search


keyboard_tab Data Act 2023/2854 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2023/2854 EL cercato: 'επιτρέπει' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index επιτρέπει:


whereas επιτρέπει:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 681

 

Άρθρο 13

Καταχρηστικές συμβατικές ρήτρες που επιβάλλονται μονομερώς σε άλλη επιχείρηση

1.   Συμβατική ρήτρα που αφορά την πρόσβαση στα δεδομένα και τη χρήση τους ή την ευθύνη και τα μέσα έννομης προστασίας σε περίπτωση παραβίασης ή καταγγελίας των υποχρεώσεων που σχετίζονται με τα δεδομένα η οποία έχει επιβληθεί μονομερώς από μια επιχείρηση σε άλλη επιχείρηση, δεν είναι δεσμευτική για την άλλη αυτή επιχείρηση, εάν είναι καταχρηστική.

2.   Συμβατική ρήτρα η οποία αποτυπώνει αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του δικαίου της Ένωσης ή διατάξεις του δικαίου της Ένωσης που θα εφαρμόζονταν εάν οι συμβατικές ρήτρες δεν ρύθμιζαν το θέμα, δεν θεωρείται καταχρηστική.

3.   Μια συμβατική ρήτρα είναι καταχρηστική εάν είναι τέτοιας φύσης ώστε η χρήση της να αποκλίνει κατάφωρα από την ορθή εμπορική πρακτική όσον αφορά την πρόσβαση στα δεδομένα και τη χρήση τους, αντίθετα προς την καλή πίστη και τη συναλλακτική δεοντολογία.

4.   Ειδικότερα, για τους σκοπούς της παραγράφου 3, μια συμβατική ρήτρα είναι καταχρηστική εάν το αντικείμενο ή το αποτέλεσμά της είναι:

α)

να αποκλείει ή να περιορίζει την ευθύνη του μέρους που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα για εκ προθέσεως πράξεις ή βαριά αμέλεια·

β)

να αποκλείει τα μέσα έννομης προστασίας που έχει στη διάθεσή του το μέρος στο οποίο έχει επιβληθεί μονομερώς στην περίπτωση της μη εκπλήρωσης των συμβατικών υποχρεώσεων, ή την ευθύνη του μέρους που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα στην περίπτωση της αθέτησης των εν λόγω υποχρεώσεων·

γ)

να παρέχει στο μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα το αποκλειστικό δικαίωμα να καθορίζει αν τα παρεχόμενα δεδομένα είναι σύμφωνα με τη σύμβαση ή να ερμηνεύσει οποιαδήποτε συμβατική ρήτρα.

5.   Μια συμβατική ρήτρα τεκμαίρεται ότι είναι καταχρηστική για τους σκοπούς της παραγράφου 3, εάν το αντικείμενο ή το αποτέλεσμά της είναι:

α)

να περιορίζει με αθέμιτο τρόπο τα μέσα έννομης προστασίας στην περίπτωση της μη εκπλήρωσης των συμβατικών υποχρεώσεων ή την ευθύνη στην περίπτωση της αθέτησης των εν λόγω υποχρεώσεων ή να επεκτείνει την ευθύνη της επιχείρησης στην οποία έχει επιβληθεί μονομερώς η ρήτρα·

β)

να επιτρέπει στο μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα να έχει πρόσβαση και να χρησιμοποιεί τα δεδομένα του άλλου συμβαλλόμενου μέρους κατά τρόπο που να θίγει σημαντικά τα έννομα συμφέροντα του άλλου συμβαλλόμενου μέρους, ιδίως όταν τα εν λόγω δεδομένα περιέχουν εμπορικά ευαίσθητα δεδομένα ή προστατεύονται από το εμπορικό_απόρρητο ή από δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας·

γ)

να εμποδίζει το μέρος στο οποίο έχει επιβληθεί μονομερώς η ρήτρα να χρησιμοποιεί τα δεδομένα που έχουν παρασχεθεί ή παραχθεί από το εν λόγω μέρος κατά τη διάρκεια της σύμβασης ή να περιορίζει τη χρήση των εν λόγω δεδομένων στον βαθμό που το εν λόγω μέρος δεν δικαιούται να χρησιμοποιεί, να συλλέγει, να έχει πρόσβαση ή να ελέγχει τα εν λόγω δεδομένα ή να εκμεταλλεύεται την αξία τους επαρκώς·

δ)

να εμποδίζει το μέρος στο οποίο έχει επιβληθεί μονομερώς η ρήτρα να καταγγέλλει τη συμφωνία εντός εύλογου χρονικού διαστήματος·

ε)

να εμποδίζει το μέρος στο οποίο έχει επιβληθεί μονομερώς η ρήτρα να λαμβάνει αντίγραφο των δεδομένων που παρασχέθηκαν ή παρήχθησαν από το εν λόγω μέρος κατά τη διάρκεια της περιόδου ισχύος της σύμβασης ή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την καταγγελία της σύμβασης·

στ)

να επιτρέπει στο μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα να καταγγέλλει τη σύμβαση με αδικαιολόγητα σύντομη προθεσμία, λαμβάνοντας υπόψη κάθε εύλογη δυνατότητα του άλλου συμβαλλόμενου μέρους να στραφεί σε εναλλακτική και συγκρίσιμη υπηρεσία, καθώς και την οικονομική ζημία που προκαλείται από την εν λόγω καταγγελία, εκτός εάν συντρέχουν σοβαροί λόγοι να το πράξει·

ζ)

να επιτρέπει στο μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα να τροποποιεί ουσιωδώς την τιμή που ορίζεται στη σύμβαση ή οποιονδήποτε άλλο ουσιώδη όρο σχετικό με τη φύση, τον μορφότυπο, την ποιότητα ή την ποσότητα των προς κοινοχρησία δεδομένων, χωρίς να υπάρχει βάσιμος λόγος και χωρίς το άλλο μέρος να έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση σε περίπτωση που τέτοια τροποποίηση ορίζεται στη σύμβαση.

Το πρώτο εδάφιο στοιχείο ζ) δεν θίγει τους όρους με τους οποίους το μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα επιφυλάσσεται του δικαιώματος να τροποποιεί μονομερώς τους όρους σύμβασης αορίστου χρόνου, υπό την προϋπόθεση ότι η σύμβαση ορίζει βάσιμο λόγο για τέτοιου είδους μονομερείς τροποποιήσεις, ότι το μέρος που επέβαλε μονομερώς τη ρήτρα υποχρεούται να παράσχει στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος οποιαδήποτε τέτοιου είδους σκοπούμενη τροποποίηση σε εύλογο χρόνο και ότι το άλλο συμβαλλόμενο μέρος είναι ελεύθερο να καταγγείλει τη σύμβαση χωρίς κόστος σε περίπτωση τροποποίησης.

6.   Μια συμβατική ρήτρα θεωρείται ότι έχει επιβληθεί μονομερώς κατά την έννοια του παρόντος άρθρου εάν έχει υποβληθεί από ένα συμβαλλόμενο μέρος και το άλλο συμβαλλόμενο μέρος δεν μπόρεσε να επηρεάσει το περιεχόμενό της παρά την προσπάθεια διαπραγμάτευσης. Το συμβαλλόμενο μέρος που υπέβαλε τη συμβατική ρήτρα φέρει το βάρος της απόδειξης ότι η ρήτρα αυτή δεν επιβλήθηκε μονομερώς. Το συμβαλλόμενο μέρος που υπέβαλε την επίμαχη συμβατική ρήτρα δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η συμβατική ρήτρα είναι καταχρηστική.

7.   Εάν η καταχρηστική συμβατική ρήτρα μπορεί να διαχωριστεί από τις υπόλοιπες ρήτρες της σύμβασης, οι εν λόγω υπόλοιπες ρήτρες παραμένουν δεσμευτικές.

8.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε συμβατικές ρήτρες που καθορίζουν το κύριο αντικείμενο της σύμβασης ή στο ανάλογο ή μη μεταξύ της τιμής και των δεδομένων που παρέχονται σε αντάλλαγμα.

9.   Τα μέρη σύμβασης που καλύπτεται από την παράγραφο 1 δεν αποκλείουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, δεν παρεκκλίνουν από αυτό ούτε μεταβάλλουν τα αποτελέσματά του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΘΕΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΦΟΡΕΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ, ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ, ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΒΑΣΕΙ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ

Άρθρο 35

Διαλειτουργικότητα για υπηρεσίες επεξεργασίας δεδομένων

1.   Οι ανοικτές προδιαγραφές διαλειτουργικότητας και τα εναρμονισμένα πρότυπα για τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων:

α)

επιτυγχάνουν όπου είναι τεχνικά εφικτό, διαλειτουργικότητα μεταξύ διαφορετικών υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων που καλύπτουν τον ίδιο τύπο υπηρεσίας·

β)

ενισχύουν τη φορητότητα των ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων μεταξύ διαφορετικών υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων που καλύπτουν τον ίδιο τύπο υπηρεσίας·

γ)

διευκολύνουν, όπου είναι τεχνικά εφικτό, τη λειτουργική_ισοδυναμία μεταξύ διαφορετικών υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1 και οι οποίες καλύπτουν τον ίδιο τύπο υπηρεσίας·

δ)

δεν επηρεάζουν δυσμενώς την ασφάλεια και την ακεραιότητα των υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων και των δεδομένων·

ε)

σχεδιάζονται κατά τρόπο που να επιτρέπει την τεχνική πρόοδο και τη συμπερίληψη νέων λειτουργιών και καινοτομίας στις υπηρεσίες επεξεργασίας δεδομένων.

2.   Οι ανοικτές προδιαγραφές διαλειτουργικότητας και τα εναρμονισμένα πρότυπα για τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων καλύπτουν επαρκώς:

α)

τις πτυχές διαλειτουργικότητας υπολογιστικού νέφους όσον αφορά τη διαλειτουργικότητα των μεταφορών, τη συντακτική διαλειτουργικότητα, τη σημασιολογική διαλειτουργικότητα των δεδομένων, τη συμπεριφορική διαλειτουργικότητα και τη διαλειτουργικότητα των πολιτικών·

β)

τις πτυχές της φορητότητας δεδομένων υπολογιστικού νέφους της συντακτικής φορητότητας των δεδομένων, της σημασιολογικής φορητότητας των δεδομένων και της φορητότητας της πολιτικής δεδομένων·

γ)

τις πτυχές της εφαρμογής υπολογιστικού νέφους όσον αφορά τη συντακτική φορητότητα των εφαρμογών, τη φορητότητα των εντολών εφαρμογών, τη φορητότητα μεταδεδομένων εφαρμογών, τη φορητότητα της συμπεριφοράς των εφαρμογών και τη φορητότητα της πολιτικής εφαρμογών.

3.   Οι ανοικτές προδιαγραφές διαλειτουργικότητας συμμορφώνονται με το παράρτημα II του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.

4.   Αφού λάβει υπόψη της σχετικά διεθνή και ευρωπαϊκά πρότυπα και πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης, η Επιτροπή μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012, να ζητεί από έναν ή περισσότερους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης να καταρτίσουν εναρμονισμένα πρότυπα που να πληρούν τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

5.   Η Επιτροπή μπορεί, με εκτελεστικές πράξεις, να θεσπίζει κοινές_προδιαγραφές βάσει ανοικτών προδιαγραφών διαλειτουργικότητας που να καλύπτουν όλες τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2.

6.   Κατά την κατάρτιση του σχεδίου εκτελεστικής πράξης που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις απόψεις των σχετικών αρμόδιων αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 37 παράγραφος 5 στοιχείο η) και άλλων σχετικών φορέων ή ομάδων εμπειρογνωμόνων και διαβουλεύεται δεόντως με όλα τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη.

7.   Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι μια κοινή προδιαγραφή δεν πληροί πλήρως τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή υποβάλλοντας λεπτομερή εξήγηση. Η Επιτροπή προβαίνει σε εκτίμηση της εν λόγω λεπτομερούς εξήγησης και μπορεί, κατά περίπτωση, να τροποποιήσει την εκτελεστική πράξη για τη θέσπιση της εν λόγω κοινής προδιαγραφής.

8.   Για τον σκοπό του άρθρου 30 παράγραφος 3, η Επιτροπή δημοσιεύει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τα στοιχεία αναφοράς των εναρμονισμένων προτύπων και των κοινών προδιαγραφών για τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων σε κεντρικό ενωσιακό αποθετήριο προτύπων για τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων.

9.   Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 46 παράγραφος 2.

Άρθρο 44

Άλλες νομικές πράξεις της Ένωσης που διέπουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις όσον αφορά την πρόσβαση στα δεδομένα και τη χρήση τους

1.   Οι ειδικές υποχρεώσεις για τη διάθεση δεδομένων μεταξύ επιχειρήσεων, μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών, και κατ’ εξαίρεση μεταξύ επιχειρήσεων και δημόσιων φορέων, σε νομικές πράξεις της Ένωσης που άρχισαν να ισχύουν στις ή πριν από τις 11 Ιανουαρίου 2024, και σε κατ’ εξουσιοδότηση ή εκτελεστικές πράξεις που βασίζονται σε αυτές, παραμένουν ανεπηρέαστες.

2.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει το ενωσιακό δίκαιο που προσδιορίζει, υπό το πρίσμα των αναγκών ενός τομέα, ενός κοινού ευρωπαϊκού χώρου δεδομένων ή ενός τομέα δημόσιου συμφέροντος, περαιτέρω απαιτήσεις, ιδίως όσον αφορά:

α)

τις τεχνικές πτυχές της πρόσβασης στα δεδομένα·

β)

τους περιορισμούς στα δικαιώματα των κατόχων δεδομένων να έχουν πρόσβαση ή να χρησιμοποιούν ορισμένα δεδομένα που παρέχουν οι χρήστες·

γ)

τις πτυχές που υπερβαίνουν την πρόσβαση στα δεδομένα και τη χρήση τους.

3.   Ο παρών κανονισμός, με εξαίρεση το κεφάλαιο V, δεν θίγει το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο που προβλέπει την πρόσβαση σε δεδομένα και επιτρέπει τη χρήση τους για σκοπούς επιστημονικής έρευνας.

Άρθρο 49

Αξιολόγηση και επανεξέταση

1.   Έως τις 12 Σεπτεμβρίου 2028, η Επιτροπή προβαίνει σε αξιολόγηση του παρόντος κανονισμού και υποβάλλει έκθεση για τα κύρια πορίσματά της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή. Στο πλαίσιο της αξιολόγησης εκτιμώνται συγκεκριμένα:

α)

καταστάσεις που θεωρούνται καταστάσεις εξαιρετικής ανάγκης για τους σκοπούς του άρθρου 15 και την εφαρμογή του κεφαλαίου V του παρόντος κανονισμού στην πράξη, ιδίως η πείρα από την εφαρμογή του κεφαλαίου V του παρόντος κανονισμού από τους φορείς του δημόσιου τομέα, την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τους οργανισμούς της Ένωσης· ο αριθμός και η έκβαση των διαδικασιών που κινήθηκαν ενώπιον της αρμόδιας αρχής δυνάμει του άρθρου 18 παράγραφος 5 σχετικά με την εφαρμογή του κεφαλαίου V του παρόντος κανονισμού, όπως αναφέρονται από τις αρμόδιες αρχές· ο αντίκτυπος άλλων υποχρεώσεων που προβλέπονται στο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο για τους σκοπούς της συμμόρφωσης με αιτήματα πρόσβασης σε πληροφορίες· ο αντίκτυπος των εθελοντικών μηχανισμών κοινοχρησίας δεδομένων, όπως αυτοί που συστήνονται από οργανώσεις αλτρουισμού δεδομένων που αναγνωρίζονται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2022/868, στην επίτευξη των στόχων του κεφαλαίου V του παρόντος κανονισμού, και ο ρόλος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο του άρθρου 15 του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της εξέλιξης των τεχνολογιών ενίσχυσης της ιδιωτικότητας·

β)

ο αντίκτυπος του παρόντος κανονισμού στη χρήση δεδομένων στην οικονομία, μεταξύ άλλων στην καινοτομία δεδομένων, τις πρακτικές χρηματικής αποτίμησης δεδομένων και τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης δεδομένων, καθώς και στην κοινοχρησία δεδομένων εντός των κοινών ευρωπαϊκών χώρων δεδομένων·

γ)

η προσβασιμότητα και η χρήση διαφορετικών κατηγοριών και τύπων δεδομένων·

δ)

ο αποκλεισμός ορισμένων κατηγοριών επιχειρήσεων ως δικαιούχων βάσει του άρθρου 5·

ε)

η απουσία επιπτώσεων στα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας·

στ)

ο αντίκτυπος στο εμπορικό_απόρρητο, μεταξύ άλλων στην προστασία από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή του, καθώς και ο αντίκτυπος του μηχανισμού που επιτρέπει στον κάτοχο των δεδομένων να απορρίπτει το αίτημα του χρήστη σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 8 και το άρθρο 5 παράγραφος 11, λαμβάνοντας υπόψη, στο μέτρο του δυνατού, τυχόν αναθεώρηση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/943·

ζ)

αν ο κατάλογος των καταχρηστικών συμβατικών ρητρών που αναφέρεται στο άρθρο 13 είναι επικαιροποιημένος υπό το πρίσμα των νέων επιχειρηματικών πρακτικών και του ταχέος ρυθμού καινοτομίας στην αγορά·

η)

οι αλλαγές στις συμβατικές πρακτικές των παρόχων υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων και αν αυτό οδηγεί σε επαρκή συμμόρφωση με το άρθρο 25·

θ)

η μείωση των χρεώσεων που επιβάλλονται από τους παρόχους υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων για τη διαδικασία αλλαγής, σύμφωνα με τη σταδιακή κατάργηση των χρεώσεων αλλαγής που προβλέπεται στο άρθρο 29·

ι)

η αλληλεπίδραση του παρόντος κανονισμού με άλλες νομικές πράξεις της Ένωσης που αφορούν την οικονομία των δεδομένων·

ια)

η πρόληψη της παράνομης κυβερνητικής πρόσβασης σε δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα·

ιβ)

η αποτελεσματικότητα του καθεστώτος επιβολής που απαιτείται βάσει του άρθρου 37·

ιγ)

τις επιπτώσεις του παρόντος κανονισμού στις ΜΜΕ όσον αφορά την ικανότητά τους να καινοτομούν και τη διαθεσιμότητα υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων για χρήστες εντός της Ένωσης και την επιβάρυνση από τη συμμόρφωση με νέες υποχρεώσεις.

2.   Έως τις 12 Σεπτεμβρίου 2028, η Επιτροπή προβαίνει σε αξιολόγηση του παρόντος κανονισμού και υποβάλλει έκθεση για τα κύρια πορίσματά της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή. Με την εν λόγω αξιολόγηση εκτιμάται ο αντίκτυπος των άρθρων 23 έως 31 και των άρθρων 34 και 35, ιδίως όσον αφορά την τιμολόγηση και την ποικιλομορφία των υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων που προσφέρονται εντός της Ένωσης, με ιδιαίτερη έμφαση στους παρόχους που είναι ΜΜΕ.

3.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τις αναγκαίες πληροφορίες για την εκπόνηση των εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.

4.   Βάσει των εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, η Επιτροπή μπορεί να υποβάλλει, κατά περίπτωση, νομοθετική πρόταση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού.


whereas









keyboard_arrow_down