search


keyboard_tab Data Act 2023/2854 EL

BG CS DA DE EL EN ES ET FI FR GA HR HU IT LV LT MT NL PL PT RO SK SL SV print pdf

2023/2854 EL cercato: 'αυτού' . Output generated live by software developed by IusOnDemand srl


expand index αυτού:


whereas αυτού:


definitions:


cloud tag: and the number of total unique words without stopwords is: 850

 

Άρθρο 10

Επίλυση διαφορών

1.   Οι χρήστες, οι κάτοχοι δεδομένων και οι αποδέκτες δεδομένων έχουν πρόσβαση σε όργανο επίλυσης διαφορών, πιστοποιημένο σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου, για την επίλυση διαφορών δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφοι 3 και 9 και του άρθρου 5 παράγραφος 12, καθώς και διαφορών σε σχέση με τη διάθεση των δεδομένων με δίκαιους, εύλογους και αμερόληπτους όρους και προϋποθέσεις και με διαφανή τρόπο σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο και το κεφάλαιο IV.

2.   Τα όργανα επίλυσης διαφορών γνωστοποιούν στα ενδιαφερόμενα μέρη τα τέλη ή τους μηχανισμούς που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό των τελών, προτού τα εν λόγω μέρη ζητήσουν τη λήψη απόφασης.

3.   Για τις διαφορές που φέρονται ενώπιον οργάνου επίλυσης διαφορών δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφοι 3 και 9 και του άρθρου 5 παράγραφος 12, όταν το όργανο επίλυσης διαφορών αποφασίζει επί διαφοράς υπέρ του χρήστη ή του αποδέκτη δεδομένων, ο κάτοχος_δεδομένων βαρύνεται με όλα τα τέλη που χρεώνει το όργανο επίλυσης διαφορών και επιστρέφει στον εν λόγω χρήστη ή αποδέκτη δεδομένων τυχόν άλλες εύλογες δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς. Εάν το όργανο επίλυσης διαφορών αποφασίσει επί διαφοράς υπέρ του κατόχου δεδομένων, ο χρήστης ή ο αποδέκτης_δεδομένων δεν υποχρεούται να επιστρέψει τυχόν τέλη ή άλλες δαπάνες που κατέβαλε ή πρόκειται να καταβάλει ο κάτοχος_δεδομένων σε σχέση με την επίλυση της διαφοράς, εκτός εάν το όργανο επίλυσης διαφορών διαπιστώσει ότι ο χρήστης ή ο αποδέκτης_δεδομένων ενήργησε προδήλως κακόπιστα.

4.   Οι πελάτες και οι πάροχοι υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων έχουν πρόσβαση σε όργανο επίλυσης διαφορών, πιστοποιημένο σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, για την επίλυση διαφορών σε σχέση με παραβιάσεις των δικαιωμάτων των πελατών και των υποχρεώσεων των παρόχων υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων σύμφωνα με τα άρθρα 23 έως 31.

5.   Το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένο το όργανο επίλυσης διαφορών πιστοποιεί το όργανο κατόπιν αιτήματος αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι το όργανο αποδεικνύει ότι πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

είναι αμερόληπτο και ανεξάρτητο και θα εκδίδει τις αποφάσεις του σύμφωνα με σαφείς, αμερόληπτους και δίκαιους διαδικαστικούς κανόνες·

β)

διαθέτει την αναγκαία εμπειρογνωσία, ιδίως όσον αφορά δίκαιους, εύλογους και αμερόληπτους όρους και προϋποθέσεις, μεταξύ άλλων και σχετικά με την αποζημίωση, και για τη διάθεση των δεδομένων με διαφανή τρόπο, πράγμα που εξασφαλίζει ότι το όργανο μπορεί να καθορίζει αποτελεσματικά τους εν λόγω όρους και προϋποθέσεις·

γ)

είναι εύκολα προσβάσιμο μέσω της τεχνολογίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών·

δ)

είναι σε θέση να εκδίδει τις αποφάσεις του με ταχύ, αποτελεσματικό και οικονομικά αποδοτικό τρόπο σε τουλάχιστον μία επίσημη γλώσσα της Ένωσης.

6.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα πιστοποιημένα όργανα επίλυσης διαφορών σύμφωνα με την παράγραφο 5. Η Επιτροπή δημοσιεύει κατάλογο των οργάνων αυτών σε ειδικό ιστότοπο και τον διατηρεί επικαιροποιημένο.

7.   Το όργανο επίλυσης διαφορών αρνείται να εξετάσει αίτημα επίλυσης διαφοράς που έχει ήδη υποβληθεί ενώπιον άλλου οργάνου επίλυσης διαφορών ή ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους.

8.   Το όργανο επίλυσης διαφορών παρέχει στα μέρη τη δυνατότητα, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, να εκφράζουν τις απόψεις τους σχετικά με τα ζητήματα που έχουν υποβάλει τα εν λόγω μέρη ενώπιον του οργάνου αυτού. Στο πλαίσιο αυτό, παρέχονται σε κάθε μέρος της διαφοράς οι παρατηρήσεις του άλλου μέρους της διαφοράς καθώς και τυχόν δηλώσεις εμπειρογνωμόνων. Παρέχεται η δυνατότητα στα μέρη να σχολιάσουν τις εν λόγω παρατηρήσεις και δηλώσεις.

9.   Το όργανο επίλυσης διαφορών εκδίδει την απόφασή του για θέματα που παραπέμπονται σε αυτό το αργότερο 90 ημέρες από την λήψη του αιτήματος δυνάμει των παραγράφων 1 και 4. Η εν λόγω απόφαση εκδίδεται γραπτώς ή σε σταθερό μέσο και συνοδεύονται από σκεπτικό που υποστηρίζει την απόφαση.

10.   Τα όργανα επίλυσης διαφορών καταρτίζουν και δημοσιοποιούν ετήσιες εκθέσεις δραστηριοτήτων. Οι ετήσιες αυτές εκθέσεις περιλαμβάνουν ιδίως τις εξής γενικές πληροφορίες:

α)

συγκεντρωτική παρουσίαση των εκβάσεων των διαφορών·

β)

τον μέσο χρόνο που χρειάστηκε για την επίλυση των διαφορών·

γ)

τις συνηθέστερες αιτίες των διαφορών.

11.   Προκειμένου να διευκολύνεται η αντ αλλαγή πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών, ένα όργανο επίλυσης διαφορών μπορεί να αποφασίσει να συμπεριλάβει συστάσεις στην έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 10 σχετικά με τον τρόπο με τον οποίον τα προβλήματα αυτά μπορούν να αποφευχθούν ή να επιλυθούν.

12.   Η απόφαση οργάνου επίλυσης διαφορών είναι δεσμευτική μόνο για τα μέρη εάν τα μέρη έχουν συμφωνήσει ρητά για τον δεσμευτικό χαρακτήρα της πριν από την έναρξη της διαδικασίας επίλυσης διαφορών.

13.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει το δικαίωμα των μερών για πραγματική προσφυγή ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους.

Άρθρο 11

Τεχνικά μέτρα προστασίας σχετικά με τη μη εγκεκριμένη χρήση ή κοινολόγηση δεδομένων

1.   Κάθε κάτοχος_δεδομένων μπορεί να εφαρμόζει κατάλληλα τεχνικά μέτρα προστασίας, συμπεριλαμβανομένων έξυπνων συμβάσεων και κρυπτογράφησης, για να αποτρέπει τη μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση σε δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων των μεταδεδομένων, και να διασφαλίζει τη συμμόρφωση με τα άρθρα 5, 6, 8 και 9, καθώς και με τις συμφωνηθείσες συμβατικές ρήτρες για να καθίστανται δεδομένα διαθέσιμα. Τέτοια τεχνικά μέτρα προστασίας δεν διακρίνουν μεταξύ αποδεκτών δεδομένων ούτε παρεμποδίζουν το δικαίωμα του χρήστη να λαμβάνει αντίγραφο των δεδομένων, να τα ανακτά, να τα χρησιμοποιεί ή να έχει πρόσβαση σε αυτά, να παρέχει αποτελεσματικά δεδομένα σε τρίτους σύμφωνα με το άρθρο 5 ή οποιοδήποτε δικαίωμα τρίτου δυνάμει του ενωσιακού δικαίου ή εθνικής νομοθεσίας που εκδίδεται σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο. Οι χρήστες, οι τρίτοι και οι αποδέκτες δεδομένων δεν τροποποιούν ούτε καταργούν τα εν λόγω τεχνικά μέτρα προστασίας, εκτός εάν συμφωνεί ο κάτοχος_δεδομένων.

2.   Στις περιστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3, ο τρίτος ή ο αποδέκτης_δεδομένων συμμορφώνεται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση με τα αιτήματα του κατόχου δεδομένων και, κατά περίπτωση και όταν δεν είναι το ίδιο πρόσωπο, του κατόχου του εμπορικού απορρήτου ή του χρήστη:

α)

να εξαλείψει τα δεδομένα που διατίθενται από τον κάτοχο δεδομένων καθώς και τυχόν αντίγραφά τους·

β)

να τερματίσει την παραγωγή, την προσφορά ή τη διάθεση_στην_αγορά ή τη χρήση αγαθών, παράγωγων δεδομένων ή υπηρεσιών που παράγονται με βάση τις γνώσεις που αποκτώνται μέσω των εν λόγω δεδομένων ή την εισαγωγή, εξαγωγή ή αποθήκευση παράνομων αγαθών για τους σκοπούς αυτούς, και να καταστρέψει τυχόν παράνομα αγαθά, όταν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος η παράνομη χρήση των εν λόγω δεδομένων να προκαλέσει σημαντική ζημία στον κάτοχο δεδομένων, στον κάτοχο του εμπορικού απορρήτου ή στον χρήστη ή όταν ένα τέτοιο μέτρο δεν θα ήταν δυσανάλογο σε σχέση με τα συμφέροντα του κατόχου δεδομένων, του κατόχου του εμπορικού απορρήτου ή του χρήστη·

γ)

να ενημερώσει τον χρήστη για τη μη εξουσιοδοτημένη χρήση ή κοινολόγηση των δεδομένων, καθώς και για τα μέτρα που ελήφθησαν ώστε να τερματιστεί η μη εγκεκριμένη χρήση ή κοινολόγηση των δεδομένων·

δ)

να αποζημιώσει το μέρος εις βάρος του οποίου συντελείται κατάχρηση ή κοινολόγηση των εν λόγω δεδομένων στα οποία υπήρξε παράνομη πρόσβαση ή των οποίων έγινε παράνομη χρήση.

3.   Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται όταν τρίτος ή αποδέκτης_δεδομένων:

α)

για τους σκοπούς της απόκτησης δεδομένων παρέσχε ψευδείς πληροφορίες σε κάτοχο δεδομένων, χρησιμοποίησε παραπλανητικά ή καταναγκαστικά μέσα ή καταχράστηκε κενά στην τεχνική υποδομή του κατόχου δεδομένων η οποία έχει σχεδιαστεί για την προστασία των δεδομένων·

β)

χρησιμοποίησε τα δεδομένα που διατέθηκαν για μη εγκεκριμένους σκοπούς, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης ανταγωνιστικού συνδεδεμένου προϊόντος κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 2 στοιχείο ε)·

γ)

κοινολόγησε δεδομένα παράνομα σε άλλο μέρος·

δ)

δεν διατήρησε τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που συμφωνήθηκαν δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 9· ή

ε)

τροποποίησε ή κατήργησε τεχνικά μέτρα προστασίας που εφαρμόζονται από τον κάτοχο δεδομένων, δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, χωρίς συμφωνία του κατόχου δεδομένων.

4.   Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται επίσης όταν χρήστης τροποποιεί ή καταργεί τα τεχνικά μέτρα προστασίας που εφαρμόζει ο κάτοχος_δεδομένων ή δεν διατηρεί τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που λαμβάνει ο χρήστης σε συμφωνία με τον κάτοχο δεδομένων ή, εάν αυτός δεν είναι το ίδιο πρόσωπο με τον κάτοχο δεδομένων, τον κάτοχο εμπορικού απορρήτου, προκειμένου να διαφυλάξει το εμπορικό_απόρρητο, καθώς και όσον αφορά κάθε άλλο μέρος που λαμβάνει τα δεδομένα από τον χρήστη κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού.

5.   Εάν ο αποδέκτης_δεδομένων παραβιάζει το άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή β), οι χρήστες έχουν τα ίδια δικαιώματα με τους κατόχους δεδομένων σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 32

Διεθνής κυβερνητική πρόσβαση και διαβίβαση

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα τεχνικά, οργανωτικά και νομικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων συμβάσεων, ώστε να αποτρέπουν τη διεθνή κυβερνητική πρόσβαση και την κυβερνητική πρόσβαση από τρίτες χώρες σε δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα που τηρούνται στην Ένωση και τη διαβίβαση αυτών, όταν η εν λόγω διαβίβαση ή πρόσβαση θα ερχόταν σε σύγκρουση με το ενωσιακό δίκαιο ή το εθνικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 ή 3.

2.   Κάθε απόφαση δικαστηρίου τρίτης χώρας και κάθε απόφαση διοικητικής αρχής τρίτης χώρας που απαιτεί από πάροχο υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων να διαβιβάσει ή να παράσχει πρόσβαση σε δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και τηρούνται στην Ένωση αναγνωρίζεται ή εκτελείται με οποιονδήποτε τρόπο μόνο εάν βασίζεται σε διεθνή συμφωνία, όπως σύμβαση αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής, η οποία να ισχύει μεταξύ της αιτούσας τρίτης χώρας και της Ένωσης, ή σε οποιαδήποτε τέτοια συμφωνία μεταξύ της αιτούσας τρίτης χώρας και κράτους μέλους.

3.   Ελλείψει της αναφερόμενης στην παράγραφο 2 διεθνούς συμφωνίας, όταν ένας πάροχος υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων είναι ο αποδέκτης απόφασης δικαστηρίου τρίτης χώρας ή απόφασης διοικητικής αρχής τρίτης χώρας με την οποία καλείται να διαβιβάσει ή να παράσχει πρόσβαση σε δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και τα οποία τηρούνται στην Ένωση και η συμμόρφωση με την εν λόγω απόφαση θα μπορούσε να θέσει τον αποδέκτη σε σύγκρουση με το ενωσιακό δίκαιο ή με το εθνικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους, η διαβίβαση των εν λόγω δεδομένων ή η πρόσβαση σε αυτά από την εν λόγω αρχή τρίτης χώρας πραγματοποιείται μόνον εφόσον:

α)

το σύστημα της τρίτης χώρας απαιτεί την επεξήγηση των λόγων και της αναλογικότητας τέτοιου είδους απόφασης, και απαιτεί η απόφαση αυτή να έχει συγκεκριμένο χαρακτήρα, για παράδειγμα με την απόδειξη επαρκούς δεσμού με ορισμένα ύποπτα πρόσωπα ή παραβάσεις·

β)

η αιτιολογημένη ένσταση του αποδέκτη υπόκειται σε επανεξέταση από αρμόδιο δικαστήριο της τρίτης χώρας· και

γ)

το αρμόδιο δικαστήριο της τρίτης χώρας που εκδίδει την απόφαση ή επανεξετάζει την απόφαση διοικητικής αρχής έχει την εξουσία, βάσει του δικαίου της εν λόγω τρίτης χώρας, να λαμβάνει δεόντως υπόψη τα σχετικά έννομα συμφέροντα του παρόχου των δεδομένων που προστατεύονται από το ενωσιακό δίκαιο ή από το εθνικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους.

Ο αποδέκτης της απόφασης μπορεί να ζητεί τη γνώμη του σχετικού εθνικού φορέα ή αρχής που είναι αρμόδια για τη διεθνή συνεργασία σε νομικά θέματα, προκειμένου να διαπιστώσει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο, ιδίως όταν θεωρεί ότι η απόφαση μπορεί να σχετίζεται με εμπορικά απόρρητα και άλλα εμπορικά ευαίσθητα δεδομένα, καθώς και με περιεχόμενο που προστατεύεται από δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, ή ότι η διαβίβαση μπορεί να οδηγήσει σε εκ νέου ταυτοποίηση. Ο αρμόδιος εθνικός φορέας ή αρχή μπορεί να συμβουλεύεται την Επιτροπή. Εάν ο αποδέκτης θεωρεί ότι η απόφαση μπορεί να θίξει τα συμφέροντα εθνικής ασφάλειας ή τα συμφέροντα άμυνας της Ένωσης ή των κρατών μελών της, ζητεί τη γνώμη του αρμόδιο εθνικού φορέα ή αρχής προκειμένου να διαπιστώσει αν τα ζητούμενα δεδομένα αφορούν συμφέροντα εθνικής ασφάλειας ή άμυνας της Ένωσης ή των κρατών μελών της. Εάν ο αποδέκτης δεν λάβει απάντηση εντός ενός μηνός ή εάν η γνώμη του εν λόγω φορέα ή της εν λόγω αρχής καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο, ο αποδέκτης μπορεί να απορρίψει το αίτημα διαβίβασης ή πρόσβασης σε δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα για τους λόγους αυτούς.

Το ευρωπαϊκό συμβούλιο καινοτομίας δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 42 συμβουλεύει και επικουρεί την Επιτροπή στην εκπόνηση κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με την εκτίμηση του κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

4.   Εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 ή 3, ο πάροχος υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων παρέχει τον ελάχιστο επιτρεπόμενο όγκο δεδομένων σε απάντηση σε αίτημα, βάσει της εύλογης ερμηνείας του εν λόγω αιτήματος από τον πάροχο ή τον σχετικό εθνικό φορέα ή αρχή που αναφέρεται στην παράγραφο 3 δεύτερο εδάφιο.

5.   Ο πάροχος υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων ενημερώνει τον πελάτη σχετικά με την ύπαρξη αιτήματος αρχής τρίτης χώρας για πρόσβαση στα δεδομένα του προτού συμμορφωθεί με το εν λόγω αίτημά, εκτός από τις περιπτώσεις όπου το αίτημα εξυπηρετεί σκοπούς επιβολής του νόμου και για όσο χρονικό διάστημα αυτό είναι αναγκαίο για τη διατήρηση της αποτελεσματικότητας της δραστηριότητας της επιβολής του νόμου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΔΙΑΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ

Άρθρο 36

Βασικές απαιτήσεις σχετικά με τις έξυπνες συμβάσεις για την εκτέλεση των συμφωνιών για την κοινοχρησία δεδομένων

1.   Ο προμηθευτής εφαρμογής που χρησιμοποιεί έξυπνες συμβάσεις ή, ελλείψει αυτών, το πρόσωπο του οποίου η εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα περιλαμβάνει τη χρήση έξυπνων συμβάσεων για άλλους στο πλαίσιο εκτέλεσης συμφωνίας ή μέρους αυτής, με σκοπό να καθίστανται δεδομένα διαθέσιμα, διασφαλίζει ότι οι εν λόγω έξυπνες συμβάσεις συμμορφώνονται με τις ακόλουθες βασικές απαιτήσεις:

α)

ανθεκτικότητα και έλεγχος πρόσβασης, για να διασφαλίζεται ότι η έξυπνη_σύμβαση έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να προσφέρει μηχανισμούς ελέγχου της πρόσβασης και πολύ υψηλό βαθμό ανθεκτικότητας για την αποφυγή λειτουργικών σφαλμάτων και την αντιμετώπιση παραποίησης από τρίτους·

β)

ασφαλής τερματισμός και διακοπή, για να διασφαλίζεται ότι υπάρχει μηχανισμός για τον τερματισμό της συνέχισης της εκτέλεσης συναλλαγών και ότι η έξυπνη_σύμβαση περιλαμβάνει εσωτερικές λειτουργίες που μπορούν να επαναφέρουν ή να δώσουν εντολή στη σύμβαση να βάλει τέλος ή να διακόψει τη λειτουργία, ιδίως για την αποφυγή μελλοντικών τυχαίων εκτελέσεων·

γ)

πρόβλεψη δυνατότητας για αρχειοθέτηση και συνέχεια των δεδομένων, για να διασφαλίζεται ότι σε περίπτωση που μια έξυπνη_σύμβαση πρέπει να καταγγελθεί ή να απενεργοποιηθεί υφίσταται η δυνατότητα αρχειοθέτησης των δεδομένων συναλλαγών, της λογικής και του κώδικα έξυπνης σύμβασης για την τήρηση αρχείου των πράξεων που εκτελέστηκαν στο παρελθόν σε σχέση με τα δεδομένα (δυνατότητα ελέγχου)·

δ)

έλεγχος πρόσβασης, για να διασφαλίζεται ότι μια έξυπνη_σύμβαση προστατεύεται μέσω αυστηρών μηχανισμών ελέγχου της πρόσβασης στα επίπεδα της διακυβέρνησης και των έξυπνων συμβάσεων· και

ε)

συνέπεια, για να διασφαλίζεται η συνέπεια με τους όρους της συμφωνίας κοινοχρησίας δεδομένων η οποία εκτελείται με την έξυπνη_σύμβαση.

2.   Ο πάροχος μιας έξυπνης σύμβασης ή, ελλείψει αυτής, το πρόσωπο του οποίου η εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα περιλαμβάνει τη χρήση έξυπνων συμβάσεων για άλλους στο πλαίσιο εκτέλεσης συμφωνίας ή μέρους αυτής με σκοπό να καθίστανται δεδομένα διαθέσιμα, διενεργεί αξιολόγηση της συμμόρφωσης με σκοπό την εκπλήρωση των βασικών απαιτήσεων που ορίζονται στην παράγραφο 1 και, όσον αφορά την εκπλήρωση των εν λόγω απαιτήσεων, εκδίδει δήλωση συμμόρφωσης της ΕΕ.

3.   Με την κατάρτιση της δήλωσης συμμόρφωσης της ΕΕ, ο προμηθευτής μιας εφαρμογής που χρησιμοποιεί έξυπνες συμβάσεις ή, ελλείψει αυτού, το πρόσωπο του οποίου η εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα περιλαμβάνει τη χρήση έξυπνων συμβάσεων για άλλους στο πλαίσιο εκτέλεσης συμφωνίας ή μέρους αυτής με σκοπό να καθίστανται δεδομένα διαθέσιμα είναι υπεύθυνος για τη συμμόρφωση με τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1.

4.   Μια έξυπνη_σύμβαση που πληροί τα εναρμονισμένα πρότυπα ή τα σχετικά μέρη αυτών, τα στοιχεία αναφοράς των οποίων δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται με τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1, στον βαθμό που οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από τέτοιου είδους εναρμονισμένα πρότυπα ή μέρη αυτών.

5.   Η Επιτροπή, δυνάμει του άρθρου 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012, ζητεί από έναν ή περισσότερους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης να καταρτίσουν εναρμονισμένα πρότυπα που να πληρούν τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

6.   Η Επιτροπή μπορεί, με εκτελεστικές πράξεις, να θεσπίζει κοινές_προδιαγραφές που να καλύπτουν οποιαδήποτε βασική απαίτηση ή το σύνολο αυτών που ορίζονται στην παράγραφο 1, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

Η Επιτροπή έχει ζητήσει, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012, από έναν ή περισσότερους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης να καταρτίσουν εναρμονισμένο_πρότυπο που πληροί τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και:

i)

το αίτημα δεν έχει γίνει δεκτό·

ii)

τα εναρμονισμένα πρότυπα που αφορούν το εν λόγω αίτημα δεν παραδίδεται εντός της προθεσμίας που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012· ή

iii)

τα εναρμονισμένα πρότυπα δεν συνάδουν με το αίτημα· και

β)

δεν δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφορά σε εναρμονισμένα πρότυπα που να καλύπτουν τις σχετικές βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ούτε αναμένεται να δημοσιευτεί τέτοια αναφορά σε εύλογο χρονικό διάστημα.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 46 παράγραφος 2.

7.   Πριν από την κατάρτιση σχεδίου εκτελεστικής πράξης που αναφέρεται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή ενημερώνει την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ότι θεωρεί ότι έχουν πληρωθεί οι προϋποθέσεις της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου.

8.   Κατά την κατάρτιση του σχεδίου εκτελεστικής πράξης για τη θέσπιση των κοινών προδιαγραφών που αναφέρεται στην παράγραφο 6, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις συμβουλές του ευρωπαϊκού συμβουλίου καινοτομίας δεδομένων και τις απόψεις άλλων σχετικών φορέων ή ομάδων εμπειρογνωμόνων και διαβουλεύεται δεόντως με όλα τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη.

9.   Ο προμηθευτής έξυπνης σύμβασης ή, ελλείψει αυτού, το πρόσωπο του οποίου η εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα περιλαμβάνει τη χρήση έξυπνων συμβάσεων για άλλους στο πλαίσιο εκτέλεσης συμφωνίας ή μέρους αυτής με σκοπό να καθίστανται δεδομένα διαθέσιμα που πληρούν τις κοινές_προδιαγραφές που θεσπίζονται με τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 6 ή μέρη αυτών τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται με τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 στον βαθμό που οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από τέτοιου είδους κοινές_προδιαγραφές ή τα μέρη αυτών.

10.   Όταν ένα εναρμονισμένο_πρότυπο θεσπίζεται από ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης και υποβάλλεται στην Επιτροπή με σκοπό τη δημοσίευση των στοιχείων αναφοράς του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή αξιολογεί το εναρμονισμένο_πρότυπο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012. Όταν τα στοιχεία αναφοράς εναρμονισμένου προτύπου δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή καταργεί τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου ή μέρη αυτών που καλύπτουν τις ίδιες βασικές απαιτήσεις με αυτές που καλύπτονται από το εν λόγω εναρμονισμένο_πρότυπο.

11.   Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι μια κοινή προδιαγραφή δεν πληροί πλήρως τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή υποβάλλοντας λεπτομερή εξήγηση. Η Επιτροπή προβαίνει σε εκτίμηση της εν λόγω λεπτομερούς εξήγησης και μπορεί, κατά περίπτωση, να τροποποιήσει την εκτελεστική πράξη για τη θέσπιση της εν λόγω κοινής προδιαγραφής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΗ

Άρθρο 43

Βάσεις δεδομένων που περιέχουν ορισμένα δεδομένα

Το δικαίωμα ειδικής φύσεως που προβλέπεται στο άρθρο 7 της οδηγίας 96/9/ΕΚ δεν εφαρμόζεται όταν τα δεδομένα λαμβάνονται ή παράγονται από συνδεδεμένο_προϊόν ή συναφή υπηρεσία που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ιδίως σε σχέση με τα άρθρα 4 και 5 αυτού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ


whereas









keyboard_arrow_down