων συμβάσεων για άλλους στο πλαίσιο της εκτέλεσης μιας συμφωνίας.

4.   Όταν ο παρών κανονισμός αναφέρεται σε συνδεδεμένα προϊόντα ή συναφείς υπηρεσίες, οι αναφορές αυτές νοούνται επίσης ότι περιλαμβάνουν τυχόν εικονικούς βοηθούς στον βαθμό που αλληλεπιδρούν με συνδεδεμένο_προϊόν ή συναφή υπηρεσία.

5.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει το ενωσιακό και εθνικό δίκαιο σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, της ιδιωτικής ζωής και του απορρήτου των επικοινωνιών και της ακεραιότητας του τερματικού εξοπλισμού, το οποίο εφαρμόζεται στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία σε σχέση με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται σε αυτόν, ιδίως τους κανονισμούς (ΕΕ) 2016/679 και (ΕΕ) 2018/1725 και την οδηγία 2002/58/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένων των εξουσιών και των αρμοδιοτήτων των εποπτικών αρχών και των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων. Στον βαθμό που οι χρήστες είναι υποκείμενα των δεδομένων, τα δικαιώματα που προβλέπονται στο κεφάλαιο II του παρόντος κανονισμού συμπληρώνουν τα δικαιώματα πρόσβασης των υποκειμένων των δεδομένων και τα δικαιώματα φορητότητας των δεδομένων σύμφωνα με τα άρθρα 15 και 20 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679. Σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ του παρόντος κανονισμού και του ενωσιακού δικαίου για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή της ιδιωτικής ζωής, ή της εθνικής νομοθεσίας που έχει θεσπιστεί σύμφωνα με το εν λόγω ενωσιακό δίκαιο, υπερισχύει το σχετικό ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή της ιδιωτικής ζωής.

6.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε τυχόν εθελοντικές ρυθμίσεις για την αντ αλλαγή δεδομένων μεταξύ ιδιωτικών και δημόσιων οντοτήτων, ιδίως ρυθμίσεις για την κοινοχρησία δεδομένων, ούτε αποκλείει τέτοιες ρυθμίσεις.

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις ενωσιακές ή εθνικές νομικές πράξεις που προβλέπουν την κοινοχρησία, την πρόσβαση και τη χρήση δεδομένων για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, του εντοπισμού ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, ή για τελωνειακούς και φορολογικούς σκοπούς, ιδίως των κανονισμών (ΕΕ) 2021/784, (ΕΕ) 2022/2065 και (ΕΕ) 2023/1543, και της οδηγίας (ΕΕ) 2023/1544, ή τη διεθνή συνεργασία στον εν λόγω τομέα. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται για τη συλλογή ή την κοινοχρησία, την πρόσβαση σε δεδομένα ή τη χρήση δεδομένων βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2015/847 και της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε τομείς που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης και σε κάθε περίπτωση δεν θίγει τις αρμοδιότητες των κρατών μελών όσον αφορά τη δημόσια ασφάλεια, την άμυνα ή την εθνική ασφάλεια, ανεξάρτητα από το είδος της οντότητας στην οποία τα κράτη μέλη αναθέτουν την εκτέλεση καθηκόντων σε σχέση με τις εν λόγω αρμοδιότητες, ή την εξουσία τους να διαφυλάσσουν άλλες ουσιώδεις λειτουργίες του κράτους, συμπεριλαμβανομένης της διασφάλισης της εδαφικής ακεραιότητας του κράτους και της διατήρησης της δημόσιας τάξης. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις αρμοδιότητες των κρατών μελών όσον αφορά την τελωνειακή και φορολογική διοίκηση ή την υγεία και την ασφάλεια των πολιτών.

7.   Ο παρών κανονισμός συμπληρώνει την αυτορρυθμιστική προσέγγιση του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1807, προσθέτοντας υποχρεώσεις γενικής εφαρμογής σχετικά με την αλλαγή υπολογιστικού νέφους.

8.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις ενωσιακές και εθνικές νομικές πράξεις που προβλέπουν την προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, ιδίως τις οδηγίες 2001/29/ΕΚ, 2004/48/ΕΚ και (ΕΕ) 2019/790.

9.   Ο παρών κανονισμός συμπληρώνει και δεν θίγει το ενωσιακό δίκαιο που αποσκοπεί στην προώθηση των συμφερόντων των καταναλωτών και την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών, και την προστασία της υγείας, της ασφάλειας και των οικονομικών συμφερόντων τους, ιδίως τις οδηγίες 93/13/ΕΟΚ, 2005/29/ΕΚ και 2011/83/ΕΕ.

10.   Ο παρών κανονισμός δεν αποκλείει τη σύναψη εθελοντικών νόμιμων συμβάσεων κοινοχρησίας δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων συμβάσεων που συνάπτονται σε αμοιβαία βάση, οι οποίες συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 10

Επίλυση διαφορών

1.   Οι χρήστες, οι κάτοχοι δεδομένων και οι αποδέκτες δεδομένων έχουν πρόσβαση σε όργανο επίλυσης διαφορών, πιστοποιημένο σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου, για την επίλυση διαφορών δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφοι 3 και 9 και του άρθρου 5 παράγραφος 12, καθώς και διαφορών σε σχέση με τη διάθεση των δεδομένων με δίκαιους, εύλογους και αμερόληπτους όρους και προϋποθέσεις και με διαφανή τρόπο σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο και το κεφάλαιο IV.

2.   Τα όργανα επίλυσης διαφορών γνωστοποιούν στα ενδιαφερόμενα μέρη τα τέλη ή τους μηχανισμούς που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό των τελών, προτού τα εν λόγω μέρη ζητήσουν τη λήψη απόφασης.

3.   Για τις διαφορές που φέρονται ενώπιον οργάνου επίλυσης διαφορών δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφοι 3 και 9 και του άρθρου 5 παράγραφος 12, όταν το όργανο επίλυσης διαφορών αποφασίζει επί διαφοράς υπέρ του χρήστη ή του αποδέκτη δεδομένων, ο κάτοχος_δεδομένων βαρύνεται με όλα τα τέλη που χρεώνει το όργανο επίλυσης διαφορών και επιστρέφει στον εν λόγω χρήστη ή αποδέκτη δεδομένων τυχόν άλλες εύλογες δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς. Εάν το όργανο επίλυσης διαφορών αποφασίσει επί διαφοράς υπέρ του κατόχου δεδομένων, ο χρήστης ή ο αποδέκτης_δεδομένων δεν υποχρεούται να επιστρέψει τυχόν τέλη ή άλλες δαπάνες που κατέβαλε ή πρόκειται να καταβάλει ο κάτοχος_δεδομένων σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς, εκτός εάν το όργανο επίλυσης διαφορών διαπιστώσει ότι ο χρήστης ή ο αποδέκτης_δεδομένων ενήργησε προδήλως κακόπιστα.

4.   Οι πελάτες και οι πάροχοι υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων έχουν πρόσβαση σε όργανο επίλυσης διαφορών, πιστοποιημένο σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, για την επίλυση διαφορών σε σχέση με παραβιάσεις των δικαιωμάτων των πελατών και των υποχρεώσεων των παρόχων υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων σύμφωνα με τα άρθρα 23 έως 31.

5.   Το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένο το όργανο επίλυσης διαφορών πιστοποιεί το όργανο κατόπιν αιτήματος αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι το όργανο αποδεικνύει ότι πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

είναι αμερόληπτο και ανεξάρτητο και θα εκδίδει τις αποφάσεις του σύμφωνα με σαφείς, αμερόληπτους και δίκαιους διαδικαστικούς κανόνες·

β)

διαθέτει την αναγκαία εμπειρογνωσία, ιδίως όσον αφορά δίκαιους, εύλογους και αμερόληπτους όρους και προϋποθέσεις, μεταξύ άλλων και σχετικά με την αποζημίωση, και για τη διάθεση των δεδομένων με διαφανή τρόπο, πράγμα που εξασφαλίζει ότι το όργανο μπορεί να καθορίζει αποτελεσματικά τους εν λόγω όρους και προϋποθέσεις·

γ)

είναι εύκολα προσβάσιμο μέσω της τεχνολογίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών·

δ)

είναι σε θέση να εκδίδει τις αποφάσεις του με ταχύ, αποτελεσματικό και οικονομικά αποδοτικό τρόπο σε τουλάχιστον μία επίσημη γλώσσα της Ένωσης.

6.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα πιστοποιημένα όργανα επίλυσης διαφορών σύμφωνα με την παράγραφο 5. Η Επιτροπή δημοσιεύει κατάλογο των οργάνων αυτών σε ειδικό ιστότοπο και τον διατηρεί επικαιροποιημένο.

7.   Το όργανο επίλυσης διαφορών αρνείται να εξετάσει αίτημα επίλυσης διαφοράς που έχει ήδη υποβληθεί ενώπιον άλλου οργάνου επίλυσης διαφορών ή ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους.

8.   Το όργανο επίλυσης διαφορών παρέχει στα μέρη τη δυνατότητα, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, να εκφράζουν τις απόψεις τους σχετικά με τα ζητήματα που έχουν υποβάλει τα εν λόγω μέρη ενώπιον του οργάνου αυτού. Στο πλαίσιο αυτό, παρέχονται σε κάθε μέρος της διαφοράς οι παρατηρήσεις του άλλου μέρους της διαφοράς καθώς και τυχόν δηλώσεις εμπειρογνωμόνων. Παρέχεται η δυνατότητα στα μέρη να σχολιάσουν τις εν λόγω παρατηρήσεις και δηλώσεις.

9.   Το όργανο επίλυσης διαφορών εκδίδει την απόφασή του για θέματα που παραπέμπονται σε αυτό το αργότερο 90 ημέρες από την λήψη του αιτήματος δυνάμει των παραγράφων 1 και 4. Η εν λόγω απόφαση εκδίδεται γραπτώς ή σε σταθερό μέσο και συνοδεύονται από σκεπτικό που υποστηρίζει την απόφαση.

10.   Τα όργανα επίλυσης διαφορών καταρτίζουν και δημοσιοποιούν ετήσιες εκθέσεις δραστηριοτήτων. Οι ετήσιες αυτές εκθέσεις περιλαμβάνουν ιδίως τις εξής γενικές πληροφορίες:

α)

συγκεντρωτική παρουσίαση των εκβάσεων των διαφορών·

β)

τον μέσο χρόνο που χρειάστηκε για την επίλυση των διαφορών·

γ)

τις συνηθέστερες αιτίες των διαφορών.

11.   Προκειμένου να διευκολύνεται η αντ αλλαγή πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών, ένα όργανο επίλυσης διαφορών μπορεί να αποφασίσει να συμπεριλάβει συστάσεις στην έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 10 σχετικά με τον τρόπο με τον οποίον τα προβλήματα αυτά μπορούν να αποφευχθούν ή να επιλυθούν.

12.   Η απόφαση οργάνου επίλυσης διαφορών είναι δεσμευτική μόνο για τα μέρη εάν τα μέρη έχουν συμφωνήσει ρητά για τον δεσμευτικό χαρακτήρα της πριν από την έναρξη της διαδικασίας επίλυσης διαφορών.

13.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει το δικαίωμα των μερών για πραγματική προσφυγή ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους.

Άρθρο 13

Καταχρηστικές συμβατικές ρήτρες που επιβάλλονται μονομερώς σε άλλη επιχείρηση

1.   Συμβατική ρήτρα που αφορά την πρόσβαση στα δεδομένα και τη χρήση τους ή την ευθύνη και τα μέσα έννομης προστασίας σε περίπτωση παραβίασης ή καταγγελίας των υποχρεώσεων που σχετίζονται με τα δεδομένα η οποία έχει επιβληθεί μονομερώς από μια επιχείρηση σε άλλη επιχείρηση, δεν είναι δεσμευτική για την άλλη αυτή επιχείρηση, εάν είναι καταχρηστική.

2.   Συμβατική ρήτρα η οποία αποτυπώνει αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του δικαίου της Ένωσης ή διατάξεις του δικαίου της Ένωσης που θα εφαρμόζονταν εάν οι συμβατικές ρήτρες δεν ρύθμιζαν το θέμα, δεν θεωρείται καταχρηστική.

3.   Μια συμβατική ρήτρα είναι καταχρηστική εάν είναι τέτοιας φύσης ώστε η χρήση της να αποκλίνει κατάφωρα από την ορθή εμπορική πρακτική όσον αφορά την πρόσβαση στα δεδομένα και τη χρήση τους, αντίθετα προς την καλή πίστη και τη συναλλακτική δεοντολογία.

4.   Ειδικότερα, για τους σκοπούς της παραγράφου 3, μια συμβατική ρήτρα είναι καταχρηστική εάν το αντικείμενο ή το αποτέλεσμά της είναι:

α)

να αποκλείει ή να περιορίζει την ευθύνη του μέρους που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα για εκ προθέσεως πράξεις ή βαριά αμέλεια·

β)

να αποκλείει τα μέσα έννομης προστασίας που έχει στη διάθεσή του το μέρος στο οποίο έχει επιβληθεί μονομερώς στην περίπτωση της μη εκπλήρωσης των συμβατικών υποχρεώσεων, ή την ευθύνη του μέρους που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα στην περίπτωση της αθέτησης των εν λόγω υποχρεώσεων·

γ)

να παρέχει στο μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα το αποκλειστικό δικαίωμα να καθορίζει αν τα παρεχόμενα δεδομένα είναι σύμφωνα με τη σύμβαση ή να ερμηνεύσει οποιαδήποτε συμβατική ρήτρα.

5.   Μια συμβατική ρήτρα τεκμαίρεται ότι είναι καταχρηστική για τους σκοπούς της παραγράφου 3, εάν το αντικείμενο ή το αποτέλεσμά της είναι:

α)

να περιορίζει με αθέμιτο τρόπο τα μέσα έννομης προστασίας στην περίπτωση της μη εκπλήρωσης των συμβατικών υποχρεώσεων ή την ευθύνη στην περίπτωση της αθέτησης των εν λόγω υποχρεώσεων ή να επεκτείνει την ευθύνη της επιχείρησης στην οποία έχει επιβληθεί μονομερώς η ρήτρα·

β)

να επιτρέπει στο μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα να έχει πρόσβαση και να χρησιμοποιεί τα δεδομένα του άλλου συμβαλλόμενου μέρους κατά τρόπο που να θίγει σημαντικά τα έννομα συμφέροντα του άλλου συμβαλλόμενου μέρους, ιδίως όταν τα εν λόγω δεδομένα περιέχουν εμπορικά ευαίσθητα δεδομένα ή προστατεύονται από το εμπορικό_απόρρητο ή από δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας·

γ)

να εμποδίζει το μέρος στο οποίο έχει επιβληθεί μονομερώς η ρήτρα να χρησιμοποιεί τα δεδομένα που έχουν παρασχεθεί ή παραχθεί από το εν λόγω μέρος κατά τη διάρκεια της σύμβασης ή να περιορίζει τη χρήση των εν λόγω δεδομένων στον βαθμό που το εν λόγω μέρος δεν δικαιούται να χρησιμοποιεί, να συλλέγει, να έχει πρόσβαση ή να ελέγχει τα εν λόγω δεδομένα ή να εκμεταλλεύεται την αξία τους επαρκώς·

δ)

να εμποδίζει το μέρος στο οποίο έχει επιβληθεί μονομερώς η ρήτρα να καταγγέλλει τη συμφωνία εντός εύλογου χρονικού διαστήματος·

ε)

να εμποδίζει το μέρος στο οποίο έχει επιβληθεί μονομερώς η ρήτρα να λαμβάνει αντίγραφο των δεδομένων που παρασχέθηκαν ή παρήχθησαν από το εν λόγω μέρος κατά τη διάρκεια της περιόδου ισχύος της σύμβασης ή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την καταγγελία της σύμβασης·

στ)

να επιτρέπει στο μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα να καταγγέλλει τη σύμβαση με αδικαιολόγητα σύντομη προθεσμία, λαμβάνοντας υπόψη κάθε εύλογη δυνατότητα του άλλου συμβαλλόμενου μέρους να στραφεί σε εναλλακτική και συγκρίσιμη υπηρεσία, καθώς και την οικονομική ζημία που προκαλείται από την εν λόγω καταγγελία, εκτός εάν συντρέχουν σοβαροί λόγοι να το πράξει·

ζ)

να επιτρέπει στο μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα να τροποποιεί ουσιωδώς την τιμή που ορίζεται στη σύμβαση ή οποιονδήποτε άλλο ουσιώδη όρο σχετικό με τη φύση, τον μορφότυπο, την ποιότητα ή την ποσότητα των προς κοινοχρησία δεδομένων, χωρίς να υπάρχει βάσιμος λόγος και χωρίς το άλλο μέρος να έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση σε περίπτωση που τέτοια τροποποίηση ορίζεται στη σύμβαση.

Το πρώτο εδάφιο στοιχείο ζ) δεν θίγει τους όρους με τους οποίους το μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα επιφυλάσσεται του δικαιώματος να τροποποιεί μονομερώς τους όρους σύμβασης αορίστου χρόνου, υπό την προϋπόθεση ότι η σύμβαση ορίζει βάσιμο λόγο για τέτοιου είδους μονομερείς τροποποιήσεις, ότι το μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα υποχρεούται να παράσχει στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος οποιαδήποτε τέτοιου είδους σκοπούμενη τροποποίηση σε εύλογο χρόνο και ότι το άλλο συμβαλλόμενο μέρος είναι ελεύθερο να καταγγείλει τη σύμβαση χωρίς κόστος σε περίπτωση τροποποίησης.

6.   Μια συμβατική ρήτρα θεωρείται ότι έχει επιβληθεί μονομερώς κατά την έννοια του παρόντος άρθρου εάν έχει υποβληθεί από ένα συμβαλλόμενο μέρος και το άλλο συμβαλλόμενο μέρος δεν μπόρεσε να επηρεάσει το περιεχόμενό της παρά την προσπάθεια διαπραγμάτευσης. Το συμβαλλόμενο μέρος που υπέβαλε τη συμβατική ρήτρα φέρει το βάρος της απόδειξης ότι η ρήτρα αυτή δεν επιβλήθηκε μονομερώς. Το συμβαλλόμενο μέρος που υπέβαλε την επίμαχη συμβατική ρήτρα δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η συμβατική ρήτρα είναι καταχρηστική.

7.   Εάν η καταχρηστική συμβατική ρήτρα μπορεί να διαχωριστεί από τις υπόλοιπες ρήτρες της σύμβασης, οι εν λόγω υπόλοιπες ρήτρες παραμένουν δεσμευτικές.

8.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε συμβατικές ρήτρες που καθορίζουν το κύριο αντικείμενο της σύμβασης ή στο ανάλογο ή μη μεταξύ της τιμής και των δεδομένων που παρέχονται σε αντάλλαγμα.

9.   Τα μέρη σύμβασης που καλύπτεται από την παράγραφο 1 δεν αποκλείουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, δεν παρεκκλίνουν από αυτό ούτε μεταβάλλουν τα αποτελέσματά του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΘΕΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΦΟΡΕΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ, ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ, ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΒΑΣΕΙ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ

Άρθρο 16

Σχέση με άλλες υποχρεώσεις του να καθίστανται δεδομένα διαθέσιμα σε φορείς του δημόσιου τομέα, στην Επιτροπή, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και σε οργανισμούς της Ένωσης

1.   Το παρόν κεφάλαιο δεν θίγει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων, της συμμόρφωσης με αιτήματα πρόσβασης σε πληροφορίες ή της απόδειξης ή επαλήθευσης της συμμόρφωσης με τις νομικές υποχρεώσεις.

2.   Το παρόν κεφάλαιο δεν εφαρμόζεται σε φορείς του δημόσιου τομέα, στην Επιτροπή, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή σε οργανισμούς της Ένωσης που ασκούν δραστηριότητες για την πρόληψη, τη διερεύνηση, τον εντοπισμό ή τη δίωξη ποινικών ή διοικητικών αδικημάτων ή την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων, ή σε φορείς τελωνειακής ή φορολογικής διοίκησης. Το παρόν κεφάλαιο δεν θίγει το εφαρμοστέο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο σχετικά με την πρόληψη, τη διερεύνηση, τον εντοπισμό ή τη δίωξη ποινικών ή διοικητικών αδικημάτων ή την εκτέλεση ποινικών ή διοικητικών κυρώσεων, ή για την τελωνειακή ή φορολογική διοίκηση.

Άρθρο 37

Αρμόδιες αρχές και συντονιστές δεδομένων

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές ως υπεύθυνες για την εφαρμογή και την επιβολή του παρόντος κανονισμού (αρμόδιες αρχές). Τα κράτη μέλη μπορούν να συστήσουν μία ή περισσότερες νέες αρχές ή να βασιστούν σε υφιστάμενες.

2.   Όταν κράτος μέλος ορίζει περισσότερες από μία αρμόδιες αρχές, ορίζει μεταξύ αυτών συντονιστή δεδομένων για να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών και να συνδράμει τις οντότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού σε όλα τα θέματα που σχετίζονται με την εφαρμογή και την επιβολή του. Οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται μεταξύ τους κατά την άσκηση των καθηκόντων και των εξουσιών που τους ανατίθενται δυνάμει της παραγράφου 5.

3.   Οι εποπτικές αρχές που είναι υπεύθυνες για την παρακολούθηση της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 είναι υπεύθυνες για την παρακολούθηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Εφαρμόζονται κατ’ αναλογία τα κεφάλαια VI και VII του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.

Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων είναι υπεύθυνος για την παρακολούθηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού όσον αφορά την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή οργανισμούς της Ένωσης. Κατά περίπτωση, εφαρμόζεται κατ’ αναλογία το άρθρο 62 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725.

Τα καθήκοντα και οι εξουσίες των εποπτικών αρχών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο ασκούνται όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

4.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου:

α)

για ειδικά τομεακά θέματα πρόσβασης σε δεδομένα και χρήσης αυτών που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, τηρείται η αρμοδιότητα των τομεακών αρχών·

β)

η αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή και την επιβολή των άρθρων 23 έως 31 και των άρθρων 34 και 35 διαθέτει πείρα στον τομέα των δεδομένων και των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

5.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα καθήκοντα και οι εξουσίες των αρμόδιων αρχών καθορίζονται σαφώς και περιλαμβάνουν:

α)

την προώθηση του γραμματισμού σχετικά με τα δεδομένα και της ευαισθητοποίησης των χρηστών και των οντοτήτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτόν·

β)

τον χειρισμό των καταγγελιών που προκύπτουν από εικαζόμενες παραβάσεις του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων σε σχέση με το εμπορικό_απόρρητο, τη διερεύνηση, στο μέτρο που ενδείκνυται, του αντικειμένου των καταγγελιών και την τακτική ενημέρωση των καταγγελλόντων, κατά περίπτωση σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, για την πρόοδο και την έκβαση της έρευνας εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, ιδίως εάν απαιτείται περαιτέρω έρευνα ή συντονισμός με άλλη αρμόδια αρχή·

γ)

τη διενέργεια ερευνών σε θέματα που αφορούν την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων βάσει πληροφοριών που λαμβάνονται από άλλη αρμόδια αρχή ή άλλη δημόσια αρχή·

δ)

την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών οικονομικών κυρώσεων που μπορεί να περιλαμβάνουν περιοδικές κυρώσεις και κυρώσεις με αναδρομική ισχύ, ή την κίνηση δικαστικής διαδικασίας για την επιβολή προστίμων·

ε)

την παρακολούθηση των τεχνολογικών και των σχετικών εμπορικών εξελίξεων που είναι σημαντικές για τη διάθεση και τη χρήση των δεδομένων·

στ)

τη συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών και, κατά περίπτωση, με την Επιτροπή ή το ευρωπαϊκό συμβούλιο καινοτομίας δεδομένων, για τη διασφάλιση της συνεπούς και αποτελεσματικής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της αντ αλλαγής όλων των σχετικών πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, μεταξύ άλλων όσον αφορά την παράγραφο 10 του παρόντος άρθρου·

ζ)

τη συνεργασία με τις σχετικές αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εφαρμογή άλλων ενωσιακών ή εθνικών νομικών πράξεων, μεταξύ άλλων με τις αρχές που είναι αρμόδιες στον τομέα των δεδομένων και των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, με την εποπτική αρχή που είναι υπεύθυνη για την παρακολούθηση της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 ή με τομεακές αρχές, ώστε να διασφαλίζεται ότι ο παρών κανονισμός επιβάλλεται κατά τρόπο συνεκτικό με άλλες διατάξεις του ενωσιακού και του εθνικού δικαίου·

η)

τη συνεργασία με τις σχετικές αρμόδιες αρχές ώστε να διασφαλίζεται ότι οι υποχρεώσεις των άρθρων 23 έως 31 και των άρθρων 34 και 35 επιβάλλονται κατά τρόπο συνεκτικό με άλλες διατάξεις του ενωσιακού δικαίου και την αυτορρύθμιση που ισχύει για τους παρόχους υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων·

θ)

τη διασφάλιση της κατάργησης των τελών αλλαγής σύμφωνα με το άρθρο 29·

ι)

την εξέταση των αιτημάτων για δεδομένα που υποβάλλονται σύμφωνα με το κεφάλαιο V.

Εφόσον έχει οριστεί, ο συντονιστής δεδομένων διευκολύνει τη συνεργασία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία στ), ζ) και η) και επικουρεί τις αρμόδιες αρχές κατόπιν αιτήματός τους.

6.   Ο συντονιστής δεδομένων, εφόσον η εν λόγω αρχή έχει οριστεί:

α)

ενεργεί ως ενιαίο σημείο επαφής για όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού·

β)

διασφαλίζει την επιγραμμική δημόσια διαθεσιμότητα για τα από φορείς του δημόσιου τομέα σε περίπτωση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης σε τομείς δημόσιου συμφέροντος δυνάμει του κεφαλαίου V υποβαλλόμενα αιτήματα για να καθίστανται δεδομένα διαθέσιμα, και προωθεί τις συμφωνίες εθελοντικής κοινοχρησίας δεδομένων μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα και κατόχων δεδομένων·

γ)

ενημερώνει την Επιτροπή, σε ετήσια βάση, για τις απορρίψεις που κοινοποιούνται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφοι 2 και 8 και του άρθρου 5 παράγραφος 11.

7.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τα ονόματα των αρμόδιων αρχών και για τα καθήκοντα και τις εξουσίες τους και, κατά περίπτωση, το όνομα του συντονιστή δεδομένων. Η Επιτροπή τηρεί δημόσιο μητρώο των εν λόγω αρχών.

8.   Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και την άσκηση των εξουσιών τους σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, οι αρμόδιες αρχές παραμένουν αμερόληπτες και απαλλαγμένες από οποιαδήποτε εξωτερική επιρροή, άμεση ή έμμεση, και δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες για μεμονωμένες υποθέσεις από οποιαδήποτε άλλη δημόσια αρχή ή από οποιονδήποτε ιδιωτικό φορέα.

9.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρέχονται στις αρμόδιες αρχές επαρκείς ανθρώπινοι και τεχνικοί πόροι και συναφής εμπειρογνωμοσύνη για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων τους σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

10.   Οι οντότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού υπόκεινται στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη η οντότητα. Όταν η οντότητα είναι εγκατεστημένη σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, θεωρείται ότι υπάγεται στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους στο οποίο έχει την κύρια εγκατάστασή της, δηλαδή στο οποίο η οντότητα έχει την έδρα της ή την καταστατική της έδρα από την οποία ασκούνται οι κύριες χρηματοοικονομικές λειτουργίες και ο επιχειρησιακός έλεγχος.

11.   Κάθε οντότητα που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του συνδεδεμένου παρόντος κανονισμού και καθιστά διαθέσιμα συνδεδεμένα προϊόντα ή παρέχει συναφείς υπηρεσίες στην Ένωση και η οποία δεν είναι εγκατεστημένη στην Ένωση ορίζει νόμιμο εκπρόσωπο σε ένα από τα κράτη μέλη.

12.   Για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, οντότητα που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και καθιστά διαθέσιμα συνδεδεμένα προϊόντα ή παρέχει συναφείς υπηρεσίες στην Ένωση, εξουσιοδοτεί νόμιμο εκπρόσωπο, προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να απευθύνονται σε αυτόν επιπλέον ή αντί της οντότητας όσον αφορά όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με αυτή. Ο εν λόγω νόμιμος εκπρόσωπος συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές και επιδεικνύει διεξοδικά σε αυτές, κατόπιν αιτήματος, τα μέτρα που έχει λάβει και τις διατάξεις που έχει θεσπίσει η οντότητα που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και καθιστά διαθέσιμα συνδεδεμένα προϊόντα ή προσφέρει συναφείς υπηρεσίες στην Ένωση, για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.

13.   Οντότητα που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και καθιστά διαθέσιμα συνδεδεμένα προϊόντα ή προσφέρει συναφείς υπηρεσίες στην Ένωση θεωρείται ότι υπάγεται στη αρμοδιότητα του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο νόμιμος εκπρόσωπός της. Ο ορισμός νόμιμου εκπροσώπου από την εν λόγω οντότητα δεν θίγει τυχόν ευθύνη αυτής της οντότητας και νομικές διαδικασίες που θα μπορούσαν να κινηθούν κατά αυτής της οντότητας. Έως ότου μια οντότητα ορίσει νόμιμο εκπρόσωπο σύμφωνα με το παρόν άρθρο, υπάγεται στην αρμοδιότητα όλων των κρατών μελών, κατά περίπτωση, για τους σκοπούς της διασφάλισης της εφαρμογής και της επιβολής του παρόντος κανονισμού. Κάθε αρμόδια αρχή μπορεί να ασκεί την αρμοδιότητά της, μεταξύ άλλων επιβάλλοντας αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις, υπό την προϋπόθεση ότι η οντότητα δεν υπόκειται σε διαδικασίες επιβολής δυνάμει του παρόντος κανονισμού για τα ίδια πραγματικά περιστατικά από άλλη αρμόδια αρχή.

14.   Οι αρμόδιες αρχές έχουν την εξουσία να ζητούν από τους χρήστες, τους κατόχους δεδομένων, τους αποδέκτες δεδομένων ή τους νόμιμους εκπροσώπους τους που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους τους, όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό. Κάθε αίτημα για πληροφορίες είναι ανάλογο προς την εκτέλεση του υποκείμενου καθήκοντος και αιτιολογημένο.

15.   Όταν η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους ζητεί συνδρομή ή μέτρα επιβολής από αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους, υποβάλλει αιτιολογημένο αίτημα. Η αρμόδια αρχή, μόλις λάβει το εν λόγω αίτημα, παρέχει απάντηση, περιγράφοντας λεπτομερώς τα μέτρα που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

16.   Οι αρμόδιες αρχές σέβονται την αρχή της αναλογικότητας και το επαγγελματικό και εμπορικό_απόρρητο και προστατεύουν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο. Οποιαδήποτε πληροφορία ανταλλάσσεται στο πλαίσιο συνδρομής που ζητείται και παρέχεται δυνάμει του παρόντος άρθρου χρησιμοποιείται μόνο για το θέμα για το οποίο ζητήθηκε.

Άρθρο 44

Άλλες νομικές πράξεις της Ένωσης που διέπουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις όσον αφορά την πρόσβαση στα δεδομένα και τη χρήση τους

1.   Οι ειδικές υποχρεώσεις για τη διάθεση δεδομένων μεταξύ επιχειρήσεων, μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών, και κατ’ εξαίρεση μεταξύ επιχειρήσεων και δημόσιων φορέων, σε νομικές πράξεις της Ένωσης που άρχισαν να ισχύουν στις ή πριν από τις 11 Ιανουαρίου 2024, και σε κατ’ εξουσιοδότηση ή εκτελεστικές πράξεις που βασίζονται σε αυτές, παραμένουν ανεπηρέαστες.

2.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει το ενωσιακό δίκαιο που προσδιορίζει, υπό το πρίσμα των αναγκών ενός τομέα, ενός κοινού ευρωπαϊκού χώρου δεδομένων ή ενός τομέα δημόσιου συμφέροντος, περαιτέρω απαιτήσεις, ιδίως όσον αφορά:

α)

τις τεχνικές πτυχές της πρόσβασης στα δεδομένα·

β)

τους περιορισμούς στα δικαιώματα των κατόχων δεδομένων να έχουν πρόσβαση ή να χρησιμοποιούν ορισμένα δεδομένα που παρέχουν οι χρήστες·

γ)

τις πτυχές που υπερβαίνουν την πρόσβαση στα δεδομένα και τη χρήση τους.

3.   Ο παρών κανονισμός, με εξαίρεση το κεφάλαιο V, δεν θίγει το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο που προβλέπει την πρόσβαση σε δεδομένα και επιτρέπει τη χρήση τους για σκοπούς επιστημονικής έρευνας.

Άρθρο 45

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 7 και στο άρθρο 33 παράγραφος 2 ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστη χρονική περίοδο, αρχής γενομένης από τις 11 Ιανουαρίου 2024.

3.   Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 7 και στο άρθρο 33 παράγραφος 2 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με τους εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 7 ή το άρθρο 33 παράγραφος 2 αρχίζει να ισχύει μόνο εάν δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός προθεσμίας τριών μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η προθεσμία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά τρεις μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.


whereas









keyboard_arrow_down